Υπάρχει η φήμη ότι ο Ντέιβιντ Χερτζ συνελήφθη όταν ήταν έφηβος γιατί είχε εισβάλει σε ένα από τα εργοτάξια του διάσημου αρχιτέκτονα της Καλιφόρνιας Τζον Λότνερ. Σαράντα πέντε χρόνια αργότερα, ο Χερτζ την αμφισβητεί και αφηγείται την ιστορία από τη δική του πλευρά, στον Τζάστιν Φένερ δημοσιογράφο του Robb Report, προσπαθώντας ταυτόχρονα να συγκρατήσει ένα χαμόγελο.
Εκείνη την εποχή, λέει ο Χερτζ, οι γονείς του είχαν ένα διαμέρισμα όχι πολύ μακριά από το σημείο που βρισκόταν το «Segel House», το εμβληματικό σπίτι με τις καμπύλες, τις γυάλινες προσόψεις και τις χάλκινες οροφές, που είχε σχεδιάσει ο μοντερνιστής αρχιτέκτονας Τζον Λότνερ για την Τζόαν και τον Γκίλμπερτ Σίγκελ στην παραλία Καρμπόν του Μαλιμπού. Γνώριζαν επίσης το ζευγάρι των ιδιοκτητών, οπότε ο Χερτζ δεν ένιωθε ότι παραβίαζε την οικοδομή όταν πηδούσε τον φράχτη για να ρίξει μια ματιά.
Ωστόσο, όταν οι Σίγκελ έφτασαν ένα Σαββατοκύριακο, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, και βρήκαν τον νεαρό μέσα στην ιδιοκτησία τους, ήταν περίεργοι να μάθουν τι έκανε εκεί. Και όταν ο νεαρός ομολόγησε τη γοητεία που του ασκούσε η μοναδική αισθητική του σπιτιού, τον κάλεσαν σε δείπνο με τον άνθρωπο που το είχε σχεδιάσει. Η συνάντηση έγινε τελικά το 1979, όταν πλέον το σπίτι είχε ολοκληρωθεί και ο Χερτζ ήταν ήδη σίγουρος ότι ήθελε να γίνει αρχιτέκτονας. Το ό,τι ένας απαισιόδοξος σύμβουλος επαγγελματικού προσανατολισμού στο Γυμνάσιο, του είχε πει ότι οι βαθμοί του στα Μαθηματικά ήταν πολύ χαμηλοί για τον τομέα που επέλεξε, δεν τον πτόησε καθόλου.
Το «Segel house» του διάσημου αρχιτέκτονα Τζον Λότνερ στην παραλία Καρμπόν του Μαλιμπού
Ο Λότνερ, εξάλλου, διέκρινε αμέσως τις δυνατότητες του νεαρού. Και του πρόσφερε αμέσως δουλειά, την οποία ο έφηβος Χερτζ δέχτηκε το ίδιο γρήγορα· έτσι, πέρασε ένα καλοκαίρι με μικροκαθήκοντα και στη συνέχεια έμεινε άλλα τέσσερα χρόνια στο γραφείο του διάσημου αρχιτέκτονα. «Νομίζω ότι εκτίμησε τον ενθουσιασμό μου», λέει στο Robb Report ο 61χρονος σήμερα Χερτζ, ο οποίος έκτοτε έχει σχεδιάσει τα πάντα, από έπιπλα μέχρι εσωτερικούς χώρους καταστημάτων, ενώ έχει κάνει και σημαντικές εφευρέσεις.
Ωστόσο, τα πιο αναγνωρισμένα έργα κατά τη διάρκεια της 40χρονης καριέρας του είναι τα σπίτια του, τα οποία διακρίνονται για τις οικολογικές μεθόδους κατασκευής, τις καθαρές γραμμές και μια αισθητική, που σε μεγάλο βαθμό έχει επηρεαστεί από τις παιδικές διακοπές του αρχιτέκτονα στη Χαβάη και το Μεξικό και ταξίδια για σερφ στο Μπαλί, το Περού και αλλού. Αλλά συμβαίνει και το αντίστροφο: «Η αρχιτεκτονική μου μπορεί επίσης να δημιουργήσει μια εμπειρία που μοιάζει με ταξίδι», παραδέχεται.
Ενα από τα πιο εντυπωσιακά σπίτια του είναι κατασκευασμένο από χώμα και τα φτερά ενός παροπλισμένου αεροσκάφους Boeing 747. Ενα άλλο μοιάζει με μια ομάδα ιστιοπλοϊκών, που κατάφεραν να δέσουν στην κορυφή ενός λόφου με θέα στην θάλασσα της Καραϊβικής. Αρκεί μια ματιά για να θαυμάσει κανείς την εφευρετικότητά του. Τώρα ο πρωτοπόρος Χερτζ εργάζεται στο project «Xanabu» -ίσως το πιο προσωπικό του έργο μέχρι σήμερα- σε ένα σημείο του Μαλιμπού, που μοιάζει λιγότερο με τα παράλια της Καλιφόρνια και περισσότερο με τη Νοτιοανατολική Ασία. Συνεργάτης του στο έργο αυτό είναι η σύζυγός του Λόρα Ντος Χερτζ, με την οποία γνωρίστηκαν σε ένα μάθημα ιστιοπλοΐας.
Ο Χερτζ πέρασε την παιδική του ηλικία περιφερόμενος σε εργοτάξια. Μαζί με τον μικρότερο αδερφό του, Μπραντ, βοηθούσαν στην κατασκευή σκηνικών στη Western Town του Paramount Ranch, την τοποθεσία γυρισμάτων που είχε αγοράσει ο παππούς τους Γουίλιαμ Χερτζ και άρχισε να λειτουργεί στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Οι γονείς τους, ο Μπομπ Χερτζ, οδοντίατρος και γλύπτης, και η Τζόαν, συνέχισαν αυτή την παράδοση στο σπίτι τους. Η κατοικία της οικογένειας σε στιλ ράντσο, ψηλά σε ένα βραχώδες ακρωτήριο στα προάστια της Σάντα Μόνικα, ήταν σχεδόν συνεχώς σε κατάσταση ανακαίνισης.
Ο Μπραντ θυμάται ότι ο πατέρας τους ενθουσιαζόταν όταν έρχονταν οι φίλοι τους στο σπίτι γιατί αυτό σήμαινε ότι θα υπήρχαν περισσότεροι άνθρωποι που θα βοηθούσαν σε διάφορα έργα: «Ο μπαμπάς μας έκανε τα πάντα για τη μαμά μας», λέει ο Μπραντ. «Αν εκείνη έλεγε: “Αναρωτιέμαι πώς θα ήταν αυτό το δωμάτιο με έναν φεγγίτη ”, την επόμενη μέρα ο μπαμπάς θα έφτιαχνε έναν φεγγίτη και θα μας ζητούσε να τον βοηθήσουμε».
Η «do it yourself» φιλοσοφία του πατέρα του βοήθησε τον Ντέιβιντ Χερτζ να αναπτύξει μια υγιή περιφρόνηση για την τυπική προσέγγιση στην κατασκευή. Οταν δεν έκαναν σερφ, τα αδέρφια περνούσαν χρόνο στο γκαράζ του πατρικού τους φτιάχνοντας ποδήλατα και skateboard ή στην πίσω αυλή επεκτείνοντας ένα δενδρόσπιτο με πρόσθετα δωμάτια. Και όταν ο Ντέιβιντ διέλυσε την ηλεκτρική σκούπα για να καταλάβει πώς λειτουργούσε, αλλά δεν μπορούσε να τη συναρμολογήσει ξανά, κανείς δεν παραπονέθηκε.
Το 1979, ο Ντέιβιντ Χερτζ εγγράφηκε στο πρωτοποριακό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής της Νότιας Καλιφόρνια SCI-Arc, που είχε ένα πρόγραμμα σπουδών πολύ λιγότερο περιοριστικό από αυτό ενός τυπικού πανεπιστημίου, πράγμα που του ταίριαζε εξαιρετικά. Ο Μάικλ Ροτόντι, από τα ιδρυτικά μέλη της σχολής, θυμάται ότι ο Χερτζ, εγγενώς περίεργος, έδειξε από νωρίς ενδιαφέρον στο «να βρει πώς θα μπορούσε να ανακυκλώνει τον κόσμο», λέει στο Robb Report και προσθέτει: «Το σύστημα αξιών του έχει εκδηλωθεί σε μια θεωρία, που τελικά ονομάστηκε κυκλική οικονομία: Πώς παίρνεις πράγματα που υπάρχουν και τα κάνεις καλύτερα; Ο Ντέιβιντ ήταν πάντα αυτός που κοίταζε τι υπήρχε γύρω του για να βρει πώς να το επανεφεύρει», φτιάχνοντας κάτι που νομίζεις ότι είναι εντελώς καινούργιο, λέει ο Ροτόντι.
Η ενεργειακή κρίση της εποχής τον επηρέασε, επίσης, καθοριστικά. «Γνωρίζαμε πολύ καλά την εξάρτησή μας από το ξένο πετρέλαιο και την ανάδυση της ηλιακής ενέργειας», λέει ο Ντέιβιντ Χερτζ στο Robb Report. «Yπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον για την αυτάρκεια. Ηταν βιωσιμότητα πριν ονομαστεί βιωσιμότητα».
Τα μαθήματα του SCI-Arc γινόντουσαν τρεις ημέρες την εβδομάδα, έτσι ο νεαρός φοιτητής περνούσε τις άλλες δύο στο γραφείο του Λότνερ, βοηθώντας στην οργάνωση του βουνού των αρχείων του αρχιτέκτονα και τελικά αναλαμβάνοντας τα δικά του έργα. Και έφυγε μετά την αποφοίτησή του όταν κέρδισε μια ετήσια πρακτική άσκηση πλάι στον μύθο της αρχιτεκτονικής Φρανκ Γκέρι.
Το 1984 δημιούργησε το δικό του αρχιτεκτονικό γραφείο, και ανέπτυξε μια εναλλακτική λύση στο τσιμέντο: το Syndecrete είναι ένα οικολογικό υλικό, ελαφρύ και ανθεκτικό, με το μισό βάρος του τσιμέντου αλλά τη διπλάσια αντοχή. Αρχικά, με το Syndecrete δημιούργησε γλυπτά, έπιπλα και άλλα αντικείμενα, στη συνέχεια όμως το χρησιμοποίησε και ως δομικό υλικό. Ο Χερτζ έφτιαξε για παράδειγμα μοναδικά δάπεδα terrazzo (μωσαϊκά), μεταξύ των οποίων και ένα γεμάτο με σπασμένα κουμπιά και φερμουάρ από ένα εργοστάσιο (για να μην καταλήξουν σε χωματερή) για το πρώτο κατάστημα της εταιρείας Patagonia στο Τόκιο. Και όταν η Rhino Records ανακαίνισε τα εταιρικά της γραφεία στο Λος Αντζελες, ο Χερτζ ενσωμάτωσε στα δάπεδα του κτιρίου σπασμένα παλιά βινύλια και CD.
«Californication House», ένα εργαστήριο βιωσιμότητας
Χρησιμοποίησε, επίσης, το Syndecrete το 1995 για την κατασκευή του σπιτιού του στη Βενετία της Καλιφόρνια, όπου ζούσε με την πρώτη του σύζυγο (χώρισαν το 2009) και τα τρία παιδιά τους, το οποίο στη συνέχεια θα χρησίμευε ως σκηνικό κινηματογραφικών και τηλεοπτικών έργων. Ο Χερτζ το είχε ονομάσει «McKinley House», από το όνομα του δρόμου, στον οποίο βρίσκεται. Οι fans της θρυλικής σειράς «Californication», όμως, άρχισαν να το αποκαλούν «Californication House», όταν το κανάλι Showtime το χρησιμοποίησε ως κατοικία του Χανκ Μούντι, του χαρακτήρα, που υποδύεται ο Ντέιβιντ Ντουκόβνι.
Αρχικά ο Χερτζ είχε σχεδιάσει δύο τσιμεντένιους όγκους, αλλά χρόνια αργότερα αγόρασε το πλαϊνό οικόπεδο και επέκτεινε το σπίτι με τέσσερις κατασκευές, που περιβάλλονται από μια αυλή με πλούσια βλάστηση και πισίνα, ένα σχέδιο επηρεασμένο έντονα από τα ταξίδια του στη Νοτιοανατολική Ασία: «Δημιούργησα το δικό μου μίνι Μπαλί στη Βενετία», λέει.
Σκοπός του, εξάλλου, ήταν να λειτουργήσει το σπίτι και ως εργαστήριο των ιδεών του για βιωσιμότητα. Ολη η ξυλεία του είναι είτε ανακυκλωμένη είτε πιστοποιημένη από το Forest Stewardship Council, ενώ το 90% των ενεργειακών αναγκών του καλύπτεται από μια σειρά από φωτοβολταϊκά ηλιακά πάνελ εγκατεστημένα στην οροφή. Επίσης, αντί για κλιματιστικά, το σπίτι δροσίζεται με φυσικό αερισμό και θερμαίνεται με ενδοδαπέδια θέρμανση.
*********************************************************************************
Πολύ σύντομα το «Californication House» του εξασφάλισε πελατεία. Οι ηθοποιοί Τζούλια Λούις Ντρέιφους και Μπραντ Χολ του ανέθεσαν να επεκτείνει το σπίτι τους για τα Σαββατοκύριακα στο Μοντεσίτο. Και το 2003, η Λούις Ντρέιφους είπε στους New York Times ότι, παρόλο που προστέθηκαν δύο υπνοδωμάτια και ένα μπάνιο, οι παρεμβάσεις του Χερτζ μείωσαν τον λογαριασμό του ηλεκτρικού περισσότερο από το μισό.
Μια άλλη πελάτισσα, η Φράνσι Ρέγουαλντ, όταν αποσύρθηκε από την οικογενειακή αντιπροσωπεία της Mercedes-Benz, ήθελε να χτίσει κάτι διαφορετικό από τα σπίτια που ζούσε πριν. Το 2004 αγόρασε το κτήμα του θρυλικού σκηνογράφου Τόνι Ντουκέτ, το οποίο είχε καταστραφεί από μια πυρκαγιά το 1993. Ανέθεσε την κατασκευή του σπιτιού στον Ντέιβιντ Χερτζ με μία προϋπόθεση: «Του είπα, “Κοίτα, μου αρέσουν τα στοιχεία της αρχιτεκτονικής σου, αλλά δεν μου αρέσει ο μπρουταλισμός της. Είναι πολύ αρρενωπή”», θυμάται η Ρέγουαλντ. Και του ζήτησε να σχεδιάσει κάτι κομψό και θηλυκό, με καμπύλες αντί για σκληρές ορθές γωνίες.
Ενα Boeing 747 προσγειωμένο στο Μαλιμπού
Την επόμενη μέρα, ο Χερτζ πετούσε στη Σκωτία με την οικογένειά του για διακοπές όταν κοίταξε έξω από το παράθυρο του αεροπλάνου και σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει ένα 747 για να σχηματίσει τον σκελετό της κατοικίας. Η Ρέγουαλντ ενθουσιάστηκε με το ευφάνταστο concept, αλλά θα περνούσαν έξι ολόκληρα χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί η κατασκευή.
Κατ΄ αρχάς έπρεπε να βρεθεί ένα αεροπλάνο που θα μπορούσε να κοπεί, μετά ακολούθησε η επίπονη διαδικασία λήψης εγκρίσεων από μια σειρά διαφορετικών αρχών. Αρχικά, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Αεροπορίας, ανησυχώντας ότι οι πιλότοι μπορεί να μπέρδευαν το σπίτι με σημείο συντριβής αεροπλάνου, συνέστησε να ζωγραφίσουν ένα ειδικό σήμα στα φτερά, αλλά υποχώρησε όταν το ακίνητο προστέθηκε στους χάρτες πτήσης. Και αν η διαδικασία ήταν πραγματική πρόκληση, το αποτέλεσμα, που ολοκληρώθηκε το 2013, είναι ένα λαμπρό παράδειγμα επαναχρησιμοποίησης, ωδή στη λαχτάρα μας για περιπέτεια και ένα θαύμα μηχανικής από μόνο του, γράφει ο Τζάστιν Φένερ στο Robb Report.
Το σπίτι της Ρέγουαλντ απέκτησε παγκόσμια φήμη όταν εμφανίστηκε στην εκπομπή «The World’s Most Extraordinary Homes» του BBC. Η ιδιοκτήτριά του το αγαπά και δυσκολεύεται να πει ποιος είναι ο πιο αγαπημένος χώρος της. Μια πλευρά του αεροπλάνου χωρίζει την κουζίνα από το γραφείο της, ένα φινιστρίνι της επιτρέπει να κοιτάζει ανάμεσα στα δωμάτια, ενώ ο σταθεροποιητής (το ουραίο μέρος του αεροσκάφους) αποτελεί μέρος της οροφής. Η κύρια σουίτα της, την οποία έχει ονομάσει «Α΄Θέση», πάνω από μια σπειροειδή σκάλα, αποτίει φόρο τιμής στο αρχικό 747. Από την κρεβατοκάμαρά της, μπορεί να απλώσει το χέρι της και να αγγίξει την κάτω πλευρά του πτερυγίου, και όταν περνάει από μια συρόμενη γυάλινη πόρτα στην βεράντα, μπορεί να αφήσει το βλέμμα της να περιπλανηθεί στην κοιλάδα Σεράνο του Μαλιμπού. «Οταν έχει ομίχλη και μπορείς να δεις τα φτερά… σου προκαλεί την αίσθηση του πετάγματος», λέει.
«Σκάφη» δεμένα στην κορυφή ενός λόφου
Το σπίτι, που ανέθεσαν στον Χερτζ οι Νίκολα Κόργουελ και Μάικ Γουίλκι, ήταν ακόμα πιο περίπλοκο από το Boeing 747 της Ρέγουαλντ. Πρώην στελέχη της τηλεόρασης στο Ηνωμένο Βασίλειο και οι δύο, είχαν αγοράσει ένα σκάφος για να ταξιδέψουν στην Καραϊβική. «Και περίπου ένα χρόνο μετά», λέει η Κόρνγουελ, «απλώς κοιταχτήκαμε και είπαμε, “Θα επιστρέψουμε ποτέ;”». Η απάντηση ήταν όχι. Το ζευγάρι βρήκε ένα καταπράσινο κτήμα οκτώ στρεμμάτων στην κορυφή ενός λόφου στη Μπέκια, το δεύτερο μεγαλύτερο νησί στις Γρεναδίνες, στην Καραϊβική. Ψάχνοντας στο Διαδίκτυο ανακάλυψε τα projects του Χερτζ και εντυπωσιάστηκε όχι μόνο από τα τολμηρά σχέδια του αμερικανού αρχιτέκτονα αλλά και από την περιβαλλοντική του ευαισθησία. Η Κόρνγουελ και ο Γουίλκι ήθελαν «ένα σπίτι που να ταιριάζει απόλυτα στη συγκεκριμένη τοποθεσία». Και επειδή ο Χερτζ και η γυναίκα του ήταν επίσης ιστιοπλόοι ένιωσαν ότι μιλούσαν την ίδια γλώσσα.
Τα μέρη του συγκροτήματος, που σχεδιάστηκαν σε διάστημα δύο ετών και ολοκληρώθηκαν το 2020, προκατασκευάστηκαν στο Μπαλί, με ανακυκλωμένο σίδηρο από μια παροπλισμένη προβλήτα στο Βόρνεο και αποστέλλονταν στη Μπέκια κομμάτι κομμάτι. Οι έξι κατασκευές, που προέκυψαν, περιλαμβάνουν την κύρια κατοικία, το κάτω επίπεδο της οποίας συνδέεται με το ντεκ μιας πισίνας, τρεις ξενώνες, μια βίλα για τους διαχειριστές του σπιτιού, και ένα εργαστήριο με ηλιακή οροφή, που συλλέγει και αποθηκεύει ενέργεια σε συστοιχίες μπαταριών, ικανή να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες ολόκληρου του συγκροτήματος.
Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο, ωστόσο, είναι οι στέγες των πέντε κτιρίων του συγκροτήματος. Είναι κατασκευασμένες από υλικό υψηλής αντοχής, που μοιάζει με πανί, δίνοντας στα σπίτια την αίσθηση σκαφών αγκυροβολημένων στον λόφο αλλά και το όνομα «Sail House». Αλλά δεν είναι μόνο για επίδειξη. Ο Χερτζ τις σχεδίασε έτσι ώστε το νερό της βροχής να διοχετεύεται σε υπόγειες στέρνες που λειτουργούν σαν θεμέλια, παρέχοντας έναν κομψό τρόπο συλλογής του νερού.
Στο «Sail House» τα όρια εσωτερικού-εξωτερικού χώρου χάνονται: «Μέσα στο σπίτι νιώθεις σαν να βρίσκεσαι σε κατάστρωμα σκάφους», λέει ο Ντέιβιντ Χερτζ, τονίζοντας τόσο τη μαγευτική θέα του συγκροτήματος όσο και τα εντυπωσιακά καιρικά μοτίβα.
Ωστόσο το πιο απαιτητικό project μέχρι σήμερα, και ένα από τα πιο σημαντικά περιβαλλοντικά επιτεύγματα του εμπνευσμένου αμερικανού αρχιτέκτονα, είναι το ράντσο που ανακαινίζει ο Ντέιβιντ Χέρτζ μαζί με τη γυναίκα του Λόρα τα τελευταία τέσσερα χρόνια, δίπλα στην ιδιοκτησία της Ρέγουαλντ. Περιπλανώμενος μια μέρα ο Χερτζ μπήκε, αυτή τη φορά, εντελώς τυχαία. «Ενιωσα σαν να πέρασα μια πύλη», λέει για τα κτίρια σε στυλ παγόδας που είδε εκείνη την ημέρα. «Είναι απλώς ένα απόκοσμο, μεταμορφωτικό μέρος».
«Xanabu», ένα απόκοσμο μεταμορφωτικό μέρος
Το 2017, ο Χερτζ πούλησε το «Californication house» για 14,6 εκατ. δολάρια, τιμή ρεκόρ για την περιοχή, και μαζί με τη Λόρα αποφάσισαν το αγοράσουν το «Argyle Farm», που ανήκε στον επί χρόνια συνεργάτη του Τόνι Ντουκέτ, Χάτον Γουίλκινσον. Ο Ντουκέτ είχε δημιουργήσει στο πλάι –εκεί που σήμερα είναι η ιδιοκτησία της Ρέγουαλντ- το «Sortilegium», ένα σύνολο τρελών κατασκευών χρησιμοποιώντας πολλά από τα σκηνικά, που είχε φτιάξει για το μιούζικαλ του Γουόλτερ Λανγκ «Ο Βασιλιάς κι εγώ» (1956) και άλλες ταινίες. Το «Sortilegium» καταστράφηκε από την τρομερή πυρκαγιά του Γκρίν Μίντοου, το 1993, και οι Γουίλκινσον προσκάλεσαν τους Ντουκέτ να μείνουν στον ξενώνα τους. Ο Τόνι Ντουκέτ συγκέντρωσε ό,τι μπορούσε να διασωθεί από το «Sortilegium» και διακόσμησε το «Argyle Farm». Αν και δεν συνάντησε ποτέ τον θρυλικό σκηνογράφο, ο Χερτζ νιώθει την ευθύνη να διατηρήσει το έργο του.
Οταν απέκτησαν το «Argyle Farm, οι Χερτζ το μετονόμασαν σε «Xanabu», που συνδέει το Μαλιμπού με το «Ξαναντού», το μέρος που αναφέρει ο Σάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ στο ποίημά του «Κουμπλάι Χαν» (1797) βασισμένος στις αφηγήσεις του Μάρκο Πόλο («…Στην Ξαναντού ο Κούμπλα Χαν/Διέταξε να χτιστεί το καλοκαιρινό παλάτι / Εκεί που ο Αλφ το ιερό ποτάμι κατρακυλούσε/Μέσα από χαράδρες άμετρες από τον άνθρωπο/Σε μια θάλασσα ανήλια…»)
Οι Χερτζ ζουν στο κτίριο, που ήταν η κύρια κατοικία των Γουίλκινσον, αλλά χρησιμοποιούν το φανταστικό συγκρότημα του Ντουκέτ για διασκέδαση (και περιστασιακά το νοικιάζουν). «Δεν είναι οι ζούγκλες της Καμπότζης. Δεν είναι τα υψίπεδα του Μπουτάν ή της Βιρμανίας. Δεν είναι μοναστήρι», λέει ο Χερτζ. «Αλλά έχει όλες αυτές τις ιδιότητες αναμειγμένες με το φυσικό τοπίο».
SkySource WeDew, μια μοναδική καινοτομία
Η ανάγκη προστασίας του συγκροτήματος ενέπνευσε στον Χερτζ μια από τις πιο σημαντικές καινοτομίες του: μέσω του συστήματος SkySource WeDew, που ανέπτυξε, συλλέγει νερό για άμυνα της ιδιοκτησίας του στις πυρκαγιές, που μαστίζουν την περιοχή. Η εφεύρεσή του, που κέρδισε το βραβείο σχεδίασης X Prize το 2018, είναι μια κινητή γεννήτρια, που θερμαίνει οργανικά απόβλητα απελευθερώνοντας υδρατμούς στον αέρα. Στη συνέχεια η γεννήτρια τραβάει την υγρασία από τον αέρα και την μετατρέπει σε πόσιμο νερό.
Δύο χρόνια αργότερα, το Time έβαλε τη συσκευή του Χερτζ στη λίστα με τις πιο σημαντικές εφευρέσεις του 2020. (Και τώρα το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ σχεδιάζει να τη στείλει στην Ουγκάντα και την Τανζανία.)
Οχι και άσχημα για κάποιον που δεν τα πήγαινε καλά στο Γυμνάσιο με τα μαθηματικά. Τι λέτε;