Ρίλκε: «Μη γράφετε ερωτικά τραγούδια»
Στα τέλη φθινοπώρου του 1902 ο σπουδαστής Φραντς Ζαβέρ Κάπους διάβαζε ποίηση του Ράινερ Μαρία Ρίλκε στο πάρκο της Στρατιωτικής Ακαδημίας της αυστριακής πόλης Βίνερ Νόισταντ. Κάποια στιγμή τον πλησίασε ο ιερέας της Σχολής και άρχισε να του αφηγείται τη γνωριμία του με τον Ρίλκε, ο οποίος είχε εγκαταλείψει τη στρατιωτική καριέρα χάριν της ποίησης. Ο Φραντς αποφάσισε τότε να στείλει τα δικά του σκαριφήματα στον σπουδαίο ποιητή μαζί με ένα γράμμα: ήταν η αρχή μιας αλληλογραφίας που κράτησε μέχρι το 1908.
Στα 10 γράμματα που έστειλε ο Ρίλκε περιγράφει, εκτός άλλων, την ποιητική ηθική του. Και ανοίγει, φυσικά, ένα μονοπάτι για τον άγνωστό του φιλόδοξο ποιητή: «Ενας μονάχα δρόμος υπάρχει: βυθιστείτε μέσα στον εαυτό σας, αναζητήστε την αιτία που σας αναγκάζει να γράφετε, δοκιμάστε αν οι ρίζες της φυτρώνουν από τις πιο βαθιές γωνιές της καρδιάς σας… Μη γράφετε ερωτικά τραγούδια. Αποφύγετε, πρώτα απ’ όλα, τούτα τα πολύ τρεχούμενα και συνηθισμένα θέματα: είναι τα πιο δύσκολα, και ο ποιητής πρέπει να φτάσει σε όλη την τρανή ωριμότητα της δύναμής του για να μπορέσει να δώσει κάτι δικό του, εκεί όπου, σίγουρη και λαμπερή –κάποιες φορές– η παράδοση παρουσίασε τόσην αφθονία.
»Μακριά από τα μεγάλα γενικά θέματα, σκύψετε σε εκείνα που σας προσφέρει η καθημερινότητα. Ιστορήστε τις θλίψεις και τους πόνους σας, τους φευγαλέους στοχασμούς σας, την πίστη σας σε κάποιαν ομορφιά – ιστορήστε τα όλα τούτα με βαθιά, γαλήνια, ταπεινή ειλικρίνεια, και μεταχειριστείτε, για να εκφραστείτε, τα πράματα που σας περιτριγυρίζουν, τις εικόνες των ονείρων σας και τις πηγές των αναμνήσεών σας» (Rainer Maria Rilke, «Γράμματα σ’ έναν νέο ποιητή», μετάφραση Μάριος Πλωρίτης, εκδ. Ικαρος).
Ροντέν: «Να είστε αιμάτινα αληθινοί»
Ο σπουδαίος γλύπτης Αύγουστος Ροντέν (1840-1917), εκτός του μεγάλου έργου του, έχει αφήσει την εξομολογητική και συγκλονιστική «Διαθήκη» του, απευθυνόμενος στη νεότερη γενιά δημιουργών που θέλουν να αποτυπώσουν το δικό τους ίχνος στη μεγάλη τέχνη. Ενα απόσπασμα αποτυπώνει το ανθρωπιστικό πνεύμα που διαπνέει και τη δική του:
«Η τέχνη δεν είναι παρά αίσθημα. Ομως δίχως τη βαθιά γνώση των όγκων, των αναλογιών, των χρωμάτων, χωρίς τη δεξιοτεχνία του χεριού, και το πιο ζωντανό αίσθημα παραλύει. Τι θα είχε απογίνει και ο πιο μεγάλος ποιητής σε μια ξένη χώρα, αν δεν ήξερε τη γλώσσα της; Ανάμεσα στη νέα γενιά καλλιτεχνών υπάρχουν πολλοί ποιητές που, δυστυχώς, αρνούνται να μάθουν να μιλούν. Και έτσι τραυλίζουν μονάχα. Να είστε βαθιά, αιμάτινα αληθινοί σε ό,τι λέτε. Να μη διστάζετε ποτέ να εκφράσετε αυτό που νιώθετε, ακόμα και αν βρίσκεστε σε αντίθεση με τις τρέχουσες ιδέες. Ισως να μη σας καταλάβουν στην αρχή. Η απομόνωσή σας όμως δεν θα κρατήσει για πολύ.
»Ωστόσο, ούτε γκριμάτσες ούτε πόζες για να τραβήξετε την προσοχή του κοινού. Απλότητα, φυσικότητα! Δάσκαλοι είναι εκείνοι που βλέπουν με τα δικά τους μάτια αυτό που έχει δει ο κόσμος όλος και ξέρουν να διακρίνουν την ομορφιά εκείνου που είναι πολύ συνηθισμένο για τα άλλα πνεύματα. Οι κακοί καλλιτέχνες πάντα φορούν γυαλιά αλλωνών. Να δέχεστε τις σωστές κριτικές. Θα τις αναγνωρίσετε εύκολα: Είναι αυτές που σας ενισχύουν μέσα σε μιαν αμφιβολία που σας τριγυρνάει» (μετάφραση Αλέξανδρου Αδαμόπουλου, εκδ. Αγρα, 2005).
Βιρτζίνια Γουλφ: «Μη θεωρείς τον εαυτό σου μοναδικό»
Στο δοκίμιό της «Γράμμα σε έναν νέο ποιητή» (περιλαμβάνεται μαζί με άλλα κείμενα στο ομότιτλο βιβλίο, εκδ. Πατάκη, μετάφραση Θωμάς Σκάσσης) η κορυφαία αγγλίδα πεζογράφος Βιρτζίνια Γουλφ (1882-1941) εκφράζει τις απόψεις της για την ποίηση της νέας αγγλικής γενιάς, στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Η μορφή της επιστολής ήταν ιδέα του Τζον Λέιμαν, νεαρού ποιητή, ο οποίος συνιστά και τον «παραλήπτη» της φανταστικής επιστολής.
«Μη θεωρείς ποτέ τον εαυτό σου μοναδικό, ούτε τη θέση σου δυσχερέστερη από τη θέση των άλλων. Παραδέχομαι ότι η εποχή στην οποία ζούμε την καθιστά δύσκολη. Είναι η πρώτη φορά στην Ιστορία που υπάρχουν αναγνώστες· μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων που εργάζονται, αθλούνται, φροντίζουν τους παππούδες τους ή τυλίγουν πακέτα όρθιοι πίσω από έναν πάγκο – τώρα όλοι διαβάζουν. Και ζητούν από κάποιον να τους πει πώς να διαβάζουν και τι να διαβάζουν. Οι δάσκαλοί τους –κριτικοί, ομιλητές, δημοσιογράφοι– οφείλουν να καταστήσουν την ανάγνωση εύκολη για αυτούς, να τους διαβεβαιώσουν ότι η λογοτεχνία είναι γεμάτη βία, είναι συναρπαστική, είναι γεμάτη ήρωες και κακοποιούς, γεμάτη εχθρικές δυνάμεις σε διαρκή σύγκρουση, πεδία σπαρμένα με οστά και μοναχικούς νικητές που απομακρύνονται καβάλα στο λευκό τους άλογο τυλιγμένοι με μαύρο μανδύα, για να συναντήσουν τον θάνατο στην επόμενη στροφή του δρόμου».
Μπουκόφσκι: «Μην το κάνεις για τα λεφτά ή τη δόξα»
Εχει αποκτήσει διαστάσεις θρυλικού διαγγέλματος προς τους νεότερους συγγραφείς, ενώ πριν από χρόνια «έντυνε» διαφήμιση γνωστού ουίσκι. Στο ποίημά του «Ωστε θέλεις να γίνεις συγγραφέας;» (εδώ σε μετάφραση της Σώτης Τριανταφύλλου) ο Τσαρλς Μπουκόφσκι αποτυπώνει μια εξιδανικευμένη κατάσταση για τους επίδοξους γραφιάδες που αναζητούν την έμπνευση.
«Αν δεν βγαίνει από μέσα σου ορμητικά
σε πείσμα όλων,
μην το κάνεις.
Αν δεν βγει απρόσκλητο
από την καρδιά κι απ’ το μυαλό σου κι απ’ το στόμα
κι απ’ τα σωθικά σου,
μην το κάνεις.
Αν κάθεσαι με τις ώρες
και κοιτάς την οθόνη του υπολογιστή σου
ή σκύβεις σαν καμπούρης πάνω από τη γραφομηχανή σου
ψάχνοντας βασανιστικά τις λέξεις,
μην το κάνεις.
Μην το κάνεις για τα λεφτά
Ή για τη δόξα,
Ασ’ το καλύτερα (…)
Αν προσπαθείς να γράψεις όπως άλλος,
ξέχνα το.
Ας το καλύτερα».
Γιάννης Τσαρούχης: «Κάνε αυτό που αντιστέκεται να μην αντιστέκεται»
Τον Ιούλιο του 1981 ο Γιάννης Τσαρούχης παρέδωσε μια σειρά μαθημάτων για την Ιστορία της ελληνικής ζωγραφικής, στο Ιωνικό Κέντρο της Χίου. Δέχτηκε μάλιστα να ηχογραφηθούν από το Τρίτο Πρόγραμμα, με τη φροντίδα του Μάνου Χατζιδάκι. Το υλικό απομαγνητοφώνησε η ζωγράφος Ευφροσύνη Δοξιάδη και πρόσφατα κυκλοφόρησε σε βιβλίο με τίτλο «Μαθήματα ζωγραφικής» (εκδ. Αγρα). Από εκεί και η «οδηγία» του: «Δεν μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλομε στη ζωγραφική, αλλά ό,τι μας λένε τα υλικά μας. Και η νίκη είναι ότι υποτάσσομε και μας υποτάσσουνε. Αν δεν υποταχτούμε στον χαρακτήρα τους, στη θέλησή τους, η ζωγραφική θα γίνει ψεύτικη και ανόητη. Η δεξιοτεχνία του ζωγράφου είναι να κάνει αυτό που του αντιστέκεται να μην αντιστέκεται. Αλλά όχι πολεμώντας το και βασανίζοντάς το, αλλά αφήνοντάς το να μιλήσει».