Υπάρχει κανείς που δεν του αρέσει το υποβρύχιο; Όχι το ψάρεμα ούτε το πλοίο. Το άλλο το ζαχαρένιο το λιγωτικό που αν δεν πιείς από πάνω δυο ποτήρια παγωμένο νερό, ζαλίζεσαι. Σίγουρα όποιος δεν αγαπάει τα γλυκά δεν θέλει να το δει στα μάτια του, για όλους τους υπόλοιπους όμως είναι μάλλον συνδεδεμένο με τρυφερές αναμνήσεις. Είναι γλυκό καλοκαιρινό, γιατί απλά αντέχει στη ζέστη. Λένε μάλιστα ότι είναι το επίσημο κέρασμα του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, τι να σας πω δεν ξέρω.
Εμένα μου θυμίζει επίσκεψη στο σπίτι της γιαγιάς μου (και σε θείες), διακοπές σε χωριό με πλατεία και πλατάνια και μεσόκοπο γκαρσόνι καφενείου να γεμίζει κάτι χλιαρά απογεύματα του Αυγούστου ποτήρια με νερό από βρύση μαρμάρινη-κεφάλι λιονταριού με μισάνοικτο στόμα. Ποτήρια κυλινδρικά, ημίψηλα και σχετικά φαρδιά από λεπτό γυαλί και μέσα βυθισμένο ένα μακρύ κουτάλι βουτηγμένο σε λαχταριστή πάλλευκη ζαχαρόπαστα με γεύση βανίλια. Δεν το έβλεπες καθαρά γιατί το ποτήρι εντωμεταξύ ίδρωνε απ’ έξω. Το παγωμένο νερό έσφιγγε τη ζαχαρόπαστα οπότε έπρεπε να γλείφεις το κουτάλι (ηδονικά) μέχρι να μαλακώσει το γλυκό. Σε σπίτι ψαγμένης νοικοκυράς απολάμβανες κι άλλες γεύσεις, υποβρύχιο μαστίχα για παράδειγμα ή απαλό ροζ τριαντάφυλλο, ακόμα και υποβρύχιο φιστίκι εννοείται χρώματος φιστικί.
Δεν ξέρω αν υπάρχουν σήμερα πια, καφενεία με υποβρύχιο στον κατάλογό τους το σίγουρο πάντως είναι ότι στο εμπόριο κυκλοφορούν υπέροχα βαζάκια. Η βασική τους χρήση; Διακοσμητική. Η ζαχαρόπαστα – υποβρύχιο των παιδικών μας χρόνων γίνεται σήμερα topping σε κέικ και cup-cakes. Όπως ακριβώς δηλαδή το χρησιμοποιούν εδώ και αιώνες σε Ανατολή και Δύση που δεν ξέρουν ότι στην Ελλάδα είναι ένα από τα πιο αγαπημένα γλυκά του κουταλιού. Εψαξα και την ιστορία του.
Το γλάσο σε κέικ (ζάχαρη βρασμένη με ασπράδι αυγού και διάφορα αρωματικά) εμφανίζεται στη Δύση περί τα μέσα του 17ου αιώνα άρα δεν ήταν επίτευγμα των μαγείρων της Αικατερίνης των Μεδίκων όπως είχα φανταστεί. Σύμφωνα όμως με ένα δικό μας μύθο η ζαχαρόπαστα ήταν έμπνευση ζαχαροπλάστη χιώτη που είχε το εργαστήριό του στην Κωνσταντινούπολη. Το «άσπρο γλυκό» του με άρωμα βανίλια έγινε το αγαπημένο κέρασμα στα πολίτικα σπίτια και όταν οι Χιώτες, πρόσφυγες πια, γύρισαν στο νησί τους του πρόσθεσαν και μαστίχα. Είναι απλό αλλά δεν γίνεται εύκολα. Ένα σιρόπι είναι με ζάχαρη, νερό, γλυκόζη (για να μη ζαχαρώνει το γλυκό) και άρωμα λεμόνι, βανίλια ή μαστίχα αλλά μετά για να ασπρίσει και να πήξει θέλει ανακάτεμα στο γουδί μέχρι να σου πονέσει το χέρι. Οπότε άσε καλύτερα.