Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι διέφυγαν ή προσπάθησαν να διαφύγουν από την αλήστου μνήμης Ανατολική Γερμανία (DDR) μέσα σε χρονικό διάστημα 40 ετών γράφει η Süddeutsche Zeitung με αφορμή την επέτειο από την ανέγερση του «τείχους του αίσχους» στο Βερολίνο, στις 13 Αυγούστου 1961. Εκείνοι οι παράτολμοι Γερμανοί, που έτυχε να ζουν στο ανατολικογερμανικό «σοβιετικό λάφυρο», είχαν επιχειρήσει έξοδο με κάθε τρόπο από τη μεγάλη φυλακή τους: πεζή, σιδηροδρομικώς, οδικώς, κ.λπ. Φυσικά, έπαιρναν μέτρα προφύλαξης, κρύβονταν, διότι υπήρχε και η μικρή φυλακή, το κελί.
Μόνο μέσω της Βαλτικής είχαν σημειωθεί 5.600 απόπειρες διαφυγής, ωστόσο επιτυχημένες ήταν οι εννιακόσιες. Οσοι συλλαμβάνονταν κλείνονταν με συνοπτικές διαδικασίες στα κρατικά μπουντρούμια. Αλλά και για εκατοντάδες άλλους τα παγωμένα νερά έγιναν τάφος. Ενας από εκείνους που κατάφεραν να περάσουν στη Δυτική Γερμανία ήταν και ο γιατρός Πέτερ Ντέμπλερ, 81 ετών σήμερα. Κολύμπησε 50 χιλιόμετρα στη Βαλτική και βρήκε την ελευθερία του, την οποία όπως ο ίδιος λέει την κατασπατάλησε «ξεδιάντροπα», αφού «το είχε ανάγκη».
Η ιστορία του Ντέμπλερ δείχνει τι βάσανα μπορούν να αντέξουν οι άνθρωποι για να αποκτήσουν την ελευθερία τους, γράφουν οι Γερμανοί και εξιστορούν τις λεπτομέρειες της περιπέτειας του πριν από μισόν αιώνα, στις 25 Ιουλίου 1971.
Μπόρεσε και έφθασε ζωντανός στην ακτή της Δυτικής Γερμανίας ύστερα από επίπονη προπόνηση πολλών ετών και επισταμένη παρακολούθηση του φυλακίου… παρακολούθησης που υπήρχε στην ακτή της Ανατολικής Γερμανίας. Μαζί του είχε μόνο μερικές σοκολάτες και διεγερτικά χάπια αμφεταμίνης. Για να δημιουργήσει κάποια στεγανότητα στο σώμα του, είχε αλειφτεί με βαζελίνη. Τα χαρτιά του τα είχε βάλει σε ένα πλαστικό σακουλάκι που το έχωσε στο μπουφάν του. Και βούτηξε στα νερά. Διένυσε μεγάλη απόσταση, 50 χιλιόμετρα, κάτι που σημαίνει μεγαλύτερη απόσταση από τη μικρότερη των Στενών της Μάγχης. Ηταν άθλος.
Τα προηγούμενα, που αφηγήθηκε ο ίδιος στη Süddeutsche, αφορούν κρατική καταπίεση και οικογενειακή δυστυχία στην DDR. Ηταν επικριτικός απέναντι στο σύστημα, έτσι προκάλεσε τις επιπλήξεις των ανωτέρων του. Δεν μπόρεσε να πάρει ειδικότητα, οι δικοί του έμειναν ανέστιοι, η γυναίκα του τον χώρισε. Πριν εγκαταλείψει τη χώρα άφησε μία κασέτα στο γραφείο του προϊσταμένου του. Περιείχε εργατικά τραγούδια του κόμματος με στίχους όπως «ας έχουμε έναν στόχο κατά νου, πώς να ζήσουμε καλύτερα».
Μαζί με τα άσματα τού άφησε και ένα ηχογραφημένο μήνυμα που έδινε στα τραγούδια αντίστροφο νόημα. Φεύγω, του έλεγε, πάω να βρω καλύτερη ζωή. Ο Ντέμπλερ θυμάται το περιστατικό, γελάει και δηλώνει υπερήφανος: «Ηταν ένα χαστούκι στο πρόσωπο της Στάζι»…
Υστερα από 12 ώρες κολύμπι πέρασε από κοντά του ένα φορτηγό με ρότα για Σουηδία, αλλά δεν τον είδε. Μόλις ήταν έτοιμος να λιποθυμήσει από την εξάντληση είδε φώτα στην ακτή. Ηταν η Δυτική Γερμανία. Αναλογιζόμενος σήμερα τη ζωή του δηλώνει «υπερήφανος για τον εαυτό του» και για το γεγονός ότι είχε πάρει τη σωστή απόφαση τότε. «Τα επόμενα 50 χρόνια τα έζησα ευτυχισμένος. Εκανα δυο γάμους και πολλά ταξίδια»…