Ο Κιάνου Ριβς είναι ένας φιλήσυχος, φιλοσοφημένος άνθρωπος και γενναιόδωρος χαρακτήρας. Ισως ο πιο γλυκός και προσγειωμένος ηθοποιός του Χόλιγουντ. Ταλαντούχος, κοινωνικά ευαισθητοποιημένος, δείχνει να μη μένει στην επιφάνεια των πραγμάτων. Γιατί, όμως, οι ταινίες του είναι τόσο βίαιες;
Πολλοί από τους συνεργάτες και συμπρωταγωνιστές του τον περιγράφουν ως έναν από τους πιο γλυκούς και γενναιόδωρους σταρ που συνάντησαν ποτέ σε κινηματογραφικά πλατό. Ως έναν ευγενικό χαρακτήρα, ο οποίος, ωστόσο έχει σφυρηλατηθεί από ένα καταστροφικό παρελθόν: Μεγάλωσε χωρίς πατέρα, η κόρη του γεννήθηκε νεκρή, ενώ λίγο καιρό αργότερα σκοτώθηκε σε τροχαίο και η μητέρα της και πρώην αγαπημένη του, Τζένιφερ Σάιμ.
Τα πράγματα στη ζωή του πρωταγωνιστή του «Matrix» (γεννήθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου του 1964) ελάχιστες φορές ήταν ρόδινα, γι’ αυτό και οι θαυμαστές του χάρηκαν όταν ο ίδιος επιβεβαίωσε ότι βρήκε ξανά τον έρωτα, πριν από τέσσερα χρόνια, στα μάτια της νυν αγαπημένης του, Αλεξάνδρας Γκραντ.
Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1999, η κόρη του Αβα γεννήθηκε νεκρή, οκτώ μήνες μετά την εγκυμοσύνη της Τζένιφερ Σάιμ. Η Τζένιφερ γνώρισε τον Κιάνου σε ένα πάρτι το 1998 του alt-rock συγκροτήματος Dogstar, όπου «ερωτεύτηκαν αμέσως». Αλλά, σακατεμένη από την απώλεια του παιδιού τους, η σχέση του νεαρού ζευγαριού διαλύθηκε μόλις λίγες εβδομάδες μετά το πένθος τους. Ηταν δύο χρόνια μετά το σπαραγμό της απώλειας του μωρού, όταν η Τζένιφερ βρισκόταν σε ένα πάρτι που διοργάνωσε ο Μέριλιν Μάνσον.
Παρ’ όλο που κάποια στιγμή την έφεραν σπίτι της, εκείνη φαίνεται να επέστρεψε με το τζιπ της στο πάρτι, ενώ ήταν μεθυσμένη, πέφτοντας πάνω σε μια σειρά από παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Η Τζένιφερ πετάχτηκε από το μπροστινό κάθισμα και σκοτώθηκε ακαριαία. Ηταν μόλις 28 ετών. Ο Κιάνου βρήκε «πολύ, πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσει τον θάνατό της», όπως είχε τότε δηλώσει.
Αξιοποίησε, όμως, τη θλίψη του για να κατανοήσει εις βάθος «τον προβληματικό χαρακτήρα που βρήκε στον ρόλο του Τζον Γουίκ», ο οποίος έχασε τη γυναίκα του στην ταινία του 2014. Ο Τσαντ Σταχέλσκι, ο σκηνοθέτης του σίκουελ, είχε δηλώσει: «Ο Κιάνου είναι ο μόνος που μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. Ηταν ένα από τα θεμέλια του ρόλου. Λατρεύω τη θλίψη του. Ταυτίζομαι με αυτό και δεν νομίζω ότι το ξεπερνάς ποτέ. Η θλίψη και η απώλεια δεν φεύγουν ποτέ».
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά τα δεινά στη ζωή του ταλαντούχου ηθοποιού, η μικρότερη αδελφή του, Κιμ, πάλευε με τη λευχαιμία από το 1991. Αυτή η μακροχρόνια μάχη με τον καρκίνο είχε τεράστιο κόστος. Ευτυχώς, είχε την υποστήριξη των αγαπημένων της προσώπων – συμπεριλαμβανομένου του μεγάλου της αδελφού, Κιάνου.
Σύμφωνα με ένα άρθρο του 1999 στο Woman’s Day της Αυστραλίας, ο Ριβς την υποστήριξε όλα τα χρόνια που ακολούθησαν τη διάγνωσή της με λευχαιμία, στέλνοντάς της λουλούδια και «μηνύματα» τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα. «Αγαπώ την Κιμ. Είναι τόσο γενναία και θέλω το καλύτερο για αυτήν. Μπορείς να πρωταγωνιστήσεις σε επιτυχημένες ταινίες, αλλά αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτό που πέρασε η Κιμ».
Αλλά και κατά τη διάρκεια της λαμπρής κινηματογραφικής καριέρας του, ο Κιάνου Ριβς είδε αγαπημένα του πρόσωπα και τους καλύτερους φίλους του να χάνουν τη ζωή τους, κάτω από φρικτές συνθήκες –κάποιες φορές και από υπερβολική δόση ναρκωτικών.
Παρά τις προσωπικές τραγωδίες που έζησε ο 59χρονος ηθοποιός και το γεγονός ότι μπορεί να «σκοτώνει» αμέτρητους κακούς στη μεγάλη οθόνη, εξακολουθεί να βρίσκει μέσα του το ίδιο καλό ένστικτο που τον οδήγησε να αρνηθεί τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Platoon, επειδή, αρχικά, δεν ήθελε να εργαστεί για μια ταινία με τόσες σκηνές βίας.
Σύμφωνα με άρθρο που φιλοξενεί η βρετανική εφημερίδα Telegraph, για την επιστροφή του στη μεγάλη οθόνη στον ρόλο του Τζον Γουίκ, για το τέταρτο φιλμ από τη σειρά ταινιών του Τσαντ Σταχέλσκι, «John Wick: Chapter Four», ο καναδός ηθοποιός χρειάστηκε να «ξαναπιάσει το όπλο», που άλλοτε έδειχνε αποφασισμένος να αφήσει κατά μέρος. Ο Ριβς είχε δηλώσει σε μια συνέντευξή του ότι η θλίψη του Τζον Γουίκ ήταν κάτι με το οποίο μπορούσε να ταυτιστεί.
Στην πρώτη ταινία, ο Γουίκ χάνει τη γυναίκα του και βυθίζεται στην θλίψη, κάτι που συνέβη στην πραγματική ζωή και στον ίδιο τον ηθοποιό, χάνοντας τον έρωτα της ζωής του σε τροχαίο δυστύχημα. Η θλίψη του ήταν η κινητήριος δύναμη που τον οδήγησε εκεί. Στο να μπορεί να κατανοήσει τη βία, όταν αυτή γίνεται απαραίτητη και μονόδρομος, τουλάχιστον στη μυθοπλασία και το σινεμά.
Και την έμαθε καλά: Για τον ρόλο του Τζον Γουίκ, που αφήνει αμέτρητα θύματα στο πέρασμά του, ο Ριβς έπρεπε να εκπαιδευτεί στην χρήση όπλων, καθώς θα ενσάρκωνε έναν επαγγελματία εκτελεστή με άριστες ικανότητες. Την εκπαίδευσή του ανέλαβε ο Tαράν Μπάτλερ, που ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής στη σκοποβολή και πλέον διατηρεί στην Καλιφόρνια, την εταιρεία Taran Tactical Innovations. Ο Ριβς έκανε προπόνηση τρεις φορές την εβδομάδα και κατάφερε να γίνει άριστος σκοπευτής.
Παράλληλα, όταν ανέλαβε να παίξει τον ρόλο του Νίο, στην τριλογία «The Matrix», έπρεπε να μάθει διάφορα είδη πολεμικών τεχνών. Εκανε μια εξαντλητική καθημερινή προπόνηση με τον χορογράφο πολεμικών τεχνών Γουέν Γου Πινγκ από το Χονγκ Κονγκ, έτσι ώστε να είναι πειστικός στη μεγάλη οθόνη, και μερικές φορές εκπαιδευόταν μέχρι και δέκα ώρες την ημέρα από μόνος του. Για την ταινία, ο Κιάνου έμαθε Ζίου-Ζίτσου, Γουσού και πυγμαχία. O Τζον Γουίκ είναι επίσης εξειδικευμένος στις πολεμικές τέχνες και ευτυχώς ο Κιάνου συνέχισε την εκπαίδευσή του ακόμα και όταν τελείωσαν τα γυρίσματα του «The Matrix».
Του χρόνου ο Ριβς θα γίνει 60 ετών. Κάποτε θα πρέπει να θέσει ο ίδιος ένα τέλος στην ιδέα τού να συνεχίζει να σκοτώνει κακοποιούς, τον έναν πίσω από τον άλλο στη μεγάλη οθόνη, αν και ο Τομ Κρουζ έχει αποδείξει περίτρανα ότι τα χρόνια που κουβαλά ένας ηθοποιός στην πλάτη του δεν σημαίνουν απαραίτητα και την αρχή της κάτω βόλτας για τη φυσική του κατάσταση, ούτε αποτελούν εμπόδιο για να πρωταγωνιστεί σε ταινίες δράσης όπου υπάρχει βία και πέφτει ξύλο. Ισως το «κλειδί» για να κατανοήσουμε αυτόν τον συναρπαστικό ηθοποιό είναι να θυμηθούμε ότι έπαιξε τον Αμλετ, στη σκηνή στον Καναδά, το 1995.
Με τη συγκεκριμένη ερμηνεία κέρδισε τα εύσημα από τον εξαιρετικά αυστηρά κριτικό –με το προσωνύμιο «καταπέλτης»– Ρότζερ Λιούις: «Ενσάρκωσε την αθωότητα, την υπέροχη μανία, τη ζωώδη χάρη των αλμάτων και των ορίων, τη συναισθηματική βία που συνθέτουν τον πρίγκιπα της Δανίας», έγραψε ο κριτικός. «Είναι ένας από τους τρεις κορυφαίους Αμλετ που έχω δει, για έναν απλό λόγο: είναι ο Αμλετ! Ενας ερωτευμένος, μοναχικός άνθρωπος, πολύ αφοσιωμένος στην ενδοσκόπηση, που αποφεύγει τη βία, μέχρι αυτή να γίνει απολύτως απαραίτητη και να έχει τη δύναμη να ξεπερνά τον χώρο και τον χρόνο».