Η αστείρευτη φαντασία σε συνδυασμό με τις τρομακτικές προοπτικές της καινοτομίας ανέκαθεν προσέφεραν στον άνθρωπο έμπνευση για σενάρια… επιστημονικής φαντασίας. Εδώ και εκατοντάδες χρόνια, προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο οι τεχνολογικές εξελίξεις θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη ζωή μας, τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Άλλοτε προβάλλοντας ευσεβείς πόθους χρωματισμένους με ισχυρή δόση υπεραισιοδοξίας και άλλοτε εκφράζοντας έντονη επιφυλακτικότητα, ως αποτέλεσμα φόβου ή αδυναμίας προσαρμογής στα νέα δεδομένα.
Κάποιες από τις προβλέψεις αυτές επιβεβαιώθηκαν περίτρανα -ακόμα κι αν έπεσαν μερικά χρόνια έξω-, ενώ κάποιες άλλες αποδείχτηκαν στην πορεία υπερβολικές, οπισθοδρομικές ή ακόμα και κουτές. Σε κάθε περίπτωση πάντως, σύμφωνα με το BBC, οι εξελίξεις αυτές κατάφεραν σε βάθος χρόνου να μεταλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο ζούμε, εργαζόμαστε και επικοινωνούμε.
Η γραφή βλάπτει… τη μνήμη
Ο Σωκράτης, ένας από τους σπουδαιότερους αρχαίους έλληνες φιλοσόφους, είχε ισχυριστεί ότι η γραφή προκαλεί την χαλάρωση της μνήμης. Συγκεκριμένα είχε πει ότι όσοι χρησιμοποιούν τη γραφή θα χάσουν τη μνήμη τους, ακριβώς επειδή θα επαναπαύονται στους εξωγενείς παράγοντες με αποτέλεσμα να μην εξασκούν επαρκώς το μυαλό τους. Θα νομίζουν ότι είναι σοφοί, αλλά στην πραγματικότητα θα είναι δοκησίσοφοι.
Για πολλοστή φορά, ο λόγος του Σωκράτη, ο οποίος είχε αποτυπωθεί γύρω στο 370 π.Χ. στον πλατωνικό «Φαίδρο», αποδεικνύεται διαχρονικός και προφητικός. Στις ημέρες μας, όπου η γραφή έχει περάσει σε… ηλεκτρονικό επίπεδο, «εχθροί» της μνήμης θεωρούνται πλέον οι ηλεκτρονικές συσκευές (από smartphones μέχρι ηλεκτρονικούς υπολογιστές) και το «σερφάρισμα» στο Διαδίκτυο, καθώς ενισχύουν έναν εφήμερο τρόπο άντλησης πληροφοριών με ιδιαίτερα εύπεπτο χαρακτήρα.
Φοβού τα βιβλία
To 1492, η εξάπλωση της τυπογραφίας είχε ανησυχήσει τους καλλιγράφους μοναχούς, που μέχρι τότε είχαν αναλάβει το έργο της δημιουργίας χειρόγραφων βιβλίων. Τον έντονο προβληματισμό του είχε εκφράσει τον 15ο αι. ο μοναχός Γιοχάνες Τριμέθιους, ο οποίος είχε μεταξύ άλλων πει ότι «όσοι ζουν μια οκνηρή ζωή και δεν τους αρέσει να εργάζονται δεν είναι πραγματικοί μοναχοί».
Ο φόβος απέναντι στην έκρηξη των βιβλίων εντείνεται κατά τον 16ο και 17ο αιώνα. Ο ελβετός βοτανολόγος, γιατρός και εγκυκλοπαιδιστής, Κόνραντ Γκέσνερ, είχε χαρακτηρίσει το 1545 την αφθονία των βιβλίων της εποχής «επικίνδυνη». 140 χρόνια αργότερα, το 1685, ο γάλλος ακαδημαϊκός και κριτικός, Αντριέν Μπεγιέ, είχε επίσης αναφερθεί στον «φόβο» που συνόδευε την μεγάλη ποικιλία των διαθέσιμων βιβλίων καθώς, όπως υποστήριζε, θα μπορούσε να κάνει τον άνθρωπο… βάρβαρο.
Υφαίνοντας την ανεργία;
To 1589, η εφεύρεση μιας πρωτοποριακής μηχανής ύφανσης νέων, πιο ελαστικών υφασμάτων του βρετανού Ουίλιαμ Λι, είχε αφήσει την Βασίλισσα Ελισσάβετ Α’ αδιάφορη, αλλά συνάμα θορυβημένη. Ο ξαφνικός εκσυγχρονισμός και η ανάγκη για προσαρμογή σε νέα δεδομένα την είχαν οδηγήσει στο να εκφράσει τον προβληματισμό της γύρω από το ενδεχόμενο μια τέτοια εξέλιξη να «στραγγάλιζε» την εργατική τάξη. «Σκεφτείτε τι θα μπορούσε να κάνει η εφεύρεση αυτή στον λαό μου. Κάτι τέτοιο, σίγουρα θα τον κατέστρεφε, στερώντας του την εργασία του», είχε δηλώσει η ίδια.
Η αλήθεια είναι ότι η εισαγωγή των μηχανοκίνητων υφαντικών μονάδων σε βιοτεχνίες και εργοστάσια στις αρχές του 1800, οδήγησε τους δεξιοτέχνες του χειροκίνητου αργαλειού στην ανεργία και πυροδότησε τον ξεσηκωμό τους, γεννώντας παράλληλα το κίνημα Luddite που στρεφόταν κατά της βιομηχανοποίησης. Η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στη βιομηχανία ήταν αναμενόμενο να προκαλέσει την αντίδραση του κόσμου, υποστηρίζουν οι ειδικοί, καθώς αρχικά είχε πράγματι στοιχίσει πολύτιμες θέσεις εργασίας. Σε βάθος χρόνου ωστόσο φάνηκε ότι η βιομηχανική επανάσταση και ο αυξημένος όγκος παραγόμενων προϊόντων, διαμόρφωσε νέες συνθήκες στην αγορά όπου η ζήτηση ήταν πλέον πολύ μεγαλύτερη και άρα η ανάγκη για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας επικτακτική.
Ντριν από το μέλλον
To 1876, στο κάδρο της επικοινωνίας μπήκε μια νέα πρωτοποριακή εφεύρεση: το τηλέφωνο. Λίγα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 1879, ο ουαλός ηλεκτρολόγος-μηχανικός και εφευρέτης, Σερ Ουίλιαμ Χένρι Πρις, είχε προβλέψει ότι το τηλέφωνο δεν θα έβρισκε ιδιαίτερη απήχηση στην Αγγλία, καθώς οι αγγελιοφόροι στην χώρα ήταν πάρα πολλοί. Στην Αμερική ωστόσο, άφηνε ένα μικρό περιθώριο επιτυχίας.
Το 1910, το τηλέφωνο χάριζε στον κάτοχό του την… έκτη αίσθηση, σύμφωνα με διαφημιστική καμπάνια της εποχής. Οι εξεζητημένες συσκευές, που προορίζονταν μέχρι τότε για εταιρείες λόγω του απαγορευτικού κόστους τους, προωθούνταν με την λογική ότι θα μπορούσαν να προσφέρουν σε επικεφαλής εταιρειών τη μαγική –για την εποχή– ικανότητα να γνωρίζουν σε πραγματικό χρόνο πώς πάνε οι δουλειές τους.
Εργασιακή ουτοπία
Το 1888, ο συγγραφέας Έντουαρντ Μπέλαμι μέσα από το προφητικό του μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας «Κοιτώντας το παρελθόν: 2000-1887», οραματιζόταν μια ουτοπική εργασιακή πραγματικότητα, που καμία σχέση δεν έχει με αυτό που συμβαίνει στις μέρες μας. «Το 2000 το ωράριο εργασίας θα είναι πιο σύντομο, η άδεια συχνότερη, και η εργασιακή θητεία θα τελειώνει στα 45, καθώς θα μπαίνουμε στη μέση ηλικία» αναφέρει το βιβλίο.
To 1930 πάλι οι προβλέψεις του οικονομολόγου Τζον Μέιναρντ έπεσαν σίγουρα έξω. Ο ίδιος αναφερόμενος στον τρόπο με τον οποίο ο αυτοματισμός θα επηρέαζε τον τομέα της εργασίας, θεωρούσε ότι 100 χρόνια αργότερα θα διανύαμε την εποχή όπου η εβδομάδα θα αποτελούνταν συνολικά από 15 ώρες εργασίας. Η εργασία κατά τον Μέιναρντ θα προσφέρει προσωπική ευχαρίστηση στον εργαζόμενο με βάρδιες που δεν θα ξεπερνούσαν τις τρεις ώρες ημερησίως.
Ιπτάμενες μετακινήσεις σε χρόνο ρεκόρ
Η προφητική φαντασία γάλλων καλλιτεχνών στις αρχές του 20ου αι. απεικονίζει σε μια σειρά από ταχυδρομικές κάρτες στιγμιότυπα από τη ζωή του μέλλοντος. Ιπτάμενοι πυροσβέστες, αστυνομικοί και εναέρια ταξί είναι μερικά από τα θέματα που είχαν απασχολήσει τους σκιτσογράφους της εποχής.
Το 1930, ο βρετανός πολιτικός Φρέντερικ Έντουιν Σμιθ είχε πει ότι «ο άνθρωπος του 2030 θα έχει τη δυνατότητα να φεύγει μετά τη δουλειά για το σαββατοκύριακο με ένα μικρό, ευέλικτο αεροσκάφος, που θα είναι το ίδιο οικονομικό με ένα αυτοκίνητο, από το οποίο εξαρτόμαστε σήμερα».
Είκοσι χρόνια αργότερα, οι μετακινήσεις μας τοποθετούνταν και πάλι ανάμεσα στα σύννεφα. Το αμερικανικό περιοδικό «Popular Mechanics» είχε οραματιστεί εναέρια μέσα μαζικής μεταφοράς. Συγκεκριμένα είχε δημοσιεύσει ότι «εν έτη 2000, οι κάτοικοι των αστικών κέντρων θα μετακινούνται με γιγάντια εναέρια λεωφορεία χωρητικότητας 200 ατόμων. Παράλληλα, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι θα πραγματοποιούν το “ταξίδι” αυτό, τουλάχιστον δύο φορές την ημέρα, με την άνεση του ιδιωτικού τους ελικοπτέρου». Και είμαστε πολύ κοντά, αν αναλογιστεί κανείς ότι τα μονοθέσια ή διθέσια εναέρια μέσα έχουν πλέον ξεφύγει από το στάδιο της μακέτας και παλεύουν με την νομοθεσία εναέριας κυκλοφορίας, ώστε να ξεχυθούν για τα καλά στους αιθέρες.
Η γυναίκα γιγαντώνεται
Το 1950, το αμερικανικό ειδησεογραφικό δίκτυο Associated Press είχε προβλέψει ότι «η γυναίκα του 2000 […] θα ανήκει στα κορυφαία μέλη της οικονομίας, των επιχειρήσεων και της κυβέρνησης. Ενδεχομένως να είναι και πρόεδρος. Θα έχει ύψος γύρω στο 1,80μ., θα φοράει 41 νούμερο παπούτσι και θα είναι γεροδεμένη σαν παλαιστής».
Τεχνητή νοημοσύνη και ψηφιακή πραγματικότητα
Το 1959, ο βρετανός μαθηματικός Ίρβινγκ Τζον Γκουντ είχε εκφράσει τους φόβους του γύρω από το κόστος που θα μπορούσε να έχει η τεχνητή νοημοσύνη στον εργασιακό τομέα. «Όλα τα προβλήματα της επιστήμης και της τεχνολογίας θα περάσουν στις μηχανές και έτσι ο κόσμος δεν θα χρειάζεται να εργάζεται πια» είχε πει χαρακτηριστικά.Μόλις έξι χρόνια αργότερα, ο Σερ Άρθρουρ Κλαρκ και ένας από τους πρωτοπόρους συγγραφείς της «σκληρής» επιστημονικής φαντασίας, είχε προβλέψει την τάση των ψηφιακών νομάδων. «Ίσως σε 50 χρόνια από σήμερα, ο άνθρωπος να μπορεί να εργάζεται από την Ταϊτή ή το Μπαλί, το ίδιο αποδοτικά σαν να βρισκόταν στο Λονδίνο. Δεν θα χρειάζεται πλέον να μετακινηθεί για δουλειά, θα επικοινωνεί. Θα ταξιδεύει μόνο για την ευχαρίστησή του».
Το 1975, το αμερικανικό περιοδικό Newsweek είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο με τίτλο «Το γραφείο του μέλλοντος», το οποίο περιέγραφε ότι μέχρι το 1990 η επεξεργασία αρχείων και δεδομένων θα γινόταν πλέον ηλεκτρονικά, γλιτώνοντας πολύτιμο χαρτί. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν έγινε τόσο γρήγορα. Μόνο στις ΗΠΑ εκτιμάται ότι η αναλογία υπαλλήλου-χαρτιού όχι μόνο δεν μειώθηκε αλλά αυξήθηκε σημαντικά, χτυπώντας «κόκκινο» το 2001.Ο αμερικανός επιστήμονας και μελλοντιστής Ρόι Αμάρα, είχε αναφέρει το 1982 ότι το 2000 ο άνθρωπος δεν θα αρκείται μόνο στην οικονομική ανταμοιβή από την εργασία του αλλά θα αναζητά επιπλέον την νοητική και την ψυχολογική του ικανοποίηση.
To 1995, o «πατέρας» του δικτύου Ethernet, Ρόμπερτ Μέτκαλφ, είχε προβλέψει μέσα από τη στήλη του στο αμερικανικό περιοδικό InfoWorld, ότι μόλις έναν χρόνο αργότερα μια ψηφιακή σουπερνόβα θα… κατάπινε το Διαδίκτυο. Υποσχέθηκε να φάει τη στήλη του σε περίπτωση η πρόβλεψή του δεν επιβεβαιωνόταν.Το 1996 ήρθε, πέρασε, και το Διαδίκτυο συνέχισε να μεγαλώνει και να αναπτύσσεται. Έτσι το 1997, ο Μέτκαλφ αποφάσισε να κρατήσει τον λόγο του: το 1997, μέσα σε μια κατάμεστη συνεδριακή αίθουσα και υπό το βλέμμα 1000 οπαδών της τεχνολογίας, έκοψε τη στήλη του κομματάκια, την ανακάτεψε με νερό και την ήπιε!