Εντυπωσιασμένη (γενικώς) από τη Βιέννη, η βρετανίδα δημοσιογράφος Κρίστι Λανγκ έγραψε ένα εκτενές και ενθουσιώδες άρθρο στους Financial Times επικεντρώνοντας στη «ριζοσπαστική πολιτική στέγασης της αυστριακής πρωτεύουσας» και στις φθηνές τιμές των ενοικίων, ίδίως όσον αφορά τις ιδιοκτησίες του Δήμου Βιέννης – βέβαια, η φθήνια στα μισθώματα της Βιέννης εννοείται εφ’ όσον γίνει σύγκριση με τις τιμές ενοικιαζομένων διαμερισμάτων και σπιτιών σε μεγάλες Δυτικές μητροπόλεις όπως το Λονδίνο, το Παρίσι και η Νέα Υόρκη.
Η Λανγκ, προτού περάσει στο κύριο θέμα της, έκανε αναφορές στις παγκόσμιες προσωπικότητες που έζησαν στη Βιέννη και ειδική μνεία στους «εβραίους διανοουμένους της» που χάθηκαν επί ναζισμού. Το σήμερα της πόλης καθορίζεται «από την υψηλή ποιότητα ζωής που προσφέρει» και «από το γεγονός ότι σταθερά βρίσκεται στην κορυφή του παγκόσμιου δείκτη βιωσιμότητας πόλεων». Μίλησε με πολλούς που κατέθεσαν τις απόψεις τους και τη διαφώτισαν, με ντόπιους αυτοδιοικητικούς όπως η ελληνικής καταγωγής πρώην αντιδήμαρχος Μαρία Βασιλάκου, αλλά και με παρεπιδημούντες όπως ο βούλγαρος φιλελεύθερος δημοσιολόγος Ιβάν Κράτσεφ.
Οι βόλτες της Λανγκ «από τα λιθόστρωτα δρομάκια του παλιού μεσαιωνικού κέντρου μέχρι την αρ νουβό του 19ου αιώνα και τον βιεννέζικο μοντερνισμό» ήταν τα ορεκτικά στο άρθρο. Πρώτο πιάτο, «το φθηνό και εξαιρετικά αποδοτικό δίκτυο των δημοσίων συγκοινωνιών». Το κυρίως πιάτο ήταν τα δημοτικά κτίρια που ενοικιάζονται. Τα ακριβά σερβίτσια που στόλιζαν το τραπέζι των πληροφοριών απαριθμούνται ως εξής: «Η Βιέννη πιάνει κορυφή στην υγειονομική περίθαλψη, στον πολιτισμό, στο περιβάλλον, στην εκπαίδευση, στις υποδομές και στην ασφάλεια».
Ολα αυτά σερβιρίστηκαν προσεκτικά στο άρθρο, ώστε «να πάρουμε μαθήματα από το βιεννέζικο μοντέλο». Ενα καλό χωνευτικό ήταν απαραίτητο για το τέλος: «Η Αυστρία έχει τους υψηλότερους στην Ευρώπη φορολογικούς συντελεστές για εισοδήματα φυσικών προσώπων, έτσι κάποιος που κερδίζει πάνω από 90.000 ευρώ πληρώνει φόρο 50%».
Εχουμε, λοιπόν, και λέμε: «Το ετήσιο πάσο για τα (άρτιας λειτουργίας) μέσα μαζικής μεταφοράς κοστίζει 365 €. Πολλές πολιτιστικές εκδηλώσεις προσφέρονται δωρεάν και περιλαμβάνουν τα πάντα, από διαλέξεις κορυφαίων συγγραφέων και στοχαστών μέχρι προβολές σε υπαίθριους κινηματογράφους». Διότι «ο πολιτισμός βρίσκεται στο DNA της Βιέννης», έτσι ακόμα και «οι δικαιούχοι κοινωνικής πρόνοιας μπορούν να κάνουν αίτηση για εισιτήρια όπερας». Ομως η «πραγματική έκπληξη» για την αρθρογράφο «ήταν το πόσο λογικά είναι τα ενοίκια λόγω της ριζοσπαστικής πολιτικής κοινωνικής στέγασης του Δήμου Βιέννης».
Από τη Λανγκ μαθαίνουμε ότι «ο τοπικός δήμος είναι ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης ακινήτων στην Ευρώπη» και ότι «το 60% του πληθυσμού της ζει σε επιδοτούμενες κατοικίες υψηλής ποιότητας, συμπεριλαμβανομένων των οικογενειών της μεσαίας τάξης και των νέων επαγγελματιών». Μάλιστα «στη Βιέννη η ευρεία διαθεσιμότητα επιδοτούμενων κατοικιών έχει μετριάσει και τα ενοίκια στην κτηματαγορά». Παράδειγμα: «Το μέσο μηνιαίο ενοίκιο για διαμέρισμα 60 τ.μ. είναι 767 ευρώ, με τα κοινωνικά ενοίκια ακόμη χαμηλότερα».
Το ιστορικό κομμάτι του άρθρου διαφωτίζει τα πράγματα: «Στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η Αυστρία βρέθηκε με τεράστιους αριθμούς εκτοπισμένων. Η Βιέννη ήταν θνήσκουσα πόλη. Τότε, όμως, πριν από 100 χρόνια, το 1923, το Δημοτικό Συμβούλιο της Βιέννης, ελεγχόμενο από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, πήρε την απόφαση να χτίσει 25.000 μονάδες επιδοτούμενων κατοικιών για τους φτωχούς. Τα κτίρια αυτά χρηματοδοτήθηκαν από νέους φόρους στη γη και στα είδη πολυτελείας. Στη σαμπάνια, στα μπορντέλα, στο καλό φαγητό, στις ιπποδρομίες και στα αυτοκίνητα».
Διά των φόρων, λοιπόν, η Βιέννη έγινε «σοσιαλδημοκρατικό προπύργιο σε μια συντηρητική, καθολική χώρα, με παρένθεση τη ναζιστική περίοδο». Ετσι χτίστηκε «το οικιστικό συγκρότημα Karl-Marx-Hof, το οποίο εξακολουθεί να βρίσκεται σε αξιοσημείωτη κατάσταση». Εκτοτε «η πόλη ξοδεύει πολλά χρήματα για τη συντήρηση των δημοσίων κτιρίων της». Τι έμεινε; Αυτό που η ξεναγός της Λανγκ περιέγραψε ως εξής: «Η ιδέα ήταν να χτίσουμε κατοικίες προσιτές, υγιεινές και όμορφες, επειδή το δικαίωμα στην ομορφιά δεν πρέπει να ανήκει μόνο στους πλουσίους».
Σήμερα «το Δημοτικό Συμβούλιο της Βιέννης καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια για να αποφύγει τα γκέτο και να δημιουργήσει μεικτές κοινότητες», έτσι «η κοινωνική στέγαση δεν στιγματίζεται, και οι άνθρωποι είναι υπερήφανοι». Τα στοιχεία δείχνουν ότι «το 60% των Βιεννέζων ζει σε κάποια μορφή επιδοτούμενης κατοικίας» και ότι «ένα από τα νεότερα έργα κοινωνικής στέγασης στη Βιέννη έχει ακόμη και πισίνες για τους ενοίκους του». Φυσικά όλα αυτά «μέσα σε πράσινο κάλυψης 50%, όπως ορίζει ο νόμος».
Οι σημερινοί μετανάστες που ζουν στη Βιέννη σχηματίζουν «έναν νεανικό και ποικιλόμορφο πληθυσμό» χωρίς εντάσεις με τους ντόπιους. Η Βασιλάκου είπε στη Λανγκ ότι ιστορικοί λόγοι εξηγούν αυτήν την κατάσταση: «Για εκατοντάδες χρόνια η Βιέννη ήταν το κέντρο μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας». Τα δημοτικά ακίνητα Gemeindebau διατίθενται μέσω ενός συστήματος που βασίζεται σε βαθμολόγηση. Υπάρχουν και συνεταιρισμοί, μη κερδοσκοπικοί, στους οποίους οι κάτοικοι αγοράζουν μερίδια. Τα επιδοτούμενα διαμερίσματα κατασκευάζονται με ΣΔΙΤ (σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα) και χρήματα του Δήμου.
«Προς το παρόν τρέχουν δύο σημαντικά πρότζεκτ. Δύο στον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό, στο κέντρο, και ένα τρίτο, το Seestadt Aspern, χτισμένο σε ένα εγκαταλειμμένο αεροδρόμιο, στα περίχωρα. Η κατασκευή του Seestadt (Πόλη της Λίμνης) ξεκίνησε πριν από αρκετά χρόνια και συνεχίζεται ακόμα. Κατασκευάστηκε πρώτα μία υπόγεια γραμμή, και περισσότερα από 8.000 άτομα έχουν ήδη εγκατασταθεί. Οι περισσότεροι από τους κατοίκους είναι νέες οικογένειες που προσελκύονται από τα χαμηλά ενοίκια και τους παιδοτόπους. Περίπου χίλια παιδιά έχουν γεννηθεί εδώ μέχρι στιγμής. Το περπάτημα και η ποδηλασία ενθαρρύνονται μέσα από ποδηλατόδρομους και πεζόδρομους. Η ενέργεια εδώ είναι ΑΠΕ».
Ωστόσο η Λανγκ έγραψε ότι «αυτά τα τέλεια πράγματα» δεν αρέσουν και πολύ στους μετανάστες: «Πρόσφατη παγκόσμια έρευνα σε 12.000 μετανάστες χαρακτήρισε τη Βιέννη την πιο ‘‘αφιλόξενη’’ πόλη του κόσμου. Οι νέες αφίξεις πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους ότι η βιεννέζικη κοινωνία είναι συγκρατημένη και σοβαρή, εδώ δεν είναι Ιταλία ή Ελλάδα» σχολίασε η αρθρογράφος. Η Λανγκ βρήκε και έναν συμπατριώτη της, Λονδρέζο, που παντρεύτηκε Αυστριακή και μετακόμισε στη Βιέννη. Να τι της είπε: «Η Βιέννη δεν είναι δροσερή και νευρική όπως το Λονδίνο. Κάντε ένα πάρτι αργά το βράδυ στο σπίτι σας, και οι γείτονές σας θα καλέσουν αμέσως την αστυνομία. Οι περισσότεροι άνθρωποι εδώ ζουν σε διαμερίσματα, δεν έχουν κήπους. Δίνουν πολύ μεγαλύτερη σημασία στον δημόσιο χώρο».