Χωρίς λόγια | REUTERS/ CreativeProtagon
Θέματα

Η Σάνσετ Μπούλεβαρντ στις φλόγες… σαν σε ταινία

Ολοι αυτοί που στρέφουν τα βλέμματά τους στον ουρανό γεμάτοι ελπίδα, τι περιμένουν; Να αλλάξουν κατεύθυνση οι άνεμοι ή τους τίτλους τέλους, ώστε να μπορούν να πουν με ανακούφιση «ήταν απλώς μια ταινία»; Τα μέσα ενημέρωσης προτείνουν ήδη τίτλους ιδανικούς για υπερπαραγωγές: «O δακτύλιος της φωτιάς» είναι ο καλύτερος
Protagon Team

«Ετσι πρέπει να είναι η κόλαση» γράφει στη Repubblica ο Γκαμπριέλε Ρομανιόλι. «Στον προθάλαμο του Sunset Hotel, αναμένοντας να εξυπηρετηθεί, μια γυναίκα που πλούτισε εκτελώντας χρέη μάνατζερ αστέρων του σινεμά κάθεται αποσβολωμένη, με έναν σκύλο δεμένο με λουρί, δίπλα σε έναν ηλικιωμένο κύριο που κρατάει ακόμη στο χέρι του το λάστιχο με το οποίο προσπάθησε να σώσει το σπίτι του από τις φλόγες» προσθέτει ο ιταλός συγγραφέας και δημοσιογράφος σε άρθρο του για την πύρινη κόλαση στο Λος Αντζελες.

Επρόκειτο για δύο παντελώς άγνωστους μεταξύ τους ανθρώπους, όπως παντελώς άγνωστα είναι μεταξύ τους τα δέκα εκατομμύρια των Αμερικανών που ζουν στην κομητεία της κατεξοχήν μητρόπολης της Δυτικής Ακτής. «Ξέρεις, σε κάθε πραγματική πόλη περπατάς. Προσπερνάς ανθρώπους, κάποιοι πέφτουν πάνω σου. Στο Λος Αντζελες κανένας δεν σε ακουμπάει. Είμαστε πάντα πίσω από όλο αυτό το μέταλλο και το γυαλί. Νομίζω πως μας λείπει τόσο πολύ αυτή η επαφή, που τρακάρουμε ο ένας τον έναν άλλον απλά και μόνο για να νιώσουμε κάτι» σημειώνει ο Ρομανιόλι, επαναλαμβάνοντας όσα λέει στην εναρκτήρια σκηνή της οσκαρικής ταινίας «Crash» ο Ντον Τσιντλ. «Διαφορετικά [οι άνθρωποι] καταβροχθίζονται από τη φωτιά» συμπληρώνει ο αρθρογράφος της Repubblica.

Οι πολίτες του Λος Αντζελες «είναι συνηθισμένοι στην αναμονή αλλά απροετοίμαστοι για το γεγονός», ενώ «για όσους ζουν εκεί δεν υπάρχουν όρια μεταξύ πρόβλεψης και πραγμάτωσης, μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας. Η σταρ ενός ριάλιτι που βιντεοσκόπησε την κατάρρευση του σπιτιού της και κοινοποίησε το βίντεο θα αντιλήφθηκε άραγε ότι δεν επρόκειτο για μια σκηνοθετημένη σκηνή;», διερωτάται.

«Ολοι αυτοί που στρέφουν τα βλέμματά τους στον ουρανό γεμάτοι ελπίδα, τι περιμένουν; Να αλλάξουν κατεύθυνση οι άνεμοι ή τους τίτλους τέλους, ώστε να μπορούν να πουν με ανακούφιση “ήταν απλώς μια ταινία”; Τα μέσα ενημέρωσης προτείνουν ήδη τίτλους ιδανικούς για υπερπαραγωγές: “O δακτύλιος της φωτιάς” είναι ο καλύτερος. “Η ερειπωμένη πόλη μου” έχει ήδη χρησιμοποιηθεί από τον Μπρους Σπρίνγκστιν».

♦ Δείτε: 20 εφιαλτικές εικόνες από τη mega-fire

Η φωτιά, σε αντίθεση με τον σεισμό, δεν έχει επίκεντρο, ενώ το Λος Αντζελες, σε αντίθεση με τις περισσότερες πόλεις, δεν έχει κέντρο. Απλώνεται νωχελικά προς τον ωκεανό, σκαρφαλώνει σε λόφους, εκτείνεται κατά μήκος παράλληλων δρόμων. «Σάντα Μόνικα, Μαλιμπού, Λόρελ Κάνιον, αυτά είναι ονόματα που ακούγονται ωσάν να επινοήθηκαν για τον κινηματογράφο. Και ο κινηματογράφος τα δανείστηκε και δεν τα επέστρεψε ποτέ. Αν υπήρχε μια καρδιά, και όχι μόνο αρτηρίες, αυτή θα ήταν η Σάνσετ Μπούλεβαρντ, η λεωφόρος του ηλιοβασιλέματος που οδηγεί στην καταστροφή. Εκεί όλα είναι σινεμά» αναφέρει ο Ρομανιόλι.

Ολοι γνωρίζουν τη Σάνσετ Μπούλεβαρντ, ακόμη κι αν δεν έχουν πάει ποτέ εκεί, όπως όλοι γνωρίζουν την εξίσου διάσημη Walk of Fame με τα αστέρια των αστέρων, και, φυσικά, την εμβληματική πινακίδα «Hollywood». Αλλά όποιος επιχειρεί αυτή τη μικρή περιοδεία «απογοητεύεται», γράφει ο Ρομανιόλι, ο οποίος είχε την ευκαιρία να ζήσει για κάποιο διάστημα εκεί.

Μάλιστα, ο ιταλός συγγραφέας και δημοσιογράφος συγκρίνει την όλη εμπειρία με το να τρώει κάποιος σε ένα εστιατόριο φαστ-φουντ. Τώρα, όμως, που όλα αυτά τα αξιοθέατα απειλούνται από τις φλόγες, όσοι έχουν πάει εκεί θα πρέπει να θεωρούν τους εαυτούς τους προνομιούχους, γιατί «στη μνήμη, όπως και στη μυθοπλασία, όλα λάμπουν αναλλοίωτα, αρκεί να τα προβάλλουμε».

«Το Λος Αντζελες έχει το κλίμα της καταστροφής, της αποκάλυψης» είχε γράψει ο Τζόαν Ντίντιον πολύ πριν την προηγούμενη χρονιά, τους τελευταίους οκτώ μήνες της οποίας έβρεξε ελάχιστα στην ευρύτερη περιοχή. «Η φύση του Λος Αντζελες είναι η καταδίκη του» προσθέτει ο Ρομανιόλι. «Αλλά δεν φταίει αυτό, έτσι το σχεδίασαν και είναι γεμάτο λόφους και κοιλάδες, όπου η φωτιά μπορεί να καλπάζει και οι άνεμοι να της δίνουν ώθηση. Επιπλέον, υπάρχει και η ευθραυστότητα της δόξας: κάποιος μπορεί να καεί μετά από δεκαετίες ή μέσα σε μία εβδομάδα του Ιανουαρίου που στη Νέα Υόρκη χιονίζει».