Μία νέα επιστημονική αποστολή, με στόχο την εύρεση του γενετικού σήματος, το οποίο προκαλεί μία από τις πιο περίπλοκες ιατρικές καταστάσεις στον κόσμο, ξεκινά άμεσα στη Βρετανία.
Ειδικοί προσκαλούν άτομα με μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα ή πιο απλά σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, να δώσουν δείγμα από το γενετικό τους υλικό (DNA) για ανάλυση, ώστε να εντοπιστούν οι μικρές διαφορές που τους καθιστούς ευάλωτους στην εξουθενωτική ασθένεια.
Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι μια σοβαρή, πολυσυστηματική νόσος με υψηλό βαθμό σωματικής αναπηρίας, που μπορεί να οδηγήσει σε μια κατάσταση που ο ασθενής είναι κατάκοιτος με συνεχή ανάγκη για φροντίδα.
Η ασθένεια χαρακτηρίζεται από εξουθενωτική κόπωση με μη αναζωογονητικό ύπνο, νευρολογικές βλάβες καθώς και συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά της γρίπης, όπως μυϊκή αδυναμία και πόνο, πονοκεφάλους, γαστρεντερικές διαταραχές, πονόλαιμο και ευαισθησία στους λεμφαδένες.
Η νόσος εκδηλώνεται στις περισσότερες περιπτώσεις μετά από ιογενή λοίμωξη και καθηλώνει στο σπίτι ή στο κρεβάτι περίπου το 25% των ασθενών για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σε ακραίες περιπτώσεις, όπως γράφουν οι Times του Λονδίνου, μπορεί να είναι θανατηφόρα και δεν υπάρχει ούτε θεραπεία, ούτε συγκεκριμένη διαγνωστική εξέταση.
Το πρόγραμμα ανάλυσης των γονιδίων ονομάζεται DecodeME και ο προϋπολογισμός του είναι 3,2 εκατομμύρια βρετανικές λίρες. Χρηματοδοτείται από το Εθνικό Ινστιτούτο Ερευνας Υγείας και Φροντίδας και αναζητά 20.000 δείγματα από άτομα που έχουν διαγνωστεί με τη νόσο.
Επιπλέον, θα αναζητηθούν ακόμη 5.000 δείγματα από άτομα που εκδήλωσαν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης μετά από λοίμωξη Covid, ώστε να διερευνηθούν τυχόν διαφορές μεταξύ των περιστατικών που προκλήθηκαν από τον κορονοϊό, με τις άλλες που προηγήθηκαν της πανδημίας.
Στο ίδιο πλαίσιο, θα διεξαχθεί έρευνα για να διαπιστωθεί εάν υπάρχουν κοινοί παράγοντες με άλλες παραμελημένες παθήσεις που εκδηλώνονται μετά από ιογενή λοίμωξη, όπως είναι η ινομυαλγία.
«Αναζητούμε αν υπάρχει μία κοινή διαφορά μεταξύ των ατόμων που πάσχουν από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, από αυτό του γενικού πληθυσμού», εξηγεί ο Κρις Πόντινγκ, βασικός ερευνητής στη Μονάδα Ανθρώπινης Γενετικής του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου.
«Μελέτες συσχέτισης, όπως αυτή, έχουν αποδειχθεί επιτυχείς στην αποκάλυψη βιολογικών ριζών πολύπλοκων νοσημάτων, μεταξύ των οποίων ο διαβήτης τύπου 2 και η νόσος Αλτσχάιμερ», συμπλήρωσε ο ίδιος.