Νέστωρ Βαρβέρης, «Ο Κολοκοτρώνης κατευθυνόμενος προς τη Νεμέα», 1908. | Εθνική Πινακοθήκη - Παράρτημα Ναυπλίου. Συλλογή Ιδρύματος Ε.Κουτλίδη
Θέματα

Ιστορία: 200 χρόνια από τον πρώτο ελληνικό Εμφύλιο

Μετά τα δύο πρώτα χρόνια με τις συνεχείς επιτυχίες των Ελλήνων αγωνιστών η σκιά της εμφύλιας σύρραξης κάνει την εμφάνισή της το 1823, για να καλύψει πλήρως την Πελοπόννησο στις αρχές του 1824. Η σύγκρουση των οπλαρχηγών -με επικεφαλής τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη- και της νέας κυβέρνησης Κουντουριώτη θα φέρει αντιμέτωπες δύο παρατάξεις και θα υπονομεύσει την ίδια την έκβαση της Επανάστασης
Protagon Team

Τον Μάρτιο του 1824 η κυβέρνηση του Γεωργίου Κουντουριώτη -με τους Παναγιώτη Μπόταση, Ιωάννη Κωλλέτη, Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λόντο- έχει αποκτήσει ισχυρά πολιτικά ερείσματα και ετοιμάζεται να ξοδέψει την πρώτη δόση του αγγλικού δανείου. Με τα χρήματα αυτά θα προσφέρει αργότερα πάνω από 2.000 διπλώματα στρατηγίας, αντιστρατηγίας, χιλιαρχίας, υποχιλιαρχίας και εικοσιπενταρχίας, μαζί με τους μισθούς που δήθεν αντιστοιχούσαν στα σώματά τους -που βέβαια υπήρχαν μόνο στα χαρτιά. Έδρα του νέου Εκτελεστικού είναι το παραθαλάσσιο Κρανίδι Αργολίδας, το οποίο παρέχει ασφάλεια από τις επιδρομές των αντιπάλων ενώ βρίσκεται πιο κοντά στην Ύδρα, βασικό πυλώνα υποστήριξης των «κυβερνητικών».

Αντιθέτως, στην Τριπολιτσά έχουν έδρα τα μέλη του Παλαιού Εκτελεστικού, με επικεφαλής τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και συμμάχους τον Νικήτα Σταματελόπουλο, τους προκρίτους Δεληγιάννηδες και τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Ο Θ.Κολοκοτρώνης αντιλαμβάνεται από τους πρώτους ότι η κυβέρνηση αποκτά λαϊκά ερείσματα. Όπως θα γράψει αργότερα: «Τα δάνεια εδυνάμωσαν την Κυβέρνησι του Κουντουριώτη, και η δύναμι την έκανε νόμιμη». Προσπαθεί, λοιπόν, να έρθει σε συμβιβασμό στέλνοντας αρχικά τον Δημήτρη Υψηλάντη στο Κρανίδι και μετά τον Δημήτρη Πλαπούτα με διαλλακτικές προτάσεις. Η Κυβέρνηση του Κρανιδίου όμως επιθυμεί την πλήρη συντριβή των «στασιαστών», απορρίπτει τις συμβιβαστικές προτάσεις και διατάζει τον πρόκριτο της Κορίνθου Νοταρά να πολιορκήσει τον οπλαρχηγό Χελιώτη που κρατούσε το κάστρο του Ακροκόρινθου για λογαριασμό του Κολοκοτρώνη. Ο Γέρος του Μοριά στέλνει από την Τρίπολη τον γιο του Γενναίο με 500 άνδρες να διαλύσει την πολιορκία. Ο Μακρυγιάννης, όμως, που βρίσκεται στο πλευρό του Γενναίου, αυτομολεί μαζί με τους περισσότερους άντρες του προς τους Κυβερνητικούς ύστερα από μυστικές συνεννοήσεις, αφήνοντας τον Γενναίο με μόλις 80 άνδρες.

Ευγένιος Ντελακρουά, «Επεισόδιο από τον ελληνικό Αγώνα», 1856. Εθνική Πινακοθήκη (αγορά Ελληνικού Δημοσίου με τη συνδρομή των Βασίλη Γουλανδρή και Σταύρου Νιάρχου)

Ήταν η εποχή του πρώτου ελληνικού εμφυλίου, όπως θα περάσει στην ιστοριογραφία. Οι «Κυβερνητικοί» θα εκφράσουν τον φόβο τους για τις αυταρχικές τάσεις των στρατιωτικών (το «γκοβέρνο μιλιτάρε», με το οποίο τους απειλούσαν), ενώ οι «Αντικυβερνητικοί» θα κατηγορήσουν την απέναντι πλευρά ότι θέλει να παραδώσει την Ελλάδα στους Άγγλους.

Η καθοριστική τροπή, σύμφωνα με τον ιστορικό Απόστολο Βακαλόπουλο, ξεκινά τον Μάρτιο του 1824, όταν η κυβέρνηση Κουντουριώτη διατάζει τον φρούραρχο του Ναυπλίου Πάνο Κολοκοτρώνη να της ετοιμάσει καταλύματα. Εκείνος δεν την αναγνωρίζει και η κυβέρνηση τον κηρύσσει «αποστάτην και εχθρόν του ελληνικού έθνους» αποκλείοντας ταυτόχρονα την πόλη από ξηρά και θάλασσα. Οι συγκρούσεις που ακολουθούν μετατρέπουν τη διένεξη σε πρόβα εμφυλίου.

Τον ίδιο μήνα η Κυβέρνηση του Κρανιδίου στέλνει 3000 στρατιώτες υπό τους Λόντο, Γιατράκο, Κεφάλα και Νοταρά για να πολιορκήσουν την Τριπολιτσά. Εντός της πόλης υπήρχε όλο το παλαιό Εκτελεστικό μαζί με τους Θεόδωρο και Γενναίο Κολοκοτρώνη, Ν. Σταματελόπουλο, Τσόκρη, Θοδωρή Γρίβα, Κανέλλο Δεληγιάννη και 1000 στρατιώτες. Ήταν η πρώτη φορά που Έλληνες θα αντιμετώπιζαν Έλληνες έτοιμοι πλέον να αλληλοσκοτωθούν για τα υπουργικά αξιώματα και τα στρατιωτικά διπλώματα. Η Τριπολιτσά τελικά θα περάσει στις 3 Απριλίου στα χέρια των Κυβερνητικών ύστερα από συμβιβασμό των αντίπαλων παρατάξεων, που προβλέπει να ουδετεροποιηθεί η πόλη και να γίνει ανακωχή. Ο Λόντος και ο Ζαΐμης θα παραβούν την συμφωνία και θα εγκαταστήσουν φρουρά από 300 Στερεοελλαδίτες. Προκαλούν έτσι την οργή του Κολοκοτρώνη, ο οποίος δίνει εντολή στον γιο του, Πάνο, να καταλάβει το Άργος. Με τη σειρά του ξεκινά να πολιορκεί την Τρίπολη. Καθημερινά πέφτουν νεκροί και υπάρχουν τραυματίες και από τα δύο μέρη, ενώ ταραχές και συγκρούσεις ξεσπούν σε άλλα σημεία της Πελοποννήσου.

Η λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά είναι ότι ο Παπαφλέσσας και ο Αναγνωσταράς, η σχέση των οποίων με τον Κολοκοτρώνη έχει περάσει από σαράντα κύματα, έχουν προσχωρήσει στην αντίπαλη παράταξη. Δημιουργείται έτσι τεράστιο πρόβλημα στον Κολοκοτρώνη και γενικότερα στους Φιλικούς. Με αυτά τα δεδομένα η αποτυχία της παράταξης του Κολοκοτρώνη θεωρείται δεδομένη. Οι κυβερνητικές δυνάμεις εφορμούν εναντίον του και, τελικά, τον Ιούνιο του 1824 ο Γέρος του Μοριά υποχρεώνεται να παραδώσει το Ναύπλιο αποδεχόμενος ουσιαστικά την ήττα του.

Καρλ Φρόμελ, «Η Κόρινθος και ο Ακροκόρινθος», 1830. Ελληνική Βιβλιοθήκη – Κοινωφελές Ίδρυμα Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης (travelogues.gr)
Η αρχή της έντασης

Η ένταση ανάμεσα στις αντίπαλες παρατάξεις είχε ξεκινήσει ήδη μετά την άλωση της Τριπολιτσάς, το 1821, όταν οι οπλαρχηγοί της Πελοποννήσου συγκρούστηκαν με τους προύχοντες. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός εξομολογήθηκε κάποια στιγμή πως οι προεστοί φοβούνταν μήπως υποκύψουν στην υπεροχή των καπεταναίων. Βασική αιτία, εξάλλου, που θα οδηγούσε μονίμως σε όξυνση των παθών ήταν η στάση των προυχόντων απέναντι στον Δημήτρη Υψηλάντη, ο οποίος είχε αναλάβει τον συντονισμό του Αγώνα και είχε πάρει το μέρος των οπλαρχηγών. Η πολιτική ηγεσία, εξάλλου, και ειδικά οι Υδραίοι δεν έκρυβαν την αντιπάθειά τους από την αρχή για τον Θ.Κολοκοτρώνη.

Μέσα στο 1822 οι καπεταναίοι με επικεφαλής τον τελευταίο από τη μια και οι προύχοντες με επικεφαλής τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη από την άλλη οδηγούνταν προοδευτικά προς τη σύγκρουση. Την κρίσιμη κατάσταση, στα πρόθυρα της εμφύλιας σύρραξης, αποδίδει η διακήρυξη που εκδίδει η κυβέρνηση Μαυρομιχάλη στις 10 Αυγούστου 1823, όπου καλούνται οι Έλληνες να στρέψουν την προσοχή τους στο κοινό συμφέρον. «Αφιλοπατρία, νωθρότης, αδράνεια, διχόνοια και απείθεια κυριεύουν εις όλας τας καρδίας… όλοι καυχώνται ότι είναι πατριώται, και κανείς δεν δείχνει τον πατριωτισμόν του εις την κατεπείγουσαν ανάγκην της Πατρίδος».

Στις αρχές του 1824 ο Δ.Υψηλάντης με επιστολή του στον Λάζαρο Κουντουριώτη (τον αόρατο κυβερνήτη, που καθοδηγούσε τον αδερφό του, Γεώργιο) επιχειρεί να εξομαλύνει την κατάσταση εκφράζοντας αγωνία για τα «πάθη και τις φατρίες» που είχαν διχάσει τους Έλληνες, με αποτέλεσμα να «επαπειλείται η πατρίς από ένα μέγαν κίνδυνον καταστροφής».

Ο μέγας αυτός κίνδυνος θα έπαιρνε σάρκα και οστά στις αρχές του 1825, όταν ο Μεχμέτ Αλής της Αιγύπτου αποβιβάζει χιλιάδες στρατιώτες στο νοτιοδυτικό άκρο της Πελοποννήσου. Η χώρα πρέπει να αντισταθεί σε έναν οργανωμένο στρατό ύστερα από δύο χρόνια συγκρούσεων με τις οθωμανικές δυνάμεις και δύο χρόνια εμφύλιων συρράξεων.

Για το σημείωμα αντλήθηκαν πληροφορίες από τα εξής βιβλία: «Εσωτερικές έριδες και διενέξεις στα χρόνια του Αγώνα», του Ιάκωβου Δ.Μιχαηλίδη, εκδ. Μεταίχμιο, 2021, «1821, η επανάσταση των Ελλήνων», συλλογικό, επιμ.: Θάνος Βερέμης – Αντώνης Κλάψης, εκδ. Ελληνικά γράμματα, 2021, «Η ελληνική Επανάσταση», Mark Mazower, εκδ. Αλεξάνδρεια, μτφ. Κώστας Κουρεμένος, 2021, «Θεόδωρος Κολοκοτρώνης – ο στρατιωτικός ηγέτης της Ελληνικής Επανάστασης», του Ιάκωβου Δ.Μιχαηλίδη, εκδ. Μεταίχμιο, 2021, «Ιστορία του νέου Ελληνισμού», τ. ΣΤ΄, σελ. 458 επ., Απόστολου Βακαλόπουλου, εκδ. Σταμούλη, 1982