Είμαστε στο 1957. Φαντάσου ότι είσαι ο πιο διάσημος σταρ του rock ‘n’ roll στον κόσμο, ενώ μόλις πριν από λίγα χρόνια, δεν ήσουν παρά ένα φτωχό αγόρι από τη λάθος πλευρά μιας μικρής πόλης στον Μισισιπή.
Εχεις εκατομμύρια θαυμαστές και αρκεί να κουνήσεις το μικρό σου δαχτυλάκι για να τρελαθεί το κοινό· και μάλιστα τόσο πολύ ώστε η αστυνομία σε προειδοποίησε πρόσφατα να μην κουνηθείς καθόλου κατά τη διάρκεια του σόου σου. Πέρυσι, τελειώνοντας μια συναυλία στο Τζάκσονβιλ, είχε πει: «Κορίτσια, θα σας δω όλες στα παρασκήνια». Και αυτό που ακολούθησε ήταν μια ταραχή τόσο βίαιη, που βρέθηκες με τα ρούχα σου ξεσκισμένα.
Σε μια στιγμή σπάνιας ειλικρίνειας, ομολογείς στο (τρέχον) «κορίτσι» σου ότι το να είσαι στη σκηνή είναι σαν να κάνεις έρωτα, αλλά καλύτερα. Πώς, όμως, κάνεις έρωτα; Πώς κάνεις σχέση με μια γυναίκα, μόνο αντί με χιλιάδες; Αυτό ήταν το μεγάλο πρόβλημα, που αντιμετώπιζε ο Ελβις Πρίσλεϊ, γράφει στην Telegraph η Μπέθαν Ρόμπερτς, συγγραφέας του «Graceland» (2020), ένα βιβλίο στο οποίο αναλύει την ιδιαίτερη σχέση του Ελβις με τη μητέρα του Γκλάντις.
Είναι επίσης ένα πρόβλημα, το οποίο σε μεγάλο βαθμό παρακάμπτεται στο «Elvis», τη νέα βιογραφική ταινία του Μπαζ Λούρμαν (με πρωταγωνιστή τον Οστιν Μπάτλερ στην καλύτερη ερμηνεία του Πρίσλεϊ μέχρι σήμερα). Αντί για τις σχέσεις του, η ταινία εστιάζει στην άνοδο του τραγουδιστή, σχολαστικά σχεδιασμένη από τον άπληστο μηχανορράφο μάνατζέρ του, «συνταγματάρχη» Τομ Πάρκερ (Τομ Χανκς), ο οποίος ενθαρρύνει τον Ελβις να εμφανίζεται μόνος για λόγους μάρκετινγκ. Η σύζυγός του, Πρίσιλα Μπολιέ, παραμένει περιφερειακός χαρακτήρας, πάντα πιστή στον άντρα της παρά τις δικές του συνεχείς απιστίες. Η ταινία απεικονίζει μια μάλλον «αποστειρωμένη» εκδοχή της σχέσης του Ελβις με την Πρισίλα, σχολιάζει η Μπέθαν Ρόμπερτς στο άρθρο της στην βρετανική εφημερίδα. Στην πραγματικότητα, όμως, η συμπεριφορά του ήταν πολύ πιο διαταραγμένη, όπως και οι περισσότερες σχέσεις του με γυναίκες.
Πριν καν πάει το σχολείο, ο μικρούλης Ελβις ήταν ο άντρας του σπιτιού του. Το 1938, όταν ήταν τριών ετών, ο πατέρας του μπήκε στη φυλακή για πλαστογραφία επιταγής. Από τότε και μετά, ο Ελβις, που ήταν μοναχοπαίδι, αποκαλούσε τη λατρεμένη μητέρα του, Γκλάντις, «Μωρό» και ήταν βαθιά αφοσιωμένος στις ανάγκες της.
Η θεία του Λίλιαν θυμήθηκε ότι, ως έφηβος, ο Ελβις τραγουδούσε στα σκαλιά της πολυκατοικίας τους στο Μέμφις: «Eβγαινε εκεί έξω το βράδυ με τα κορίτσια [της γειτονιάς] και απλά τραγουδούσε. Προτιμούσε να έχει ένα σωρό κορίτσια γύρω του παρά αγόρια, δεν έδινε δεκάρα για τα αγόρια», έχει πει η Λίλιαν.
Ο Ελβις είχε μάθει τα οφέλη τού να δίνει μεγάλη προσοχή στο αντίθετο φύλο και η σχέση του με τις γυναίκες ξεκίνησε νωρίς στην καριέρα του. Ο τραγουδιστής της κάντρι Τζίμι Σνόου, που τον είχε μαζί του σε περιοδεία το 1955, θυμήθηκε τον Ελβις να φέρνει στο ξενοδοχείο τους έως και τρία κορίτσια κάθε βράδυ. Και το 1958, όταν έμενε στο ξενοδοχείο «Beverly Wilshire» για τα γυρίσματα του «Jailhouse Rock», ο ατζέντης Μπάιρον Ράφαελ θυμάται τον Ελβις να τον επαινεί για τη σύζυγό του, Κάρολιν: «Αυτό είναι το είδος του κοριτσιού που ψάχνω», του είχε πει, «Πρέπει να υπάρχουν εκατό κορίτσια έξω από την πύλη. Γιατί δεν κοιτάζεις μήπως μπορείς να μου βρεις μια άλλη Κάρολιν; Για την ακρίβεια, φροντίσε να κάνεις τη δουλειά για μένα». Με άλλα λόγια, διάλεξε ένα κορίτσι και φέρε το στη σουίτα του…
Το περιβάλλον του Ελβις -ευρέως γνωστό ως Μαφία του Μέμφις- έπρεπε συχνά να «κάνει τη δουλειά» αντ’αυτού και όλοι γνώριζαν την προτίμηση του τραγουδιστή σε νεαρές μελαχρινές με όμορφα μάτια και στρογγυλά οπίσθια. Μεταξύ του 1958 και του 1968, όταν η καριέρα του Ελβις είχε επικεντρωθεί σε ταινίες του Χόλιγουντ, τις περισσότερες νύχτες του έφερναν μια επιλογή κοριτσιών στο ξενοδοχείο του, για να διαλέξει.
Και ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, σχολιάζει η Μπέθαν Ρόμπερτς στην Telegraph, στο σπίτι του Ελβις τον περίμενε πάντα το «κορίτσι» του, μια κοπέλα αθώα, απόλυτα αφοσιωμένη και νοικοκυρά. Στην αρχή ήταν η Ντίξι Λοκ, σταθερή φίλη του από τη στιγμή, που έγινε διάσημος. Οταν ο Ελβις έλειπε, η Ντίξι κοιμόταν στο κρεβάτι του και έκανε παρέα στη Γκλάντις τη μαμά του, περιμένοντας την επιστροφή του Βασιλιά.
Το μοτίβο επαναλήφθηκε και στις επόμενες «σταθερές» σχέσεις του με τις Μπάρμπρα Χερν, Ανίτα Γουντ και, φυσικά, με την Πρίσιλα. Σε όλες υποσχόταν γάμο με την προϋπόθεση ότι θα παραμείνουν «αγνές», θα ανέχονται τη συμπεριφορά του με άλλες γυναίκες, θα γίνουν όπως τις θέλει και βασικά θα εξαλείψουν κάθε ίχνος του βασικού τους εαυτού.
Με την Πρισίλα, παρατηρεί η Ρόμπερτς, αυτή η συμφωνία φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα ακραία, πράγμα που παραβλέπει η ταινία του Λούρμαν. Η Πρισίλα στο «Ελβις» αγαπιέται (κάπως) επειδή είναι ο εαυτός της: «Δεν γνώρισα ποτέ καμιά σαν εσένα», της λέει ο Ελβις. Αλλά μια μικρή έρευνα δείχνει μια μάλλον διαφορετική εικόνα. Ηταν μόλις 14 ετών και εκείνος 24, όταν γνωρίστηκαν το καλοκαίρι του 1959 στη Γερμανία, όπου ο Ελβις υπηρετούσε την θητεία του και η Πρισίλα ζούσε με την μητέρα της και τον πατριό της, έναν αξιωματικό του αμερικανικού στρατού. Ο Eλβις είχε ρέντα με τις έφηβες: μεταξύ άλλων, τον επισκεπτόντουσαν στο σπίτι του στο Μέμφις και τρία 14χρονα για πιτζάμα πάρτι. Ελουζαν και στέγνωναν τα μαλλιά τους και μετά ο, τότε, 21χρονος σταρ τούς έκανε μαθήματα φιλιού…
Μία από αυτές, η Φράνσις Φορμπς, θυμάται: «Ο Ελβις έδινε συνεχώς φιλιά και ήταν πάντα πολύ καλά φιλιά». Η πρόεδρος του fan-club του Ελβις Πρίσλεϋ, Κέι Γουίλερ, ήταν 17 ετών όταν επισκέφτηκε τον Ελβις στο ξενοδοχείο του μετά από μια συναυλία στο Louisiana Hayride: «Με κόλησε στον τοίχο και άρχισε να τρίβεται πάνω μου, πιέζοντάς με… ενώ εγώ ήθελα φεγγαρόφωτο και τριαντάφυλλα. Ηταν μια από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις της ζωής μου», σκέφτηκε αργότερα.
Το να εκμεταλλεύεται -λόγω της ισχυρής του θέσης- κορίτσια που τον θαύμαζαν, είναι τουλάχιστον ανησυχητική. Πολλές πτυχές του έρωτα Πρισίλα-Ελβις, εξάλλου, είναι εξίσου ανησυχητικές αλλά ωραιοποιούνται στην ταινία, όπως για παράδειγμα, η προτίμησή του για ηδονοβλεψία και σεξ χωρίς σεξουαλική επαφή, και μια φανερή απέχθεια για στοματικό σεξ.
Το 1962 όταν η Πρίσιλα ήταν 17 ετών, οι γονείς της την άφησαν να ταξιδέψει μόνη της από τη Γερμανία στις ΗΠΑ, για να περάσει δύο εβδομάδες με τον Ελβις στο σπίτι του στο Λος Αντζελες. Ταξίδεψαν με αυτοκίνητο στο Βέγκας, έμειναν στο ξενοδοχείο «Sahara» και της έδινε διεγερτικά και υπνωτικά χάπια, για να μπορεί να ακολουθεί τους ρυθμούς του μένοντας άυπνη όλη τη νύχτα και να κοιμάται την ημέρα. Τα Χριστούγεννα της ίδιας χρονιάς, η Πρίσιλα πήγε στην Γκρέισλαντ (το σπίτι του Ελβις και σήμερα μουσείο, στο Μέμφις του Τενεσί) και κατέληξε να κοιμάται συνεχώς επί δύο ημέρες, όταν της έδωσε μερικά από τα υπνωτικά του.
Την επόμενη χρονιά, αν και δεν είχε τελειώσει ακόμη το σχολείο, η Πρισίλα μετακόμισε στην Γκρέισλαντ, όπου περνούσε τον περισσότερο χρόνο της περιμένοντας τον Ελβις να γυρίσει σπίτι από τα γυρίσματα ή ξεθεωμένος από τα ξενύχτια με τις παρέες του. Την επέκρινε συνεχώς: μην απλώνεσαι· μην φοράς βερνίκι νυχιών· μην συνοφρυώνεσαι, θα κάνεις ρυτίδες· μην τρως τόνο γιατί σιχαίνομαι τη μυρωδιά του. Της έδωσε επίσης ένα πολύ μικρό πιστόλι στολισμένο με μαργαριτάρια για να το έχει κρυμμένο μέσα στο σουτιέν της.
Δεν είναι δύσκολο, λοιπόν, το συμπέρασμα ότι ο Ελβις δεν κατάφερε να έχει ουσιαστικές σχέσεις με καμιά άλλη γυναίκα εκτός από τη μητέρα του, ο πρόωρος θάνατος της οποίας, το 1958, σχεδόν τον διέλυσε. Κορίτσια υπήρχαν παντού, σημειώνει η Μπέθαν Ρόμπερτς στην Telegraph, αλλά γυναίκες –ανεξάρτητες, ενήλικες που γνώριζαν ποιες ήταν και οι οποίες θα μπορούσαν να του προσφέρουν την κατάλληλη, συναισθηματική στήριξη– απουσίαζαν από τη ζωή του. Και έτσι συνεχίστηκαν οι σχέσεις του μετά το διαζύγιό του με την Πρίσιλα και μέχρι τον θάνατό του.
Στο «Elvis: That’s the Way It Is», ντοκιμαντέρ του 1970, υπάρχει μια εξαιρετική σεκάνς: μετά τη συναυλία, ο Ελβις κατεβαίνει από τη σκηνή και περπατά ανάμεσα στον κόσμο δίνοντας φιλιά. Χωρίς σωματοφύλακες να τον φρουρούν, δεν βιάζεται ούτε χασομεράει, κινείται γρήγορα, με τον ιδρώτα και το σεξαπίλ του να ρέουν. Πρέπει να φίλησε τουλάχιστον 20 γυναίκες, ωστόσο σε κάθε φιλί υπάρχει κάτι τρυφερό: συχνά, κρατάει το πρόσωπο μιας γυναίκας μέσα στα δυό του χέρια και βυθίζει το βλέμμα του στο δικό της για λίγο περισσότερο από ότι είναι απολύτως απαραίτητο πριν προχωρήσει στην επόμενη θαυμάστριά του.
Αλλά, γράφει η Μπέθαν Ρόμπερτς, είναι δύσκολο να σου μένει κάτι για μεμονωμένα άτομα, ίσως ακόμη και για τον ίδιο σου τον εαυτό, όταν περνάς τη ζωή σου κάνοντας έρωτα με το κοινό. Προς το τέλος, της ταινίας του Λούρμαν, ο Τομ Πάρκερ (Τομ Χανκς) δηλώνει ότι η «αγάπη» σκότωσε τον Ελβις. Οχι τα ναρκωτικά, ούτε οι μηχανορραφίες του άπληστου μάνατζέρ του, ούτε οι πιέσεις που δεχόταν να είναι ο μεγαλύτερος ροκ σταρ στον κόσμο, αλλά η αγάπη για τη μουσική και –κατ’ επέκταση– η αγάπη για τις θαυμάστριές του.