Ενας ποιητής της φιλοσοφίας
Αναμφίβολα, δεν ήταν κλασικός φιλόσοφος. Ο βιογράφος του Τζούλιαν Γιανγκ το γράφει ξεκάθαρα: ο Νίτσε δεν είχε φιλοσοφική μέθοδο και δεν είχε μελετήσει, π.χ. τον Αριστοτέλη, ώστε να γνωρίζει τα «κουτάκια» της φιλοσοφικής σκέψης. Ηταν, όμως, «ποιητής». Εγραφε αφορισμούς με τη φρεσκάδα ενός πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα και αποτύπωνε εικόνες από την καθημερινότητα με τη λεπτομέρεια ενός ζωγράφου. Ατίθασο κείμενο, απελευθερωμένη σκέψη. Κανένα άλλο ερώτημα δεν λειτουργούσε σαν μέτρο όλων των πραγμάτων όσο το «Πόση αλήθεια αντέχει, πόση αλήθεια τολμάει ένα πνεύμα;».
Ριζότο και μπίρες
Την εποχή που ανήγγειλε τον περίφημο θάνατο του Θεού, ήταν 38 ετών. Είχε ήδη αποκτήσει το μουστάκι που του φόρτωνε χρόνια –ένα εφέ ωριμότητας που τελειοποίησε ο ίδιος–, ήξερε να φτιάχνει ριζότο, ομολογούσε ότι για την «κοιλίτσα» του έφταιγαν οι πολλές μπίρες, είχε διαβάσει Δαρβίνο, αλλά όχι από το πρωτότυπο, είχε χάσει τη μισή του όραση και ανησυχούσε για την υπερθέρμανση του πλανήτη («Πρέπει να διατηρήσουμε τα δάση. Η αποψίλωσή τους αυξάνει τη θερμοκρασία της γης», γράφει σε ένα ημερολόγιο του 1882).
Εισαγωγή για μπίτνικ
Εγραψε μια εισαγωγή στο «Ιδε ο άνθρωπος» συστήνοντας τον εαυτό του, την οποία θα ζήλευαν πολλοί μπίτνικ, μεταμοντέρνοι, σύγχρονοι γραφιάδες, γιατί όχι και δημοσιογράφοι; Ιδού: «Προβλέποντας ότι θα πρέπει σύντομα να θέσω στην ανθρωπότητα το πιο επαχθές αίτημα που της υποβλήθηκε ποτέ, μου φαίνεται απολύτως απαραίτητο να πω ποιος είμαι… Ζω από μέρα σε μέρα με την πίστωση που δίνω στον εαυτό μου. Μήπως είναι απλώς μια προκατάληψη το ότι ζω; Αρκεί μόνο να μιλήσω με κάποιον από τους “μορφωμένους”, για να πειστώ ότι δεν ζω… Ακούστε με! Διότι είμαι αυτός κι αυτός. Μη με συγχέετε, προπάντων, με κάποιον άλλον! (σε μετάφραση Εύης Μαυρομμάτη, εκδ. Πατάκη)
«Γιατί είμαι σοφός»
Ξέρετε πολλούς φιλοσόφους που θα έγραφαν κείμενα με τίτλο «Γιατί είμαι σοφός» και «Γιατί είμαι έξυπνος»; Ο Νίτσε το έκανε και με τον τρόπο αυτό έδωσε σε πολλούς αναγνώστες τη δυνατότητα να το παίζουν κι εκείνοι σοφοί, αναπαράγοντας τους αφορισμούς και τις σκέψεις του. Ιδού ένας από αυτούς που ταιριάζει και σε πολλούς αγανακτισμένους της νέας εποχής: «Η οργή, το να είναι κανείς αρρωστημένα ευπρόσβλητος, η αδυναμία σου να εκδικείσαι, η επιθυμία, η δίψα για εκδίκηση, ο δηλητηριασμός με οποιονδήποτε τρόπο… είναι σίγουρα το πιο επιβλαβές είδος αντίδρασης… Η μνησικακία, γεννημένη από την αδυναμία, βλάπτει περισσότερο από τον καθένα τον ίδιο τον αδύναμο».
Διόνυσος και Ιησούς
Οι «ήρωες», οι φιγούρες και τα πρόσωπα που στοιχειώνουν την προσωπική μυθολογία του είναι το ίδιο ελεύθεροι με εκείνον. Καταρχάς ο Διόνυσος είναι ο μοναχικός ξένος τον οποίο αρνούνται για να πάρει τελικά την εκδίκησή του. Ο Σωκράτης και ο Ιησούς, που «μπαινοβγαίνουν» στους στοχασμούς του, είναι οι δύο «δάσκαλοι» της ανθρωπότητας που δεν άφησαν πίσω τους τίποτε γραπτό. Μορφές που επιμένουν σε μια προσωπική αλήθεια, ακόμη και όταν το περιβάλλον γύρω τους πιέζει να «συμμορφωθούν». Αν δεν είναι αυτό Νίτσε, τότε τι είναι;
Αγαπούσε τα Χριστούγεννα
Ο άνθρωπος που μαστίγωσε όσο λίγοι τους χριστιανούς, επειδή εξέθρεψαν την «ηθική των σκλάβων», αγαπούσε μία και μοναδική γιορτή. «Τα Χριστούγεννα δεν αφορούν μόνο εμάς τους ίδιους, αλλά όλη την ανθρωπότητα, πλούσιους και φτωχούς, άσημους και δυνατούς. Και είναι ακριβώς αυτή η παγκόσμια χαρά που ενδυναμώνει την προσωπική μας διάθεση» γράφει στα 13 του. Την εντύπωση αυτή θα διατηρήσει μέχρι την ωριμότητά του.
Σαίξπηρ και Ντοστογέφσκι
Οι αγαπημένοι του ποιητές και συγγραφείς διακρίνονται επίσης από πάθος, ιδιοφυΐα και μία ακόρεστη δίψα για δημιουργία. Ο Χέλντερλιν στην αρχή και ύστερα ο Μπάιρον και ο Σαίξπηρ, το οποίο ανακαλύπτει σε ηλικία 17 ετών και μαγνητίζεται από τους χαρακτήρες των έργων του, γεμάτους «θέληση για δύναμη». Στο πρώτο ραντεβού με τη Λου Σαλομέ, εξάλλου, στον Αγιο Πέτρο της Ρώμης, τη χαιρετάει με έναν στίχο που απηχούσε τον έρωτα του Ρωμαίου: «Ποια άστρα μας έφεραν εδώ πέρα μαζί;». Αργότερα στη ζωή του θα έρθουν ο Σπινόζα («Εχω έναν πρόδρομο, και τι πρόδρομο!»), ο Γκι ντε Μοπασάν και, προς το τέλος, ο Ντοστογέφσκι («ο μόνος ψυχολόγος από τον οποίο θα μπορούσα να διδαχτώ κάτι»).
Νίτσε και Φρόιντ
Πεθαίνει στις 25 Αυγούστου του 1900. Την ίδια περίοδο πάνω κάτω ένας συνεσταλμένος μαθητής από την Πράγα έκανε τις τελευταίες σχολικές διακοπές του. Λεγόταν Φραντς Κάφκα και μέσα στο δάσος της βοημικής πόλης Ροστόκ διάβαζε στη φίλη του Σέλμα αποσπάσματα από τα έργα του Νίτσε. Την ίδια χρονιά ο Φρόιντ, που δεν θα ομολογήσει ποτέ ότι έχει διαβάσει τις ιδέες του Νίτσε για το ασυνείδητο ή την ενόρμηση του θανάτου, δημοσιεύει την «Ερμηνεία των ονείρων». Η Ευρώπη ανακαλύπτει τους ήρωες του μοντερνισμού και αποχαιρετάει έναν προφήτη του.
Το σημείωμα βασίστηκε στα εξής βιβλία: Ronald Hayman, «Friedrich Nietzsche – η τραγική ζωή μιας μεγαλοφυΐας», εκδ. Νεφέλη, μτφ. Μαρία Αναγνώστου 2005, Keith Ansell Pearson, «Νίτσε», εκδ. Πατάκη, μτφ. Δέσποινα Ρισσάκη 2008, Sue Prideaux, «Φρίντριχ Νίτσε – η βιογραφία», εκδ. Πατάκη, μτφ. Νίνα Μπούρη 2021