Ο Τζανάν Γκανές, εκ των πλέον διεισδυτικών αρθρογράφων των Financial Times για θέματα διεθνούς πολιτικής, θέτει το ερώτημα γιατί στις ημέρες μας ξεφουσκώνει πιο γρήγορα η δημοφιλία των πολιτικών.
Στην Ελλάδα βιώσαμε έντονα το φαινόμενο αυτό με τρεις πρωθυπουργούς την περασμένη δεκαετία —Γιώργο Παπανδρέου, Αντώνη Σαμαρά και Αλέξη Τσίπρα— για να εξισορροπηθεί (ίσως και λόγω της προηγούμενης αστάθειας) από την «αντοχή» του Κυριάκου Μητσοτάκη για πάνω από τέσσερα χρόνια, πριν τις προκλήσεις που έφεραν για τον ίδιο και την κυβέρνησή του οι ευρωεκλογές του 2024.
Ο Γκανές, που δεν εστιάζει στην Ελλάδα αλλά σε ένα διεθνές φαινόμενο για τη Δύση, θυμίζει πως τον περασμένο Απρίλιο είχε γράψει ότι η κυβέρνηση των Εργατικών που όλα έδειχναν ότι επρόκειτο να εκλεγεί στη Βρετανία, θα γινόταν αντιπαθής «σε χρόνο μηδέν». Εξηγώντας τη διατύπωση «σε χρόνο μηδέν», είχε αναφέρει πως σήμαινε «σε έξι μήνες ή κάτι τέτοιο».
Η δημοτικότητα του Κίρ Στάρμερ υποχώρησε όμως κατά 45 ποσοστιαίες μονάδες σε ένα διάστημα λίγο μεγαλύτερο των δύο μηνών. «Το έγκλημά του;», θέτει το ερώτημα ο αρθρογράφος των Financial Times. Μικρές παρεμβάσεις στην οικονομία οι οποίες σε άλλες εποχές δεν θα ήταν αρκετές να προκαλέσουν τέτοια πτώση της δημοφιλίας του. Ο Στάρμερ έχει δεχθεί επικρίσεις για την απόφασή του να καταργήσει το επίδομα θέρμανσης σε όλους εκτός από τους φτωχότερους συνταξιούχους, με ορισμένους συνδικαλιστές να τον κατηγορούν ότι υιοθετεί «σκληρές» πολιτικές, όπως αυτές των Συντηρητικών.
«Καταλαβαίνω ότι πολλές από τις αποφάσεις που πρέπει να πάρουμε θα είναι αντιδημοφιλείς», δήλωσε ο Στάρμερ για να εξηγήσει την ανάγκη για αυτή την απόφαση. «Αν ήταν δημοφιλείς, θα ήταν εύκολες. Αλλά το κόστος της κάλυψης της μαύρης τρύπας στα δημόσια οικονομικά μας θα επιμεριστεί δίκαια» πρόσθεσε. Οπως σημειώνεται στο άρθρο των FT, δεν υπήρξαν όμως μόνο περικοπές καθώς η παρέμβαση για το επίδομα θέρμανσης συνδυάστηκε «με μια γενναιόδωρη συμφωνία για τους μισθούς των γιατρών του Εθνικού Συστήματος Υγείας (NHS) της Βρετανίας».
Τίποτα από όσα έγιναν δεν μοιάζει με χονδροειδή κακοδιοίκηση ούτε και οι Εργατικοί είχαν αρκετό καιρό για να γίνουν απεχθείς ως νέα κυβέρνηση. «Η πιο πιθανή εξήγηση για την τόσο απότομη (δημοσκοπική) πτώση είναι ότι οι ψηφοφόροι ήταν έτοιμοι να αποδοκιμάσουν τη νέα κυβέρνηση και βρήκαν την πρώτη δικαιολογία» σχολιάζει ο Γκανές, ανοίγοντας την οπτική του σε ευρύτερες παρατηρήσεις.
«Κοιτάξτε γύρω σας στη Δύση», γράφει. «Οι δημοφιλείς ηγέτες σπανίζουν και θα ήταν υπερβολικά μεγάλη σύμπτωση αν σε κάθε περίπτωση έφταιγε η δική τους ανικανότητα» σχολιάζει και υποστηρίζει την άποψή του με παραδείγματα:
—Ο Ολαφ Σολτς πρόκειται να γίνει μόλις ο δεύτερος καγκελάριος της Γερμανίας με μία μόνο θητεία από τη δημιουργία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας το 1949.
—Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει προκαλέσει δύο φορές τις πιο έντονες διαμαρτυρίες στη Γαλλία από το 1968. «Σε ένα έθνος που συνήθιζε να έχει προέδρους που καθόριζαν εποχές, κανένας από τους δύο προκατόχους του δεν κατάφερε να ξεπεράσει την πρώτη του θητεία» συνεχίζει ο Γκανές, αναφερόμενος στον Νικολά Σαρκοζί και τον Φρανσουά Ολάντ.
—Η Αυστραλία είχε επτά αλλαγές πρωθυπουργών από το 2007. Τα προηγούμενα 32 χρόνια είχε τέσσερις.
—Σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ, ο Γκανές σημειώνει ότι τις τελευταίες πέντε φορές που ένας πρόεδρος βρέθηκε στο μέσο μιας προεδρικής θητείας, πρώτης ή δεύτερης, -το 2006 o Τζορτζ Μπους ο νεότερος, το 2010 ο Μπαράκ Ομπάμα, το 2014 πάλι ο Ομπάμα, το 2018 ο Ντόναλντ Τραμπ και το 2022 ο Τζο Μπάιντεν – το ποσοστό αποδοχής του ήταν 45% ή χαμηλότερο. Στο παρελθόν δεν έχει υπάρξει τέτοιο σερί χαμηλής δημοτικότητας εν ενεργεία προέδρων από τότε που άρχισαν να γίνονται δημοσκοπήσεις, ακόμη και κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ.
Τι συμβαίνει με τους παραπάνω πολιτικούς σε τόσες διαφορετικές χώρες της Δύσης; «Ποιες είναι οι πιθανότητες όλοι αυτοί οι ηγέτες να είναι “για πέταμα”; Ή “εκτός πραγματικότητας”; Η λίστα περιλαμβάνει πρόσωπα που έχουν υπηρετήσει σε περιόδους συγκλονιστικής οικονομικής ανάπτυξης όσο και άλλους που ήταν στα πράγματα σε εποχές στασιμότητας» συνεχίζει ο αρθρογράφος των Financial Times.
Mήπως, λοιπόν, αν δεν άλλαξε ο βαθμός επάρκειας των πολιτικών αλλάξαμε εμείς, οι ψηφοφόροι; Ξεκινώντας περίπου πριν από μια γενιά, η κοινή γνώμη έγινε όλο και λιγότερο ανεκτική, εκτιμά ο αρθρογράφος. «Είναι δύσκολο να αποδοθεί αυτό σε κάποια κυβερνητική αποτυχία» επιμένει ο Γκανές, ούτε όμως στην οικονομία και στο ζήτημα της μετανάστευσης που συχνά προκαλούν φθορά στις κυβερνήσεις.
Η υπόθεση που κάνει ο αρθρογράφος των Financial Times είναι πως η μια μετά την άλλη οι δεκαετίες της ειρήνης και της ευημερίας για τις χώρες της Δύσης είχαν ως συνέπεια την αύξηση των προσδοκιών. Μόνο ένα μικρό ποσοστό των ανθρώπων που ζουν στη Δύση έχει πλέον αναμνήσεις από έναν υπαρξιακού χαρακτήρα πόλεμο, όπως ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. «Δεν υπάρχει, και ίσως δεν μπορεί να υπάρξει πια μια λαοπρόβλητη κυβέρνηση σε μεγάλα τμήματα της Δύσης», επιμένει ο Γκανές.
«Η Ανγκελα Μέρκελ μπορεί να ήταν η τελευταία. Αυτό δεν μπορεί πραγματικά να συμβαίνει επειδή οι κυβερνητικές επιδόσεις έχουν επιδεινωθεί σε τόσο διαφορετικά έθνη ταυτόχρονα, και οι ψηφοφόροι τιμωρούν ως εκ τούτου τους πολιτικούς. Κοιτάζοντας πίσω, πόσο καλά κυβέρνησε η Μέρκελ;» συνεχίζει ο αρθρογράφος των FT που έχει επικρίνει σφοδρά την πρώην καγκελάριο της Γερμανίας για τον εναγκαλισμό με τον Πούτιν και τις συνέπειες που είχε αυτός για την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία.
Αν υπάρχει ένα κοινό σημείο σε όλη τη Δύση, αυτό εντοπίζεται στην πλευρά της «ζήτησης» και όχι της «προσφοράς» στο πεδίο της πολιτικής. Δηλαδή στο επίπεδο των απαιτήσεων των πολιτών και όχι σε αυτό των επιδόσεων των πολιτικών. Ολα αυτά τα εκλογικά σώματα που εξετάζει ο Γκανές έχουν περάσει μια ζωή ειρήνης και τουλάχιστον «μη καταστροφικών» οικονομικών επιδόσεων από το 1945 και μετά. «Το τελικό αποτέλεσμα αυτού του ένδοξου κατορθώματος είναι πως είναι πιο δύσκολο να μας ικανοποιήσει κανείς» προσθέτει.
Στην Ελλάδα, η περίοδος αυτή είναι πιο στενή. Γιατί έως το 1949 είχαμε Εμφύλιο Πόλεμο, από το 1967 έως το 1974 χούντα, ενώ η περίοδος οικονομικής ανόδου διακόπηκε βίαια το 2009 από μια χρεοκοπία που δεν αντιμετώπισε καμία άλλη χώρα της Δύσης —και είναι συγκρίσιμη ως προς τις επιπτώσεις της μόνο με την Μεγάλη Υφεση της δεκαετίας του 1930 στις ΗΠΑ. Η δεκαετία της ελληνικής κρίσης «κατανάλωσε» τρεις εκλεγμένους πρωθυπουργούς (Παπανδρέου, Σαμαρά, Τσίπρα, ο οποίος επιδείνωσε μόνος του την κατάσταση).
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν το 2023 ο πρώτος πρωθυπουργός που επανεξελέγη ύστερα από μια πλήρη τετραετία μετά από το 2000 και την επανεκλογή του Κώστα Σημίτη. Ωστόσο οι βραδυφλεγείς συνέπειες της χρεοκοπίας που είναι ακόμη ορατές στο κράτος και η πληθωριστική κρίση που δεν λέει να κοπάσει πλήττουν τη δημοτικότητά του —χωρίς ωστόσο προς το παρόν να έχει αντίπαλο.