H ραγδαία πρόοδος στη γενετική μηχανική τις τελευταίες δεκαετίες δημιούργησε αισιοδοξία για την επίλυση σοβαρών προβλημάτων που έχουν να κάνουν με την ανθρώπινη υγεία, αλλά και τη δημιουργία νέων, πιο ανθεκτικών σε ασθένειες και περιβαλλοντικές συνθήκες ειδών χλωρίδας και πανίδας, με τα οποία τρεφόμαστε. Παράλληλα, όμως, διατυπώθηκαν φόβοι ότι μπορεί αυτές οι μέθοδοι να χρησιμοποιηθούν με διάφορους κακόβουλους τρόπους και σκοπούς και να αποτελέσουν, μεταξύ άλλων, ένα εργαλείο ευγονικής. Γι’ αυτό, η χρήση τέτοιου είδους μεθόδων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο, υπόκειται σε ένα ιδιαίτερα αυστηρό καθεστώς κανόνων.
Mία από αυτές τις μεθόδους είναι η CRISPR, η οποία τα τελευταία χρόνια αποτελεί αντικείμενο επιστάμενης έρευνας και εξέλιξης από την επιστημονική κοινότητα. Η συγκεκριμένη μέθοδος έχει λάβει τον χαρακτηρισμό «γονιδιακή κοπτοραπτική», αφού επιτρέπει το κόψιμο και ράψιμο ακολουθιών του DNA κατά βούληση. Η CRISPR επεμβαίνει κοπτοραπτικά στο DNA ενός οργανισμού, ενώ άλλες μέθοδοι εμφυτεύουν τα γονίδια ενός είδους στο DNA κάποιου άλλου είδους.
Πολλοί ειδικοί πανηγυρίζουν με την εμφάνιση της συγκεκριμένης μεθόδου, θεωρώντας ότι ο τρόπος λειτουργίας της μειώνει στο ελάχιστο τα ηθικά διλήμματα που προκύπτουν με τις άλλες μεθόδους. Οι υπέρμαχοι της μεθόδου πιστεύουν ότι μπορεί πάνω της να βασιστεί ή εξάλειψη πάρα πολλών, αν όχι όλων, των ασθενειών, καθώς και η γενετική βελτίωση ανθρώπων, ζώων και φυτών. Μάλιστα, οι εφευρέτριες της μεθόδου, Εμανουέλ Σαρπεντιέ και Τζένιφερ Α. Ντούντα, έλαβαν την ύψιστη επιστημονική διάκριση, το βραβείο Νομπέλ Χημείας, για την ανακάλυψή τους. Παρόλα αυτά, η μέθοδος δεν έχει ακόμη τελειοποιηθεί, έχει ακόμη αδυναμίες και άγνωστες παρενέργειες στο DNA των οργανισμών στους οποίους χρησιμοποιείται, γι’ αυτό και παραμένει υπό το καθεστώς των αυστηρών κανόνων.
Η βρετανική θέση
Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του το BBC, ο υπουργός Περιβάλλοντος της Βρετανίας, Τζορτζ Γιούστις, δηλώνει υπέρμαχος της χρήσης της γονιδιακής κοπτοραπτικής για τη γενετική τροποποίηση των ζώων στις κτηνοτροφικές μονάδες, αλλά και των φυτών που καλλιεργούνται για να τρέφονται οι άνθρωποι. Ο βρετανός υπουργός υποστηρίζει ότι η χρήση της CRISPR μπορεί να δημιουργήσει πιο ανθεκτικά σε ασθένειες και καιρικές συνθήκες ζώα και φυτά και αυτό με τη σειρά του να οδηγήσει στην παραγωγή πιο υγιεινής τροφής για τον άνθρωπο. Οσοι αντιτίθενται στην απελευθέρωση και ανεξέλεγκτη χρήση αυτής της μεθόδου υποστηρίζουν ότι στην ουσία δημιουργεί εντελώς καινούργιους οργανισμούς και για αυτό πρέπει να διατηρηθούν οι αυστηροί περιορισμοί και κανόνες στη χρήση της.
Μιλώντας σε αγροτικό συνέδριο ο Γιούστις ανέφερε ότι η Βρετανία δεν χρειάζεται να τηρήσει την ευρωπαϊκή νομοθεσία, την οποία χαρακτήρισε στο συγκεκριμένο ζήτημα «εξαιρετικά περιοριστική και πολιτικοποιημένη». Υποστηρίζει ότι η συγκεκριμένη μέθοδος μιμείται τη φυσική εξελικτική διαδικασία γονιμοποίησης και απλώς επιταχύνει αυτό που οι κτηνοτρόφοι και οι αγρότες κάνουν επί αιώνες, επιλέγοντας τα πιο δυνατά και υγιή φυτά και ζώα ως εργαλεία της αναπαραγωγικής διαδικασίας. Δηλώνει ότι οι οργανισμοί που δημιουργεί η CRISPR θα μπορούσαν να προκύψουν και μέσω της φυσικής διαδικασίας και ότι πρόκειται για μια μέθοδο που όπως λέει «σέβεται τους νόμους της φύσης», άρα δεν τίθενται ηθικές και βιολογικές ανησυχίες για τη χρήση της. Αρκετοί επιστήμονες στη Βρετανία υποδέχτηκαν πολύ θετικά τις θέσεις του υπουργού, υποστηρίζοντας ότι η χρήση της γονιδιακής κοπτοραπτικής μπορεί να περιορίσει τις ασθένειες φυτών και ζώων και έτσι να περιοριστεί η χρήση φυτοφαρμάκων και αντιβιοτικών.
Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να βελτιωθεί η ποιότητα της ζωής των ζώων, αλλά και οι τροφές που θα παράγονται για τον άνθρωπο να είναι πολύ πιο υγιεινές από τις σημερινές. Επιπλέον, θα μειωθούν οι ποσότητες των τροφών που καταλήγουν στα σκουπίδια, αφού, για παράδειγμα, τα φρούτα και τα λαχανικά θα έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής στα ράφια και τους πάγκους των καταστημάτων.
Οι αντιδράσεις
Ο φιλοζωικός οργανισμός RSPCA εκφράζει έντονες ανησυχίες για την απόφαση να παρακαμφθούν οι ευρωπαϊκοί κανόνες στην χρήση της CRISPR. «Οι ισχυρισμοί ότι η γονιδιακή κοπτοραπτική είναι κάτι ανάλογο με τη φυσική επιλογή δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και μπορούν να οδηγήσουν σε παραπλάνηση. Η μέθοδος αυτή δεν έχει ακόμη αποδειχθεί ασφαλής και ηθική και δεν λαμβάνει σε καμία περίπτωση την ποιότητα ζωής των ζώων. Εμπεριέχει διαδικασίες που προκαλούν πόνο και έντονο άγχος. Επιπλέον απαιτείται η χρήση και ταλαιπωρία πολλών ζώων για να παραχθεί ένας και μόνο απόγονος με τα επιθυμητά γενετικά χαρακτηριστικά» δηλώνει ο Κρις Σέργουντ, διευθύνων σύμβουλος του RSPCA.
«Το να επιτραπεί η χρήση κάποιων μεθόδων γενετικής τροποποίησης έξω από τους κανόνες και τη νομοθεσία θα έχει ως αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός ο έλεγχος για την ασφαλή χρήση τους. Εκτός των επιστημονικών προβλημάτων και των ηθικών ζητημάτων, θα προκύψουν και εμπορικά εμπόδια, αφού οι ευρωπαϊκές αγορές δεν δέχονται μη πιστοποιημένα για την ασφάλεια τους προϊόντα, τα οποία μάλιστα δεν θα αναγράφουν στην ετικέτα τους την ένδειξη ότι πρόκειται για γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα και έτσι τα σχετικά βρετανικά προϊόντα δεν θα περνούν τελικά τα σύνορα της χώρας» δηλώνει η καθηγήτρια Ελεν Γουάλας, διευθύντρια του μη κερδοσκοπικού οργανισμού GeneWatch, που παρακολουθεί την εξέλιξη τεχνολογιών γενετικής μηχανικής και την επίδραση που μπορεί να έχουν στα ανθρώπινα δικαιώματα, την κοινωνία γενικότερα, καθώς και στο περιβάλλον.