| Shutterstock / Creative Protagon
Θέματα

Κέιτ Μπλάνσετ: «Η τελειότητα στην ομορφιά δεν είναι ενδιαφέρουσα»

Η 55χρονη δις οσκαρική ηθοποιός μιλά για το πώς αντιλαμβάνεται την ομορφιά αλλά και τον φεμινισμό, για τη σχέση της με τον Αρμάνι, για τα «ναι» και τα «όχι» στη ζωή
Protagon Team

Στην Κέιτ Μπλάνσετ δεν αρέσει να μιλάει για την ομορφιά. «Τουλάχιστον όχι με σημείο αναφοράς τα παραδοσιακά πρότυπα», είπε, συνομιλώντας με τη Σουζάνα Μάκια της La Repubblica. «Μέρος της δουλειάς μου έγκειται στην προσέλκυση της προσοχής των θεατών και για να το κάνεις αυτό, πρέπει να έχεις μια όψη που να “βλέπεται”, να παρακολουθείται, όχι απαραίτητα όμορφη. Το πρόσωπό μου, για παράδειγμα, είναι τόσο περίεργο, που είχε αποτέλεσμα. Η αληθινή ομορφιά έχει πάντα κάτι το ξεχωριστό. Η τελειότητα δεν είναι ενδιαφέρουσα», πρόσθεσε η σαγηνευτική, ομολογουμένως, αυστραλή ηθοποιός.

Οσο για την ξεχωριστή, αντισυμβατική ομορφιά της, ενδεικτικό είναι σίγουρα το γεγονός η Κέιτ Μπλάνσετ είναι εδώ και έντεκα χρόνια το πρόσωπο της Armani Beauty, της σειράς καλλυντικών, προϊόντων μακιγιάζ και αρωμάτων του περίφημου ιταλικού οίκου μόδας.

Στην πρεμιέρα του «Disclaimer» στο Τορόντο, 9 Σεπτεμβρίου 2024 (Emma McIntyre/Getty Images/Ideal Image)

«Με τον κύριο Αρμάνι έχω μια άμεση, παθιασμένη, γόνιμη δημιουργική σχέση, εδώ και πολύ καιρό, πριν ακόμα τον γνωρίσω από κοντά. Πάντα μου άρεσε ο συνδυασμός αρσενικού και θηλυκού στη μόδα του. Μεγάλωσα τη δεκαετία του 1980, ακούγοντας τη μουσική της Ανι Λένοξ και του Ντέιβιντ Μπάουι και, επομένως, το στυλ Armani μού ήταν ανέκαθεν οικείο. Ακριβώς όπως το “ουάμπι σάμπι” όραμά του για την ομορφιά, μακριά από την έννοια της τελειότητας (το ουάμπι σάμπι είναι η ιαπωνική φιλοσοφία που εξυμνεί την ατελή ομορφιά)», ανέφερε σχετικά η Μπλάνσετ.

Αναφερόμενη ειδικά στην (παρεξηγημένη) δεκαετία του 1980, διευκρίνισε ότι της άρεσαν κυρίως «η θεατρικότητα, η χαρά και η απουσία κριτικής. Είχα φίλους σκίνχεντ, άλλοι ήταν νεο-ρομαντικοί, άλλοι γκοθάδες, άλλοι σούπερ κλασικοί που κυκλοφορούσαν με παπούτσια τύπου Mary Jane και ο καθένας έπαιρνε, έκλεβε ιδέες από την αισθητική του άλλου».

Η πρωταγωνίστρια του «Disclaimer», της σειράς σε σκηνοθεσία Αλφόνσο Κουαρόν, η πρεμιέρα της οποίας πραγματοποιήθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας (διαθέσιμη πλέον στην πλατφόρμα της Apple TV+) είναι επίσης το πρόσωπο του Giorgo Armani Sì, ενός αρώματος «με ένα σημαντικό όνομα, καταφατικό», όπως σημείωσε η δημοσιογράφος της La Repubblica.

Ερωτηθείσα ποια ήταν τα τελευταία μεγάλα «ναι» που είπε, η πολυβραβευμένη (δις με Οσκαρ) 55χρονη ηθοποιός απάντησε: «Πιστεύω ότι είμαι πολύ τυχερός άνθρωπος, γιατί κάνω τη δουλειά που αγαπώ και συνεργάζομαι με απίστευτα εμπνευσμένους ανθρώπους όπως ο Αλφόνσο Κουαρόν. Αλλά αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που ξεχνάω συχνά να πάω διακοπές. Μετά την πανδημία, όμως, καθώς η αίσθηση του χρόνου άλλαξε παγκοσμίως, ασπάστηκα την ιδέα να αντιμετωπίζω τη ζωή διαφορετικά. Ο κόσμος του κινηματογράφου είναι μια διαρκής φασαρία και είπα “ναι” στο να παραμένω σιωπηλή για λίγο, κάνοντας μερικά βήματα πίσω. Ενα άλλο σημαντικό “ναι” των τελευταίων 18 μηνών είναι η απόλαυση να κολυμπώ σε παγωμένα νερά: μου αρέσει να πηγαίνω στη Σκωτία ή στην Ισλανδία και να βουτάω σε αυτές τις πολύ κρύες θάλασσες».

Οσο για τα «όχι», σημείωσε ότι «είναι πιο δύσκολο να λες όχι και δεν συνάδει με τον χαρακτήρα μου. Οποτε είπα όχι, εκ των υστέρων αναρωτιόμουν τι θα γινόταν εάν είχα πει ναι… Πάντα θεωρούσα τη ζωή όπως εκείνα τα βιβλία που διαβάζαμε ως παιδιά στα οποία έγραφε “αν θέλεις να πας στο ηφαίστειο, πήγαινε στη σελίδα 36 , ενώ εάν θέλεις να πας στο λόφο, γύρνα στη σελίδα 17”. Το βιβλίο προσέφερε μια διαφορετική εμπειρία κάθε φορά. Τον τελευταίο καιρό, όμως, άρχισα να πιστεύω ότι είναι πιο τολμηρό να αποφασίζουμε ότι υπάρχει μόνο ένας δρόμος προς τα εμπρός. Δεν έχουμε χρόνο να διανύουμε πάρα πολλούς δρόμους, πρέπει να επιλέγουμε, να κάνουμε λιγότερα αλλά καλύτερα», υποστήριξε.

Στην επισήμανση της ιταλίδας δημοσιογράφου πως κατά τη διάρκεια της καριέρας της έχει υποδυθεί πολλές «ατρόμητες» γυναίκες, η αμερικανίδα ηθοποιός απάντησε πως «κανένας δεν είναι ατρόμητος». «Ας πούμε, τότε, θαρραλέες, τολμηρές», επέμεινε η Μάκια.

Η Κέιτ Μπλάνσετ με τον ιταλό σχεδιαστή μόδας Τζόρτζιο Αρμάνι, τον Δεκέμβριο του 2019 (EPA/WILL OLIVER)

«Το να είσαι ατρόμητος και να είσαι θαρραλέος είναι δύο διαφορετικές καταστάσεις. Στην πρώτη περίπτωση κάποιος βρίσκεται στα πρόθυρα της απώλειας συνείδησης: υπάρχουν πολλά που πρέπει να φοβόμαστε. Είναι επίσης αλήθεια, ωστόσο, ότι υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες πρέπει να βρεθείς. Κάθε φορά που δέχομαι έναν νέο ρόλο, παρότι βλέπω τις παγίδες, λέω μέσα μου “Εντάξει, αλλά γιατί να μην το κάνω;”. Και τελικά συνηθίζω τον φόβο, τον αποδέχομαι. Η στιγμή που θα βγω στη σκηνή θα έρθει αναπόφευκτα ούτως ή άλλως».

Σχετικά με τη βασική διαφορά μεταξύ μιας ερμηνείας για την τηλεόραση και μιας ερμηνείας για τον κινηματογράφο, εξήγησε ότι «στην περίπτωση της τηλεόρασης, η αφήγηση είναι εκτεταμένη, οπότε πρέπει να προσπαθείς να εκπλήσσεις τον θεατή χωρίς να αποκαλύπτεις τι μέλλει γενέσθαι. Είναι δύσκολο αλλά συναρπαστικό». Πάντως η Κέιτ Μπλάνσετ παραδέχτηκε ότι η ίδια –όχι ως ηθοποιός αλλά ως θεατής– προτιμάει περισσότερο τις ταινίες παρά τις σειρές.

«Εάν, όμως, επιλέξω να δω μια σειρά, προσπαθώ να δω όλα τα επεισόδια μαζί. Το οποίο είναι περίεργο, επειδή, αντιθέτως, όταν διαβάζω ένα βιβλίο που μου αρέσει πολύ, γυρίζω πολύ αργά τις σελίδες, ώστε να καθυστερώ όσο το δυνατόν περισσότερο το τέλος της ιστορίας. Αλλά με την τηλεόραση είναι διαφορετικά. Δυσκολεύομαι να δεσμευτώ να παρακολουθώ ένα επεισόδιο κάθε βράδυ», είπε.

Αναφέροντας ότι το 2020, πρωταγωνιστώντας στη «Mrs America» –μια εξαιρετική μίνι σειρά που αφηγείται την ιστορία του φεμινισμού στις ΗΠΑ– η Κέιτ Μπλάνσετ είχε επισημάνει πόσο επίκαιρη και κρίσιμη ήταν η συζήτηση για τον φεμινισμό, η Μάκια θέλησε να μάθει εάν εξακολουθεί να έχει την ίδια άποψη η ηθοποιός.

«Ισως θα ήταν πιο λογικό να απευθύνετε αυτή την ερώτηση στους άντρες. Ισχύει ό,τι ισχύει και για τον ρατσισμό: δεν πρέπει να μιλάμε για αυτόν με αυτούς που τον υφίστανται αλλά με εκείνους που φέρουν την ευθύνη. Υπάρχει ένας φιλόδοξος μισογυνισμός που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Πρόκειται για κάτι το συστημικό εντός των πατριαρχικών δομών. Και παρότι υπήρξαν μητριαρχικά μοντέλα στην Ιστορία, κανείς δεν μιλάει για αυτό, κανείς δεν προσδοκά διαφορετικά κοινωνικά συστήματα. Επιστρέφοντας λοιπόν στο ερώτημα, με κίνδυνο να ακουστούμε κοινότοπες, ναι, πρέπει να συνεχίσουμε να μιλάμε περί φεμινισμού», είπε η Κέιτ Μπλάνσετ.

Οσο για τα ηλικιακά στερεότυπα, «είμαστε πάντα λίγο των άκρων. Λάβετε υπόψη την εμμηνόπαυση: μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν μιλούσαμε καθόλου για αυτήν, τώρα δεν μιλάμε για τίποτα άλλο. Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν γυναίκες, σε ορισμένα μέρη του κόσμου, για τις οποίες αυτά τα θέματα είναι ταμπού. Αρα είναι θετικό ότι αντιμετωπίζονται και πιστεύω ότι, αργά ή γρήγορα, θα βρεθεί μια ισορροπία», σημείωσε.

Ολοκληρώνοντας τη συνέντευξή της στη La Repubblica η Κέιτ Μπλάνσετ αποκάλυψε ότι στο μέλλον θα ήθελε να αφοσιωθεί στη «φροντίδα ενός κήπου, ενός ανθισμένου κήπου».