Η απελπισία που αισθάνονται κάποιοι ασθενείς με μακρά Covid, τους ωθεί σε ακραίες καταστάσεις, καθώς δεν μπορούν να διαχειριστούν την καθημερινότητά τους με τα συμπτώματα να επιμένουν.
Μάλιστα, σύμφωνα με το The Conversation, πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση British Medical Journal, αναφέρει ότι υπάρχουν ασθενείς με μακρά Covid, οι οποίοι ταξιδεύουν σε άλλες χώρες, προκειμένου να υποβληθούν σε μία ακριβή θεραπεία που συνίσταται στην «πλύση αίματος» ή αιμαφαίρεση όπως ονομάζεται στην ιατρική ορολογία.
Αυτή η πειραματική θεραπεία γίνεται με αίμα που λαμβάνεται από τον ασθενή. Ακολούθως οι γιατροί το φιλτράρουν και του το μεταγγίζουν και πάλι. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μία διαδικασία που μοιάζει με την αιμοκάθαρση.
Για να καθαριστεί το αίμα, μπαίνει σε μία φυγόκεντρο, όπου διαχωρίζεται σε στρώματα, δηλαδή στα συστατικά του. Ακολούθως, είτε φιλτράρεται με συγκεκριμένα εξαρτήματα, είτε αφαιρούνται ορισμένα στρώματα που έχουν πρόβλημα. Στη συνέχεια, το αίμα επιστρέφει στον οργανισμό μέσω καθετήρα που τοποθετείται σε άλλη φλέβα.
Μάλιστα, η διαδικασία λήψης και επιστροφής, γίνονται την ίδια στιγμή, δηλαδή από τη φλέβα του ενός χεριού βγαίνει το αίμα, καθαρίζεται και επιστρέφει και πάλι από τη φλέβα του άλλου χεριού.
Η αιμαφαίρεση μπορεί να είναι αποτελεσματική για ορισμένες καταστάσεις, όπως η δρεπανοκυτταρική αναιμία, όπου τα μη φυσιολογικά ερυθρά αιμοσφαίρια, μπορούν να αφαιρεθούν. Επίσης, χρησιμοποιείται σε κάποιες περιπτώσεις λευχαιμίας, όπου ο ασθενής μπορεί να αφαιρέσει τα λευκά αιμοσφαίρια που έχουν πρόβλημα και να λάβει τα εν λόγω συστατικά του αίματος από έναν υγιή.
Αν και δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά ακόμα πόσο αποτελεσματικό και επικίνδυνο είναι, υπάρχουν κλινικές που χρησιμοποιούν τη μέθοδο ως θεραπεία για τη μακρά Covid και αυτό που κάνουν είναι να φιλτράρουν το αίμα από τα στοιχεία που εμπλέκονται στη φλεγμονή και την πήξη.
Αυτό σημαίνει ότι οι ασθενείς είναι τόσο απελπισμένοι από τα συμπτώματα που επιμένουν, είναι διατεθειμένοι να ξεκινήσουν μια πειραματική θεραπεία, η οποία έχει υψηλό κόστος και σε πολλές περιπτώσεις, δεν πραγματοποιείται ούτε στη χώρα τους.
Καταστροφή για τη δημόσια υγεία
Οι ειδικοί παρακολουθούν τα μεσοπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα προβλήματα που μπορεί να προκαλέσει στην υγεία η μόλυνση από τον κορονοϊό, είναι όμως, όπως σχολιάζει το The Conversation, σαν να παρακολουθούν τροχαίο ατύχημα να εκτυλίσσεται σε αργή κίνηση.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της πανδημίας, περισσότεροι από έναν στους τέσσερις ασθενείς που είχαν νοσηλευτεί, είτε είχαν χάσει αργότερα τη ζωή τους, είτε είχαν επιστρέψει και πάλι στο νοσοκομείο, μέσα στους τρεις πρώτους μήνες από τη μέρα που είχαν λάβει εξιτήριο.
Αν και τα εμβόλια είναι πιθανό να έχουν βοηθήσει, η αύξηση των κρουσμάτων, δημιουργεί νέα περιστατικά μακράς Covid και τα συστήματα υγείας οργανώνονται αρκετά αργά, για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το αυξανόμενο κύμα των ασθενών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ελλάδα, μόλις πριν από ένα μήνα ξεκίνησε τη λειτουργία του στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» το πρώτο διεπιστημονικό κέντρο αντιμετώπισης για τη μακρά Covid (εδώ).
Η κλινική αναπτύχθηκε τους τελευταίους έξι μήνες, και μετατράπηκε σε ένα ειδικό τμήμα με 16 ιατρούς και 12 επαγγελματίες υγείας και τη συμμετοχή νευρολόγων, ψυχιάτρων, ΩΡΛ, δερματολόγων, νευροψυχολόγων, εργοφυσιολόγων και φυσιοθεραπευτών, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων παρέχει τις υπηρεσίες του αμισθί.
«Το ιατρείο δημιουργήθηκε μετά τις επίμονες διαμαρτυρίες ασθενών για συμπτώματα που εμμένουν μετά τη θεραπεία τους από τον κορονοϊό», αναφέρει η Παρασκευή Κατσαούνου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Πνευμονολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ και συντονίστρια του διεπιστημονικού κέντρου αναφοράς μακράς Covid του «Ευαγγελισμού».
Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, αλλά και τις ΗΠΑ, οι γιατροί διαφόρων ειδικοτήτων προσπαθούν να συνεργαστούν και να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα των ασθενών, όμως η κατάσταση είναι εξαιρετικά σύνθετη.
Πειραματικές θεραπείες
Και καθώς οι ασθενείς σε όλο τον κόσμο δεν μπορούν να θεραπευτούν, στρέφονται με απελπισία σε λύσεις μη εγκεκριμένες, με την ελπίδα ότι θα θεραπευτούν. Η αιμαφαίρεση, βέβαια, δεν είναι ούτε η πρώτη, ούτε και η τελευταία δοκιμαστική θεραπεία, όπως υπογραμμίζει το The Conversation.
Ωστόσο, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι οι θεραπείες θα πρέπει να είναι εγκεκριμένες, διότι μπορεί να έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Αλλωστε στην παρούσα πανδημία, δεκάδες φάρμακα και θεραπείες, όπως η υδροξυχλωροκίνη, η ιβερμεκτίνη και άλλες δραστικές ουσίες, ενώ στην αρχή φαίνονταν πολλά υποσχόμενες, στο τέλος αποδείχθηκε όχι απλώς ότι ήταν αναποτελεσματικές, αλλά και επιβλαβείς για την υγεία.
Σε αυτό το κενό των αποδεικτικών στοιχείων και σκορπισμένων δεδομένων, βρίσκουν χώρο είτε κάποιοι που θέλουν να παραπλανήσουν και να βγάλουν λεφτά, ή κάποιοι που απλώς προσπαθούν να βοηθήσουν και να προσφέρουν βοήθεια, αλλά και οι τσαρλατάνοι που λεηλατούν τους ευάλωτους και τους ασθενείς.
Γι’ αυτό και οι ειδικοί ανά τον κόσμο κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, προκειμένου να υπάρξει μεγάλης κλίμακας χρηματοδότηση, ώστε να γίνουν κλινικές δοκιμές και να βρεθεί η θεραπεία της μακράς Covid. Διότι η επιβάρυνση δεν θα αφορά μόνο όσους νόσησαν, αλλά θα μετακυλήσει και στα συστήματα υγείας και αναμένεται να δημιουργήσει πρόβλημα σε όλους τους μελλοντικούς ασθενείς.