Ενα σακίδιο: αυτό μπορούν να πάρουν μαζί τους οι σύροι πρόσφυγες που επιβιβάζονται στα σκάφη
των λαθρεμπόρων που τους μεταφέρουν από την Τουρκία στην Ελλάδα για μια καλύτερη ζωή. Ο Αχμέντ, η σύζυγός του Χανίν και η οικογένειά της πήραν μαζί τους τα απολύτως απαραίτητα και έστειλαν τα υπόλοιπα πράγματά τους σε φίλους. Υστερα περίμεναν.
Ηταν η καθοριστική στιγμή ενός ταξιδιού που ξεκίνησε καθώς ο πόλεμος της Συρίας κλιμακώθηκε, εξαναγκάζοντας δύο παλαιστινιακές οικογένειες να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους στα προάστια της πρωτεύουσας, της Δαμασκού.
Η Χανίν και η οικογένειά της έφυγαν για την Τουρκία το 2014. Ο Αχμέντ, δύο χρόνια αργότερα.
Ζώντας σε διαφορετικές πόλεις και ανταλλάσσοντας μηνύματα για αρκετούς μήνες, οι δυο τους κατάφεραν να βρεθούν στην πόλη Κιλίς όπου και αρραβωνιάστηκαν.
Υστερα ξεκίνησαν οι προετοιμασίες για τον γάμο: η αναζήτηση του τέλειου φορέματος, ο μόχθος προκειμένου να συγκεντρωθούν τα χρήματα, το πλάνο για ένα πάρτι που θα διαρκούσε δύο νύχτες. Λίγο πιο πέρα από το Κιλίς, όπου ο Αχμέντ και η Χανίν σχεδίαζαν πυρετωδώς την πιο όμορφη ημέρα της ζωής τους, το «φάντασμα» της παλιάς τους πατρίδας, η Συρία, που είχε καταστραφεί από τον πόλεμο.
Οπως αναφέρει ο Guardian, περισσότεροι από 3,5 εκατομμύρια Σύροι ζουν τώρα στην Τουρκία ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης που έχει ξεσπάσει από το 2011. Το 2015 περισσότερα από 800.000 άτομα, κυρίως μετανάστες από τη Συρία και το Αφγανιστάν, προσπάθησαν να πραγματοποιήσουν το σύντομο αλλά επικίνδυνο ταξίδι προς την Ελλάδα. Οι αριθμοί μειώθηκαν δραματικά τον επόμενο χρόνο μετά από συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Τουρκίας για περισσότερη αστυνόμευση.
Ο μικρότερος αδελφός της Χανίν, ο Χάμζα, ήταν μεταξύ εκείνων που άφησαν τη Συρία νωρίτερα, πριν από τέσσερα χρόνια, με τελικό προορισμό τη Γερμανία. Η οικογένεια θέλει να σταματήσει να επικοινωνεί μέσω αποσπασματικών βιντεοκλήσεων και να επανενωθεί στην Ευρώπη.
Ο Αχμέτ, ο οποίος σπούδασε Αγγλική Λογοτεχνία στη Συρία είχε όνειρο να γίνει μεταφραστής. Αναγκάστηκε όμως να εργάζεται 14 ώρες την ημέρα σε εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας στη Σμύρνη, όπου το ζευγάρι μετακόμισε αμέσως αφότου παντρεύτηκε.
Η μητέρα της Χανίν δούλευε επίσης σε εργοστάσιο ενώ ο πατέρας της πουλούσε τσιγάρα από τη Συρία. Στόχος τους ήταν να εξοικονομήσουν 3.000 δολάρια προκειμένου να φτάσουν με πλοίο στην Ελλάδα, την πρώτη τους στάση στον δρόμο προς τη Γερμανία.
Η οικογένεια ακολούθησε μια ομάδα στο Facebook που δημιουργήθηκε από εθελοντές στην Ελλάδα, σχετικά με τα πλοία προσφύγων που φθάνουν στην χώρα, τα ατυχήματα και τις καιρικές συνθήκες. Κάθε μέρα, διάβαζαν ιστορίες για ανθρώπους που πνίγονταν στη θάλασσα επειδή δεν είχαν αρκετά χρήματα για να αγοράσουν σωσίβια.
Για τον Αχμέτ όλα όσα διάβαζε για τις οικογένειες που πνίγονταν στο Αιγαίο τον γέμισαν φόβο και αμφιβολίες. Αλλά δεν είχε άλλη επιλογή παρά να εγκαταλείψει την Τουρκία, επειδή η παραμονή του εκεί αυτομάτως θα σήμαινε ότι θα συνέχιζε «να εργάζεται σε αυτό το εργοστάσιο για πάντα», κάτι δυσβάσταχτο για τον ίδιο.
Δεκάδες μετανάστες πέθαναν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους από την Τουρκία στην Ευρώπη, σύμφωνα με αναφορές του τουρκικού κρατικού μέσου Anadolu. Κάποιοι πνίγηκαν στο Αιγαίο, άλλοι έχασαν τη ζωή τους σε τροχαία ατυχήματα, ενώ πολλοί πέθαναν από υποθερμία καθώς προσπαθούσαν να διασχίσουν τα σύνορα με τα πόδια.
Στις 11 το βράδυ ο λαθρέμπορος δεν τους είχε τηλεφωνήσει ακόμα. Προς στιγμήν ο Αχμέντ φοβήθηκε ότι είχε χάσει τα λεφτά του. Τελικώς τους τηλεφώνησε λίγες ημέρες αργότερα.
Για να φτάσουν στο σημείο αναχώρησής τους έπρεπε να σκαρφαλώσουν λόφους και να διασχίσουν ένα δάσος. Υστερα από μερικές ώρες τα κατάφεραν. Στο σκάφος τους περίμεναν άλλα 26 άτομα. Είκοσι λεπτά προτού διασχίσουν τα θαλάσσια σύνορα της Τουρκίας και εισέλθουν στα ελληνικά ύδατα, τους συνέλαβε η τουρκική ακτοφυλακή.
Εναν χρόνο αργότερα η οικογένεια επιθυμεί ακόμα να μετακομίσει στην Ευρώπη, αλλά όχι μέσω σκάφους. Δεν θέλουν βλέπετε να υποστούν εκ νέου την ταπείνωση, τον ρατσισμό και τη σπατάλη των περιορισμένων κεφαλαίων τους. Ο Αχμέντ τονίζει ότι δεν θα επιστρέψει ποτέ στη Συρία λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης και την επικράτηση του Ασαντ.
Παρά το γεγονός ότι εργάζεται 12 ώρες την ημέρα, έξι ημέρες την εβδομάδα, ο μισθός του δεν φτάνει για να συντηρήσει την οικογένειά του. Οι ατελείωτες ώρες δουλειάς τον αφήνουν εξαντλημένο, όπως και ο ρατσισμός που λέει ότι βλέπει στους δρόμους της Τουρκίας, στα μέσα μαζικής μεταφοράς και στα social media. «Το όνειρό μου σήμερα είναι να ταξιδέψουμε νόμιμα στην Ευρώπη. Κουραστήκαμε πια εδώ» είπε κλείνοντας ο Αχμέντ.