Ο έρωτας –καθημερινός, ποιητικός, μυθιστορηματικός, αγοραίος– ουδέποτε προβάλλεται στα οικονομικά media, διότι δεν τυγχάνουν μέρος της λαοφιλούς κατηγορίας του λάιφσταϊλ. (Μόνο αναλύοντας τον πίνακα τρεχουσών συναλλαγών ενδέχεται να ασχοληθούν με την αξία των εισαγωγών σεξουαλικών βοηθημάτων.) Ετσι, συγχαρητήρια αξίζουν οι Financial Times του λονδρέζικου Σίτι, που αποφάσισαν να σπάσουν τα ταμπού και εμπότισαν με αισθηματικό εσάνς την ψυχρή δημοσιογραφία τους περί κέρδους και κόστους.
Βέβαια, αν οι δύο ερωτευμένες καρδιές της ιστορίας τους δεν ήταν Βορειοκορεάτες, αν στο φόντο δεν διακρίνονταν οι φυλακές του Κιμ, το πάθος των υπηκόων του για ελευθερία, οι διηπειρωτικοί πύραυλοι πίσω από τα συρματοπλέγματα, κ.λπ., το εκτενές κείμενο μπορεί και να έμενε στα αζήτητα μέχρι τον Αύγουστο των μεγάλων διακοπών. Ωστόσο, δημοσιεύθηκε νωρίτερα. Το στόρι του εν συντομία.
Η Τζου, φυγάς στη Νότια Κορέα από το 2017, μία ωραία πρωία νόμισε πώς είδε στο μετρό της Σεούλ έναν άνδρα που είχε αγαπήσει στην πατρίδα της, τον Χιεόκ. Ταράχτηκε, αλλά τζάμπα. Ηταν, απλώς, κάποιος που του έμοιαζε. Ομως, όπως λέει και το ελαφρολαϊκό άσμα, με κάτι τέτοια φλας «οι αναμνήσεις ξαναγυρίζουνε και μου θυμίζουνε» κ.λπ. Ηταν ωραίος έρωτας για τις συνθήκες του καθεστώτος, απαλλαγμένος από περιττό ρομαντισμό.
Οι δύο νέοι χώρισαν όταν η Τζου αυτομόλησε οικογενειακώς στο κράτος του Νότου μέσω Ταϊλάνδης. Ο άνδρας έμεινε πίσω χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα πού ήταν η καλή του. Εψαξε, δεν τη βρήκε. Ενιωσε εξαπατημένος, και δικαίως.
Μία δεύτερη ωραία πρωία, μετά την οφθαλμαπάτη του μετρό φυσικά, η Τζου τηλεφώνησε «από ένα μυστικό τηλέφωνο» στον Χιεόκ. Ο άνθρωπος τα έχασε, συγκινήθηκε. Την επομένη η Τζου τον ξανακάλεσε και πήγε να τον κάψει: «Ελα στη Σεούλ».
Ο Χιεόκ παλάβωσε, φοβήθηκε ότι η καριέρα του ως ειδικού στους υπολογιστές μαθηματικού θα τελειώσει άσχημα, πολύ άσχημα. Η Τζου του είπε ότι θα πληρώσει αυτή όλα τα έξοδα, τα λαδώματα κ.λπ. Της έκλεισε το τηλέφωνο. Αλλά στη συνέχεια και αυτός έπαθε ένα παλαβό επεισόδιο σαν εκείνο του μετρό, στον ύπνο του όμως. Ονειρεύτηκε το εξωτερικό και μια ζωή ευτυχισμένη…
Τελικά το πήρε απόφαση και πέρασε τα σύνορα. Η περιπέτειά του δεν είχε μόνο Ταϊλάνδη, όπως της αγαπημένης του, αλλά και λίγο από Κίνα και Λάος. Για να το μεταφέρουμε στη δική μας γειτονιά, είναι σαν να επιχειρήσεις να πας στο Παλέρμο με σκοπό να βρεις τη Σιτσιλιάνα σου μέσω Νορβηγίας και Αιγύπτου, ώστε να μπερδέψεις τους μαφιόζους διώκτες σου.
Οταν κάποτε έφθασε στη Σεούλ, ο Χιεόκ, 35 ετών, παντρεύτηκε την Τζου, 27 ετών. Το happy end έστεψε το δικό τους 2022. Οι Financial Times έγραψαν ότι «μοιάζουν με ηλικιωμένο ζευγάρι», ότι «αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλον με σεβασμό» και «κυκλοφορούν πάντα μαζί». Ολα τα βάσανα που τράβηξαν χαλάλι τους!