Παρότι ορθώνονται ακόμα επιβλητικοί πολλά μέτρα πάνω από την επιφάνεια του Τάμεση, οι ουρανοξύστες του Λονδίνου κινδυνεύουν να πέσουν σε αχρηστία. Την ευθύνη για αυτή την εξέλιξη φέρει εμμέσως ο κορονοϊός και η πανδημία του, καθώς εάν δεν είχε εμφανιστεί ο πρώτος και ξεσπάσει η δεύτερη δεν θα είχε συμβεί η επανάσταση –τεχνολογική, εργασιακή και κοινωνική– του αποκαλούμενου smart working, που εν μέρει καθιέρωσε την εξ αποστάσεως εργασία, με την υποχρεωτική φυσική παρουσία των εργαζομένων στα γραφεία τους να είναι σε πολλές περιπτώσεις είτε συμπληρωματική είτε προαιρετική.
Κάπως έτσι άρχισαν να αδειάζουν οι περισσότεροι από τους πύργους του Λονδίνου, ειδικά οι ουρανοξύστες που ανεγέρθηκαν πριν από περίπου τρεις δεκαετίες στο Κανάρι Γουόρφ, στη βόρεια όχθη του Τάμεση, σε μια λωρίδα γης που αποτέλεσε τον πυρήνα του αποικιακού εμπορίου την περίοδο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
Στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε και μετά αναγεννήθηκε ως New City, ως το νέο οικονομικό κέντρο της πρωτεύουσας της Βρετανίας – νέο σε σχέση με το παλιό και πιο διάσημο City, στην καρδιά τoυ Λονδίνου, όπου έχουν την έδρα τους, μεταξύ άλλων, το χρηματιστήριο του Λονδίνου και η Τράπεζα της Αγγλίας.
Μέχρι να ξεσπάσει η πανδημία, στο Κανάρι Γουόρφ έρχονταν καθημερινά περί τις 100.000 άνθρωποι για να εργαστούν στους ουρανοξύστες του, γύρω από τους οποίους είχε αναπτυχθεί μια ολόκληρη γειτονιά με εμπορικά κέντρα και καταστήματα, καφέ, εστιατόρια και μπαρ. «Εμοιαζε με ένα Λονδίνο πιο συναρπαστικό και κατάλληλο για τον 21ο αιώνα σε σχέση με το παλιό City και τη βικτωριανή αρχιτεκτονική του» γράφει ο Ενρίκο Φραντσεσκίνι από το Λονδίνο στο ilvenerdi, το εβδομαδιαίο ένθετο περιοδικό της ιταλικής Repubblica.
Ομως τις τελευταίες δύο δεκαετίες ουρανοξύστες ανεγέρθηκαν και στο παλιό City, ολοένα ψηλότεροι και με ολοένα πιο ανατρεπτική σχεδίαση, με τον ιταλό ανταποκριτή στη βρετανική πρωτεύουσα να αναφέρεται ενδεικτικά στον The Shard, τον οποίο σχεδίασε ο Ρέντσο Πιάνο και με τα 309,6 μέτρα του είναι ο ψηλότερος ουρανοξύστης στη Βρετανία, στον Leadenhall Building, ύψους 225 μ., που είναι περισσότερο γνωστός ως The Cheesegrater (τρίφτης τυριού) λόγω του σχήματός του, και στον Walkie-Talkie, και σε αυτή την περίπτωση λόγω του ανάλογου σχήματος, ύψους 160 μ.
«Κοιτάζοντας κανείς αφηρημένα μια φωτογραφία του ορίζοντα της βρετανικής μητρόπολης, πάνω από τον οποίο στο παρελθόν ορθώνονταν μόνον ο θόλος του καθεδρικού του Αγίου Παύλου και το Μπιγκ Μπεν, μπορεί να τον μπερδέψει με τον ορίζοντα της Νέας Υόρκης» γράφει ο Ενρίκο Φραντσεσκίνι.
Αναφέρει ότι σήμερα στο Λονδίνο υπάρχουν περίπου 200 κτίρια 20 ορόφων και πάνω, εκ των οποίων 120 έχουν ύψος άνω των 100 μ. και 40 άνω των 150 μ., το ελάχιστο ύψος που απαιτείται να έχει ένα κτίριο για να χαρακτηρίζεται επίσημα ως ουρανοξύστης (με αυτό το κριτήριο, το Παρίσι έχει 24 ουρανοξύστες, η Φρανκφούρτη 18, η Μαδρίτη έξι και το Μιλάνο πέντε).
Ξαφνικά, όμως, πριν από σχεδόν μια τετραετία, άρχισε να εξαπλώνεται ο κορονοϊός και μετά η πανδημία ερήμωσε τα πάντα, Eτσι, στο Λονδίνο, όπως παντού στον κόσμο, οι ουρανοξύστες, που φιλοξενούσαν κατά βάση γραφεία, άδειασαν από τους εργαζομένους σε αυτά. Ομως εκείνοι του Κανάρι Γουόρφ, και κατ’ επέκταση ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής, επλήγησαν περισσότερο λόγω της μεγάλης, σχετικά, απόστασης από το κέντρο της πόλης.
Οπως συνοψίζει ο ιταλός δημοσιογράφος, το Κανάρι Γουόρφ βρίσκεται στο Ανατολικό Λονδίνο, κοντά στο Νησί των Σκύλων (Isle of Dogs), μια περιοχή που πριν από περισσότερο από δύο αιώνες ονομαζόταν West India Docks και πρακτικά αποτελούσε ένα δίκτυo από προβλήτες και αποβάθρες για την εκφόρτωση των πλοίων που έφταναν στο Λονδίνο από την Ινδία και τις άλλες αποικίες.
Στη δεκαετία του 1930 η περιοχή μετονομάστηκε σε Κανάρι Γουόρφ (Προβλήτα των Καναρίων) προς τιμήν του σερ Αλφρεντ Λιούις Τζόουνς, ενός ουαλού επιχειρηματία και πλοιοκτήτη ο οποίος είχε συμβάλει, μεταξύ άλλων, στην οικονομική, εμπορική και τουριστική ανάπτυξη των Καναρίων Νήσων. Οταν όμως τα κοντέινερ άρχισαν να μεταμορφώνουν τη βιομηχανία των θαλάσσιων μεταφορών, από τη δεκαετία του 1960, το λιμάνι των Καναρίων άρχισε να παρακμάζει, έως ότου οι προβλήτες του έκλεισαν οριστικά, το 1980.
Η αναγέννηση ξεκίνησε έπειτα από μια δεκαετία, με τράπεζες, δικηγορικά γραφεία και ασφαλιστικές και χρηματιστηριακές εταιρείες να επιλέγουν να μεταφέρουν τις έδρες τους στους νεοαναγερθέντες ουρανοξύστες του φουτουριστικού, πλέον, Κανάρι Γουόρφ.
To 1991 ολοκληρώθηκε η ανέγερση του One Canada Square, ύψους 235 μέτρων, του υψηλότερου ουρανοξύστη της Βρετανίας για περισσότερο από μια εικοσαετία. Σύντομα οικοδομήθηκαν και άλλοι ουρανοξύστες, στους ορόφους των οποίων φιλοξενήθηκαν οι έδρες χρηματοπιστωτικών κολοσσών όπως η JP Morgan, η HSBC και η Deutsche Bank.
Το πρώτο ισχυρό πλήγμα το Κανάρι Γουόρφ το δέχτηκε από το Brexit και τη συνεπακόλουθη φυγή πολλών ευρωπαϊκών τραπεζών και εταιρειών, ενώ το τελειωτικό χτύπημα το έδωσε η πανδημία, αποκαλύπτοντας στους εργαζομένους τα πλεονεκτήματα της εργασίας από το σπίτι και προσφέροντας στις εταιρείες μια αναπάντεχη ευκαιρία να περιορίσουν τις λειτουργικές τους δαπάνες, νοικιάζοντας πλέον έναν ή δύο ορόφους, αντί για 50 ή ακόμα και ολόκληρα κτίρια.
Επί μια διετία αρκετοί προέβλεπαν πως το Κανάρι Γουόρφ θα μαράζωνε εκ νέου και θα ερημωνόταν. Ωστόσο, στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς οι ιδιοκτήτες αυτού του τεράστιου κτιριακού συμπλέγματος, η Brookfield Corporation και η Επενδυτική Αρχή του Κατάρ (Qatar Ιnvestment Αuthority), αποφάσισαν να επενδύσουν 300 εκατ. στερλίνες για την ανάπλασή του. Την ίδια περίοδο, η Barclay’s, μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Βρετανίας, επέκτεινε έως το 2039 την ενοικίαση ενός ουρανοξύστη 32 ορόφων που αποτελεί την έδρα της εταιρείας.
Ομως στο πλαίσιο της εκ νέου αναγέννησης του Κανάρι Γουόρφ ο στόχος δεν είναι μόνο η διατήρηση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην περιοχή, αλλά η μετατροπή της σε πραγματική γειτονιά, όπου άνθρωποι δεν θα εργάζονται μόνο κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά θα ζουν συνεχώς εκεί – το οποίο σημαίνει ότι πολλά γραφεία θα μετατραπούν σε διαμερίσματα, ενώ συγχρόνως θα ανοίξουν νέα καταστήματα, καφέ, εστιατόρια, κινηματογράφοι και θέατρα.
Ηδη υπάρχουν πέντε-έξι πύργοι ιδιωτικών κατοικιών και θα ανεγερθούν και άλλοι. «Γιατί, ούτως ή άλλως, παρά το Brexit, το Λονδίνο εξακολουθεί να είναι ελκυστικό και να αποτελεί, για άπειρους λόγους, την πιο συναρπαστική πόλη της Ευρώπης, εκτός της ΕΕ αλλά εντός της ηπείρου: την ευρωπαϊκή Νέα Υόρκη» γράφει ο Ενρίκο Φραντσεσκίνι πλέκοντας το εγκώμιο της βρετανικής πρωτεύουσας.