Ποιος θα περίμενε ότι μια σκέψη που διαπερνούσε εδώ και δεκαετίες την ελληνική κοινωνία, ότι «θα γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης», θα μπορούσε να διατυπωθεί με ανάλογο τρόπο για την ίδια την Ευρώπη σε σύγκριση με άλλες ισχυρότερες δυνάμεις του πλανήτη και τους τουρίστες που συρρέουν από αυτές.
Η σύλληψη της σκέψης ότι η προσοχή που δίνουν στην Ευρώπη οι ξένοι τουρίστες μπορεί να είναι παραπλανητική για τη σημερινή θέση της στον κόσμο ανήκει στον διεισδυτικό αρθρογράφο των Financial Times Τζάναν Γκάνες. Σε ένα άρθρο-ανάλυση σημειώνει ωμά ότι «η Γηραιά Ηπειρος λαμβάνει υπερβολική προσοχή από τον υπόλοιπο κόσμο για να αναγνωρίσει την ασημαντότητά της».
Ο Γκάνες γράφει ότι διανύουμε τον πρώτο εδώ και πολλούς αιώνες, ο οποίος δεν θα διαμορφωθεί από την Ευρώπη. Διότι, όπως εξηγεί, ακόμη και ο 20ος αιώνας, ο λεγόμενος «αμερικανικός», σφραγίστηκε από τα πεδία των μαχών δύο παγκόσμιων πολέμων και στη συνέχεια από τα μέτωπα του Ψυχρού Πολέμου στη Γηραιά Ηπειρο.
«Οι σπουδαιότερες ιδέες, όπως αυτές του Αϊνστάιν και του Κέινς, προήλθαν από Ευρωπαίους. Το ίδιο και εκείνα τα πειράματα –του Πικάσο στη ζωγραφική, του Τζόις στη λογοτεχνία, του Λε Κορμπιζιέ στην αρχιτεκτονική– που ονομάστηκαν μοντερνισμός. Τα ευρωπαϊκά κράτη είχαν αποικίες μέχρι και το δεύτερο μισό του αιώνα, γεγονός που τους έφερε δυσφήμιση αλλά και επιρροή. Ολα αυτά κάνουν τη σημερινή μας ανικανότητα να τσούζει κάπως», σχολιάζει γλαφυρά ο αρθρογράφος.
Η Ευρώπη, τονίζει ο Γκάνες, δεν διαθέτει μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας, έχει μειωμένο μερίδιο στην παγκόσμια παραγωγή και, καθώς εξαπλώνεται ο προστατευτισμός, δεν έχει καμία ελπίδα να φτάσει το επίπεδο της αμερικανικής ή της κινεζικής στήριξης προς τις εγχώριες βιομηχανίες.
Το ερμηνευτικό σχήμα που προτείνει ο αρθρογράφος των Financial Times συνδέει «την ασημαντότητα της ηπείρου με τη δημοτικότητά της». Και υποστηρίζει πως, επειδή η Ευρώπη κυριαρχεί στο ενδιαφέρον του κόσμου χωρίς να προσπαθεί, αδυνατεί να καταλάβει «πόσο περιθωριακή έχει γίνει και να αντιδράσει». Οι λόγοι:
—Μπορεί να υπολογίζει σε επίπεδα προσοχής για τα οποία άλλα μέρη του κόσμου πρέπει να παλέψουν.
—Αποκομίζει ένα επίπεδο εσόδων από τους επισκέπτες που είναι σχεδόν μοναδικό στον ανεπτυγμένο κόσμο. Το 2019, το τελευταίο έτος προ της πανδημίας, ο τουρισμός αντιστοιχούσε στο 12% του ΑΕΠ στην Ισπανία, στο 8% στην Πορτογαλία και στο 7% στην Ελλάδα. «Κανένα Δυτικό κράτος εκτός Ευρώπης, εκτός από τη Νέα Ζηλανδία, δεν έφτασε καν το 3%. Ούτε η Ιαπωνία ή (παρά το αεροδρόμιο της που θα μπορούσε να είναι από μόνο του προορισμός) η Σιγκαπούρη» τονίζουν οι Financial Times.
H Ευρώπη είναι όντως ένας μαγνήτης, χάρη στην άυλη ισχύ του πολιτισμού και της παράδοσης. Και αυτό έχει και εμπορική διάσταση: «Αν ένας κινέζος κάτοικος της υπαίθρου θέλει να διαφημίσει την άνοδό του στην αστική ευημερία θα επιλέξει τα προϊόντα της LVMH, όχι τα αντίστοιχα των ΗΠΑ» σχολιάζει ο Γκάνες.
Από την άλλη πλευρά, εκτιμά πως θα ήταν τρελό να μην εκμεταλλευτεί η Ευρώπη το κύρος της. Αλλά και ότι αυτή η κυριαρχία στο επίπεδο της soft power μπορεί να την τυφλώσει σε ό,τι αφορά την τεχνολογία και άλλα ανταγωνιστικά πεδία. «Ο κίνδυνος είναι να γίνει η Ευρώπη το γεωστρατηγικό ισοδύναμο ενός ατόμου που είναι πολύ όμορφο για να χρειαστεί να κάνει ή να πει κάτι ενδιαφέρον. Να κολακεύεται αλλά να μην αντιλαμβάνεται ότι ο αιώνας “γράφεται” αλλού» σχολιάζει ο αρθρογράφος των FT.
Μετά από αυτές τις επισημάνσεις, ο Γκάνες εστιάζει στη φράση «τουριστική παγίδα», κάτι πολύ γνώριμο για την Ελλάδα. Οι παγιδευμένοι δεν είναι οι επισκέπτες, αλλά οι ντόπιοι. Και το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν το ονομάζει «προσοδοφόρα στασιμότητα». Πόσο αλήθεια έχει αλλάξει η παραγωγική δομή στην Ελλάδα τα τελευταία 50 χρόνια; Η «βαριά βιομηχανία» της χώρας παραμένει πάντοτε ο τουρισμός, παρά τις ευκαιρίες που μας πρόσφερε η ενιαία αγορά της ΕΕ.
«Λέγεται ότι ο τουρισμός λεηλατεί τους τόπους» γράφει ο αρθρογράφος των Financial Times και αμέσως αυτό γίνεται εικόνα για τους περισσότερους Ελληνες: Μύκονος, Σαντορίνη, Πάρος, κλπ.
Ωστόσο ο ίδιος είναι αισιόδοξος. Υποστηρίζει ότι το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί: «Η Βενετία έχει απαγορεύσει τα γκρουπ άνω των 25 ατόμων. Η Βαρκελώνη αύξησε και πάλι τον τουριστικό φόρο. Η Ευρώπη θα μπορούσε να χρεώνει περισσότερα χωρίς να χάνει πελάτες, επειδή, τελικά, κανένα άλλο μέρος δεν μπορεί να την ανταγωνιστεί με όρους καθαρής γεωγραφικής συμπύκνωσης σε αυτό που ονομάζουμε υψηλή ποιότητα»μ σημειώνει ο αρθρογράφος των FT.
Κατά τον ίδιο, η «καταστροφή» από τον τουρισμό δεν είναι, ή δεν είναι μόνο, περιβαλλοντική: «Είναι ψυχική. Στερεί το κίνητρο ενός τόπου να εκσυγχρονιστεί. Επιβραβεύει την οστεοποίηση. Εδώ και πολύ καιρό κυκλοφορούν θεωρίες ως προς το γιατί οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς είναι τόσο δύσκολο να εφαρμοστούν, ειδικότερα στη μεσογειακή Ευρώπη» προσθέτει. Ωστόσο δεν πείθεται από αναλύσεις που λένε ότι «φταίει» ο καλός καιρός ή η προτεραιότητα που δίνεται στο κοινωνικό κράτος. Και αλλού ισχύουν αυτές οι παράμετροι και η καινοτομία καλπάζει.
Κλείνοντας το άρθρο του στους Financial Times, ο Γκάνες υπογραμμίζει με μια δόση λεπτής ειρωνείας ότι η Νότια Ευρώπη μπορεί ακόμη να κάνει πολλά λάθη στην πολιτική που ακολουθεί και να περιμένει ότι θα τη στηρίξουν οι ξένοι. Οι οποίοι φέρνουν μαζί τους όχι μόνο χρήματα, αλλά και προσοχή που ενισχύει τον εγωισμό της…