Θέματα

Θα υπάρχει πάντα η Γέφυρα των Κατασκόπων

Η Γέφυρα Γκλίνικε, πάνω από τον ποταμό Χάβελ, από τη μέση της οποίας περνούσε το σύνορο μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας, αποτέλεσε το ιδανικό σκηνικό για ανταλλαγή κρατουμένων μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου
Protagon Team

Από εκείνο το πρωινό της 11ης Φεβρουαρίου του 1986 ο Πάολο Βαλεντίνο, παλαίμαχος ξένος ανταποκριτής της ιταλικής εφημερίδας Corriere della Sera, σήμερα θυμάται κυρίως το κρύο. Στην Γέφυρα Γκλίνικε, πάνω από τον ποταμό Χάβελ, που συνδέει το Βερολίνο με το Πότσνταμ, την πρωτεύουσα του κρατιδίου του Βρανδεμβούργου, ο αέρας ήταν ψυχρός και τα πάντα παγωμένα. Τι έκανε, όμως, εκεί ο ιταλός δημοσιογράφος;

Ηταν ένας μεταξύ πάμπολλων συναδέλφων του από όλον τον κόσμο που είχαν μεταβεί στο συγκεκριμένο σημείο για να καλύψουν ακόμα μία ανταλλαγή κρατουμένων μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ, που επρόκειτο να λάβει χώρα πάνω στη γέφυρα η οποία κατέληξε να γίνει γνωστή ως Γέφυρα των Κατασκόπων: κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, από τη μέση της γέφυρας περνούσε το σύνορο μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας, οπότε ήταν το ιδανικό σημείο για τέτοιου τύπου ανταλλαγές μεταξύ των δύο άσπονδων εχθρών.

O σοβιετικός κατάσκοπος Ρούντολφ Αμπελ σε φωτογραφία του FBI. Δεξιά, μια μπαταρία φακού που χρησιμοποιούσε ο Αμπελ για την απόκρυψη μεγαλύτερων αντικειμένων, όπως ένα ρολό φιλμ (FBI)

«Είχα φτάσει το προηγούμενο βράδυ από τις Βρυξέλλες, ήμουν εκεί πριν ξημερώσει η αυγή, με τα δόντια μου να τρίζουν από το κρύο. Οι νεότεροι είχαν σκαρφαλώσει στα κιγκλιδώματα για να βλέπουν καλύτερα. Η Μόσχα είχε αποφασίσει να απελευθερώσει τον σοβιετικό εβραίο αντιφρονούντα Ανατόλι Σαράνσκι με αντάλλαγμα μια ομάδα κατασκόπων, περιλαμβανομένου του Καρλ Κέτσερ, του τσεχοσλοβάκου διπλού πράκτορα που δούλευε για την KGB ως εργαζόμενος της CIA, πριν αποκαλυφθεί και συλληφθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1984.

»Είχε περάσει σχεδόν ένας χρόνος από την ανάδειξη του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ σε ηγέτη της ΕΣΣΔ. Λίγους μήνες νωρίτερα είχε πραγματοποιηθεί η Σύνοδος της Γενεύης με τον Ρόναλντ Ρέιγκαν. Ηταν τα πρώτα σημάδια της απόψυξης (των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ)» θυμάται σήμερα ο Πάολο Βαλεντίνο με αφορμή την ιστορική ανταλλαγή κρατουμένων μεταξύ Δύσης και Ρωσίας που έγινε την Πέμπτη.

Τα μανικετόκουμπα του Ρέιγκαν

Οταν ο Ρίτσαρντ Μπαρτ, ο αμερικανός πρεσβευτής στη Βόννη, είδε τον Σαράνσκι να προχωρά, φοβήθηκε τα χειρότερα. Περπατούσε με ζιγκ-ζαγκ αντί να πηγαίνει ευθεία, όπως τον είχαν διατάξει. «Νόμιζα ότι θα τον πυροβολούσαν. Μου είπε αργότερα ότι ήταν η τελευταία του πρόκληση προς τους Σοβιετικούς» ανέφερε ο παλαίμαχος αμερικανός διπλωμάτης, συνομιλώντας τηλεφωνικώς από την Ουάσινγκτον με τον ιταλό δημοσιογράφο.

«Ηταν έξαλλος. Για να τον ταπεινώσουν τον είχαν βάλει να φορέσει ένα παλτό τέσσερα μεγέθη μεγαλύτερο και ένα γιγάντιο γούνινο καπέλο που τον έκανε να φαίνεται γελοίος. Πήγαμε κατευθείαν στο αεροδρόμιο Τέμπελχοφ, αλλά πριν επιβιβαστώ στο αεροπλάνο τηλεφώνησα στους Ισραηλινούς, στους οποίους έπρεπε να τον παραδώσω στη Φρανκφούρτη, ζητώντας τους να βρουν ένα παλτό νούμερο 46 για να το φορέσει κατά την άφιξη» πρόσθεσε.

Ο ρωσοεβραίος αντιφρονών Ανατόλι Σαράνσκι, ντυμένος ταπεινωτικά από τους Σοβιετικούς, με ένα παλτό τέσσερα μεγέθη μεγαλύτερο και τεράστιο γούνινο καπέλο, βαδίζει ελεύθερος μετά την ανταλλαγή του το 1986 στη Γέφυρα Γκλίνικε. Δίπλα του, δεξιά, ο αμερικανός πρεσβευτής στη Βόννη, Ρίτσαρντ Μπαρτ (Günter Schneider/ullstein bild via Getty Images)

Για να φτιάξει τη διάθεση του Σαράνσκι, ο Ρίτσαρντ Μπαρτ επινόησε ένα «δώρο» από τον Ρέιγκαν: «Εβγαλα κρυφά τα προεδρικά ασημένια μανικετόκουμπα που μου τα είχε δώσει αυτοπροσώπως ο πρόεδρος, τα έβαλα στη θήκη που είχα στην τσάντα μου και του τα έδωσα, λέγοντάς του ότι του τα έστελνε εκείνος. Στη συνέχεια τηλεφώνησα στον Ρέιγκαν για να του πω ότι ο Σαράνσκι ήταν ελεύθερος, αλλά τον ενημέρωσα επίσης ότι παραβίασα το πρωτόκολλο δίνοντάς του τα μανικετόκουμπα στο όνομά του. Χάρηκε: “Καλά έκανες, πρέσβη”, μου είπε γελώντας δυνατά. Οταν επέστρεψα στην Ουάσινγκτον λίγους μήνες αργότερα, με δέχτηκε στο Οβάλ Γραφείο και μου έδωσε ένα νέο ζευγάρι μανικετόκουμπα, τα οποία έχω ακόμη».

Η πλοκή μιας ταινίας

«Ιστορίες Ψυχρού Πολέμου. Ιστορίες κατασκόπων. Ιστορίες ανταλλαγών. Ιστορίες μιας γέφυρας» γράφει χαρακτηριστικά ο Πάολο Βαλεντίνο, σημειώνοντας πως η Γέφυρα Γκλίνικε αποτέλεσε το σκηνικό της πιο διάσημης ανταλλαγής κρατουμένων που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου: στις 10 Φεβρουαρίου 1962 οι ΗΠΑ απελευθέρωσαν τον σοβιετικό κατάσκοπο Ρούντολφ Αμπελ, λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα τον Φράνσις Γκάρι Πάουερς, τον πιλότο του κατασκοπευτικού αεροπλάνου U-2 που είχε καταρριφθεί δύο χρόνια νωρίτερα ενώ βρισκόταν σε αποστολή στους αιθέρες της ΕΣΣΔ. Περισσότερα από 50 χρόνια μετά (τo 2015), η ιστορική αυτή ανταλλαγή και το παρασκήνιό της μεταφέρθηκαν από τον Στίβεν Σπίλμπεργκ στη μεγάλη οθόνη, στην ταινία «Η Γέφυρα των Κατασκόπων».

Μια άλλη ανταλλαγή αξιοσημείωτη (λόγω της μαζικότητάς της) για τα χρονικά της κατασκοπείας πραγματοποιήθηκε το 1985, όταν τέσσερις πράκτορες μυστικών υπηρεσιών του Ανατολικού Μπλοκ που κρατούνταν στις ΗΠΑ, περιλαμβανομένου του Πολωνού Μάριαν Ζαχάρσκι, ο οποίος είχε καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη, ανταλλάχθηκαν με 25 άτομα που είχαν εργαστεί για τις Δυτικές υπηρεσίες και ήταν έγκλειστα σε φυλακές της Ανατολικής Γερμανίας και της Πολωνίας. «Πέρασαν και αυτοί πάνω από την ιστορική γέφυρα που συνδέει το Βερολίνο με το Πότσνταμ» γράφει ο Πάολο Βαλεντίνο.

Πέρα από τη γέφυρα

Το 1986, ο ανταποκριτής του Newsweek Νίκολας Ντανίλοφ συνελήφθη στη Μόσχα κατηγορούμενος ψευδώς για κατασκοπεία. Στην πραγματικότητα συνελήφθη ως διαπραγματευτικό χαρτί για το Κρεμλίνο: ο δημοσιογράφος αφέθηκε ελεύθερος μήνες αργότερα με αντάλλαγμα έναν πραγματικό κατάσκοπο, τον Γκενάντι Ζαχάροφ, έναν φυσικό που εργαζόταν στη Νέα Υόρκη, στον ΟΗΕ, και κατασκόπευε για την KGB.

Το σημαντικό, όμως, όπως σημειώνει στο κείμενό του ο δημοσιογράφος της Corriere, ήταν η επέκταση του περιεχομένου των συνομιλιών και των διαπραγματεύσεων μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, με κατάληξη τη σύνοδο κορυφής, τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, στο Ρέικιαβικ, όπου μόνο λόγω της άρνησης του Γκορμπατσόφ την τελευταία στιγμή δεν επιτεύχθηκε μια ιστορική συμφωνία για τον αφοπλισμό.

Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο

Αλλά ακόμη και μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, το δεύτερο αρχαιότερο επάγγελμα στον κόσμο, όπως έχει χαρακτηριστεί η κατασκοπεία, συνέχισε να αποτελεί πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας. Μεγάλος ντόρος είχε προκληθεί τον Ιούλιο του 2010, όταν οι Αμερικανοί εξάρθρωσαν ένα δίκτυο ρώσων κατασκόπων συλλαμβάνοντας δέκα άτομα, μεταξύ των οποίων τέσσερα ζευγάρια που διέμεναν επί καιρό στις ΗΠΑ (με ψεύτικες ταυτότητες και περιορισμένη δράση), και την Αννα Τσάπμαν, κόρη ρώσου διπλωμάτη, που μετά την επιστροφή της στη Ρωσία έγινε τηλεπερσόνα.

Η ομάδα αυτή αφέθηκε ελεύθερη με αντάλλαγμα τέσσερις ρώσους καταδικασθέντες για κατασκοπεία: τον επιστήμονα, ειδικό στα πυρηνικά όπλα, Ιγκόρ Σουτιάγιν, τον πρώην αξιωματικό της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών της Ρωσίας Σεργκέι Σκριπάλ (ο οποίος το 2018 επέζησε από απόπειρα δηλητηρίασης στη Βρετανία), τον πρώην πράκτορα της KGB Γκενάντι Βασιλιένκο, ο οποίος είχε συλληφθεί το 1998 για επαφές με τη CIA και για παράνομη κατοχή όπλων, και τον πρώην αξιωματικό της υπηρεσίας πληροφοριών εξωτερικού Αλεξάντρ Ζαπορόσκι.

«Η ανταλλαγή έγινε στην πίστα του αεροδρομίου της Βιέννης, σύμφωνα με ένα τέλειο χολιγουντιανό σενάριο, όπως την περίοδο του “Τρίτου Ανθρώπου”» γράφει ο Πάολο Βαλεντίνο, αναφερόμενος στην εξαιρετική ταινία του 1949 σε σκηνοθεσία Κάρολ Ριντ, με τον Ορσον Γουέλς στον ρόλο του μυστηριώδους Χάρι Λάιμ.

Ο Φράνσις Γκάρι Πάουερς μπροστά σε ένα κατασκοπευτικό αεροπλάνο Lockheed U-2 (Wikipedia commons)