Ο βούλγαρος πολιτικός επιστήμονας Ιβάν Κράστεφ, πρόεδρος του Κέντρου Φιλελευθέρων Στρατηγικών στη Σόφια και μόνιμος συνεργάτης του Ινστιτούτου Ανθρωπιστικών Σπουδών της Βιέννης, έθεσε το ερώτημα, γιατί σε χώρες εκτός του στρατοπέδου της Δύσης δεν καταγράφεται αντίδραση στην αιματηρή εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία.
Στην ανάλυση που κάνει στους Financial Times, o Κράστεφ φέρνει μια καινούργια προσέγγιση στον τρόπο που διάφοροι λαοί ανά τον κόσμο βλέπουν σήμερα τη Ρωσία.
Ξεκινά τη διερεύνηση του θέματος με το ακόλουθο ερώτημα: «Η απροθυμία των μη Δυτικών κυβερνήσεων να επιβάλουν κυρώσεις στη Μόσχα μπορεί εύκολα να εξηγηθεί με βάση τα οικονομικά τους συμφέροντα. Αλλά πώς να εξηγήσουμε το γεγονός ότι οι πολίτες σε χώρες εκτός της Δύσης δεν αισθάνονται ηθική αγανάκτηση για την απροκάλυπτη επιθετικότητα του Κρεμλίνου;».
Απαντώντας, επικαλείται τη μελέτη «United West, Divided from the Rest» του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων (ECFR) η οποία αποκαλύπτει ότι ο πόλεμος και οι ρωσικές στρατιωτικές αποτυχίες δεν άλλαξαν τη γνώμη των πολιτών σε πολλές μη Δυτικές χώρες για τη Ρωσία.
Η Ρωσία θεωρείται «σύμμαχος» ή «εταίρος» για το 79% των ανθρώπων στην Κίνα (αυτό δεν αποτελεί έκπληξη). Ωστόσο, το ίδιο ισχύει για το 80% των Ινδών και το 69% των Τούρκων. Επιπλέον, περίπου τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων σε καθεμία από αυτές τις χώρες πιστεύουν ότι η Ρωσία είναι είτε ισχυρότερη, είτε τουλάχιστον όσο ισχυρή αντιλαμβάνονταν οι ίδιοι πως ήταν πριν από τον πόλεμο.
Η πλειοψηφία των Αμερικανών και των Ευρωπαίων θέλουν να κερδίσει τον πόλεμο η Ουκρανία, ακόμη κι αν αυτό συνεπάγεται έναν μεγαλύτερο σε διάρκεια πόλεμο και οικονομικές δυσκολίες για τους ίδιους. Αντίθετα, οι περισσότεροι Κινέζοι, Ινδοί και Τούρκοι που εξέφρασαν την άποψή τους στην έρευνα δήλωσαν ότι θα προτιμούσαν να σταματήσει ο πόλεμος το συντομότερο δυνατό – ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι η Ουκρανία θα παραχωρήσει μέρος της επικράτειάς της. Θεωρούν, δε, ότι η Δυτική υποστήριξη προς το Κίεβο υποκινείται και από άλλους λόγους πέρα από την προστασία της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας.
Παράλληλα, η Δυτική βοήθεια προς την Ουκρανία και ιδιαίτερα η παράδοση προηγμένων όπλων διευκόλυνε τα κράτη εκτός της Δύσης να αποδεχτούν το αφήγημα του Κρεμλίνου περί αντιπαράθεσης μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης. Αυτό εξηγεί κατά τον Κράστεφ και γιατί οι υποχωρήσεις του ρωσικού στρατού υπό την πίεση των ουκρανικών δυνάμεων δεν προκάλεσαν εντύπωση σε αυτές τις χώρες. Πολύ απλά, αν υποτεθεί ότι η Ρωσία αντιμετωπίζει τη Δύση στο σύνολό της, τότε πώς να προκαλέσει έκπληξη το γεγονός ότι αποτυγχάνει;
Προσπαθώντας να ερμηνεύσουν αυτές τις απόψεις, οι Δυτικοί αναλυτές στέκονται συνήθως στη διαβρωτική επίδραση της ρωσικής προπαγάνδας και στη βαριά σκιά της αποικιοκρατίας. Αλλά πολύ πιο σημαντικό κατά τους FT είναι το εξής: την ώρα που οι Ευρωπαίοι βλέπουν αυτόν τον πόλεμο ως μια επιστροφή σε μια αντιπαράθεση με τα χαρακτηριστικά του Ψυχρού Πολέμου, μεταξύ δύο ανταγωνιστικών μπλοκ, άλλοι λαοί, εκτός Δύσης, τείνουν να πιστεύουν ότι ο κόσμος είναι πλέον πολυπολικός, κατακερματισμένος δηλαδή σε πολλαπλά κέντρα ισχύος.
Επίσης, στους λαούς εκτός Δύσης διαπιστώνεται και ένα στοιχείο δυσαρέσκειας για τα προνόμια της Ευρώπης. Οσοι διατυπώνουν αυτό το παράπονο παρατηρούν, για παράδειγμα, το εξής: Οταν συμβαίνει κάτι στην Ευρώπη, αντιμετωπίζεται αυτομάτως ως παγκόσμια ανησυχία, ενώ για τα γεγονότα στην Αφρική ή στη Λατινική Αμερική αυτό δεν συμβαίνει σχεδόν ποτέ.
Πέρα, όμως, από τη διαφορετική προσέγγιση για τη σημασία της Ευρώπης, παραμένει το ερώτημα γιατί οι μη Δυτικοί δεν εκφράζουν ηθική απαξία για τον πόλεμο του Πούτιν.
Η Ρωσία έχει πάψει να τους φοβίζει
Η απάντηση του Κράστεφ μάλλον δεν θα αρέσει στο Κρεμλίνο. Ο διακεκριμένος πολιτικός επιστήμονας εκτιμά ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν εξοργίζονται από την επιθετικότητα του Πούτιν επειδή η Ρωσία έχει πάψει να θεωρείται μια παγκόσμια υπερδύναμη. Για χώρες όπως η Ινδία και η Τουρκία, η Ρωσία είναι πλέον μια χώρα περίπου σαν και αυτές, οπότε δεν υπάρχει λόγος να τη φοβούνται. «Το συνηθισμένο προνόμιο των περιφερειακών δυνάμεων είναι να μην τις μισούν έξω από την περιοχή τους. Η Μόσχα απολαμβάνει πλέον αυτό το προνόμιο» σχολιάζει.
Η Σοβιετική Eνωση ήταν μια ιδεολογική υπερδύναμη. Σοβιετικοί ινστρούχτορες στον λεγόμενο Τρίτο Κόσμο κατά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 βρίσκονταν εκεί για να ξεσηκώνουν επαναστάσεις. Ο Πούτιν, από την άλλη, δεν μπορεί να έχει ατζέντα για τον ιδεολογικό μετασχηματισμό του κόσμου που ζούμε, πέρα από το αυτοκρατορικού τύπου όραμα για τον λεγόμενο «μετασοβιετικό χώρο». Η Ομάδα Βάγκνερ στην Αφρική, για παράδειγμα, αποτελείται από μισθοφόρους που σκοτώνουν για λεφτά, όχι για ιδέες. Παραδόξως, λοιπόν, η έλλειψη της ήπιας ισχύος (soft power) που είχε η Σοβιετική Ενωση και δεν έχει (στον ίδιο τουλάχιστον βαθμό) η σημερινή Ρωσία, αφήνει πολλούς λαούς εκτός της Δύσης μάλλον ασυγκίνητους για τα όσα κάνει ο Πούτιν στην Ουκρανία.
Τώρα που η Ρωσία είναι πια μόνο μια «μεγάλη μεσαία δύναμη» (great middle power) μεταξύ πολλών άλλων, οι πόλεμοι της Ρωσίας αναμειγνύονται με όλες τις άλλες διαμάχες ανά τον κόσμο: παίρνουν τη θέση τους δίπλα στις συγκρούσεις στη Συρία, στη Λιβύη, στην Αιθιοπία και στη Μιανμάρ (Βιρμανία). Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν αποτελεί σημείο καμπής στο φαντασιακό των κοινωνιών πέρα από τη Δύση. Η απάντηση, λοιπόν, του Κράστεφ στην ερώτηση «γιατί δεν μισούν τη Ρωσία;» είναι απλή: Επειδή η Ρωσία δεν είναι πια αρκετά σημαντική για τη μισήσουν.