Πού βρισκόμαστε καθώς συμπληρώνεται ένας χρόνος από την 24η Φεβρουαρίου του 2022 και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία; Την ώρα που πολλοί δυτικοί πολιτικοί (ανάμεσά τους ο Κυριάκος Μητσοτάκης), στρατιωτικοί ηγέτες και διπλωμάτες συνεδρίαζαν στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, ανάλυση του Ισάν Θαρόρ της Washington Post, υπογράμμιζε ότι στην κορυφή της ατζέντας τους ήταν ένα και μόνο πράγμα: η ρωσική ήττα.
Η εισβολή πυροδότησε έναν πόλεμο που έχει στοιχίσει δεκάδες χιλιάδες ζωές, έχει προκαλέσει τον εκτοπισμό εκατομμυρίων ανθρώπων, έχει καταστρέψει ολόκληρες πόλεις της Ουκρανίας και έχει συσσωρεύει ζημιές πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ στις υποδομές της χώρας. Παράλληλα, ο πόλεμος ενίσχυσε την αποφασιστικότητα των δυνάμεων της Δύσης και σύντομα αναμένεται να οδηγήσει και τυπικά στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ (αν υποχωρήσει η Τουρκία για τη Σουηδία).
Η Washington Post (WP) στέκεται στα μηνύματα που αναμένονται από πλευράς των κορυφαίων αξιωματούχων της Δύσης για την πορεία του πολέμου:
-Το Σάββατο, 18 Φεβρουαρίου, στο Μόναχο η αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Κάμαλα Χάρις στην ομιλία της μίλησε για «τη συνεχιζόμενη δέσμευση των ΗΠΑ στην Ουκρανία». Και διαβεβαίωσε το Κίεβο ότι η ζωτική υποστήριξη και ο συντονισμός των ΗΠΑ στις προσπάθειες της Ουκρανίας να αποκρούσει τη ρωσική εισβολή θα συνεχιστεί.
Σε συναντήσεις που είχε την απερλθούσα εβδομάδα με τους υπουργούς Αμυνας του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, ο αμερικανός υπουργός Αμυνας, Λόιντ Οστιν, τόνισε ότι μια πιθανή αντεπίθεση της Ουκρανίας έχει «αληθινά καλές πιθανότητες να κάνει σε σημαντικό βαθμό τη διαφορά στο πεδίο της μάχης και να καταστήσει ξεκάθαρο ποιος έχει την πρωτοβουλία».
Στο περιθώριο της ίδιας συνόδου, ο αρχηγός του γενικού επιτελείου των ΗΠΑ, στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, ανέφερε ότι η απομονωμένη Ρωσία είχε ήδη αποτύχει. «Η Ρωσία είναι πλέον ένας διεθνής παρίας», είπε. «Εν ολίγοις, η Ρωσία έχασε. Εχουν ηττηθεί στρατηγικά, επιχειρησιακά και τακτικά».
Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πόλεμος που διεξήγαγε ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν ήταν καταστροφικός για τη χώρα του. Οι εκτιμήσεις των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών για τις απώλειες των Ρώσων στα πεδία των μαχών αυτούς τους δώδεκα μήνες, φτάνουν στον αριθμό των 200.000 νεκρών και τραυματιών (οι νεκροί υπολογίζονται σε 60.000).
Το νέο κύμα των 300.000 στρατιωτών -και μέσω της επιστράτευσης- του Πούτιν φαίνεται ότι έχει αναπτυχθεί σχεδόν πλήρως στα πεδία των μαχών στην Ουκρανία. Εκτιμάται ωστόσο ότι στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούν μόνο να περιορίσουν την πρόοδο των Ουκρανών για την ανάκτηση εδαφών που κατέλαβε η Ρωσία: «Τις τελευταίες εβδομάδες, οι απώλειες για το Κρεμλίνο ήταν ιδιαίτερα μεγάλες και με επιπτώσεις για το ηθικό των δυνάμεων» σημειώνει η εφημερίδα.
Νέες απώλειες για τους Ρώσους αν επιτεθούν;
Η φημολογούμενη νέα ρωσική επίθεση ενδέχεται να προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερες απώλειες για τους Ρώσους. «Εάν τα έως τώρα ποσοστά απωλειών αποτελούν ένδειξη, η επερχόμενη επίθεση θα μπορούσε να οδηγήσει σε άνευ προηγουμένου απώλεια ζωών και να πυροδοτήσει την πλήρη κατάρρευση του ηθικού μεταξύ των ήδη αποθαρρυμένων στρατευμάτων της Ρωσίας», σημείωσε ο Πίτερ Ντίκινσον του ινστιτούτου Atlantic Council της Ουάσιγκτον. «Αυτό θα έκανε πολύ δύσκολη τη ζωή για τον ρωσικό στρατό στην Ουκρανία καθώς θα βρισκόταν αντιμέτωπος με την κατάρρευση της πειθαρχίας η οποία θα περιόριζε σοβαρά την ικανότητά του να διεξάγει επιθετικές επιχειρήσεις».
Αρματα μάχης και πυρομαχικά «εξαντλούνται»
Παράλληλα, δυτικές πηγές εκτιμούν ότι ο ρωσικός στρατός έχει δει το οπλοστάσιό του να εξαντλείται σε σημαντικό βαθμό. Σύμφωνα με εκτίμηση που δημοσιεύτηκε αυτή την εβδομάδα από το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών, ο Πούτιν έχει χάσει σχεδόν τα μισά άρματα μάχης που διαθέτει και ανατρέχει στα αποθέματα όπλων παλαιότερης γενιάς (ακόμη και της σοβιετικής εποχής). Παράλληλα, το αποθέματα πυρομαχικών της Ρωσίας μειώνονται γρήγορα (αν και το ίδιο συμβαίνει με τα αυτά της Ουκρανίας).
Ο πόλεμος και ιδίως η επιστράτευση που έγινε στη Ρωσία προκάλεσαν κύμα φυγής ανθρώπων που εγκατέλειψαν απεγνωσμένοι τη χώρα. Πολλοί ακτιβιστές και ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι έφυγαν επίσης από τη Ρωσία και το ίδιο εκτιμάται ότι έκανε και το 10% του εργατικού δυναμικού της χώρας στον τομέα της πληροφορικής. «Αυτή η έξοδος είναι ένα τρομερό πλήγμα για τη Ρωσία» ανέφερε η ρωσίδα ιστορικός Ταμάρα Εϊντελμαν η οποία μετακόμισε στην Πορτογαλία μετά την εισβολή. «Τα κοινωνικά στρώματα που θα μπορούσαν να αλλάξουν κάτι στη χώρα έχουν αποχωρήσει».
Οι δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία έχουν προκαλέσει ύφεση στην οικονομία της, επηρέασαν σοβαρά τη βιομηχανική παραγωγή και έδωσαν τέλος σε μια εποχή προσέγγισης της Ρωσίας με την Ευρώπη. Ωστόσο, παρότι τα μέτρα των Δυτικών έχουν επιφέρει επώδυνο πλήγμα για τη Ρωσία, δεν ανάγκασαν ως τώρα τον Πούτιν να κάνει πίσω.
Η άλλη όψη
«Αντί για ανάπτυξη, έχουμε ύφεση. Αλλά παρά ταύτα, δεν πρόκειται για κατάρρευση, δεν είναι καταστροφή» ανέφερε ο Σεργκέι Αλεξασένκο, πρώην αναπληρωτής διοικητής στην κεντρική τράπεζα της Ρωσίας σε ομιλία του σε εκδήλωση που έγινε στην Ουάσιγκτον τον Ιανουάριο. «Δεν μπορούμε να πούμε ότι η ρωσική οικονομία έχει καταστραφεί, ότι ο Πούτιν δεν έχει άλλα κεφάλαια για να συνεχίσει τον πόλεμό του. Οχι, αυτό δεν είναι αλήθεια» τόνισε.
Τα έσοδα του Πούτιν προήλθαν και από τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου και πετρελαίου που έκαναν οι Ευρωπαίοι. Ανεξάρτητα από τη δηλωμένη επιθυμία τους να απογαλακτιστούν το ταχύτερο δυνατό από τη ρωσική ενεργειακή εξάρτηση, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν εγκατέλειψαν εντελώς τη ρωσική ενέργεια, ακόμη και όταν η πολεμική μηχανή του Πούτιν χτυπούσε την Ουκρανία.
Ωστόσο, το γεωπολιτικό ρήγμα με τη Ρωσία επιταχύνει τη μετάβαση της Ευρώπης σε μια οικονομία απαλλαγμένη από τον άνθρακα και μειώνει τη δυνατότητα της Ρωσίας να εκβιάζει την Γηραιά Ηπειρο.
«Τα αποτελέσματα ήδη μιλούν από μόνα τους. Για πρώτη φορά το 2022, η αιολική και η ηλιακή ενέργεια είχαν μαζί το μεγαλύτερο μερίδιο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, πάνω από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο», σχολίασε το αμερικανικό περιοδικό Foreign Policy. Παράλληλα η Ευρώπη επιταχύνει την προσπάθεια απαλλαγής από τον άνθρακα επιδοτώντας τις αντλίες θερμότητας και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Δεν ήρθε το τέλος του πολέμου
Παρά τη βεβαιότητα για τη ρωσική αποτυχία μεταξύ των δυτικών αξιωματούχων και αναλυτών, ο πόλεμος δεν φαίνεται ακόμη να τελειώνει. Ο βασικός λόγος κατά τους ίδιους αναλυτές είναι η αποφασιστικότητα και οι αυταπάτες του ίδιου του Πούτιν.
Σε κοινό τους άρθρο στο Foreign Affairs, οι Φιόνα Χιλ και Αντζελα Στεντ, ανέφεραν ότι «από τον Φεβρουάριο του 2022, ο κόσμος έμαθε ότι ο Πούτιν θέλει να δημιουργήσει μια νέα εκδοχή της ρωσικής αυτοκρατορίας με βάση τις παραστάσεις του από τη σοβιετική εποχή και τις ερμηνείες του για την ιστορία». Επίσης, το συμπέρασμα τους είναι ότι δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή στη Ρωσία καμία πολιτική δύναμη που να μπορεί να τον σταματήσει. Ούτε τον ίδιο, ούτε το στρατιωτικό του επιτελείο.
«Δύσκολο να τους εκδιώξουν από παντού»
Παράλληλα, η Ουάσιγκτον θέλει να αποφύγει έναν παρατεταμένο πόλεμο. Ο στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, αρχηγός του γενικού επιτελείου των ΗΠΑ, περιέγραψε την κατάσταση μιλώντας στους Financial Times: «Θα είναι σχεδόν αδύνατο για τους Ρώσους να επιτύχουν τους πολιτικούς τους στόχους με στρατιωτικά μέσα. Είναι απίθανο η Ρωσία να νικήσει την Ουκρανία. Απλώς δεν πρόκειται να συμβεί (…) Είναι επίσης πολύ δύσκολο για την Ουκρανία να διώξει φέτος τους Ρώσους από κάθε εκατοστό της ρωσοκρατούμενης Ουκρανίας. Δεν σημαίνει αυτό ότι δεν μπορεί να συμβεί… Αλλά είναι εξαιρετικά δύσκολο. Και θα απαιτούσε ουσιαστικά την κατάρρευση του ρωσικού στρατού».
Στην Ουάσιγκτον, σύμφωνα με τις πληροφορίες της Washington Post, η κυβέρνηση Μπάιντεν παραμένει αμετακίνητη στη γραμμή της συνεχιζόμενης υποστήριξής προς το Κίεβο. Παράλληλα όμως φροντίζει να καθιστά σαφές στις ουκρανικές αρχές ότι το τρέχον επίπεδο οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας ίσως είναι δύσκολο να διατηρηθεί, ειδικά μετά την κυριαρχία του Ρεπουμπλικανικού κόμματος στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
«Θα συνεχίσουμε να προσπαθούμε να τους μεταφέρουμε το μήνυμα ότι δεν θα μπορούμε να κάνουμε τα πάντα για πάντα» είπε σύμφωνα με την WP ανώτερος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου τις τελευταίες ημέρες, αναφερόμενος στην ηγεσία του Κιέβου.