Λένε ότι ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Και όταν μιλάμε για την οικονομία, αυτό έχει τεράστια σημασία για όλους. Από την κυβέρνηση, η οποία γνωρίζει ότι μόνο με ισχυρή οικονομία και αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων μπορεί να ξανακερδίσει τις εκλογές, μέχρι το τελευταίο νοικοκυριό, καθώς οι όποιες αποφάσεις επηρεάζουν την τσέπη, την καθημερινή ζωή και το μέλλον όλων.
Υπό αυτή την έννοια, οι αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας που αποφασίστηκαν παραμονές γιορτών στις Βρυξέλλες έδωσαν μια ανάσα σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης και κυρίως στις χώρες του Νότου, οι οποίες υποφέρουν από το υψηλό δημόσιο χρέος, να προχωρήσουν σε μια ήπια προσαρμογή σταθεροποιώντας τα ελλείματά τους και μειώνοντας λίγο-λίγο, χρόνο με τον χρόνο, το χρέος τους.
Πότε θα εξαιρούνται οι αμυντικές δαπάνες
Οι νέοι κανόνες που ορίζουν ότι οι υπερχρεωμένες χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, έχουν πλέον την υποχρέωση να μειώνουν το δημόσιο χρέος μόλις κατά 1% του ΑΕΠ καθ’ έτος θεωρήθηκαν από τις κυβερνήσεις «piece of cake», όπως λένε οι Αγγλοσάξονες. Και έτσι θα ήταν, αν οι κίνδυνοι των πολέμων, του κλειστού Σουέζ, των φυσικών καταστροφών και των υψηλών επιτοκίων που έφερε ο πληθωρισμός δεν απειλούσαν την Ευρώπη με στασιμότητα.
Για την Ελλάδα, μάλιστα, τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα. Ο συνδυασμός με τη δεύτερη απόφαση, ότι δηλαδή θα εξαιρούνται οι αμυντικές δαπάνες από τον υπολογισμό του δημοσιονομικού ελλείματος όταν μια χώρα, λόγω ύφεσης, δεν μπορεί να τις καλύψει και κινδυνεύει να τεθεί σε καθεστώς επιτήρησης για υπερβολικό έλλειμα, προκάλεσε ευφορία.
Αρχισαν πάλι οι πιέσεις
Πρώτοι οι πολιτικοί, μαζί τους και οι αναλυτές, σκέφτηκαν ότι οι δύσκολες μέρες της λιτότητας και της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής πέρασαν οριστικά στο παρελθόν. Ολοι χάρηκαν, οι πιέσεις για παροχές και εξυπηρετήσεις από υπουργούς, βουλευτές, περιφερειάρχες, δημάρχους, κοινοτάρχες, σωματεία, εργαζόμενους στο Δημόσιο εντάθηκαν και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους κατακλύστηκε από αιτήματα.
Και όμως, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Η ευφορία δημιούργησε ανησυχία στον υπουργό Εθνικής Οικονομίας Κωστή Χατζηδάκη, ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά τι υπέγραψε στο Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών του Δεκεμβρίου, αλλά και στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία ξεκίνησε συναντήσεις με στελέχη του ΓΛΚ («φροντιστήρια», όπως θα λέγαμε με όρους πολιτικής) προκειμένου να εξηγήσει τους νέους απαράβατους κανόνες.
Ο τρίτος κανόνας
Ο τρίτος, λοιπόν, κανόνας του νέου Συμφώνου Σταθερότητας, αυτός που οι χαρές κράτησαν παράμερα, στη σκιά της δημοσιότητας και της επικοινωνίας, είναι ότι κάθε χρόνο κάθε χώρα θα δεσμεύεται με τον προϋπολογισμό της για το ύψος των δαπανών που θα πραγματοποιήσει μέσα στη χρονιά.
Και αν, όπως έγινε το 2023 στη χώρα μας, η κυβέρνηση πετύχει ξανά υπεραπόδοση στα έσοδα, θα πρέπει να στήσει έναν «κουμπαρά» στον οποίο θα τα δεσμεύει για τα δύσκολα χρόνια που πιθανώς να έρθουν στο μέλλον. Σε καμία περίπτωση δεν θα μπορεί να τα διαθέσει με έκτακτες πολιτικές και μέτρα που θα αυξάνουν τις ετήσιες δαπάνες, όπως έγινε με τα Pass κατά της ακρίβειας ή τις επιδοτήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα, που ήδη κόπηκαν μαχαίρι.
Αυτή η πλευρά, η δημιουργία ενός αντικυκλικού αποθεματικού, όπως θα μπορούσε να λέγεται ο «κουμπαράς», για να λειτουργεί ως μαξιλάρι σε περιόδους ύφεσης, φέρει τη σφραγίδα της Γερμανίας και αναδύει άρωμα εποχής Μέρκελ, η οποία πίστευε βαθιά σε μια μετρημένη οικονομική πολιτική. Σε τέτοιο βαθμό, ώστε η πρώην καγκελάριος είχε κατηγορηθεί ότι ακολουθεί και εφαρμόζει στην ευρωζώνη τα οικονομικά του νοικοκυριού.
Αυτό, βέβαια, δεν ακυρώνει την ανακούφιση που νιώσαμε όταν πληροφορηθήκαμε τη συμφωνία των Ευρωπαίων για τους νέους κανόνες του Συμφώνου. Διότι τα θετικά είναι πολλά και σημαντικά, αρκεί να τηρούνται οι κανόνες.
Τι άλλαξε, τι παρέμεινε ίδιο
Σε ό,τι αφορά τους αναθεωρημένους δημοσιονομικούς κανόνες που τέθηκαν εκ νέου σε ισχύ από το 2024, αν και οι βασικές προβλέψεις παραμένουν ως είχαν πριν από την πανδημική κρίση, δηλαδή όριο 3% του ΑΕΠ για το δημοσιονομικό έλλειμμα και στόχος 60% του ΑΕΠ για το δημόσιο χρέος, μεταβάλλεται ο τρόπος που θα παρακολουθείται η τήρησή τους.
Βάσει της συμφωνίας που επετεύχθη στις 20 Δεκεμβρίου 2023 στο Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών της ΕΕ (ECOFIN), η βασικότερη αλλαγή έγκειται στο ότι οι χώρες με χρέος άνω του 90% του ΑΕΠ, όπως η Ελλάδα, θα έχουν την υποχρέωση να μειώνουν το χρέος τους κατά 1% ετησίως, κατ’ ελάχιστον.
Αυτό οδηγεί στις εξής πολιτικές:
♦ Ο προϋπολογισμός θα πρέπει να είναι ισοσκελισμένος (δαπάνες ίσες με τα έσοδα).
♦ Για να μην αυξηθεί το χρέος, οι δαπάνες για τόκους που ανέρχονται σε 6 δισ. ευρώ τον χρόνο (περίπου 3% του ΑΕΠ) θα πρέπει να υπερκαλύπτονται από την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ, η οποία θα πρέπει να υπερβαίνει το 3% ετησίως. Με αυτές τις συνθήκες δεν αυξάνεται το χρέος.
♦ Για να μειωθεί το δημόσιο χρέος έστω και κατά 1% του ΑΕΠ, θα πρέπει είτε ο ρυθμός ανάπτυξης να είναι υψηλότερος, είτε τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις (στην ανάγκη και από φόρους) να καλύπτουν τη διαφορά από τον στόχο.
Υπενθυμίζεται ότι με τους δημοσιονομικούς κανόνες που ίσχυαν ως το 2023, κάθε κράτος-μέλος με χρέος πάνω από το 60% του ΑΕΠ υποχρεούνταν κάθε χρόνο να μειώνει κατά 1/20 το υπερβάλλον ποσοστό.
Το τελευταίο συνεπαγόταν για τη χώρα μας υποχρέωση μείωσης του δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ κατά 4,5%-5% καθ’ έτος, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, γεγονός που υποχρέωνε τις κυβερνήσεις να προβλέπουν υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα στον προϋπολογισμό για να καλύπτονται από εκεί οι δαπάνες για τόκους, αλλά και ένταση των ιδιωτικοποιήσεων, προκειμένου να διατεθούν για την άμεση μείωση των υψηλότοκων δανείων του δημοσίου.
Στα χρόνια των μνημονίων η Ελλάδα είχε συνομολογήσει (με το πιστόλι στον κρόταφο) ακόμη και την υποχρέωση για πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% του ΑΕΠ! Αυτό τελείωσε. Με τα νέα δεδομένα το έργο της κυβέρνησης είναι ευκολότερο, αλλά και τα περιθώρια που δημιούργησε η αύξηση των φορολογικών εσόδων (λόγω πληθωριστικών τιμών στην αγορά) για έκτακτες παροχές δεν υπάρχουν πλέον.
Το προφίλ του ελληνικού χρέους
Αυτό έκανε το 2023 η κυβέρνηση. Το ελληνικό Δημόσιο προχώρησε σε πρόωρη αποπληρωμή δανείων που είχαν εκταμιευθεί στο πλαίσιο του Greek Loan Facility (GLF) προς τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, ύψους 5,3 δισ. ευρώ. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των δαπανών του προϋπολογισμού για τόκους την επόμενη διετία, τη δημιουργία πρόσθετου δημοσιονομικού χώρου και τη βελτίωση του προφίλ του ελληνικού χρέους.
Στο ίδιο μήκος κύματος και εφέτος ο ΟΔΔΗΧ, προγραμματίζει επιπλέον αποπληρωμές χρέους και κυρίως τη μείωση του βραχυπρόθεσμου δανεισμού μέσω των εντόκων γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου, που έχουν φτάσει στα 12 δισ. ευρώ, με τσουχτερά επιτόκια.