Θέματα

Μόνο την καθαρίστρια βλέπετε; Είναι και άλλοι…  

Αυστηρές ποινές, αποφάσεις δυσανάλογα βαριές σε σχέση με τα αδικήματα που εκδικάζονται, απίθανες αυθαιρεσίες. Οι παράλογες αποφάσεις της ελληνικής Δικαιοσύνης δεν εξαντλούνται μόνο στην καθαρίστρια του Βόλου. Ενας ειδικός θυμήθηκε, για το Protagon, άλλες τέτοιες περιπτώσεις
Ελευθερία Κόλλια

Δεν είναι μία και δύο οι παράλογες αποφάσεις της ελληνικής Δικαιοσύνης. Η ετυμηγορία περί κάθειρξης 10 ετών του Πενταμελούς Εφετείου για την καθαρίστρια (σ.σ. η οποία τελικά αφέθηκε ελεύθερη με αναστολή) σε παιδικό σταθμό του Βόλου που είχε προσκομίσει κάποτε πλαστό απολυτήριο Δημοτικού, έγινε ραγδαία επίκεντρο συζήτησης και talk of the town για τον απλούστατο λόγο ότι αφορά τα «κόκκινα γάντια». Γίνεται το επάγγελμα-σύμβολο του πλέον αδύναμου πολίτη να μένει για ένα τέτοιο αδίκημα πίσω από της φυλακής τα σίδερα;

Πίσω από την καθαρίστρια, όμως, στριμώχνονται κι άλλοι: αυστηρές ποινές, αποφάσεις δυσανάλογα βαριές σε σχέση με τα αδικήματα που εκδικάζονται, απίθανες αυθαιρεσίες.

Το Protagon απευθύνθηκε στον Βασίλη Χειρδάρη, δικηγόρο, ζητώντας του να θυμηθεί και να καταγράψει.

Από το αρχείο του, ο ίδιος σταχυολόγησε «πρώτη και καλύτερη» μια εξωφρενική απόφαση από δικαστήριο της Ηγουμενίτσας, συγκεκριμένα το Μονομελές Πλημμελειοδικείο, το οποίο καταδίκασε -απόντα- κατηγορούμενο για το αδίκημα της εξύβρισης σε 5 χρόνια φυλακή και για το αδίκημα της απάτης επίσης σε 5 χρόνια φυλακή, χωρίς μετατροπή, και χωρίς η έφεση να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

Το περίεργο σε αυτή την υπόθεση δεν είναι μόνον η ακρότητα και η αυστηρότητα της επιβληθείσης ποινής αλλά ότι ο δικαστής υπερέβη εαυτόν: επέβαλε ποινή που δεν προβλεπόταν από το νόμο. Ενώ για τα αδικήματα της εξύβρισης και της απειλής προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρις ενός έτους, ο άνθρωπος αυτός επέλεξε να επιβάλει πέντε έτη, πέντε φορές δηλαδή πάνω από το ανώτατο όριο.

Τα πράγματα περιπλέκονται όταν τα αδικήματα δεν είναι και τόσο «συμπαθή» στην κοινή γνώμη, όταν τη θέση των κόκκινων γαντιών παίρνει η ινδική κάνναβη. Στο δια ταύτα, όμως, η άνιση ποινική μεταχείριση παραμένει.

Το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών το 2016 καταδίκασε, ερήμην του, νεαρό 22 ετών, για πέντε γραμμάρια χασίς σε 10 χρόνια κάθειρξη. Παρά το γεγονός ότι η υπόθεση έφθασε στον Άρειο Πάγο, παρότι η εισήγηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ήταν θετική, να γίνει δεκτή η αναίρεση του κατηγορουμένου, εντούτοις η ποινή του παρέμεινε αναλλοίωτη. Δέκα ολόκληρα χρόνια για κάτι που θα μπορούσε να συνιστά ανοησία μιας βραδιάς.

Στη φυλακή -με κάθειρξη 7 ετών- οδήγησε το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών κατηγορούμενο για υπόθεση απάτης ύψους 40.000 ευρώ. Το ενδιαφέρον στην περίπτωση αυτή είναι ότι για να «σταθεί» η κακουργηματική απάτη κατ’ επάγγελμα, θα πρέπει το επίδικο ποσό να είναι πάνω από 30.000 ευρώ. Ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος επέστρεψε μάλιστα 15.000 ευρώ, από τα 40.000, αλλά οι δικαστές δεν κάμφθηκαν. Η έφεση δεν είχε ανασταλτικό αποτέλεσμα και ο ίδιος γνώρισε τι θα πει κελί.

Οι παράλογες αποφάσεις δεν μένουν, βεβαίως, πάντα ατιμώρητες. Σε σχετικά πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Σιδηρόπουλος και Παπακώστας κατά Ελλάδος, της 25ης Ιανουαρίου του 2018) καταδικάστηκε η Ελλάδα γιατί το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο επέβαλε ποινή-χάδι για το ακριβώς αντίθετο κακούργημα, των βασανιστηρίων. Αστυνομικός που κάθισε στο εδώλιο γιατί βασάνισε δύο πολίτες με ηλεκτροσόκ, έπεσε στα μαλακά. Κι από κει που αναμενόταν ποινή κάθειρξης μεταξύ 5-20 ετών, του επιβλήθηκαν τελικά 5 χρόνια φυλάκισης, μετατρέψιμης και πληρωτέας σε 36 άτοκες δόσεις.

Βασίλης Χειρδάρης: «Δεν χρειαζόμαστε ούτε εκδικητές, ούτε τιμωρούς» 

«Δυστυχώς, οι παράλογες δικαστικές αποφάσεις είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Αυτό συνήθως δεν ισχύει σε πολιτισμένες νομικά χώρες όπως οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Εξαίρεση αποτελεί η χώρα μας, όπου υπάρχουν συχνά περιστατικά παράλογων, αυστηρών και μη λογικών δικαστικών αποφάσεων, κυρίως δε στο θέμα της επιδίκασης της ποινής. Αυτό συμβαίνει κυρίως σε υποθέσεις που αφορούν ναρκωτικά και οικονομικά εγκλήματα εναντίον του ελληνικού Δημοσίου. Οι ποινές που επιβάλλονται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι εξοντωτικές και δεν ακολουθούν την αρχή της αναλογικότητας που είναι θεμελιώδης έννοια του ελληνικού Συντάγματος και των σύγχρονων κρατών Δικαίου.

»Ενώ σε όλη σχεδόν την Ευρώπη οι ποινές που επιβάλλονται για τα ναρκωτικά έχουν μία λογική που κυμαίνεται γύρω στα πέντε χρόνια, στην Ελλάδα τα ισόβια είναι μία συνηθισμένη πρακτική καθώς και οι ποινές από 10 έως 20 χρόνια. Επίσης, στις υποθέσεις που αφορούν οικονομικά εγκλήματα κατά του ελληνικού Δημοσίου εξακολουθεί να ισχύει ένας απολύτως αναχρονιστικός νόμος (1608 / 1950) που θεσπίστηκε για να υπερασπίζει την περιουσία του Δημοσίου όταν το 1950 το Δημόσιο ήταν ανοργάνωτο, αδύναμο και σχετικά απροστάτευτο (σσ. Πρόκειται για τον ίδιο νόμο στον οποίο στηρίχτηκε, μεταξύ άλλων, η καταδίκη της καθαρίστριας του Βόλου). Όμως με το χρόνο, το ελληνικό κράτος απέκτησε εξαιρετικά μεγάλη δύναμη, οργάνωση και αποτελεσματικότητα στην υπεράσπιση της περιουσίας του και των συμφερόντων του. Τώρα πλέον το ελληνικό Δημόσιο είναι ένας οργανισμός πολύ ισχυρότερος από τους πολίτες και τις εταιρείες.

»Δυστυχώς όμως εξακολουθεί η εξοντωτική νομοθεσία να υφίσταται με αποτέλεσμα να δημιουργούνται αδικίες. Επί παραδείγματι, εάν ένας πολίτης υπεξαιρέσει €50.000.000 από το ταμείο μιας εταιρείας προβλέπεται κάθειρξη από 5 έως 10 χρόνια, ενώ εάν κάποιος υπεξαιρέσει πολύ μικρότερο ποσό όπως π.χ. €400.000 από το κράτος τότε η ποινή που προβλέπεται είναι έως ισόβια! Όπως αντιλαμβάνεται κανείς η ποινική μεταχείριση είναι εντελώς άνιση και άδικη και παραβιάζει στις κρατικές υποθέσεις την αρχή της αναλογικότητας. Στις περιπτώσεις αυτές ο δικαστής οφείλει να επιβάλει ποινές που αρμόζουν στο αδίκημα και όχι να ακολουθεί νομοθετικές παραλογίες. Δυστυχώς δεν το κάνει και πολλές φορές εφαρμόζει το νόμο με μεγάλη αυστηρότητα. Η επιβολή όμως εξοντωτικών και παράλογων ποινών όχι μόνον δεν συνιστά απονομή δικαιοσύνης αλλά δημιουργεί αισθήματα αδικίας και προκαλεί ρωγμές στο κράτος Δικαίου και στην εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη. Σε ένα κράτος Δικαίου δεν χρειαζόμαστε ούτε εκδικητές ούτε τιμωρούς».