Δεδομένων των ραγδαίων εξελίξεων στη διεθνή σκηνή και υπό τον φόβο να ανοίξει ένα νέο μέτωπο στη Μέση Ανατολή (μετά από την εξόντωση του Ισμαήλ Χανίγια στην Τεχεράνη και την ανάληψη της αρχηγίας της Χαμάς από τον Γιαχία Σινουάρ) το παγκόσμιο ενδιαφέρον για τις αμερικανικές εκλογές συνδέεται προφανώς με τον αντίκτυπο που θα έχει το αποτέλεσμά τους στη διεθνή ατζέντα.
Οπως σημειώνει σε ανάλυσή του στην La Repubblica ο Πιέρο Μπενάσι, πρώην μόνιμος αντιπρόσωπος της Ιταλίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, οι Βρυξέλλες γνωρίζουν πως οι ευρωπαϊκές προτεραιότητες και στόχοι, όπως παρουσιάστηκαν από την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στο Στρασβούργο, θα χρειαστεί να τροποποιηθούν ανάλογα με το ποιος θα κερδίσει την κούρσα για τον Λευκό Οίκο.
Ο ιταλός διπλωμάτης κάνει λόγο για «πολλές προκλήσεις» τόσο στο εσωτερικό της Ενωσης όσο και στις σχέσεις της με τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν παραλείπει να υπενθυμίσει πως στις Βρυξέλλες δεν μιλούν για εξωτερική πολιτική, μιλούν για «foreign relations» (εξωτερικές σχέσεις) δεδομένου ότι η μια ουσιαστική, κοινή ευρωπαϊκή πολιτική δεν υφίσταται, όπως καταδείχθηκε, άλλωστε, το προηγούμενο διάστημα, από τις πρωτοβουλίες που πήρε ο Βίκτορ Ορμπαν, στο πλαίσιο άσκησης της ευρωπαϊκής προεδρίας από την Ουγγαρία.
Στο εν λόγω γεωπολιτικό πλαίσιο η Μεσόγειος Θάλασσα έχει ιδιαίτερη σημασία, όπως επισημαίνει στην ανάλυσή του ο Πιέρο Μπενάσι, υπενθυμίζοντας καταρχάς πως αποτελεί τη «νότια πτέρυγα» του ΝΑΤΟ. Σημειώνει επίσης πως η Μεσόγειος είναι «περιφερειακό τεταρτημόριο» για το οποίο κατά καιρούς έχουν ανακοινωθεί διάφορα μεγαλεπήβολα σχέδια, τα οποία, όμως, έμειναν στο συρτάρι. Επ’ αυτού ο ιταλός διπλωμάτης ευελπιστεί πως η πρόβλεψη για έναν Επίτροπο Μεσογείου, σύμφωνα με δηλώσεις της ίδιας της προέδρου της Κομισιόν, θα μπορούσε να συμβάλει στο να καταστούν τα όποια σχέδια για τη Μεσόγειο πιο συγκεκριμένα αλλά και να έχουν άμεσο αντίκτυπο.
Γεωπολιτικά η Μεσόγειος Θάλασσα, η «mare nostrum», η δική μας θάλασσα, όπως την αποκαλούσαν οι Λατίνοι, εκτείνεται έως το Ιράκ και το Ιράν, έως το Κέρας της Αφρικής και την υποσαχάρια Αφρική ενώ σε μια μεσογειακή ατζέντα περιλαμβάνονται μείζονα ζητήματα, όπως η ασφάλεια και η σταθερότητα, το μεταναστευτικό/προσφυγικό, η ενέργεια, οι διεθνείς επικοινωνίες, το παγκόσμιο εμπόριο, καθώς και η διαχείριση συρράξεων και ανθρωπιστικών κρίσεων, όπως συνοψίζει ο Πιέρο Μπενάσι στην ανάλυσή του.
Λόγω, όμως, της στρατηγικής πολυπλοκότητας του εν λόγω πλαισίου, έως σήμερα στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου η ΕΕ κινητοποιείται μόνον ενόψει κρίσεων. Πρόσφατα, για παράδειγμα οι υπουργοί Εξωτερικών της Ιταλίας, της Ελλάδας, της Κροατίας, της Κύπρου, της Αυστρίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Σλοβακίας και της Σλοβενίας, ζήτησαν, με κοινή τους επιστολή, από τον Ζοζέπ Μπορέλ, τον Υπατο Εκπρόσωπο της ΕΕ, να αναθεωρήσει την πολιτική της ΕΕ για τη Συρία, ανησυχώντας, πρωτίστως, μην τυχόν ξεσπάσει μια νέα προσφυγική κρίση.
«Οι Σύροι συνεχίζουν να φεύγουν (από τη χώρα τους) μαζικά, ασκώντας πρόσθετη πίεση στις γειτονικές χώρες, σε μια περίοδο κατά την οποία η ένταση στην περιοχή είναι μεγάλη ενώ υπάρχει ο κίνδυνος δημιουργίας νέων προσφυγικών κυμάτων», αναφέρεται , μεταξύ άλλων, στην επιστολή που έλαβε ο Ζοζέπ Μπορέλ.
«Τα επείγοντα περιστατικά υπερβαίνουν τακτικά τις ευκαιρίες», αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιταλός διπλωμάτης, μην παραλείποντας να υπογραμμίσει πως, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Μεσόγειος μετατράπηκε σε πρόσφορο έδαφος για πάσης φύσεως «ρωσικές, κινεζικές και τουρκικές επιρροές και παρεμβάσεις».
Οσον αφορά το απώτερο μέλλον, σύμφωνα με τον Πιέρο Μπενάσι, «η περιοχή της Μεσογείου θα μπορούσε, μεταξύ άλλων, να αναδειχθεί ως στρατηγικό στοιχείο διαπραγμάτευσης με την Ουάσιγκτον από την άποψη του “καταμερισμού των καθηκόντων” μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς οι τελευταίες εστιάζονται ολοένα περισσότερο προς τον συστημικό ανταγωνισμό με το Πεκίνο».
Η ΕΕ θα μπορούσε να διαπραγματευτεί πιο εύκολα μια τέτοια διευθέτηση με τις ΗΠΑ, εάν στις αμερικανικές εκλογές επικρατήσει, τελικά, η Κάμαλα Χάρις. Αλλά ακόμα και στην πολύ πιο περίπλοκη περίπτωση επικράτησης του Ντόναλντ Τραμπ η Ευρώπη θα πρέπει να διαπραγματευτεί δυναμικά μια ατζέντα με την Ουάσιγκτον – και για τη Μεσόγειο – αντί να υιοθετήσει μια αμυντική και, ως εκ τούτου, ηττοπαθή στάση, έχοντας κατά νου μόνον τα ζητήματα των δασμών και των αμυντικών δαπανών.
Αυτό, όμως, που επείγει, όσον αφορά τη Μεσόγειο, πριν από τις όποιες διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον, είναι το να αναλάβει δράση η ίδια η ΕΕ, κυρίως προσεγγίζοντας τις χώρες της ευρύτερης περιοχής που δεν ανήκουν στην Ενωση, όχι, όμως, με βάση τις όποιες ευρωπαϊκές άμεσες ανάγκες (ενεργειακές κυρίως) και ανησυχίες (σχετικά με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες) αλλά με τρόπο συστηματικό, δομικό και έχοντας θέσει μακρόπνοους και πιο ουσιαστικούς στόχους προς όφελος όλων των χωρών της Μεσογείου.