Η θαλάσσια τραγωδία που σημειώθηκε ανοιχτά της Πύλου είναι «προϊόν του πολέμου μεταξύ του στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ και των διακινητών της Ανατολικής Λιβύης, ή μάλλον, για να είμαστε πιο ακριβείς, είναι προϊόν του πολέμου ανάμεσα στην κυρίαρχη ομάδα διακινητών που ελέγχεται από τον στρατηγό Χαφτάρ και τρεις μικρότερες ομάδες λίβυων διακινητών που εξακολουθούν να μην θέλουν να του παραχωρήσουν το μονοπώλιο», γράφει σε ανάλυσή του ο Ντανιέλε Ραϊνιέρι της La Repubblica, αναφερόμενος στο τραγικό ναυάγιο της Τετάρτης με τους 104 διασωθέντες, τους τουλάχιστον 78 νεκρούς (έως το πρωί της Τετάρτης) και τους εκατοντάδες αγνοούμενους, το πολλοστό πολύνεκρο στα ύδατα της Μεσογείου με θύματα πρόσφυγες και μετανάστες.
Το παλιό αλιευτικό σκάφος, στο οποίο επέβαιναν τουλάχιστον 500 άνθρωποι είχε αποπλεύσει πριν από τέσσερις ημέρες από το λιμάνι του Τομπρούκ στην Ανατολική Λιβύη, η οποία επίσημα τελεί υπό τον έλεγχο του Χαλίφα Χαφτάρ. «Ο στρατηγός αισθάνεται ότι είναι ο μόνος που δικαιούται να ελέγχει την παράνομη και κερδοφόρα διακίνηση (ανθρώπων) από τις ακτές της ανατολικής Λιβύης», γράφει ο ιταλός δημοσιογράφος, σημειώνοντας πως «έτσι αποπειράθηκε να πουλήσει τον εαυτό του» ο λίβυος στρατάρχης στην Τζόρτζια Μελόνι, την πρωθυπουργό της Ιταλίας, κατά τη διάρκεια μιας διακριτικής συνάντησής τους που έλαβε χώρα στη Ρώμη στις αρχές του προηγούμενου μήνα.
Ωστόσο οι μικρότερες ομάδες διακινητών της Ανατολικής Λιβύης «δεν το αποδέχονται αυτό και εξεγείρονται εναντίον του συστήματος Χαφτάρ», εξηγεί ο Ραϊνιέρι, θυμίζοντας πως «οι χαμένοι σε αυτήν τη μάχη είναι οι μετανάστες που πιάνονται στη μέση, φορτώνονται βιαστικά σε σκάφη, συχνά μεγαλύτερα από αυτά που βλέπουμε να φτάνουν από τα δυτικά παράλια, και ξανοίγονται στη θάλασσα».
Πώς, όμως, ο ισχυρός άνδρας της Ανατολικής Λιβύης κατέληξε να συγκαταλέγεται μεταξύ των πρωταγωνιστών της διαρκούς τραγωδίας των προσφύγων και των μεταναστών στη Μεσόγειο; Ο δημοσιογράφος της La Republica γράφει πως στη Λιβύη όλοι γνωρίζουν ότι ο στρατάρχης Χαφτάρ εξήλθε άφραγκος από την εμφύλια σύρραξη του 2019. Αποπειράθηκε να καταλάβει την πρωτεύουσα Τρίπολη αλλά ήρθε αντιμέτωπος με έναν πιο ισχυρό αντίπαλο – «την Τουρκία του Ερντογάν» – με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να επιστρέψει στη Βεγγάζη με άδεια χέρια αλλά και άδεια ταμεία.
Για να συγκεντρώσει γρήγορα χρήματα, αποφάσισε να μιμηθεί τη Δυτική Λιβύη, «όπου η διακίνηση στις ακτές της Ευρώπης είναι μια κερδοφόρα επιχείρηση εδώ και χρόνια. Πρόκειται για ένα επιχειρηματικό σχήμα που δεν απογοητεύει ποτέ: στην απλούστερη μορφή της, η διακίνηση ανθρώπων καθιστά δυνατή την είσπραξη χιλιάδων ευρώ που καταβάλλουν οι πρόσφυγες και μετανάστες, ενώ στην πιο σύνθετη μορφή της, η διακίνηση αποφέρει – θεωρητικά – έσοδα χάρη στη βοήθεια που προέρχεται από τις κυβερνήσεις της Ευρώπης για τη συγκράτηση των μεταναστών. Εάν αναχωρήσουν οι δύσμοιροι βγάζω λεφτά, εάν δεν φύγουν επίσης βγάζω λεφτά», συνοψίζει ο Ραϊνιέρι.
Ωστόσο ο Χαλίφα Χαφτάρ αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα. Ο στρατηγός ασκεί αυστηρό έλεγχο σε όλη την ανατολική Λιβύη, εκτός από τη διοικητική περιφέρεια του Μπουτνάν, που συνορεύει με την Αίγυπτο και πρωτεύουσά της είναι το Τομπρούκ, από όπου απέπλευσε το μοιραίο αλιευτικό που ναυάγησε ανοιχτά της Πύλου.
Ο Χαλίφα Χαφτάρ δεν κατάφερε να θέσει υπό το έλεγχό του το Τομπρούκ και την περιφέρειά του, επειδή είναι έδρα των Ομπεϊντάτ, μίας εκ των φυλών της Λιβύης στην οποία ανήκει και ο Αγκουίλα Σαλέχ Εϊσά, ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων της χώρας, που έχει την έδρα της στο Τομπρούκ. Οι Ομπεϊντάτ συνεργάζονται με άλλες δύο φυλές που ελέγχουν τα σύνορα με την Αίγυπτο, με τους Κατάν και την Χαμπούν, αναφέρει ο ιταλός δημοσιογράφος, επικαλούμενος δημοσιεύματα της Mada Masr – μιας συνήθως καλά ενημερωμένης ανεξάρτητης διαδικτυακής εφημερίδας της Αιγύπτου.
Οι τρεις φυλές φέρεται ότι διαχειρίζονται μέρος της παράνομης διακίνησης μεταναστών από τα ανατολικά παράλια της Λιβύης, ανταγωνιζόμενες ανοιχτά τον Σαντάμ Χαφτάρ, γιο του στρατηγού Χαφτάρ και ορισμένο διάδοχό του, για τον οποίο υπάρχουν υποψίες ότι ελέγχει ένα άλλο μέρος της παράνομης διακίνησης ανθρώπων από την ανατολική Λιβύη. Ο Σαντάμ Χαφτάρ είναι επίσης διοικητής της Ταξιαρχίας Τάρικ Μπιν Ζιγιάντ, την οποία η Διεθνής Αμνηστία καταγγέλλει σε μια έκθεσή της για βία κατά αμάχων και μεταναστών.
Σε αυτό το πλαίσιο την 31η Μαΐου, «οι Χαφτάρ εξαπέλυσαν μια τιμωρητική εκστρατεία για να καταστείλουν τους διακινητές του Μπουτνάν – ή μάλλον, για να τους αναγκάσουν να υποταχθούν», αναφέρει ο Ραϊνιέρι. Εστειλαν στο Τομπρούκ μαχητές της Ταξιαρχίας Τάρικ Μπιν Ζιγιάντ, οι οποίοι συγκρούστηκαν με ντόπιους διαδηλωτές που έκλειναν τους δρόμους και έκαιγαν λάστιχα – ένα δεκατετράχρονο αγόρι σκοτώθηκε – και έστειλαν πίσω στα σύνορα με την Αίγυπτο, ξυπόλητους και κάτω από έναν καυτό ήλιο, περί τους χίλιους πρόσφυγες και μετανάστες που εντόπισαν σε κρυψώνες. Κατέστρεψαν επίσης βάρκες και υπόστεγα όπου επισκευάζονταν άλλα σκάφη.
«Ο στόχος των Χαφτάρ είναι να αποκτήσουν το μονοπώλιο (της μετανάστευσης, ΣτΜ) και να προτείνουν ένα σύμφωνο για το μεταναστευτικό στις πρωτεύουσες της Ευρώπης: χρήματα και βοήθεια με αντάλλαγμα τον τερματισμό της διακίνησης ανθρώπων», εξηγεί ο Ραϊνιέρι. Για αυτό μετέβη στη Ρώμη ο Χαλίφα Χαφτάρ και συναντήθηκε εκτάκτως με την ιταλίδα πρωθυπουργό.
Μακροπρόθεσμα, οι Λίβυοι της Βεγγάζης επιδιώκουν την πολιτική νομιμοποίησή τους, η οποία, όμως, μπορεί να προκύψει μόνο μέσω εκλογών ή με την παραίτηση του πρωθυπουργού Ντμπεϊμπά στην Τρίπολη και τη σύναψη μιας νέας εθνικής πολιτικής συμφωνίας. Βραχυπρόθεσμα θέλουν χρήματα, περιπολικά σκάφη και εκπαιδευτικά προγράμματα: με λίγα λόγια, την ίδια μεταχείριση με την Τρίπολη. Εν τω μεταξύ η τραγωδία των προσφύγων και των μεταναστών στα νερά της Μεσογείου συνεχίζεται.