Ο Κιμ Γιονγκ Ουν υποδέχεται τον Βλαντίμιρ Πούτιν στην Πιονγκγιάνγκ, ενώ στην Γαλλία η περίπτωση συγκατοίκησης Μακρόν-Μπαρντελά δημιουργεί ανησυχίες. | Reuters / Reuters/Gonzalo Fuentes / Reuters/Stephane Mahe / Creative Protagon
Θέματα

Η «Συμμαχία των Κακοποιών» και οι κίνδυνοι της συγκατοίκησης στη Γαλλία

Η παγκόσμια αστάθεια επεκτείνεται επικίνδυνα: Από τη μία ο Πούτιν υιοθετεί στον αντιδυτικό άξονά του τη Βόρεια Κορέα του Κιμ Γιονγκ Ουν και στέλνει το ρωσικό πολεμικό ναυτικό σε ασκήσεις στην Κούβα· από την άλλη η πιθανότητα ανόδου του λεπενικού Μπαρντελά στην πρωθυπουργία της Γαλλίας εγείρει ζητήματα για το ποιος θα λαμβάνει τις αποφάσεις για τις γαλλικές ένοπλες δυνάμεις
Protagon Team

Μετά την πανηγυρική υποδοχή του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Πιονγκγιάνγκ από τον Κιμ Γιονγκ Ουν, η εικόνα της αποκαλούμενης «Συμμαχίας των Κακοποιών» ενισχύθηκε σημαντικά. Η στρατηγική εγγύτητα των εχθρών και των αντιπάλων της Δύσης είναι ξεκάθαρη εδώ και καιρό: Ρωσία, Βόρεια Κορέα, Κίνα και Ιράν έχουν σχηματίσει έναν άτυπο άξονα, αν και έχουν διαφορετικούς στόχους και οράματα. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτή η «Συμμαχία» είναι πολύ πιο διευρυμένη, όπως εξηγεί σε ανάλυσή του ο Μάσιμο Νάβα της Corriere della Sera.

Ο ιταλός δημοσιογράφος θυμίζει καταρχάς πως η καταδίκη της Ρωσίας για την εισβολή στην Ουκρανία δεν είναι ομόφωνη και πολλά κράτη (περιλαμβανομένων και ευρωπαϊκών κρατών) δεν συμφωνούν με την επιβολή κυρώσεων στη Μόσχα ενώ υπάρχουν και ενστάσεις όσον αφορά την αρωγή – στρατιωτική και οικονομική – της Ουκρανίας. Η Ινδία, η Νότια Αφρική, η Βραζιλία και, γενικότερα, ο λεγόμενος «Παγκόσμιος Νότος» αντιμετωπίζουν τουλάχιστον με επιφυλακτικότητα και αυτοσυγκράτηση την κατάσταση, δίχως να παίρνουν ανοιχτά θέση κατά της Ρωσίας.

Και η Μόσχα, από την πλευρά της, ωσάν να έχασε εντελώς την ελπίδα της επανέναρξης του διαλόγου με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, έχει εξαπολύσει μια τεράστια διπλωματική επίθεση για να παρακάμψει τις κυρώσεις, να κερδίσει νέους συμμάχους, να διαταράξει όσο το δυνατόν περισσότερο τη δυτική παρουσία σε κρίσιμες ζώνες επιρροής (στο Σαχέλ, για παράδειγμα). Εχει επίσης εντείνει τα εμπορικά και πολιτιστικά αντίποινα κατά των ευρωπαϊκών χωρών, με τον ιταλό σχολιαστή να αναφέρεται ενδεικτικά στο πρόσφατη απαγόρευση δεκάδων ευρωπαϊκών ΜΜΕ στη Ρωσία.

«Αυτό που πρέπει να μας ανησυχεί δεν είναι “μόνο” η εχθρική φύση της Συμμαχίας των Κακοποιών, αλλά το εύρος της και οι στρατηγικοί της στόχοι, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος να καταστούν σημείο αναφοράς για τον κόσμο του αύριο. Εως πρόσφατα το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ φαινόταν αναχρονιστικό και απεχθές ακόμη και στους Ρώσους. Τώρα υφίσταται μια παγκόσμια στρατηγική συμμαχία ανάμεσα σε δύο από τις πιο επιθετικές και αντιδυτικές απολυταρχίες που οραματίζονται δύο αντίπαλα πυρηνικά μπλοκ […] », γράφει ο Μάσιμο Νάβα.

Η νοτιοκορεατική Korea Herald έγραψε πως «παραδοσιακά η Ρωσία ταξινομεί τις εξωτερικές της σχέσεις με βάση διαφορετικά επίπεδα εγγύτητας: σχέσεις καλής γειτονίας, στρατηγική εταιρική σχέση συνεργασίας, παγκόσμια στρατηγική εταιρική σχέση και στρατηγική συμμαχία». Η πρόσφατη επίσκεψη του Πούτιν και όλα όσα συμφώνησε με τον Κιμ Γιονγκ Ουν «έφεραν τη σχέση σε επίπεδο στρατηγικής συμμαχίας».

Πούτιν και Κιμ σε μια πρόποση στην Πιονγιάνγκ την περασμένη εβδομάδα (Sputnik/Vladimir Smirnov/Pool via REUTERS)

Για τους New York Times, αυτή η «δέσμευση για αμοιβαία βοήθεια» θα είναι αρκετή για να «θορυβήσει περαιτέρω την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους της». Στην πραγματικότητα, «θα μπορούσε να προμηνύει όχι μόνο μεγαλύτερη υποστήριξη της Βόρειας Κορέας για τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά και μεγαλύτερη υποστήριξη της Μόσχας» στην Πιονγκγιάνγκ «στο πλαίσιο της επιδίωξής της για πιο ισχυρά πυρηνικά όπλα, πυραύλους, υποβρύχια και δορυφόρους», εξηγεί η αμερικανική εφημερίδα.

Οι «αντίπαλοι» της Δύσης «δουλεύουν χέρι-χέρι» και «οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτή τη νέα παγκόσμια αταξία», συνόψισε η Wall Street Journal σε κύριο άρθρο της. Για τη συντηρητική αμερικανική εφημερίδα, «το ρεαλιστικό συμπέρασμα» που βγαίνει από την επίσκεψη του Πούτιν στην Πιονγκγιάνγκ είναι ότι «η Ρωσία και η Κίνα θέλουν μια Βόρεια Κορέα εξοπλισμένη με πυρηνικά όπλα και ικανή να απειλήσει τη Νότια Κορέα, την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες».

Oμως ανησυχία δεν προκαλεί μόνον η Ασία. Ελάχιστα κυκλοφόρησαν και γράφτηκαν για τις κοινές ναυτικές ασκήσεις Ρωσίας και Κούβας στην Καραϊβική. Δεδομένης της γενικότερης έντασης που επικρατεί, η άφιξη των ρωσικών μονάδων στο λιμάνι της Αβάνας θύμισε σε αρκετούς πως τον Οκτώβριο του 1962 η ανθρωπότητα έφτασε στα πρόθυρα μιας παγκόσμιας σύρραξης, λόγω της αξίωσης της Μόσχας να αναπτύξει βαλλιστικούς πυραύλους στην Κούβα. «Τι θα συνέβαινε εάν το Κρεμλίνο αποφάσιζε να εντείνει την παρουσία του στην περιοχή, με τον κακώς συγκαλυμμένο ισχυρισμό της απάντησης στον επεκτατισμό του ΝΑΤΟ ή στις μεγάλες στρατιωτικές ασκήσεις που διεξάγει η Βορειοατλαντική Συμμαχία στην Ανατολική Ευρώπη;», διερωτάται ο Μάσιμο Νάβα. Μια άλλη χώρα στην οποία η Ρωσία δείχνει αποφασισμένη να εντείνει τη στρατηγική της παρουσία είναι η Βενεζουέλα, εξέλιξη πολύ πιθανή, ειδικά εάν ο νυν πρόεδρος της χώρας Νικολάς Μαδούρο αναδειχθεί νικητής των προεδρικών εκλογών που θα διεξαχθούν στη χώρα την 28η Ιουλίου.

Η κατάσταση στην Ευρώπη και η άμυνα της Γαλλίας

Οσον αφορά την κατάσταση στην Ευρώπη, πέρα από τις γνωστές ενστάσεις του πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπαν της Ουγγαρίας, ζήτημα αποτελεί καταρχάς η σημαντική ενίσχυση ακροδεξιών κομμάτων (τα οποία χαρακτηρίζονται τουλάχιστον ως επιεική με τη Ρωσία, εάν όχι φιλορωσικά) αλλά και το ενδεχόμενο να είναι η ακροδεξιά της Λεπέν και του Μπαρντελά η μεγάλη νικήτρια των επικείμενων εκλογών στη Γαλλία.

Στην περίπτωση συγκατοίκησης Μακρόν-Μπαρντελά, ο γάλλος πρόεδρος θα συνεχίσει να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στην εξωτερική πολιτική και την άμυνα καθώς και να εκπροσωπεί τη Γαλλία στις διεθνείς και ευρωπαϊκές συνόδους κορυφής. Το Ελιζέ θα διατηρήσει επίσης, τουλάχιστον εν μέρει, τον έλεγχο του μηχανισμού ασφαλείας. Ωστόσο αρκετοί ειδικοί εκφράζουν ήδη ανησυχίες.

Ο Φρανσουά Εϊσμπούργκ, για παράδειγμα, ένας από τους πιο έγκυρους μελετητές στρατιωτικών στρατηγικών (είναι ειδικός σύμβουλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Σπουδών στο Λονδίνο) διακρίνει τον κίνδυνο συγκρούσεων όσον αφορά ευαίσθητα ζητήματα σε περίπτωση συγκατοίκησης Μακρόν-Μπαρντελά μετά από τις βουλευτικές εκλογές.

«Ο τρόπος με τον οποίο ασκείται η εξωτερική μας πολιτική εξαρτάται από μια συμφωνία μεταξύ του αρχηγού του κράτους και του αρχηγού της κυβέρνησης, αν και οι γάλλοι πολίτες και οι εταίροι μας έχουν συνηθίσει εδώ και εξήντα πέντε χρόνια στην ιδέα ότι είναι ο πρόεδρος της Δημοκρατίας και όχι ο πρωθυπουργός που την εκφράζει και την ασκεί», εξήγησε, μιλώντας στη Le Monde, διευκρινίζοντας ότι η εν λόγω πρακτική δεν είναι γραμμένη στο σύνταγμα της Γαλλίας.

«Ενώ ο πρόεδρος είναι επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων, ο πρωθυπουργός είναι υπεύθυνος για τη γενική οργάνωση της άμυνας. Αυτό καθιστά πιθανή την επικάλυψη αρμοδιοτήτων και τη δημιουργία σημείων τριβής κατά τη διάρκεια περιόδων συγκατοίκησης. Αλλά ο μεγαλύτερος κίνδυνος αφορά την εξωτερική πολιτική. Ο Εθνικός Συναγερμός θα αποφύγει να τοποθετηθεί ανοιχτά ως όργανο του Πούτιν. Ωστόσο θα χρησιμοποιήσει όλα τα δυνατά μέσα για να περιορίσει την υποστήριξη του Κιέβου από τη Γαλλία […] Δεδομένων των θέσεων του Εθνικού Συναγερμού για τη Ρωσία, θα μπορούσε να προκύψει πραγματικό ζήτημα ασφάλειας σε περίπτωση συγκατοίκησης», σημείωσε ο Φρανσουά Εϊσμπούργκ. «Σήμερα βρισκόμαστε σε μια γκρίζα ζώνη σύγκρουσης στην οποία η Ρωσία διεξάγει επιχειρήσεις επιρροής, επιθέσεις στον κυβερνοχώρο – και κατά κρίσιμων υποδομών-  και πόλεμο πληροφοριών εναντίον της Δύσης και εναντίον της Γαλλίας ειδικά», συμπλήρωσε ο γάλλος ειδικός.