Οι εκλογές στη Βρετανία στις 4 Ιουλίου αναμένεται ότι θα ανοίξουν ένα νέο κεφάλαιο στη διαπραγμάτευση για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα καθώς όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι είναι εξαιρετικά πιθανό ο νέος πρωθυπουργός της χώρας να είναι ο ηγέτης των Εργατικών, Κιρ Στάρμερ. Ο οποίος έχει κινηθεί σε εντελώς διαφορετικό κλίμα από τον νυν πρωθυπουργό Ρίσι Σούνακ για το ζήτημα, χωρίς βέβαια αυτό σημαίνει ότι εάν εκλεγεί η διαπραγμάτευση θα πάψει να είναι μια δύσκολη υπόθεση και για τις δύο πλευρές.
Παρότι επισήμως τα στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης δεν μιλούν για το θέμα, αντίθετα μοιάζουν να μετρούν πολύ προσεκτικά τα λόγια τους εφόσον οποιαδήποτε νύξη θα αποτελούσε παρέμβαση στην εκλογική διαδικασία μιας άλλης χώρας, συγκλίνουσες πληροφορίες αναφέρουν ότι στο παρασκήνιο υπάρχει κινητικότητα.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά, αρχίζοντας από την τελευταία εξέλιξη. Η απόφαση της Ζεϊνέπ Μποζ, εκπροσώπου του τουρκικού υπουργείου Πολιτισμού στην UNESCO, να πει ξεκάθαρα ότι δεν υπήρξε ποτέ φιρμάνι πώλησης των Γλυπτών στον Ελγιν (εδώ), δεν ήρθε τυχαία.
Διασταυρωμένες πληροφορίες του Protagon αναφέρουν ότι η κίνηση της Τουρκίας που ακυρώνει το βασικό επιχείρημα των Βρετανών, ότι τάχα οι αρχαιότητες που έκλεψε ο λόρδος Ελγιν στις αρχές του 19ου αιώνα από την Ακρόπολη είχαν αποκτηθεί νόμιμα, ήρθε στο πλαίσιο πολύ συγκεκριμένων επαφών.
Οι επαφές αυτές οδήγησαν στο καλό αποτέλεσμα, το οποίο βασίζεται στην ιστορική αλήθεια και, σύμφωνα με όσα ανέφερε στο Ρrotagon πηγή που γνωρίζει άριστα τις εξελίξεις, υπάρχουν οι εξής διαστάσεις:
—H εκπρόσωπος της Τουρκίας στην Unesco μιλάει βάσει δεδομένων, με άλλα λόγια εκπροσωπεί εκείνους «που είναι η δουλειά τους να γνωρίζουν αν σώζεται τέτοιο έγγραφο και ξέρουν το υλικό τους πολύ καλά», τόνισε η πηγή. Επίσης σημείωσε πως «το επιχείρημα των Βρετανών ότι υπάρχει φιρμάνι δεν καταρρίπτεται μόνον από τη δημόσια θέση που έλαβε η Τουρκία, αλλά και από το γεγονός ότι (οι Βρετανοί) δεν έχουν παρουσιάσει ποτέ το φιρμάνι στο οποίο βάσισαν το επιχείρημά τους ότι τα Γλυπτά δεν είναι κλεμμένα».
Παράλληλα, διπλωματική πηγή σημείωσε ότι η Ελλάδα και η Τουρκία βρίσκονται στην ίδια πλευρά σε ό,τι αφορά την παράνομη διακίνηση των πολιτιστικών αγαθών. Εχει υπογραφεί άλλωστε και σχετικό μνημόνιο. Το ίδιο πρόσωπο ανέφερε ότι η ανοιχτή θέση της Αγκυρας στην Unesco είναι και αποτέλεσμα των βελτιωμένων σχέσεων που υπάρχουν αυτή τη στιγμή με την Τουρκία.
«Δεν υπήρξε ποτέ φιρμάνι οθωμανικό το οποίο έδωσε στον Ελγιν τη δυνατότητα να φερθεί με τη βαρβαρότητα που φέρθηκε στα Γλυπτά του Παρθενώνα. Στη σύνοδο (σ.σ.: της Unesco) η εκπρόσωπος της Τουρκίας επιβεβαίωσε αυτό το οποίο υποστηρίζει εδώ και χρόνια η ελληνική πλευρά. Oτι δεν υπήρχε φιρμάνι» δήλωσε την Τρίτη από τη Ρόδο η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. «Η Ελλάδα είναι, πάντα, ανοικτή στον διάλογο» πρόσθεσε, τονίζοντας ότι η χώρα μας «έχει προσπαθήσει και θα συνεχίζει να προσπαθεί, προκειμένου ο μεγάλος εθνικός στόχος, που είναι η ικανοποίηση του εθνικού αιτήματος της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα, στο Μουσείο της Ακρόπολης, να γίνει πραγματικότητα».
Μετά την 4η Ιουλίου
Αν οι εκλογές στη Βρετανία οδηγήσουν στην αντικατάσταση του Ρίσι Σούνακ από τον Στάρμερ των Εργατικών, ο πρωθυπουργός, η υπουργός Πολιτισμού και τα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης που τρέχουν το θέμα θα επιλέξουν τον κατάλληλο χρόνο και τον τρόπο για να εκδηλωθεί η ελληνική πρωτοβουλία.
Εχει ενδιαφέρον εδώ ότι και το Βρετανικό Μουσείο επιβεβαίωσε στην ΕΡΤ την Τρίτη (4/6) ότι επιθυμεί την επικοινωνία με την Ελλάδα για την εξεύρεση λύσης.
Διπλωματική πηγή ανέφερε ότι, με δεδομένη τη διάθεση που έχει δείξει ο Στάρμερ να συζητήσει το ζήτημα ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, ειδικά όταν ο Σούνακ αρνήθηκε να δει τον Κυριάκο Μητσοτάκη τον περασμένο Νοέμβριο, το χειρότερο που θα μπορούσε να κάνει η Ελλάδα είναι να κινηθεί βιαστικά και να τον «πιάσει από τον λαιμό» μόλις καθίσει στην καρέκλα του πρωθυπουργού της Βρετανίας.
Παράλληλα, στην κυβέρνηση γνωρίζουν ότι οι πολιτικές των χωρών, και ιδίως των μεγάλων χωρών όπως η Βρετανία, δεν αλλάζουν με τους πρωθυπουργούς. Επομένως, δεν υπάρχει η προσδοκία αλλαγής της νομοθεσίας του 1963 που απαγορεύει στο Βρετανικό Μουσείο τη μόνιμη επιστροφή των Γλυπτών. Αποτελεί κρατική πολιτική και στη Βρετανία η κρατική πολιτική έχει συνέχεια.
Ωστόσο, όπως έχει δηλώσει και το Βρετανικό Μουσείο, ακόμα κι αν δεν αλλάξει ο νόμος, μπορεί να υπάρξει μια κοινά αποδεκτή λύση. Το θέμα είναι να υπάρξει η πολιτική ευελιξία που δεν την είδαμε από τον Σούνακ.
Η ίδια διπλωματική πηγή εκτιμά πως, αν επικρατήσει ο Στάρμερ, η υπόθεση των Γλυπτών θα μπορούσε να προχωρήσει στο πλαίσιο της ευρύτερης βελτίωσης των ελληνοβρετανικών σχέσεων οι οποίες, παρότι έχουν μεγάλο ιστορικό βάθος, βρίσκονται σε κακή φάση. Επομένως, η προτιμητέα οδός φαίνεται ότι θα να είναι να ενταχθεί το θέμα στο ευρύτερο πλαίσιο των αμυντικών και πολιτικών σχέσεων και το πιθανότερο ότι αυτό θα μπορούσε να γίνει μέσα από τις επαφές του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον νέο βρετανό πρωθυπουργό.
Σε ό,τι αφορά την πιθανή νέα υπουργό Πολιτισμού της Βρετανίας αν επικρατήσουν οι Εργατικοί δεν αποκλείεται να είναι η σκιώδης υπουργός του Στάρμερ, Τάνγκραμ Ντεμπονέρ. Η ίδια είχε χαρακτηρίσει τον περασμένο Νοέμβριο «μικροπρεπή» και «μικρόψυχη» την ακύρωση της συνάντησης με τον Κυριάκο Μητσοτάκη από πλευράς Σούνακ.
Μια ακόμα πιο προωθημένη άποψη έτερου διπλωματικού παράγοντα αναφέρει ότι ακόμη κι αν θέλουν οι Εργατικοί να φέρουν στη Βουλή την αλλαγή της νομοθεσίας του 1963 (ο ίδιος μάλιστα δεν το αποκλείει), η αλλαγή δεν θα περάσει. Διότι θα ανοίξει την πόρτα για την διεκδίκηση πολλών αρχαιοτήτων πχ. από την Ινδία και την Κίνα και θα ενισχύσει τους φόβους για την απογύμνωση του Βρετανικού Μουσείου από τους ξένους θησαυρούς. Επομένως, τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών να αντιμετωπιστούν ως ειδική περίπτωση και με ειδική φόρμουλα.
Προς το παρόν, αυτό που γνωρίζουμε από τους Financial Times είναι ότιμ αν το Βρετανικό Μουσείο και η ελληνική κυβέρνηση καταλήξουν σε μια συμφωνία δανεισμού, μια κυβέρνηση των Εργατικών δεν θα σταθεί εμπόδιο. Το λεπτό σημείο είναι να μην αναγνωρίζεται από την Ελλάδα η ιδιοκτησία των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο, κάτι που ήδη αποτελεί όπως φαίνεται αντικείμενο προεργασίας στο παρασκηνιακό διάλογο της Αθήνας με τον πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου (και πρώην υπουργό Οικονομικών της Βρετανίας), Τζορτζ Οσμπορν.
Η άλλη παράμετρος είναι ότι, μετά τις ευρωεκλογές, η παρούσα ελληνική κυβέρνηση, η οποία έχει ανακινήσει μεθοδικά (αναλυτικά εδώ) τη δημόσια συζήτηση για τα Γλυπτά, και έχει δημιουργήσει ένα προηγούμενο επιστροφής τμημάτων του Παρθενώνα από την Ιταλία, έχει μπροστά της καθαρό χρόνο τριών ετών για τα βρει με τη νέα βρετανική ηγεσία.
Επίσης, δεν υπάρχει —τουλάχιστον με την ίδια μορφή— η τοξική προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ, όπως επί των ημερών Τσίπρα ο οποίος είχε φτάσει στο σημείο να δηλώσει (3/2/2023) ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη «βγάζει στον πλειστηριασμό τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Από τη Μελίνα, πήγαμε στην κομπίνα».
Γνωρίζουμε επίσης ότι οι δημοσκοπήσεις στη Βρετανία είναι συντριπτικά υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών, ότι οι Times του Λονδίνου άλλαξαν θέση υπέρ της Ελλάδας και ότι πολλοί και σημαντικοί βρετανοί αρχαιολόγοι και δημοσιογράφοι στηρίζουν το ελληνικό αίτημα. Οι προϋποθέσεις επομένως υπάρχουν αλλά όλες οι πηγές με τις οποίες συνομίλησε το Protagon τονίζουν ότι δεν πρέπει να υπάρξει βιασύνη. Αντιθέτως η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει τις μεθοδικές κινήσεις που δρομολόγησε από το 2020 και μετά.