Πώς διεξάγεται μια τηλεμαχία μεταξύ δύο υποψήφιων προέδρων οι οποίοι από κοινού φέρουν στις πλάτες τους 159 χρόνια ζωής; Το ερώτημα θέτει σε άρθρο του ο Εντουαρντ Λους των αμερικανικών Financial Times, ενόψει της τηλεμαχίας μεταξύ του 81χρονου Τζο Μπάιντεν και του 78χρονου Ντόναλντ Τραμπ, που θα διεξαχθεί την επόμενη εβδομάδα.
Για καθαυτή τη διεξαγωγή του προεδρικού debate, ο Λους σημειώνει πως δεν θα υπάρχει κοινό, όποιος δεν έχει τον λόγο δεν θα έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει, ενώ έχουν προγραμματιστεί συχνά διαφημιστικά διαλείμματα, ώστε να μπορούν οι δύο υποψήφιοι πρόεδροι των ΗΠΑ να πηγαίνουν προς νερού τους.
Οσον αφορά τη σημασία που θα μπορούσε να έχει για το εκλογικό αποτέλεσμα, «θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η σύγκρουση της επόμενης εβδομάδας θα είναι καθοριστική. Αλλά σε μια αμφίρροπη εκλογική αναμέτρηση και με την πνευματική ικανότητα κάθε υποψηφίου να ελέγχεται εξονυχιστικά, θα έχει μεγάλη σημασία» γράφει ο βρετανός δημοσιογράφος.
Μας πληροφορεί ότι μόλις τρεις φορές στην ιστορία των ΗΠΑ οι προεδρικές τηλεμαχίες επηρέασαν αποφασιστικά το εκλογικό αποτέλεσμα. Ομως τις προηγούμενες τρεις φορές διεξήχθησαν είτε εβδομάδες είτε εικοσιτετράωρα πριν από την ημέρα των εκλογών. Στην προκειμένη περίπτωση, και σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, ο πρόεδρος Μπάιντεν άσκησε πίεση ώστε να διεξαχθεί νωρίτερα από κάθε άλλη φορά, κυρίως γιατί η επιστολική ψήφος αποτελεί επιλογή ολοένα περισσότερων Αμερικανών.
Στην πραγματικότητα, όμως, στόχος του επιτελείου του είναι το ξεπέρασμα, όσο το δυνατό νωρίτερα, ενός εκλογικού βραχνά ο οποίος πίστευαν ότι θα είχε εκλείψει έως σήμερα: «Οσο πιο γρήγορα ο Μπάιντεν διασκεδάσει τις αμφιβολίες σχετικά με την ηλικία του και υπενθυμίσει στους ανθρώπους τον χαρακτήρα του Τραμπ, τόσο το καλύτερο. Αυτό είναι το σκεπτικό» εξηγεί ο Εντουαρντ Λους.
Οι πρώτες τηλεοπτικές τηλεμαχίες διεξήχθησαν το 1960, με τον νεαρό γερουσιαστή Τζον Κένεντι να προκαλεί πρώτος τον αντιπρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον. Οσοι άκουσαν τα debate –τέσσερα συνολικά– μεταξύ των δύο υποψήφιων προέδρων θεώρησαν πως είχε επικρατήσει ο Νίξον, ενώ όσοι τα παρακολούθησαν στην τηλεόραση πείστηκαν περισσότερο από τον Κένεντι, ο οποίος και κέρδισε τελικά την προεδρία των ΗΠΑ λαμβάνοντας 34,2 εκατομμύρια ψήφους, έναντι 34,1 εκ. που έλαβε ο Νίξον.
Καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση του Κένεντι είχαν διαδραματίσει η νεότητα και η φρεσκάδα του. Στην παρούσα φάση, από άποψη ηλικίας και ενεργητικότητας μάλλον ευνοείται ο Ντόναλντ Τραμπ, παρότι ούτε νέος είναι ούτε φρέσκος δείχνει.
Στις άλλες δύο τηλεμαχίες που αποδείχθηκαν καθοριστικές μετείχε ο Τζίμι Κάρτερ. Το 1976, έναν μήνα πριν από τις εκλογές, ο Δημοκρατικός υποψήφιος παρέσυρε τον εν ενεργεία πρόεδρο Τζέραλντ Φορντ σε μια παγίδα: τον έκανε να αρνηθεί ότι υπήρχε σοβιετική κυριαρχία στην ανατολική Ευρώπη, γεγονός που αποξένωσε ψηφοφόρους πολωνικής και τσεχικής καταγωγής σε αμφίρροπες Πολιτείες, εν μέσω μιας ήδη αμφίρροπης εκλογικής αναμέτρησης. Ο Τζορτζ Γκάλοπ, ο αμερικανός πρωτοπόρος των δημοσκοπήσεων, είχε χαρακτηρίσει την τηλεμαχία ως την «πιο αποφασιστική στιγμή στην εκστρατεία».
Επειτα από μία τετραετία, το 1980, η ευγενική παρουσία του Ρόναλντ Ρέιγκαν διασκέδασε τις ανησυχίες όλων όσοι θεωρούσαν πως ήταν υπερβολικός και ως εκ τούτου επικίνδυνος σε σχέση με τη σοβιετική απειλή. Μέχρι τη διεξαγωγή της τηλεμαχίας –μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές– οι δύο υποψήφιοι ήταν σχεδόν ισοδύναμοι και το μόνο που χρειάστηκε να κάνει ο Ρέιγκαν ώστε να επικρατήσει με μεγάλη διαφορά ήταν να φανεί λογικός και να καθησυχάσει τους Αμερικανούς.
Λαμβάνοντας υπόψη τις τελευταίες δύο από τις τρεις προεδρικές τηλεμαχίες που αποδείχτηκαν καθοριστικές για το εκλογικό αποτέλεσμα, ο Εντουαρντ Λους σημειώνει πως οι οιωνοί δεν είναι καλοί για τον Ντόναλντ Τραμπ, δεδομένου ότι «δεν υπάρχει όμοιός του όσον αφορά την ικανότητά του να υποτιμά μεγάλες ομάδες πολιτών. Στόχοι του στο παρελθόν αποτέλεσαν οι γυναίκες, οι ένστολοι και άτομα με στενούς συγγενείς που πάσχουν από εθισμό ή αναπηρία. Αν και ο Τραμπ μπορεί να είναι διασκεδαστικός, ο χαρακτήρας του αναμφισβήτητα δεν είναι καθησυχαστικός».
Με βάση την έκβαση των προηγούμενων δύο μεταξύ τους τηλεμαχιών το 2020, ο Μπάιντεν θα έπρεπε να επικρατήσει του αντιπάλου του. Σε αυτό συνέβαλε εν μέρει το ότι ο Τραμπ χαρακτηρίστηκε ευρέως από αντιπαθητικός έως πικρόχολος και κακόβουλος, ιδίως σχετικά με τα παραστρατήματα του Χάντερ Μπάιντεν, του γιου του προέδρου των ΗΠΑ. Περισσότερο αίσθηση, όμως, είχε προκαλέσει ο Τζο Μπάιντεν όταν, κάποια στιγμή, έχοντας απαυδήσει από τον παραληρηματικό και άκρως επιθετικό συνομιλητή του, του είπε «θα βγάλεις τον σκασμό, άνθρωπέ μου;».
Τελικά ο Μπάιντεν κέρδισε την προεδρία αλλά όχι τόσο λόγω της επικράτησής του στις τηλεμαχίες, καθώς ο Τραμπ όδευε ήδη προς την ήττα. Αρνητικό για τον Τραμπ ήταν και το αποτέλεσμα της τηλεμαχίας του με τη Χίλαρι Κλίντον: ο τέως και πιθανώς νυν πρόεδρος των ΗΠΑ ηττήθηκε λόγω των λεγομένων του αλλά και της άκρως επιθετικής στάσης και γλώσσας – αλλά τελικά κέρδισε την προεδρία.
«Ωστόσο οι Δημοκρατικοί θα έλεγαν ψέματα αν δήλωναν ότι δεν θα τρέμει η καρδιά τους μόλις ο Μπάιντεν ανεβεί στο βήμα την επόμενη Πέμπτη» αναφέρει ο Εντουαρντ Λους. Ζήτημα για τον νυν αμερικανό πρόεδρο που διεκδικεί την επανεκλογή του αποτελεί και το γεγονός ότι πάρα πολλοί Αμερικανοί πλέον «ενημερώνονται» μέσω βίντεο στο TikTok και στο Instagram.
Τον Μάρτιο ο Μπάιντεν εκφώνησε μια δυναμική ομιλία για την κατάσταση των ΗΠΑ, όμως εκατομμύρια Αμερικανοί είδαν μόνο ένα βίντεο διάρκειας 15 δευτερολέπτων στο οποίο μπερδεύει το όνομα ενός θύματος δολοφονίας. Το χάσμα αντίληψης μεταξύ των Αμερικανών που παρακολούθησαν την ομιλία και εκείνων που είδαν μικροσκοπικά αποσπάσματά της ήταν τεράστιο και είναι σχεδόν βέβαιο πως και αυτή τη φορά ο Τζο Μπάιντεν θα υποπέσει σε σφάλματα ιδανικά για το TikTok.
«Είναι αυτές οι εντυπώσεις από τις οποίες εξαρτάται το μέλλον της Αμερικανικής Δημοκρατίας; Η αποκαρδιωτική απάντηση είναι… ίσως» γράφει ο Εντουαρντ Λους. «Τα καλά νέα για τον Μπάιντεν είναι ότι οι κανόνες ευνοούν κυρίως εκείνον. Τον Τραμπ τον τρέφει το ζωντανό κοινό και θα πρέπει να προσαρμοστεί στη σιωπή. Δεν θα μπορεί να ακουστεί όταν θα μιλάει ο Μπάιντεν. Ο Μπάιντεν θα είναι αμελής αν δεν υπενθυμίσει στους τηλεθεατές ότι ο αντίπαλός του είναι ένας καταδικασμένος εγκληματίας.
»Θα ήταν ωραίο να πιστεύουμε ότι οι πολιτικές αντιπαραθέσεις θα κρίνουν τη συζήτηση. Ομως ακόμα περισσότερο από όσο συνήθως, το τι θα πουν οι υποψήφιοι θα έχει μικρότερη σημασία από το πώς θα φανεί ο καθένας. Στόχος του Μπάιντεν θα είναι να εξασφαλίσει ότι η ηλικία του θα συζητηθεί λιγότερο από τον χαρακτήρα του Τραμπ. Στα χαρτιά το έργο του είναι απλό, στην πράξη… κάθε άλλο» καταλήγει ο αρχισυντάκτης των Financial Times στις ΗΠΑ.