Ο πειρασμός είναι μεγάλος. Χαμόγελα, γλύκες, νάζια, αγκαλιές, από το καμάρι σας – κρίμα να τις χάσουν φίλοι διαδικτυακοί και συγγενείς. Αδικο να μην τις μοιραστείτε, δηλώνοντας ξανά και ξανά την καθημερινή ευτυχία του ανθρώπου που κάποτε έγινε γονιός. Οταν το κάνετε, άλλωστε, τα likes πέφτουν βροχή. Τίποτε -ούτε η πιο φαρμακερή ατάκα για τα γκολ που έχασε ο Κάριους ούτε τα πιο αστεία μιμίδια- δεν μπορούν να συναγωνιστούν το φαφούτικο γελάκι ενός βρέφους, τα ακκίσματα μιας δεσποινίδος ετών τριών, τα κατορθώματα ενός πιτσιρίκου στα τέσσερα.
Στον ίδιο πειρασμό με σας μπαίνουν και εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο. Το φαινόμενο έχει και δικό του όνομα: «sharenting».
Σε μια πρόσφατη αποτίμησή του, για λογαριασμό του London School of Ecomomics, την οποία και παρουσιάζει ο βρετανικός Guardian, γίνεται σαφές ότι τα τρία τέταρτα των γονέων που κάνουν χρήση του Διαδικτύου τουλάχιστον μια φορά τον μήνα, συνηθίζουν να αναρτούν φωτογραφίες ή βίντεο σε σχέση με τα παιδιά τους. Οι πιθανότητες για αναρτήσεις στα social media αυξάνονται ιλιγγιωδώς όταν πρόκειται για γονείς με μικρά παιδιά (που είναι χάρμα να τα χαζεύεις). Λίγοι περισσότεροι από τους μισούς μοιράζονται υλικό με στενούς φίλους και συγγενικά πρόσωπα, οι «επαφές» τους δεν υπερβαίνουν τις 200 – λέει η έρευνα. Μόνον ένας στους δέκα γονιούς συνηθίζει να το κάνει σε ευρύ κοινό, ενώ μόλις 3% ανεβάζει φωτογραφίες σε δημόσια blogs ή ανοικτούς λογαριασμούς στο Instagram.
Βεβαίως, υπάρχουν και οι celebrities που κάνουν «μόδα» τα παιδιά τους, από τα παιδιά τους, με τα παιδιά τους, πολιορκώντας το κοινό με προσωπικές στιγμές στο Instagram, με το αζημίωτο, αφού εκτός από likes, κερδίζουν και σοβαρότατα ποσά (από διαφημίσεις). Αλλά αυτοί είναι μια κατηγορία από μόνοι τους…
Και στην Ελλάδα; Ψάξτε στον μικρόκοσμο σας, στον κοινωνικό σας περίγυρο. Είναι πολλοί αυτοί που καμαρώνουν με επιτυχίες, με ή χωρίς εισαγωγικά, των ανηλίκων τους, μεταφέροντας κάθε είδους πληροφορίες για την καθημερινότητά τους. Εχει χαθεί το μέτρο;
«Είναι κατανοητή η ανάγκη πολλών γονιών να μοιράζονται τη χαρά τους με φίλους» λέει στο Protagon ο Γιώργος Νικολάου, ψυχίατρος. «Το πρόβλημα αρχίζει όταν η δημοσιοποίηση φωτογραφιών και πληροφοριών “παραγίνεται” ή γίνεται για λάθος λόγους, λόγους που έχουν να κάνουν περισσότερο με τις δικές τους προσωπικές ανησυχίες, την ανάγκη για παράδειγμα να δείξουν χαρούμενοι, ευτυχείς, πλήρεις, και μάλιστα όταν κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στον βαθμό που θα το ήθελαν. Πολλοί γονείς πέφτουν στην παγίδα και προβάλλουν στις αναρτήσεις για τα παιδιά τους, ό,τι και σε αυτές με selfies τους : ναρκισσιστικά στοιχεία της προσωπικότητας τους. Τα παιδιά θεωρούνται, εξάλλου, προέκταση του ίδιου μας του εαυτού και συχνότατα γίνονται μέσα έκφρασης ιδιοτήτων και συναισθημάτων που δεν τους αναλογούν».
Το πιο σημαντικό είναι ότι η ικανοποίηση από την ενθουσιώδη αποδοχή των αναρτήσεων δεν εξαλείφει τους κινδύνους. Οι οποίοι είναι πολλοί, και είναι διαρκώς «εκεί». Οι Αρχές έχουν επανειλημμένως επιστήσει προσοχή, καθώς παιδόφιλοι, παιδεραστές και groomers (όσοι αποπλανούν ανηλίκους με σκοπό τη σεξουαλική κακοποίηση) παραφυλάνε, αξιοποιώντας αρκετές φορές υλικό που έχει ανεβάσει η ίδια η οικογένεια. Ακόμη και φωτογραφίες από βαφτίσια…
Ο κ. Νικολάου αγγίζει σε μια αποστροφή του το πιο καυτό θέμα του καιρού μας: τη διαχείριση της πληροφορίας και τους περιορισμούς στους οποίους πρέπει να υπόκειται.
Διότι το αθώο υλικό που αφορά τα παιδιά σας σήμερα συμβάλλει στην ουσία στο ψηφιακό τους αποτύπωμα αύριο· δίνει το προσωπικό τους στίγμα, με το οποίο ίσως κάπου, κάποτε, να έλθουν αντιμέτωπα, και μάλιστα χωρίς να το θέλουν. Μια εικόνα από νοσηλεία τους, μια πληροφορία για το σχολείο τους, ένα στιγμιότυπο από τη συμμετοχή σε μια πορεία διαμαρτυρίας, η κοινοποίηση προσωπικών στιγμών από/σε οικογενειακά περιβάλλοντα κάθε άλλο παρά ευτυχή και ενωμένα, μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα για το ίδιο σας το παιδί – αν δεν το θέσει και σε κίνδυνο.
«Απαιτείται μέτρο, ισορροπία, δεύτερη σκέψη κάθε φορά που σχεδιάζεται μια ανάρτηση στα social media. Παζαρέψτε με τον εαυτό σας μήπως είναι περιττή» λέει ο ψυχίατρος όταν του ζητείται μια πρακτική συμβουλή. «Ας σκεφθούν οι γονείς και κάτι ακόμη: η συμβίωση με τα social media είναι πλέον καθημερινότητα για τα περισσότερα ανήλικα, η υπερέκθεσή τους με τη συνέργεια και του γονιού, σε καμία περίπτωση δεν βοηθάει. Ας τους διδάξουν online συμπεριφορά με τη δική τους τη στάση. Ας εξηγήσουν στα παιδιά ότι η ανάγκη για like και επιβεβαίωση μέσα από το Διαδίκτυο είναι τεχνητή, μπορούν να αντλήσουν πολλή περισσότερη και αυθεντική από δραστηριότητες και επιτεύγματα στην πραγματική ζωή. Πρόκειται άλλωστε για επιβεβαίωση που έρχεται «απ΄ έξω», και πολύ λίγα έχει να δώσει στο να δομηθεί μια γερή εσωτερική βάση για το ανήλικο».
Ο Guardian επισημαίνει και κάτι καινούργιο, λίαν ενδιαφέρον: αν οι γονείς αναρτούν υλικό που αφορά τα παιδιά τους, ενίοτε μέσα από το σπίτι, ή με κρίσιμες πληροφορίες (π.χ. ιατρικές), χωρίς τη συναίνεση των τελευταίων, είναι πιθανό να έλθουν αντιμέτωποι με προβλήματα, ευθύνες και δικαστήρια. Δίνει τη δυνατότητα ο νέος Κανονισμός για τα Προσωπικά Δεδομένα, το περίφημο GDPR, προστατεύοντας όσους είναι κατ’ ουσίαν απροστάτευτοι. Προσθέτοντας την παράμετρο της ιδιωτικότητας στην όλη ιστορία. Μπορεί να σας φαίνεται απίθανο σενάριο να σας κυνηγήσει στο μέλλον το δικό σας το παιδί, σκεφθείτε όμως ότι υπάρχουν και τα παιδιά των Καρντάσιαν…