Από τη μαζική αεροπορική επίθεση που εξαπέλυσε το Ιράν κατά του Ισραήλ θα μπορούσε να προκύψει ένα νέο όραμα για τη Μέση Ανατολή αλλά και ένα νέο πρότυπο όσον αφορά την παγκόσμια ασφάλεια που θα μπορούσε να επεκταθεί έως και την Ευρώπη. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζει ο Τζανλούκα ντι Φέο της La Repubblica σε ανάλυσή του, σημειώνοντας ότι το Ισραήλ κατάφερε να μείνει αλώβητο από την ιρανική επίθεση, όχι μόνο χάρη στην αποτελεσματικότητα του αντιαεροπορικού του θόλου: η άκρως επιτυχημένη αναχαίτιση των πυραύλων και των drones των αγιατολάδων οφείλεται «κυρίως» –σύμφωνα με τον ιταλό αναλυτή– στη συμμαχία του Ισραήλ με τα σουνιτικά κράτη, με τη μεσολάβηση και την καθοδήγηση, φυσικά, των ΗΠΑ.
«Στον απόηχο των Συμφωνιών του Αβραάμ, πλέκεται ο ιστός μιας άλλης συμφωνίας, πολύ πιο εμπιστευτικής και επιχειρησιακής, ονόματι Middle East Air Defence (MEAD). Πρόκειται για ένα άκρως απόρρητο σύμφωνο με στόχο την κοινή συλλογή πληροφοριών ραδιοεντοπισμού, καθώς και τον συντονισμό επιχειρήσεων μαχητικών αεροσκαφών και πυραυλικών συστημάτων εδάφους-αέρος πολλών αραβικών εθνών τα οποία συνδέονται με το εβραϊκό κράτος από την επιθυμία να τερματιστεί η πυραυλική ισχύς της Τεχεράνης», σημειώνει ο Ντι Φέο.
Το πόσο συνέβαλε αυτή η συνεργασία στην αναχαίτιση της ιρανικής επίθεσης το επισήμανε ο ίδιος ο υπουργός Αμυνας του Ισραήλ Γιόαβ Γκάλαντ: «Ο κόσμος είδε την ισχύ ενός συνασπισμού, είδε πώς το Ισραήλ, μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλα κράτη, απέκρουσαν αυτήν την επίθεση με πρωτοφανή τρόπο».
Πιο προφανής ήταν η άμεση κινητοποίηση της πολεμικής αεροπορίας της Ιορδανίας, μαχητικά της οποίας αναχαίτισαν επίσης πυραύλους και drones των Ιρανών. Ομως οι Ισραηλινοί έλαβαν εξαιρετικής σημασίας πληροφορίες για την έναρξη της επίθεσης και την πορεία του σμήνους που εξαπολύθηκε εναντίον τους από τα εμιράτα του Κόλπου, σύμφωνα με τους μηχανισμούς της MEAD, τους οποίους ανέπτυξε το Πεντάγωνο και διαχειρίζεται η CENTCOM, η κεντρική μεικτή στρατιωτική διοίκηση των ΗΠΑ, υπεύθυνη για τη Μέση Ανατολή, την Κεντρική Ασία και τμήματα της Νότιας Ασίας. Σίγουρα δεν ήταν συμπτωματικό ότι ο επικεφαλής της, στρατηγός Μάικλ Ε. Κουρίλα, ήταν παρών στο αρχηγείο των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων καθ’ όλη τη διάρκεια της επίθεσης.
«Ο φόβος των αγιατολάχ αποδείχθηκε ισχυρότερος από 191 ημέρες σφυροκοπήματος της Γάζας, πείθοντας τους σουνίτες βασιλιάδες να παραμερίσουν τις επικρίσεις κατά της κυβέρνησης Νετανιάχου, ούτως ώστε να ενισχύσουν μια κοινή άμυνα πρωτοφανή στην ιστορία της Μέσης Ανατολής», γράφει ο Τζανλούκα Ντι Φέο.
Προφανώς, μετά τη χερσαία εισβολή στη Λωρίδα της Γάζας που πραγματοποιήθηκε ως απάντηση στις σφαγές της 7ης Οκτωβρίου, οι σχέσεις με το εβραϊκό κράτος δεν χαίρουν της συναίνεσης του μουσουλμανικού πληθυσμού και οι ενέργειες που έγιναν στο πλαίσιο της ιρανικής επίθεσης κρατούνται μυστικές. Ακόμη και τα ονόματα των χωρών που μετέχουν στην MEAD είναι άκρως απόρρητα, αλλά έχει διαπιστωθεί ότι εδώ και δύο χρόνια στις τεχνικές συναντήσεις, η κινητοποίηση κατά των αγιατολάδων φέρνει στο ίδιο τραπέζι τις στρατιωτικές ηγεσίες του Ισραήλ, της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ, των Ηνωμένων Εμιράτων, της Ιορδανίας, της Αιγύπτου, του Μπαχρέιν και του Μαρόκου.
«Αυτός ο άνευ προηγουμένου συνασπισμός πέρασε μια θανάσιμη δοκιμασία και καθίσταται, τώρα, σημείο αναφοράς για τον σχεδιασμό μελλοντικών σεναρίων και ενός εναλλακτικού μοντέλου που θα μπορούσε να δώσει νέα ώθηση στις σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και των σουνιτικών μοναρχιών, με βάση την επίγνωση της γεωπολιτικής κατάστασης. Οι στενές σχέσεις συνεργασίας μεταξύ Μόσχας και Τεχεράνης, που εδραιώθηκαν στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία, βελτιώνουν εκθετικά την ποιότητα του ιρανικού οπλοστασίου, χάρη στην άφιξη ρωσικών όπλων τελευταίας γενιάς όπως τα μαχητικά βομβαρδιστικά Sukhoi 35, αλλά κυρίως λόγω των τεχνικών προτάσεων για τη βελτίωση της παραγωγής οπλικών συστημάτων μεγάλης εμβέλειας», συνοψίζει ο δημοσιογράφος της La Repubblica.
Επιπλέον, η οικονομική υποστήριξη του Πεκίνου και η εντατικοποίηση των κινεζικών ασκήσεων με τις ρωσικές και ιρανικές δυνάμεις αυξάνουν τους φόβους για το ενδεχόμενο η Τεχεράνη να εκμεταλλευτεί την ευνοϊκή για αυτήν περίσταση, ώστε να ορθώσει το ανάστημά της στους ιστορικούς σουνίτες αντιπάλους της.
Ομως η ιρανική απειλή δεν τρομάζει μόνον τους Ισραηλινούς και τους σουνίτες, με τον Ντι Φέο να σημειώνει ότι η συμμετοχή βρετανικών και γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών στην αναχαίτιση πυραύλων και drones των Ιρανών δείχνει πως οι ανησυχίες φτάνουν μέχρι την Ευρώπη, η οποία, εάν δεχόταν μια παρόμοια επίθεση, δεν θα ήταν σε καμία περίπτωση ικανή να την αναχαιτίσει (καθώς στερείται παντελώς αντιπυραυλικής άμυνας) δίχως τις ΗΠΑ.
«Ξαφνικά η αναχαίτιση του σμήνους αλλάζει τις ισορροπίες και τον συσχετισμό δυνάμεων», αναφέρει ο Ντι Φέο, υποστηρίζοντας ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν θα μπορούσε να ζητήσει από τον Μπενιαμίν Νετανιάχου να μην προβεί σε αντίποινα για την επίθεση, θέτοντας στο τραπέζι μια ευρύτερη και πιο ξεκάθαρη στρατηγική για την αντιμετώπιση του ιρανικού ζητήματος από τις δολοφονικές επιδρομές κατά των ηγετών των Φρουρών της Επανάστασης.
Η σύναψη της συμμαχίας MEAD ήταν δική του πρωτοβουλία ενώ άρχισε να εργάζεται για την επίτευξή της από τότε που εκτελούσε χρέη αντιπροέδρου του Μπαράκ Ομπάμα και, τώρα, ο αμερικανός πρόεδρος μπορεί να την ορίσει ως βάση μιας νέας στρατηγικής πρωτοβουλίας. Αυτή θα μπορούσε να αποκαταστήσει τη διπλωματία που επλήγη βαριά αρχικά από τις σφαγές της Χαμάς και στη συνέχεια με το ανηλεές σφυροκόπημα της Γάζας και τον θάνατο δεκάδων χιλιάδων αμάχων, γυναικόπαιδων στην πλειονότητά τους.
Το 2022 εκπρόσωπος του Ισραήλ κατά τον σχηματισμό της εν λόγω αντι-ιρανικής συμμαχίας ήταν ο τότε υπουργός Αμυνας της χώρας Μπένι Γκαντζ, μέλος του πολεμικού υπουργικού συμβουλίου του Ισραήλ, σήμερα. Πριν από λίγες ημέρες ο Γκαντζ, αρχηγός του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, ζήτησε την παραίτηση του Νετανιάχου, ενώ την Κυριακή, μετά την ιρανική επίθεση, πρότεινε τη δημιουργία ενός «περιφερειακού συνασπισμού» για την αντιμετώπιση της Τεχεράνης: «Ο κόσμος έχει ενωθεί μαζί μας για να αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο και αυτή είναι μια στρατηγική επιτυχία για τη χώρα μας που μπορεί να καταστεί σημείο αναφοράς για την ασφάλεια στη Μέση Ανατολή», είπε.