Κάποιος παίζει μπλουζ στην Ερμού
Είναι ο άνθρωπος ορχήστρα. Και τον θυμάμαι εδώ και τουλάχιστον μία πενταετία να γεμίζει κεντρικά σημεία της Αθήνας με την εντυπωσιακή μπλουζ μπάντα του, που αποτελείται από τον εαυτό του και το ευρηματικό ταλέντο του. Καθισμένος σε ένα μικρό καρεκλάκι που βρίσκεται πάνω σε μία παλιού τύπου βαλίτσα, τα πεντάλ που πατά, καταλήγουν σε αυτοσχέδια ντραμς, ένα τσίγκινο και ένα πλαστικό δοχείο. Ταυτόχρονα παίζει κιθάρα, τραγουδάει και όταν δεν τραγουδάει, φυλάει πολύτιμες ανάσες για τη μελωδική του φυσαρμόνικα. Και όλα αυτά, έχοντας ως αχώριστη συντροφιά και φανατικό ακροατή, τον ασπρόμαυρο σκυλάκο του, ο οποίος κάθεται πάντα δίπλα του, σε όλη τη διάρκεια του μουσικού προγράμματος. Ακόμη και το κουτάκι μέσα στο οποίο μπορείς να του προσφέρεις κάποια χρήματα αν σου άρεσε αυτό που άκουσες, είναι φτιαγμένο με μεράκι και χιούμορ: στην κυλινδρική επιφάνειά του είναι κολλημένο ένα αυτοκόλλητο «Visa», για να θυμόμαστε την πρώτη μας πιστωτική κάρτα και την αρχή των οικονομικών βασάνων μας.
«Το ρετάλι της Φωκίωνος Νέγρη»
Με το που το είδα να φιγουράρει σε μία γωνία της Φωκίωνος Νέγρη, δεν μπορούσα να μην υποκλιθώ στο λογοπαίγνιο του ονόματός του: «Το ρετάλι της Φωκίωνος Νέγρη», ένα πολύ γουστόζικο και ενημερωμένο μαγαζί με vintage ρούχα και αξεσουάρ, αντικαθιστά τη λέξη «ρεμάλι» από τον τίτλο της ταινίας του 1965, όταν ο Αλκης Γιαννακάς υποδυόταν έναν αδίστακτο καρδιοκατακτητή. Η μόδα με τα ρούχα από δεύτερο, τρίτο και τέταρτο χέρι, ενώ κάποτε φαινόταν σε κάποιους που ήθελαν όλα να είναι «του κουτιού» αδιανόητη, άνθισε μέσα στην καρδιά της κρίσης.
Οταν τα έσοδα μειώθηκαν δραματικά και είχαμε-δεν είχαμε χρήματα για τα «απολύτως απαραίτητα», άρχισαν να ανοίγουν το ένα μετά το άλλο, μαγαζιά με ρούχα που αποδείκνυαν πόσο διασκεδαστικό και απενοχοποιημένο είναι να φοράς ρούχα καλοδιατηρημένα, που παραπέμπουν σε περασμένες δεκαετίες. «Με αυτόν τον τρόπο ξεφτιλίζουμε τον καπιταλισμό» μου είχε πει μία φίλη με άκρως επαναστατική διάθεση, ενώ βγαίναμε από ένα τέτοιου τύπου μαγαζί, με σακούλες παραγεμισμένες από ρούχα και τσάντες που κάποτε ανήκαν σε άλλες γυναίκες και τώρα πωλούνται σε πραγματικές τιμές ευκαιρίας.
Το ενδιαφέρον με αυτά τα μαγαζιά, αν έχεις όρεξη να ψαχουλέψεις ανάμεσα στους πολύχρωμους θησαυρούς τους, είναι ότι φορώντας ρούχα που είναι φτιαγμένα με το μεράκι άλλων εποχών, κυκλοφορείς στην πόλη και σπας την ενδυματολογική μονοτονία. Με άλλα λόγια: το ρεμάλι ήταν επικίνδυνο, το ρετάλι αναγκαίο!
Ντύσου Ποσειδώνας, μπορείς!
Το Κουκάκι, είναι η χώρα των θαυμάτων του Airbnb. Με δυσκολία πλέον ακούς ελληνικά στη ζηλευτή γειτονιά κάτω απ’ την Ακρόπολη, καθώς δεν υπάρχει πλέον ούτε πατάρι, που να μην έχει διατεθεί προς ενοικίαση για να κάνει τις διακοπές του κάποιος ιάπωνας, αμερικανός, ή γερμανός τουρίστας. Εκτός από τα διαμερίσματα, τις καφετέριες και τα εστιατόρια, έχουν μπει στο τουριστικό νόημα και τα μαγαζιά με σουβενίρ.
Εκτός από τα πατροπαράδοτα αγαλματάκια του Δία, μινιατούρες του Παρθενώνα και τσολιαδάκια, κάποια καταστήματα, καταφεύγουν σε πιο ευφάνταστο εμπόρευμα προκειμένου να τραβήξουν το βλέμμα του τουρίστα. Σε ένα από αυτά λοιπόν, μπορείς να βρεις εναλλακτικά τουριστικά είδη, όπως για παράδειγμα, ένα αγαλματάκι της θεάς Αθηνάς βαμμένο κατακόκκινο.
Αλλά το πραγματικό αριστούργημα, βρίσκεται στο τζάμι της πόρτας, καθώς είναι γεμάτο με φωτογραφίες τουριστών μασκαρεμένων σε αρχαίους Ελληνες και θεούς του Ολύμπου. Χλαμύδες, σανδάλια, κλαδιά ελιάς, ακόμη και ψεύτικες λευκές γενειάδες επιστρατεύονται για όσους φανιασιώνονταν να μπουν στον χιτώνα του Ποσειδώνα. Φωτογραφημένοι με το ανάλογο στιλ, κοσμούν με αυτόν τον τρόπο τη βιτρίνα, προσελκύοντας και άλλους επισκέπτες της Αθήνας, που αποφασίζουν να το κάνουν και αυτό, αφού ήρθαν ως εδώ.
Αυτά που αφήνει ο καλλιτέχνης πίσω του
Αυτές τις ημέρες, ήρθε ξανά στο προσκήνιο το όνομα του σπουδαίου γλύπτη Γιάννη Παππά (1913-2005), με αφορμή την τοποθέτηση του εντυπωσιακού έφιππου Μέγα Αλέξανδρου στη συμβολή των λεωφόρων Ολγας και Αμαλίας. Για όσους αναρωτιούνται ποιος ήταν ο Παππάς και τι άλλα έργα δημιούργησε, αντί να αρκεστεί να ψάξει μέσω Ιντερνετ, μπορεί κάλλιστα να κάνει μία πραγματικά ωραία βόλτα μέχρι το Εργαστήριο Γιάννη Παππά στου Ζωγράφου (Ανακρέοντος 38) με δωρεάν είσοδο στο κοινό κάθε Τρίτη, Παρασκευή και Κυριακή.
Πρόκειται για το σπίτι όπου έζησε και δημιούργησε αυτός ο πολυσχιδής επαγγελματίας γλύπτης και (εξαιρετικός) ερασιτέχνης ζωγράφος. Οταν το επισκεφθήκαμε, εκτός από τα εντυπωσιακά γλυπτά που σε υποδέχονται στον κήπο και ακολουθούν και πολλά ακόμη στους μέσα χώρους, υπήρχαν και δύο λεπτομέρειες που μου έμειναν αξέχαστες.
Η πρώτη, στον πάνω όροφο, που είναι γεμάτος με τους πίνακές του, σε μία πολύ ιδιαίτερη γωνιά, βρίσκονται τακτοποιημένα τα σωληνάρια με τα χρώματα και τα πινέλα που χρησιμοποιούσε. Εκτός λοιπόν από τα μνημειώδη έργα που μένουν στην αιωνιότητα, υπάρχουν και τα προσωπικά αντικείμενα, που μένουν πιο αθέατα, αλλά έχουν τη δική τους σημασία. Ισως γιατί, βλέποντας μερικά δουλεμένα πινέλα και ζουληγμένα σωληνάρια, σκέφτεσαι ότι αυτά τα υλικά, αυτή η πρώτη ύλη, είναι κοινή για όλους. Το αν μέσα από αυτά θα φτιάξεις μία χαριτωμένη μουτζούρα, ή ένα αριστούργημα, ή τίποτα απολύτως, είναι στο χέρι σου.
Η δεύτερη σημαντική λεπτομέρεια, μας περίμενε υπομονετικά στον κήπο. Είναι μία χελώνα, η οποία, όπως μας ενημέρωσαν οι υπεύθυνοι του Εργαστηρίου, κάθε ημέρα κάνει ακριβώς την ίδια διαδρομή, για να βρεθεί σε ένα συγκεκριμένο σημείο, όπου βρισκόταν κάποτε η αγαπημένη της μουριά. Μπορεί το δέντρο αυτό να μην υπάρχει πια εκεί, όμως η χελώνα, με αργά αλλά αποφασιστικά βήματα, πηγαίνει προς το μέρος του, πιστή στο ραντεβού της. Πίσω λοιπόν από το μεγαλείο ενός σπουδαίου καλλιτέχνη, καραδοκούν κάτι τέτοιες στιγμές καθημερινότητας, που θα ήταν σωτήριο, να μην τις προσπερνάμε όταν τις βλέπουμε ως παρενθέσεις και στη δική μας, συχνά κουραστική ζωή.