«Θα εξοντώσουμε τους επικεφαλής της Χαμάς και στο Κατάρ και στην Τουρκία. Θα χρειαστούν μερικά χρόνια, αλλά θα το κάνουμε. Αυτό είναι το Μόναχο της γενιάς μας». Σχεδόν αμέσως μετά την παραβίαση της εκεχειρίας στη Λωρίζα της Γάζας, o διευθυντής της Σιν Μπετ –της Υπηρεσίας Ασφαλείας του Ισραήλ– επεξήγησε την εντολή της κυβέρνησης Νετανιάχου περί εξόντωσης των ηγετών της ισλαμιστικής οργάνωσης οπουδήποτε στον κόσμο. Και επιδιώκοντας να καταστήσει την απειλή απόλυτα ξεκάθαρη, ο Ρόνεν Μπαρ επικαλέστηκε το αρχέτυπο της ανένδοτης και ανελέητης καταδίωξης τρομοκρατών: τα ισραηλινά αντίποινα κατά των οργανωτών της τρομοκρατικής επίθεσης στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου το 1972.
Η ιστορία είναι ευρέως γνωστή (χάρη και στην ταινία «Μόναχο» του Στίβεν Σπίλμπεργκ): τα ξημερώματα της 5ης Σεπτεμβρίου του 1972 κομάντος της παλαιστινιακής Οργάνωσης Μαύρος Σεπτέμβρης, εισήλθαν στο Ολυμπιακό Χωριό, εντόπισαν τον κοιτώνα της ισραηλινής αποστολής, δολοφόνησαν δύο μέλη της και απήγαγαν αλλά εννέα, απαιτώντας την απελευθέρωση εκατοντάδων Παλαιστινίων που κρατούνταν σε ισραηλινές φυλακές, καθώς και των ιδρυτών της τρομοκρατικής οργάνωσης RAF, Αντρέας Μπάαντερ και Ούλρικε Μάινχοφ.
Οι Αρχές της Δυτικής Γερμανίας δεν επέτρεψαν στους πράκτορες της Μοσάντ να επέμβουν. Η γερμανική αστυνομία έστησε ενέδρα, πέντε (από τους οκτώ συνολικά) τρομοκράτες έπεσαν νεκροί, ενώ σκοτώθηκε και ένας γερμανός αστυνομικός. Ωστόσο, η επιχείρηση διάσωσης των ομήρων κατέληξε σε σφαγή, με τα εννέα μέλη της ισραηλινής αποστολής να δολοφονούνται από τους εναπομείναντες τρομοκράτες.
Επειτα από λίγες ημέρες, στις 11 Σεπτεμβρίου 1972, η πρωθυπουργός του Ισραήλ Γκόλντα Μέιρ άναψε το πράσινο φως για την έναρξη της επιχείρησης «Οργή Θεού», μιας ευρείας εκστρατείας εξόντωσης όλων όσοι είχαν εμπλακεί –άμεσα ή έμμεσα– στην τρομοκρατική επίθεση, ανεξαρτήτως της τοποθεσίας όπου βρίσκονταν.
Οπως θυμίζει σε κείμενό του ο Τζανλούκα ντι Φέο της ιταλικής La Repubblica, η πρώτη δολοφονία σημειώθηκε στη Ρώμη στις 16 Οκτωβρίου 1972. Ο Γουαέλ Ζουαϊτέρ, εκπρόσωπος της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης στην Ιταλία, δέχτηκε 12 σφαίρες από πράκτορες της Μοσάντ ενώ επέστρεφε στο σπίτι του μετά από ένα δείπνο.
Ο δεύτερος στόχος των Ισραηλινών ήταν ο Μαχμούντ Χαμσάρι, εκπρόσωπος της PLO στη Γαλλία, αλλά και ηγέτης, σύμφωνα με τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες, της Οργάνωσης Μαύρος Σεπτέμβρης στη χώρα: άφησε την τελευταία του πνοή τέσσερις εβδομάδες μετά τον βαρύ τραυματισμό του από εκρηκτικό μηχανισμό που είχε τοποθετηθεί στο τηλέφωνο του σπιτιού του.
«Θέλαμε να προκαλέσουμε ντόρο με μια εξ επαφής δολοφονία που θα προκαλούσε φόβο και ανατριχίλα, με μια πράξη που, ακόμα και εάν το Ισραήλ αρνιόταν την εμπλοκή του, θα καταστούσε ξεκάθαρο ότι ισραηλινά χέρια είχαν τραβήξει την σκανδάλη» είχε αναφέρει σχετικά ένας από τους πράκτορες της Μοσάντ που μετείχαν στην πολυετή, όπως εξελίχθηκε, εκστρατεία αντιποίνων.
Επικεφαλής της επιχειρησιακής ομάδας ήταν o Νεχεμία Μέιρι, ο οποίος ως παιδί είχε καταφέρει να δραπετεύσει από τη ναζιστική διμοιρία που είχε εξοντώσει την οικογένειά του στα δάση της Πολωνίας. «Αυτή ήταν η γενιά των επιζώντων των στρατοπέδων συγκέντρωσης, που είχαν ασπαστεί μια φράση από το Ταλμούδ: “Αν κάποιος έρθει να σε σκοτώσει, σήκω και σκότωσε πρώτος”. Κατά το δεύτερο μισό του 1945, ακόμη και πριν από την ανακήρυξη του κράτους του Ισραήλ, οι στρατιώτες της Εβραϊκής Ταξιαρχίας σκότωσαν περισσότερους από 100 άνδρες των SS που κρύβονταν στην Αυστρία και στη Βαυαρία. Στη συνέχεια, η Γκόλντα Μέιρ προσέδωσε νομική υπόσταση σε στοχευμένες δολοφονίες, που εγκρίνονταν με μια “κόκκινη σελίδα” υπογεγραμμένη από μια επίλεκτη επιτροπή υπουργών: επρόκειτο για μια ακραία επιλογή που υπαγορεύθηκε από τον αγώνα για επιβίωση όσων είχαν βιώσει το Ολοκαύτωμα» συνοψίζει ο ιταλός δημοσιογράφος.
Κάποια στιγμή, η ισραηλινή εκστρατεία ανεστάλη εξαιτίας ορισμένων κραυγαλέων λαθών, όπως η δολοφονία ενός μαροκινού μετανάστη στη Νορβηγία. Ανά τα χρόνια, όμως, υπεγράφησαν εκατοντάδες «κόκκινες σελίδες». Ο ισραηλινός ερευνητής δημοσιογράφος και συγγραφέας Ρόνεν Μπέργκμαν εκτιμά ότι έως τον Σεπτέμβριο του 2000 είχαν εγκριθεί τουλάχιστον 500 δολοφονίες, ενώ άλλοι 168 άνθρωποι δολοφονήθηκαν στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη κατά τη δεύτερη ιντιφάντα. Την τελευταία εικοσαετία το Ισραήλ εξόντωσε ακόμη 800 άτομα, κυρίως μέλη της Χαμάς και της Χεζμπολάχ, αλλά και στόχους στη Συρία και στο Ιράν.
Ομως η διεξαγωγή τέτοιου τύπου αποστολών σε φιλικές ή ουδέτερες χώρες άρχισε να καθίσταται σταδιακά όλο και πιο δύσκολη. Ο Τζανλούκα ντι Φέο αναφέρεται ενδεικτικά στο φιάσκο που έλαβε χώρα στο Ντουμπάι το 2010, όταν ισραηλινοί πράκτορες κατάφεραν μεν να εξοντώσουν ένα ηγετικό στέλεχος της Χαμάς δηλητηριάζοντάς το στο ξενοδοχείο όπου διέμενε, αλλά αναγνωρίστηκαν όλοι από τις υπηρεσίες ασφαλείας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Επρόκειτο για μια αποτυχία που είχε αναγκάσει τον Μπενιαμίν Νετανιάχου να περιορίσει σημαντικά παρόμοιες αποστολές στη Συρία και στο Ιράν.
Τότε, αρκετοί είχαν κάνει λόγο για κρίση στους κόλπους των διαβόητων μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ: «Φαινόταν πως είχε παρέλθει η εποχή της παντοδυναμίας της Μοσάντ και της Σιν Μπετ, καθώς άλλαζε η ισραηλινή κοινωνία, η οποία είχε ξεχάσει τη διαρκή κατάσταση πολέμου» αναφέρει σχετικά ο Ντι Φέο.
Ωστόσο, το σοκ που προκάλεσαν οι επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου καθιστά επιτακτική την ανάγκη να ξαναβρούν οι νέες γενιές του Ισραήλ τη βίαιη αποφασιστικότητα, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής της Σιν Μπετ, των γενεών του παρελθόντος.