«Εχουμε το δικαίωμα να ζητήσουμε από το καθεστώς του Πεκίνου πολλά περισσότερα από τoυς διαγνωστικούς ελέγχους που επιβλήθηκαν στους κινέζους ταξιδιώτες»: αυτό υποστηρίζει σε ανάλυσή του ο Φεντερίκο Ραμπίνι της Corriere della Sera, κάνοντας λόγο για «κραυγαλέα αδιαφάνεια» των κινεζικών αρχών αλλά και για αποσπασματική αντίδραση της Δύσης.
Ο γνωστός ιταλός αρθρογράφος υπενθυμίζει πως η πανδημία, η οποία κάθε άλλο παρά στο παρελθόν ανήκει, άρχισε από την Κίνα πριν από περισσότερο από μία τριετία ενώ ο υπόλοιπος κόσμος πιάστηκε σε μεγάλο βαθμό απροετοίμαστος και επειδή οι Κινέζοι απέκρυπταν επί μήνες την πραγματικότητα.
Δεν επρόκειτο για μια εσκεμμένη, προσχεδιασμένη εκστρατεία παραπληροφόρησης, αλλά για μια «ενστικτώδη αντίδραση», χαρακτηριστική των αυταρχικών καθεστώτων που τείνουν να λογοκρίνουν τις όποιες αρνητικές ειδήσεις κρίνεται ότι πλήττουν την εικόνα τους, εξηγεί ο Ραμπίνι, με το πρόβλημα να επιδεινώνεται λόγω της τάσης των περιφερειακών κινεζικών αρχών να αποκρύπτουν επίσης την όποια αρνητική πραγματικότητα από τους ανώτατους αξιωματούχους στο Πεκίνο.
Ο ιταλός δημοσιογράφος υπενθυμίζει επίσης πως όταν ο Ντόναλντ Τραμπ αποφάσισε να απαγορεύσει τις αφίξεις από την Κίνα, ο Τζο Μπάιντεν έσπευσε να τον κατηγορήσει για ξενοφοβία, μόνο και μόνο για να αλλάξει άποψη μετά από λίγες εβδομάδες. Σήμερα εξίσου αφελής εμφανίζεται η ΕΕ, χαρακτηρίζοντας ως μη απαραίτητους τους διαγνωστικούς ελέγχους των ταξιδιωτών από την Κίνα.
Οσον αφορά το ενδεχόμενο ένα νέο κύμα Covid να σαρώσει τον πλανήτη με αφετηρία την Κίνα μετά το ξαφνικό άνοιγμα των συνόρων της, ο ιταλός δημοσιογράφος σημειώνει πως η δημόσια υγεία στις χώρες της Δύσης έχει βελτιωθεί σημαντικά, καθώς υπάρχουν τα εμβόλια και βελτιωμένες θεραπείες για όσους νοσούν, οι υγειονομικές αρχές είναι καλύτερα ενημερωμένες και προετοιμασμένες όπως επίσης τα νοσοκομεία και οι επαγγελματίες της υγείας.
Επιπρόσθετα, στη Δύση, παρότι δεν επιτεύχθηκε η πολυπόθητη ανοσία της αγέλης, έχουν προσβληθεί από τον κορονοϊό και αναπτύξει αντιστάσεις σαφώς περισσότεροι άνθρωποι σε σχέση με την Κίνα, όπου ο γενικός πληθυσμός είναι τρόπον τινά άμαθος στον ιό λόγω των παρατεταμένων και δρακόντειων λοκντάουν.
Ωστόσο ο Ραμπίνι ανησυχεί για το γεγονός πως στη Δύση εξακολουθεί να υφίσταται ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα: «η έκθεσή μας στη λογική ενός αυταρχικού καθεστώτος: η νομενκλατούρα του Πεκίνου μας ενημερώνει μόνον όποτε θέλει, άμα θέλει», εξηγεί. Το 2020 τα ψεύδη και οι παραλείψεις του Πεκίνου είχαν ως αποτέλεσμα να αντιδράσει καθυστερημένα ο υπόλοιπος κόσμος, κυρίως οι ΗΠΑ και η Ευρώπη, ενώ και σήμερα «η κοινοποίηση στοιχείων όσον αφορά μολύνσεις και θανάτους στην Κίνα πραγματοποιείται σύμφωνα με αδιαφανή, αδιευκρίνιστα κριτήρια, με γνώμονα την προπαγάνδα και όχι την υποχρέωση ενημέρωσης των πολιτών και του υπόλοιπου κόσμου».
Ο Ραμπίνι εξηγεί πως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια κατάσταση εν μέρει αναμενόμενη και αναπόφευκτη. Γιατί κάποια μέρα η Κίνα θα αναγκαζόταν να τερματίσει τις απάνθρωπες καραντίνες και τα λοιπά μέτρα ανάσχεσης της πανδημίας. Η επιβράδυνση της οικονομίας και η λαϊκή δυσφορία, ενδεχομένως να επιτάχυναν την ξαφνική και απότομη στροφή του κινεζικού καθεστώτος, αλλά όποτε και εάν συνέβαινε αυτό, θα παρουσιάζονταν νέοι κίνδυνοι για τον υπόλοιπο κόσμο.
Ούτε στη Δύση η επιστροφή στην κανονικότητα επήλθε ομαλά, ακίνδυνα και συντονισμένα, με τα κράτη να μην ακολουθούν μια κοινή γραμμή, ούτε καν εντός των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως άλλωστε συνέβη και κατά την πρώτη φάση της πανδημίας. Οι κρίσεις των ειδικών όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της τάδε ή της δείνα πολιτικής είναι προσωρινές και θεωρείται βέβαιο πως θα μελετώνται για καιρό ενώ οι απώλειες σε ανθρώπους υπήρξαν μεγάλες σχεδόν παντού και αυτό σημαίνει πως παντού διαπράχθηκαν λάθη.
Σήμερα η κατάσταση είναι αισθητά βελτιωμένη αλλά «η κινεζική ανωμαλία εξακολουθεί να υφίσταται», σημειώνει ο Ραμπίνι, καθώς ο κόσμος καλείται να υποδέχεται εκ νέου ορδές τουριστών και ταξιδιωτών από την Κίνα, παρά τη σχεδόν απόλυτη αδιαφάνεια όσον αφορά την κατάσταση που πραγματικά επικρατεί στο εσωτερικό της χώρας.
«Η “ειρηνική συνύπαρξη” μεταξύ τόσο διαφορετικών πολιτικών συστημάτων είναι ένα ναρκοπέδιο και είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε μια νέα δοκιμασία όσον αφορά τον βαθμό ασυμβατότητας», αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιταλός δημοσιογράφος, προσθέτοντας πως η κατάσταση περιπλέκεται περαιτέρω λόγω του πολεμικού κλίματος που επικρατεί στη διεθνή σκηνή.
Ο ρώσος πρόεδρος μόλις προσκάλεσε τον κινέζο ομόλογό του να μεταβεί στη Μόσχα, ούτως ώστε οι δύο άνδρες να επιβεβαιώσουν τους ισχυρούς προσωπικούς τους δεσμούς, την ταυτότητα απόψεων και την οικονομική συμμαχία μεταξύ των δύο χωρών, «που καθιστούν τη Ρωσία πολύ λιγότερη απομονωμένη από όσο θα θέλαμε και πολύ πιο σίγουρη ότι μπορεί να συνεχίσει αυτόν τον πόλεμο».
Και είναι αλήθεια πως τους προηγούμενους μήνες πολλοί δυτικοί αναλυτές βάλθηκαν να εντοπίσουν σημάδια αποστασιοποίησης του Πεκίνου από τη Μόσχα, συχνά υπερβάλλοντας, δεδομένου ότι «έως τώρα δεν υπήρξε ποτέ πραγματική διαφορά μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου, πόσω μάλλον μια κινεζική καταδίκη του επιθετικού πολέμου», υπενθυμίζει ο Ραμπίνι. Σημειώνει επίσης πως της μελλοντικής επίσκεψης του Σι στη Μόσχα προηγήθηκε η επίσκεψη του σκληροπυρηνικού Ντμίτρι Μεντβέντεφ στο Πεκίνο. Εξάλλου, το ότι επίσημα η Κίνα δεν αποστέλλει στρατιωτικό υλικό στη Ρωσία δεν σημαίνει ότι δεν το κάνει καλυμμένα, μέσω της υποτελούς στο Πεκίνο Βόρειας Κορέας.
Η διαχείριση της πανδημίας στην παρούσα φάση δεν μπορεί να διαχωριστεί από αυτό το πλαίσιο. Στη σύνοδο της Ομάδας των Είκοσι (G20) στο Μπαλί, ο πρόεδρος Μπάιντεν συναντήθηκε με τον κινέζο ομόλογό του, με στόχο οι δύο πρόεδροι «να συμφωνήσουν ότι διαφωνούν. Παρότι αναγνωρίζεται η συστημική αντιπαλότητα μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, το ζήτημα είναι η επίτευξη ενός modus vivendi, μιας συμφωνίας όσον αφορά τους κανόνες που εμποδίζουν τον ανταγωνισμό να μετατραπεί σε σύρραξη», αναφέρει ο Ραμπίνι.
Οι δύο υπερδυνάμεις μπορούν και επιβάλλεται να συνεργαστούν για την αντιμετώπιση δύο παγκόσμιων ζητημάτων, της κλιματικής κρίσης αλλά και των πανδημιών, αυτής που συνεχίζεται αλλά και των μελλοντικών. Στο Μπαλί ο Σι έδωσε την εντύπωση ότι συμφωνεί, τουλάχιστον καταρχήν. Στη συνέχεια αποφάσισε να άρει τα μέτρα για την ανάσχεση της πανδημίας και να ανοίξει τα σύνορα της Κίνας, στερώντας, όμως, από τον υπόλοιπο κόσμο τις απαραίτητες πληροφορίες, έχοντας στο μυαλό του μόνο την βελτίωση του κλίματος στο εσωτερικό και αδιαφορώντας, ουσιαστικά, για τη διεθνή κοινότητα.
Την ίδια ώρα οι δυτικές κυβερνήσεις αντιδρούν αποσπασματικά, τουλάχιστον προς το παρόν. Ούτε καν το ελάχιστο μέτρο προστασίας, δηλαδή ο διαγνωστικός έλεγχος των ταξιδιωτών από την Κίνα, δεν υιοθετήθηκε ομόφωνα και από κοινού. «Παρατηρείται και πάλι καθυστέρηση, τόσο στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα όσο και στον διατλαντικό συντονισμό ή στο πλαίσιο της G7. Υπάρχει ο κίνδυνος να επαναληφθεί το θέαμα του Μαρτίου του 2020 ενώ θα έπρεπε να παρουσιάσουμε ένα ενιαίο μέτωπο ζητώντας από τον Σι πλήρη, έγκαιρη, ακριβή και αξιόπιστη πληροφόρηση σχετικά με την εξέλιξη της πανδημίας εντός των συνόρων του», καταλήγει ο Φεντερίκο Ραμπίνι.