Εχει πλούσια καστανά μαλλιά, ένα υπέροχο χαμόγελο και μια χαρακτηριστική ελιά πάνω από τα χείλη. Ωστόσο το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της Σίντι Κρόφορντ είναι η επιτυχία της στον κόσμο των επιχειρήσεων μόλις έπαψε να ασχολείται συστηματικά με το μόντελινγκ.
Η καριέρα της στη βιομηχανία της μόδας ξεκίνησε όταν ήταν έφηβη, για να αναδειχθεί σε ένα από τα σούπερ μόντελ των δεκαετιών του 1980 και του 1990. Το 2000, που αποσύρθηκε από την πλήρη απασχόληση ως μοντέλο, ξεκίνησε πολλές επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων τη σειρά επίπλων Cindy Crawford Home το 2005 και τα προϊόντα περιποίησης δέρματος και μαλλιών Meaningful Beauty το 2009.
Σήμερα, στα 58 της, η Κρόφορντ είναι πάντα λαμπερή. Ζει στο Μαλιμπού της Καλιφόρνιας με τον εδώ και 27 χρόνια σύζυγό της Ραντ Γκέρμπερ, πρώην μοντέλο και επιχειρηματία επίσης, ο οποίος εμπορεύεται την τεκίλα Casamigos μαζί με τους Τζορτζ Κλούνεϊ και Μάικ Μέλντμαν, ενώ στο χαρτοφυλάκιό του περιλαμβάνονται εστιατόρια και μπαρ σε όλον τον κόσμο.
Η Κρόφορντ, που υπήρξε παντρεμένη για τέσσερα χρόνια με τον Ρίτσαρντ Γκιρ, έχει αποκτήσει με τον Γκέρμπερ δύο παιδιά, επίσης μοντέλα, τον 25χρονο Πρίσλεϊ Γουόκερ Γκέρμπερ και την 23χρονη Κάια Τζόρνταν Γκέρμπερ, η οποία μοιάζει καταπληκτικά στη μαμά της.
«Πάντα λέω “έκανα μόντελινγκ”. Οχι “είμαι μοντέλο”», είπε η Σίντι Κρόφορντ σε πρόσφατη συνέντευξή της στους New York Times. «Είναι ρήμα για μένα. Δεν είναι ταυτότητα. Αυτό που κάνω, όχι αυτό που είμαι» τόνισε.
Ως επιχειρηματικό πρότυπο για επίδοξα σούπερ μόντελ, η Κρόφορντ έχει εφεύρει, εξάλλου, το σύγχρονο playbook, στο οποίο μένει πιστή η τρέχουσα γενιά επαγγελματικά όμορφων ανθρώπων, μεταξύ των οποίων οι αδελφές Τζίτζι και Μπέλα Χαντίντ, η Χέιλι Μπίμπερ, τα περισσότερα μέλη της οικογένειας Καρντάσιαν-Τζένερ και, φυσικά, η κόρη της Κάια Γκέρμπερ. Συνεργασίες με το δικό τους brand name, ιδιοκτησία επωνυμίας, προϊόντα, καμπάνιες, συνεργασίες με διάφορες μορφές μέσων ενημέρωσης.
«Cindy, Inc. Οχι απλώς το βασικό σούπερ μόντελ των 7 εκατ. δολαρίων τον χρόνο» ήταν ο τίτλος του αφιερώματος στη Σίντι Κρόφορντ στο τεύχος του Αυγούστου 1994 του Vanity Fair, με την ίδια στο εξώφυλλο. Στο άρθρο αυτό το περιοδικό προσπάθησε να εξηγήσει το πρωτοφανές χρυσό άγγιγμα του μοντέλου που μπορούσε να κυριαρχεί σε αγορές, και προϊόντα, από τη Vogue έως το Playboy και από το MTV έως τους Kay Jewelers. Εκείνη την εποχή η Κρόφορντ ήταν 28 ετών, παντρεμένη με τον Ρίτσαρντ Γκιρ (κατέθεσαν αίτηση διαζυγίου τον επόμενο χρόνο) και ένα τέλειο δείγμα νεότητας και εξαιρετικής ομορφιάς, γράφει στους New York Times η Τζέσικα Αϊρντέιλ.
Θέματα του αφιερώματος ήταν η ευτυχία της και το ερώτημα, αν θα έβρισκε τη «μηχανή» για να ενισχύσει τις φιλοδοξίες της. Βεβαίως, σχολιάστηκε πολύ η έλξη που προκαλούσε με το προφανώς ωραίο σώμα της, αλλά το άρθρο ασχολήθηκε επίσης με το γεγονός ότι η Κρόφορντ διέθετε και άλλα χαρίσματα –πραγματισμό, έλλειψη προσποίησης και σνομπισμού, αλλά και μια αίσθηση χιούμορ και αυτογνωσίας–, που μπορούσαν να την οδηγήσουν σε μεγάλες επιτυχίες.
«Γεννήθηκε γνωρίζοντας τι έκανε» είπε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Αϊζακ Μιζράχι, διάσημος σχεδιαστής μόδας, σύγχρονος της Σίντι Κρόφορντ, «Αυτή είναι η 15η ζωή της ή κάτι τέτοιο».
Τριάντα χρόνια αργότερα αποδείχτηκε ότι η κινητήριος δύναμη της καριέρας της ήταν η ίδια η Κρόφορντ, ένα σπάνιο δείγμα μακροζωίας σε μια βιομηχανία που φημίζεται για την απόρριψη γυναικών μόλις εμφανιστεί στο προσκήνιο μια μυρωδιά μέσης ηλικίας.
Η Σίντι Κρόφορντ υπήρξε το πρόσωπο πολλών εταιρειών, με πιο διάσημη, ίσως, την Pepsi. Η υπερπαραγωγή της για το Super Bowl του 1992 είναι ένας θρύλος της διαφήμισης. Ασχολείται επίσης με τα ρολόγια Omega εδώ και 29 χρόνια. Είχε ένα τεράστιο 15ετές συμβόλαιο με τη Revlon, που έληξε όταν ήταν 35 ετών, οπότε άρχισε να λανσάρει τα δικά της καλλυντικά.
Η Meaningful Beauty είναι η μεγαλύτερη επιχείρηση της Κρόφορντ, το πρώτο μερίδιο ιδιοκτησίας της καριέρας της, μια συνεργασία 50-50 με την εταιρεία μάρκετινγκ Guthy-Renker, γνωστή για τις συνεργασία της με μάρκες όπως οι Proactiv, JLo Beauty, IT Cosmetics και Tony Robbins Personal Power.
Οι Γκάθι και Ρένκερ κυνηγούσαν την Κρόφορντ για χρόνια πριν τους πάρει στα σοβαρά, απαιτώντας ισότητα στα μερίδια μετοχών. Ο Ρένκερ είπε στους New York Times ότι η Meaningful Beauty ήταν η μεγαλύτερη επένδυση της Guthy-Renker εκείνη την εποχή. Αλλά η επένδυσή τους στην Κρόφορντ δεν απέδωσε αμέσως: «Ηταν δύσκολο να παρουσιάσω τη Σίντι με ζεστασιά, παρ’ όλο που στην πραγματικότητα ήταν ένα ζεστό και υπέροχο άτομο» είπε ο κ. Ρένκερ. «Εκείνη την εποχή τα σούπερ μόντελ ήταν όλα κάπως εκφοβιστικά και ανέγγιχτα. Σχεδόν τα παρατήσαμε» πρόσθεσε.
Αλλά επανήλθαν δίνοντας έμφαση στη σχέση με τον δρ Ζαν-Λουί Σεμπάγκ –και τις αντιοξειδωτικές θεραπείες στο ιατρείο του στο Παρίσι, στις οποίες η Κρόφορντ ήθελε να δώσει πρόσβαση στην πελατεία της μέσω των καλλυντικών της– και βιντεοσκοπώντας τις ενημερωτικές διαφημίσεις, με την Κρόφορντ να μιλάει σε ένα άλλο πρόσωπο και όχι απευθείας στον πελάτη. Εκτοτε η Meaningful Beauty άνθισε και δεν βασίζεται πλέον αποκλειστικά σε τηλεοπτικά διαφημιστικά μηνύματα ή στη Σίντι Κρόφορντ.
Τα προϊόντα της αγοράζονται μέσω της ιστοσελίδας της μάρκας, μέσω των social media και από καταστήματα όπως η Amazon, ενώ η σειρά έχει και άλλες εκπρόσωπους, όπως τις ηθοποιούς Ελεν Πομπέο και Πόρσα Ουίλιαμς. «Δεν ήθελα καν το όνομά μου στην επωνυμία» είπε η Σίντι Κρόφορντ στη συνέντευξή της στους New York Times. «Ηλπιζα ότι θα είχε μια ζωή μεγαλύτερη από εμένα».
Η 58χρονη καλλονή δεν προσκολλήθηκε ποτέ στον κόσμο της μόδας. Σε μια καριέρα χωρίς σκάνδαλα, μια από τις πιο αμφιλεγόμενες κινήσεις της ήταν η φωτογράφισή της για το Playboy το 1988 από τον διάσημο φωτογράφο Χερμπ Ριτς. Ιδιαίτερα σοφή για την ηλικία της –ήταν μόλις 22 ετών τότε–, η Κρόφορντ είπε ότι πίστευε πως η φωτογράφιση του Playboy θα αύξανε τη δημοτικότητά της στους ετεροφυλόφιλους άνδρες.
Ο ευρύς φακός, μέσα από τον οποίο είδε την ευκαιρία, έχει εφαρμοστεί έκτοτε σε πολλές από τις επιχειρηματικές αποφάσεις της. «Οι πιο σημαντικές μου συνεργασίες ήταν με την Pepsi και τη Revlon, όχι με την Hermès» είπε η Κρόφορντ στους New York Times. «Με μάρκες που είναι για όλους».
Μεγαλωμένη σε μια εργατική οικογένεια στο ΝτεΚαλμπ του Ιλινόι, η Σίντι Κρόφορντ δεν έχασε ποτέ την επαφή με τις ρίζες της, ακόμη και στο απόγειο της λαμπερής φήμης της τη δεκαετία του 1990, όταν πρωταγωνιστούσε στο βίντεο για το «Freedom ’90» του Τζορτζ Μάικλ και ανήκε στον στενό κύκλο του Τζάνι Βερσάτσε. «Βρίσκεσαι σε κάποιο παλάτσο στο Κάπρι και σκέφτeσαι κάτι του τύπου “Περίμενε, εγώ είμαι από το ΝτεΚαλμπ του Ιλινόι”», είπε, «πώς βρέθηκα εγώ εδώ πέρα και τι πρέπει να φορέσω;»
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, πριν συγχωνευθούν οι λέξεις «σούπερ» και «μοντέλο» για να σχηματίσουν ένα νέο ουσιαστικό που θα προσδιόριζε την παρέα των Σίντι Κρόφορντ, Κρίστι Τέρλινγκτον, Ναόμι Κάμπελ, Λίντα Εβαντζελίστα και μια χούφτα ακόμη, η Κρόφορντ ήταν γνωστή ως το κορίτσι από μια μικρή πόλη του Μιντγουέστ, που τέλειωσε το γυμνάσιο με τον καλύτερο βαθμό στην τάξη της και σπούδαζε με υποτροφία στο πανεπιστήμιο Νορθουέστερν του Ιλινόι, πριν εγκαταλείψει τις σπουδές της για το μόντελινγκ.
Πέρυσι οι Κρόφορντ, Τέρλινγκτον Εβαντζελίστα και Κάμπελ συναντήθηκαν για πρώτη φορά όλες μαζί μπροστά στην κάμερα, μετά από χρόνια, για τη σειρά «The Super Models» της πλατφόρμας Apple TV+. Ηταν ένα ταξίδι τεσσάρων επεισοδίων στη ζώνη των αναμνήσεών τους από τις πιο δυνατές εποχές του μόντελινγκ, τα πάνω και τα κάτω τους, την υποτίμηση και τη γιγάντωση.
Το εμπνεύστηκαν η Κάμπελ και η Κρόφορντ και βρισκόταν στα σκαριά για οκτώ χρόνια μέχρι να γυριστεί. Αλλά εκτελεστικές παραγωγοί ήταν και οι τέσσερις. «Υπάρχει πολύ μεγάλη εμμονή με τη δεκαετία του 1990» είπε η Κρόφορντ στους New York Times. «Σκεφτήκαμε ότι κάποιος θα έκανε αυτό το ντοκιμαντέρ, ας αποκτήσουμε λοιπόν τη δική μας αφήγηση» είπε.
Η Σίντι Κρόφορντ ήταν ευχαριστημένη με το τελικό προϊόν. Η πρώτη της σημερινή στιγμή στην οθόνη την απαθανατίζει σε ένα αεροπλάνο ενώ προσπαθεί να βρει μια φωτογραφία που θα έχει την υψηλότερη προσφορά σε φιλανθρωπική δημοπρασία. «Νομίζω ότι όλες φαινόμαστε όπως ακριβώς είμαστε» είπε. Ωστόσο, η φωτογραφία με τα τέσσερα θρυλικά μοντέλα του Ραφαέλ Παβαρότι που προβλήθηκε στο τεύχος Σεπτεμβρίου της Vogue είχε δεχτεί αρκετή κριτική για άσκοπο ρετούς.
«Οχι, δεν νομίζω ότι είναι το καλύτερο εξώφυλλό μου στη Vogue» παραδέχτηκε η Κρόφορντ. «Αλλά δεν έχουμε λόγο για το πόσο ρετούς μας κάνουν στη Vogue. Δεν έχουμε καν την τελική έγκριση της φωτογραφίας. Μισούσα τα φρύδια μου, τα τράβηξαν πάρα πολύ. Αλλά κανείς δεν με ρώτησε» αποκάλυψε στη συνέντευξή της στους New York Times.
Είπε ακόμη ότι βγάζοντας τα προς το ζην από τη σωματική της διάπλαση για τόσα χρόνια, έχει συνηθίσει να ακούει τον κόσμο να αναλύει την εμφάνισή της. Ωμως «δεν με ενδιέφερε να αλλάξω το πρόσωπό μου» τόνισε.
Φροντίζει βέβαια την εμφάνισή της. Εχει κάνει μπότοξ, αλλά λιγότερο όσο μεγαλώνει, γιατί θέλει το μέτωπό της να ταιριάζει με το υπόλοιπο πρόσωπο. «Κάνω διάφορα πράγματα», παραδέχτηκε, «αλλά τελικά δεν έχω δει τίποτα που να έχει πραγματικά τόσο μεγάλη διαφορά ώστε να μου αρέσει σε άλλες».
«Είμαι 58 ετών» υπογράμμισε. «Ενα κομμάτι μου θα ήθελε να μην κάνει φωτογραφίσεις για περιοδικά. Αν διαβάσετε στα σχόλια θα βρείτε πραγματικά άσχημα πράγματα. Αλλά δεν είναι χειρότερα από ό,τι νομίζεις για τον εαυτό σου» παραδέχτηκε. Και έκλεισε τη συνέντευξή της με ένα ερώτημα: «Μήπως όμως την ίδια στιγμή είμαι συνένοχος σε αυτό το μήνυμα προς τις γυναίκες, που λέει ότι πρέπει να παραιτούμαστε σε μια συγκεκριμένη ηλικία;»