Μεγάλα διεθνή ΜΜΕ φιλοξενούν σενάρια για τον κίνδυνο ΗΠΑ και Ιράν να εμπλακούν σε πόλεμο | Shutterstock
Θέματα

Μέση Ανατολή: Πόσο απέχουμε από μια σύγκρουση ΗΠΑ – Ιράν;

Τα χτυπήματα και οι δολοφονίες στη λογική «μια σου και μια μου» φέρνουν βήμα-βήμα τις δύο χώρες στο χείλος της αντιπαράθεσης, σχολιάζει o Economist - Πολλά θα εξαρτηθούν από τα αν οι πληρεξούσιοι του Ιράν θα σκοτώσουν αμερικανό στρατιώτη αναγκάζοντας τον Μπάιντεν να χτυπήσει το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης
Protagon Team

«Η Αμερική και το Ιράν πλησιάζουν στο χείλος του πολέμου». Η διαπίστωση αυτή δεν προέρχεται από κάποιον συνωμοσιολόγο στo TikTok αλλά από τον έγκυρο Economist που ζυγίζει σε ανάλυσή του τις τελευταίες εξελίξεις.

Πριν από τρεις μήνες, ο διακεκριμένος αρθρογράφος των Financial Times Γκίντεον Ράχμαν, εξηγούσε πώς «το Ισραήλ-Χαμάς μπορεί να γίνει ΗΠΑ-Ιράν». O Ράχμαν περιέγραφε ένα εφιαλτικό αλλά όχι αδιανόητο σενάριο κλιμάκωσης στη Μέση Ανατολή που άρχιζε μετά τις επιθέσεις των Χούθι (που ελέγχονται από τον Ιράν) στα συμφέρονται της Δύσης και των ΗΠΑ. Αυτό δηλαδή που ήδη εκτυλίσσεται μετά τον βομβαρδισμό των ΗΠΑ στην Υεμένη με στόχο τους Χούθι.

Τρεις μήνες μετά από το άρθρο του Ράχμαν και περίπου 100 ημέρες από την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου, ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προσπάθησε να βοηθήσει το Ισραήλ να κερδίσει τον πόλεμο στη Γάζα και να αποτρέψει τη μετατροπή της σύγκρουσης σε περιφερειακό πόλεμο με το Ιράν και τους πληρεξουσίούς του.

Αυτό αποδεικνύεται τώρα δυσκολότερο, σημειώνει ο Economist, όσο ο «άξονας αντίστασης» του Ιράν και των πληρεξουσίων του από τη μια πλευρά, και από την άλλη το Ισραήλ και η Αμερική, «επιδίδονται σε όλο και πιο επικίνδυνα χτυπήματα ο ένας εναντίον του άλλου, περιλαμβανομένων των δολοφονιών».

Η περιοχή της Ερυθράς Θάλασσας. Oι επιθέσεις των Χούθι σε εμπορικά πλοία από το έδαφος της Υεμένης και η στρατιωτική παρουσία της Δύσης αυξάνουν τους φόβους για κλιμάκωση μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν (Shutterstock)

Η βρετανική επιθεώρηση συνοψίζει τις πιο πρόσφατες εξελίξεις:

—Οι σύμμαχοι του Ιραν στο Ιράκ και τη Συρία έχουν εξαπολύσει περίπου 140 επιθέσεις με ρουκέτες και μη επανδρωμένα αεροσκάφη εναντίον αμερικανικών στρατευμάτων από την έναρξη του πολέμου στη Γάζα.

—Η πιο σοβαρή έγινε στις 20 Ιανουαρίου, με μια ομοβροντία από βαλλιστικούς πυραύλους και ρουκέτες που εκτοξεύτηκαν στη βάση Αλ Ασαντ στο δυτικό Ιράκ, στην οποία σταθμεύουν αμερικανικά στρατεύματα στο Ιράκ. Σύμφωνα με τον αμερικανικό στρατό, συστοιχίες αεράμυνας Patriot αναχαίτισαν τους περισσότερους από αυτούς, ωστόσο κάποιοι χτύπησαν την αμερικανική βάση. Ενας ιρακινός στρατιώτης τραυματίστηκε, ενώ ενδέχεται να έχουν τραυματιστεί και αμερικανοί στρατιωτικοί.

Προ τριμήνου ο Ράχμαν θύμιζε στους FT ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες πάντοτε πιστεύουν ότι πρέπει να απαντούν δυναμικά σε κάθε επίθεση εναντίον των στρατευμάτων τους»

Μέχρι τώρα η Αμερική έχει προβεί σε αντίποινα κατά των τοπικών αντιπροσώπων του Ιράν, αλλά όπως εκτιμά ο Economist, ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν «θα αντιμετωπίσει αυξανόμενες πιέσεις να αναλάβει ισχυρότερη δράση κατά του ίδιου του Ιράν. Πρόκειται για το εξής δίλημμα: μην κάνετε τίποτα και η Αμερική δείχνει αδύναμη  —αντεπιτεθείτε και ο πρόεδρος διακινδυνεύει έναν νέο πόλεμο σε μια χρονιά εκλογών»

Στην Υεμένη, η Αμερική εξαπέλυσε ήδη την έβδομη επιδρομή της σε έναν ακόμη σύμμαχο του Ιράν, την πολιτοφυλακή των Χούθι που διοικεί μεγάλο μέρος της χώρας, σε μια προσπάθεια να ανακόψει τις πυραυλικές βολές εναντίον των εμπορικών πλοίων που περνούν από τη Διώρυγα του Σουέζ, την ταχύτερη θαλάσσια διαδρομή από την Ασία στην Ευρώπη.

Οι Χούθι ισχυρίζονται ότι ενεργούν για την υποστήριξη των Παλαιστινίων, εναντίον πλοίων που κατευθύνονται προς το Ισραήλ και επίσης εναντίον δυτικών πολεμικών πλοίων. «Ωστόσο η στόχευσή τους είναι τυχαία, παρά τις αναφορές ότι λαμβάνουν βοήθεια από μέλη του Σώματος Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν, της πραιτοριανής φρουράς του θρησκευτικού καθεστώτος, για τον εντοπισμό πλοίων και τον χειρισμό των όπλων», σχολιάζει ο Economist.

Ο ίδιος ο πρόεδρος Μπάιντεν παραδέχεται ότι τα αμερικανικά πλήγματα δεν θα σταματήσουν τους Χούθι. Ωστόσο, η Washington Post σημειώνει ότι «καθώς οι Χούθι ορκίζονται να συνεχίσουν τη μάχη, οι ΗΠΑ προετοιμάζονται για μια εκστρατεία διαρκείας». Παράλληλα, η αμερικανική εφημερίδα επικαλείται αξιωματούχους του Πενταγώνου οι οποίοι δεν αναμένουν μεν οι επιχειρήσεις στην Υεμένη να διαρκέσουν χρόνια, αλλά αναγνωρίζουν ότι δεν υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα για το πότε η στρατιωτική ικανότητα της ομάδας των Χούθι «θα υπονομευθεί επαρκώς».

Εν τω μεταξύ στον Λίβανο, ο παλαιότερος και ισχυρότερος περιφερειακός σύμμαχος του Ιράν, η οργάνωση Χεζμπολάχ, η σιιτική πολιτοφυλακή που είναι ταυτόχρονα και πολιτικό κόμμα, ανταλλάσσει ανά περιόδους πυρά με τις ισραηλινές δυνάμεις. «Εχει εκφράσει την υποστήριξή της στη Χαμάς, αλλά δεν έχει ριχτεί σε πόλεμο εναντίον του Ισραήλ. Η κυβέρνηση Μπάιντεν βοήθησε να αποτρέψει το Ισραήλ από το να εξαπολύσει προληπτική επίθεση κατά της Χεζμπολάχ αμέσως μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου. Ομως το Ισραήλ απειλεί με δράση στο Λίβανο αν η διπλωματία δεν καταφέρει να πείσει τις δυνάμεις της Χεζμπολάχ ώστε να σταματήσουν να εξαπολύουν πυρά και να απομακρυνθούν από τη συνοριακή περιοχή», συνεχίζει η βρετανική επιθεώρηση.

Κατά τον Economist, η Αμερική και το Ιράν παίζουν ένα επικίνδυνο παιχνίδι ισορροπίας που αναλύεται ως εξής:

♦ Το Ιράν έχει βοηθήσει τους πληρεξούσιούς του στον «άξονα της αντίστασης» να οργανώσουν επιθέσεις με σκοπό να αποδυναμώσουν το Ισραήλ, να εκτοπίσουν κατά το δυνατόν την Αμερική και να απαξιώσουν τα αραβικά κράτη που έχουν συνάψει ειρήνη (ή επιδιώκουν να συνάψουν ειρήνη) με το Ισραήλ.

♦ Η Αμερική, από την πλευρά της, έχει προβεί σε περιορισμένα αντίποινα. Και οι δύο έχουν αποφύγει την άμεση σύγκρουση. Αλλά η ισορροπία μπορεί να μην διατηρηθεί.

Παράλληλα, το Ισραήλ διεξάγει έναν όχι και τόσο μυστικό πόλεμο εναντίον του Ιράν και των συμμάχων του, πέρα από τις ανοιχτές αντιπαραθέσεις με τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ:

—Στα τέλη Δεκεμβρίου ένας διοικητής που ανήκει στο Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC), σκοτώθηκε από ισραηλινή αεροπορική επιδρομή στη Δαμασκό, την πρωτεύουσα της Συρίας.

—Στις 2 Ιανουαρίου, ο Σαλέχ αλ-Αρούρι, ο αναπληρωτής αρχηγός του πολιτικού γραφείου της Χαμάς και ένας από τους ιδρυτές του ένοπλου βραχίονα της ομάδας, σκοτώθηκε από ισραηλινό πλήγμα στα νότια προάστια της Βηρυτού. Ηταν η πρώτη επίθεση του Ισραήλ στον Λίβανο από το 2006 και έγινε στη Βυρητό, στο προπύργιο της Χεζμπολάχ.

—Στις 4 Ιανουαρίου η Αμερική ανακοίνωσε ότι σκότωσε τον Μουστάκ αλ-Τζαβάρι ηγέτη της φιλοϊρανικής παραστρατιωτικής οργάνωσης Χαρακάτ αλ Νουτζάμπα, μιας ομάδας που εμπλέκεται σε επιθέσεις εναντίον αμερικανικών δυνάμεων. Η επίθεση έγινε με μη επανδρωμένο αεροσκάφος στο αρχηγείο της οργάνωσης στη Βαγδάτη.

—Στις 20 Ιανουαρίου μια ακόμα επίθεση με ρουκέτες στη Δαμασκό σκότωσε πέντε μέλη του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης. Στα θύματα της επίθεσης συμπεριλαμβανόταν ο Χοτζατάλαχ Ομίντβαρ, επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών στη Συρία για τη Δύναμη Κουντς, τον βραχίονα των εξωτερικών επιχειρήσεων των Φρουρών της Επανάστασης.

Την περασμένη εβδομάδα το Ιράν εκτόξευσε πυραύλους εναντίον τριών γειτονικών χωρών: εναντίον υποτιθέμενων τρομοκρατικών στόχων στη Συρία και το Πακιστάν και εναντίον μιας υποτιθέμενης ισραηλινής κατασκοπευτικής βάσης στο ιρακινό Κουρδιστάν, σημειώνει ο Economist. Η επίθεση στο Πακιστάν προσκάλεσε πυραυλική επίθεση αντιποίνων στο Ιράν, ωστόσο οι δύο χώρες φαίνεται αυτή τη στιγμή να έχουν απομακρυνθεί από το ενδεχόμενο της σύγκρουσης.

Σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση Μπάιντεν, «αξιωματούχοι επιμένουν ότι δεν θέλουν έναν περιφερειακό πόλεμο. Το 2020 ο προκάτοχος του Μπάιντεν, ο Ντόναλντ Τραμπ, διέταξε τη δολοφονία του Κασέμ Σολειμανί (του ιρανού υποστράτηγού και επικεφαλής της Δύναμης Κουντς των Φρουρών της Επανάστασης) ως απάντηση στις επιθέσεις κατά των αμερικανικών δυνάμεων από φιλοϊρανικές πολιτοφυλακές» θυμίζει το βρετανικό περιοδικό. Η κίνηση αυτή προκάλεσε την εκτόξευση σειράς ιρανικών πυραυλικών πυραύλων κατά της αμερικανικής βάσης Αλ Ασαντ.

Ο Μπάιντεν παραμένει ωστόσο επιφυλακτικός. «Δεν θέλει να εμπλακεί σε έναν πόλεμο στη Μέση Ανατολή σε μια εποχή που η Αμερική είναι ήδη καταπονημένη από την υποστήριξη της Ουκρανίας στον πόλεμό της κατά της Ρωσίας και προσπαθεί να αποτρέψει έναν άλλο πόλεμο κατά της Κίνας για την Ταϊβάν. Ο Μπάιντεν, εξάλλου, διεκδικεί φέτος την επανεκλογή του» εξηγεί ο Economist.

H επιφυλακτικότητα των ΗΠΑ είναι εμφανής:

«Η αμερικανική κυβέρνηση γνωρίζει ότι αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα χωρίς λύση» σημειώνει ο Ααρον Ντέιβιντ Μίλερ της δεξαμενής σκέψης Carnegie Endowment for International Peace με έδρα την Ουάσιγκτον. «Μπορεί μόνο να προσπαθήσει να το διαχειριστεί». Εκτιμά ότι η καλύτερη εκδοχή για τον Μπάιντεν θα είναι το Ισραήλ να κερδίσει σύντομα τον πόλεμο με τη Χαμάς ή τουλάχιστον να τερματίσει την εισβολή στη Γάζα, και έτσι να κατευνάσει κάπως την οργή και τις αντιδράσεις σε όλη την περιοχή.

«Ωστόσο το Ισραήλ δεν έχει καταστείλει τη Χαμάς, ούτε έχει ανακτήσει τους ομήρους του και δεν δείχνει πολλά σημάδια ότι είναι έτοιμο να σταματήσει. Ο αριθμός των νεκρών Παλαιστινίων έχει ξεπεράσει τις 25.000. Κάποιοι κατηγορούν το Ισραήλ για γενοκτονία. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου απορρίπτει κατηγορηματικά την έκκληση του Μπάιντεν για ένα μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος» υπογραμμίζει ο Economist.

Ετσι, καθώς ο Μπάιντεν προσπαθεί να μην εμπλακεί πιο στενά στις συγκρούσεις που έχουν ξεσπάσει στη Μέση Ανατολή, τα πράγματα παραμένουν επικίνδυνα. Σύμφωνα με τον Ααρον Ντέιβιντ Μίλερ, ο αμερικανός πρόεδρος «μπορεί να βρίσκεται ένα ατύχημα ή μια τρομοκρατική επίθεση μακριά από έναν περιφερειακό πόλεμο».

«Αν αυτό συνεχιστεί, και ένα από αυτά τα χτυπήματα καταλήξει πράγματι να σκοτώσει σημαντικό αριθμό Αμερικανών, η αμερικανική κυβέρνηση δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να χτυπήσει το Σώματα Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC)» προσθέτει. Δηλαδή, το ίδιο το Ιράν…