Οι άντρες είναι «τυχεροί». Πηγαίνοντας στον στρατό, όλο και κάποιον Πομάκο θα συναντήσουν κι έτσι θα μάθουν ότι υπάρχουν έλληνες πολίτες Μουσουλμάνοι. Οι γυναίκες μπορεί και να μην το συνειδητοποιήσουν ποτέ.
Η Κομοτηνή απέχει από την Αθήνα περίπου 750 χιλιόμετρα. Στην πραγματικότητα, όμως, η απόσταση είναι χαώδης. Αν εξαιρέσουμε τα γλυκά της και τα στραγάλια της, οι περισσότεροι ελάχιστα γνωρίζουμε για την πανέμορφη και τόσο ιδιαίτερη αυτή πόλη. Το ίδιο ακριβώς και με την Ξάνθη. Ολοι θα μιλήσουν για τα σιροπιαστά της και τα μπαράκια της και σχεδόν κανείς για τα τζαμιά της και για τους Μουσουλμάνους.
Ετσι, όταν έρχεται η συζήτηση στη μειονότητα, είτε λόγω κάποιων ιδιαίτερων ζητημάτων που προκύπτουν είτε λόγω εκλογών και υποψηφιοτήτων, έκπληκτος ο πολύς ο κόσμος ακούει λέξεις και έννοιες όπως «μουφτής», «ψευδομουφτής», «μειονοτικά σχολεία», «το προξενείο στην Κομοτηνή» και δεν καταλαβαίνει περί τίνος ακριβώς πρόκειται. Επειδή -εδώ που τα λέμε- και οι δημοσιογραφικός κόσμος δεν είναι και πολύ επεξηγηματικός, οι περισσότεροι προσπερνούν τη μειονότητα χωρίς να πολυδίνουν σημασία. Αυτός είναι ο ασφαλέστερος τρόπος για να καλλιεργούνται εντυπώσεις και να κυκλοφορούν μύθοι, η διάλυση των οποίων είναι ταμπού, οπότε τους αφήνουμε να κυκλοφορούν, ανεξαρτήτως της ζημιάς που αυτοί μπορεί να προκαλούν.
«Οι μπάρες που απέκλειαν τους μουσουλμάνους»
Ενας από τους μύθους, για παράδειγμα, που καλλιεργήθηκε επί χρόνια και παραμένει πανίσχυρος, είναι «οι μπάρες». Ο μύθος λέει ότι το ελληνικό κράτος είχε φυλακίσει τη μειονότητα πίσω από μπάρες, οι οποίες έκλειναν με τη δύση του ηλίου κι ότι οι μουσουλμάνοι συμπολίτες μας έβγαιναν μόνο με ειδική άδεια από αυτές.
Η πραγματικότητα, όμως, ήταν τελείως διαφορετική. Οι μπάρες είχαν τοποθετηθεί για τον «από Βορρά κίνδυνο»: τη Βουλγαρία. Μιλάμε για άλλες εποχές, με τη Βουλγαρία να είναι ο νούμερο 1 δορυφόρος του Συμφώνου της Βαρσοβίας, και τη χώρα μας να είναι μέλος του ΝΑΤΟ. Οι μπάρες ήταν στο πλαίσιο των υποχρεώσεών μας προς το ΝΑΤΟ, είχαν τοποθετηθεί σε πολλά σημεία σε όλον τον άξονα των συνόρων με τη Βουλγαρία προκειμένου να τα φυλάσσουν, και δεν είχαν στόχο τους Μουσουλμάνους. Ωστόσο, η κυρίαρχη αντίληψη είναι ότι «είχαν μπει μπάρες για τους Μουσουλμάνους».
Η αλήθεια είναι ότι η μουσουλμανική μειονότητα καταπιεζόταν για πολλά χρόνια. Δεν είχαν τη δυνατότητα να εκδίδουν οικοδομικές άδειες, ή να μεταβιβάζουν ελεύθερα ακίνητα, αυτοκίνητα, γεωργικούς ελκυστήρες κλπ. Οι περιορισμοί ήταν όντως ασφυκτικοί. Απαγορευόταν η μεταβίβαση από Χριστιανό σε Μουσουλμάνο. Προκειμένου οι Μουσουλμάνοι να μεταβιβάσουν εμπράγματη και κινητή περιουσία τους, περνούσαν από Επιτροπή που αποτελούνταν από εκπροσώπους των υπουργείων Γεωργίας, Οικονομικών και Εθνικής Άμυνας. Η κατάργηση όλων των περιορισμών ανακοινώθηκε το 1991 από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στην Ξάνθη και την Κομοτηνή.
Ετσι, από τη δεκαετία του ’90 οι Μουσουλμάνοι έγιναν πολύ καλοί πελάτες των συμβολαιογράφων της περιοχής, καθώς άρχισαν να μεταβιβάζουν τα ακίνητά τους αλλά και να αγοράζουν. Εργατικοί άνθρωποι, φανατικοί αποταμιευτές, βρέθηκαν με μετρητά στα χέρια τους και κατάφεραν να αποκτήσουν περιουσίες.
«Το κατά κεφαλήν εισόδημα των 2.200 δολαρίων»
Οι Μουσουλμάνοι στην Ξάνθη, τη Ροδόπη και (οι λιγότεροι) στον Εβρο είναι τουρκογενείς ή Πομάκοι ή τσιγγάνοι. Ολοι καταγράφηκαν ως μουσουλμανική μειονότητα στη Συνθήκη της Λωζάνης, κι έτσι αναφέρθηκαν από τον πρόεδρο Ερντογάν στη διάρκεια της πρόσφατης επίσκεψής του. Βεβαίως, ο πρόεδρος Ερντογάν είπε κι ένα σωρό ανακρίβειες για τις οποίες θα περίμενε κάποιος να υπάρξει μια επίσημη απάντηση. Για παράδειγμα, ανέφερε ότι οι «κάτοικοι της δυτικής Θράκης» (εννοώντας τους Μουσουλμάνους) έχουν κατά κεφαλήν εισόδημα 2.200 δολαρίων το χρόνο. Κάτι τέτοιο όχι μόνον δεν υπάρχει ως στοιχείο (εκτός κι αν το τουρκικό κράτος παρακολουθεί με κάποιον άγνωστο τρόπο τα εισοδήματα των Μουσουλμάνων) αλλά και δεν προκύπτει από πουθενά.
Σαφώς και υπάρχουν φτωχοί Μουσουλμάνοι, όπως υπάρχουν και φτωχοί Χριστιανοί στην Ελλάδα. Είναι φυσικό το εισόδημα των κτηνοτρόφων στα άγονα ορεινά χωριά να είναι πολύ χαμηλότερο από εκείνο των αγροτών με μεγάλες εύφορες εκτάσεις ή των αστών Μουσουλμάνων. Αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να χρεωθεί στο ελληνικό κράτος ανισότητα στο εισόδημα των Μουσουλμάνων ως διάκριση.
Τι είναι τα μειονοτικά σχολεία;
Όμως, ένα φλέγον ζήτημα για τους Μουσουλμάνους της Θράκης είναι αυτό της εκπαίδευσης. Τα παιδιά έχουν να δυνατότητα να φοιτήσουν είτε σε δημόσιο σχολείο (όπως στην υπόλοιπη Ελλάδα) είτε σε μειονοτικό. Τα μειονοτικά έχουν ένα ιδιαίτερο καθεστώς: είναι ιδιωτικά, ωστόσο οι δάσκαλοι πληρώνονται από το ελληνικό κράτος και τα βιβλία τους είναι διαφορετικά από εκείνα των δημοσίων, είναι και στα Ελληνικά και στα Τουρκικά. Υπάρχουν, όμως, για το ελληνόγλωσσο πρόγραμμα σοβαρά παράπονα κι ως αποτέλεσμα, τα παιδιά δεν μαθαίνουν καλά Ελληνικά, κάτι για το οποίο μπορεί να κατηγορηθούν στη συνέχεια της ζωής τους.
Η διδασκαλία των Θρησκευτικών στα παιδιά της μειονότητας είναι ένα άλλο αγκάθι. Στα δημόσια σχολεία, μέχρι πριν από ελάχιστα χρόνια, δεν υπήρχε η δυνατότητα για διδασκαλία του Ισλάμ στο μάθημα των Θρησκευτικών, παρόλο που υπάρχει και σε αυτά μουσουλμανική μειονότητα. Ευτυχώς, το 2014 ψηφίστηκε διακομματικά στη Βουλή των Ελλήνων η εφαρμογή του θεσμού των ιεροδιδασκάλων, οι οποίοι διδάσκουν το Κοράνι στα τεμένη (ως ιμάμηδες) και, πλέον, τους προσλαμβάνει το ελληνικό κράτος για να το διδάσκουν και στα δημόσια σχολεία. Έως ότου γίνει αυτό, επί δεκαετίες, τα παιδιά της μειονότητας έβγαιναν από την τάξη όταν γινόταν το μάθημα των Θρησκευτικών!
Η υπεροχή του δημόσιου σχολείου από το μειονοτικό, η δυνατότητα διδασκαλίας του Κορανίου στο μάθημα των Θρησκευτικών αλλά και η ασταθής κατάσταση στην Τουρκία, οδηγεί πια ολοένα και περισσότερο τους Μουσουλμάνους μαθητές στα δημόσια σχολεία και όχι στα μειονοτικά. Βλέπουν ότι η Τουρκία (η οποία χορηγεί απλόχερα υποτροφίες για τα πανεπιστήμιά της σε έλληνες μουσουλμάνους) δεν είναι η Γη της Επαγγελίας κι ότι ο δρόμος για τη Δύση περνά από την Ελλάδα. Επίσης, το ειδικό ευνοϊκό καθεστώς εισαγωγής στα ΑΕΙ για τους μουσουλμάνους μαθητές τους ωθεί να σπουδάζουν. Ενδεικτικό της αλλαγής νοοτροπίας και τρόπου ζωής στα παιδιά της μειονότητας είναι το γεγονός ότι μόνο στο Δικηγορικό Σύλλογο Ξάνθης υπάρχουν περίπου 40 Μουσουλμάνοι δικηγόροι, σε σύνολο 220 δικηγόρων.
Ένα από τα προβλήματα είναι το ότι δεν υπάρχουν πολλά δημόσια σχολεία στα χωριά των νομών Ξάνθης και Ροδόπης, με αποτέλεσμα τα παιδιά των Μουσουλμάνων να αναγκάζονται να πηγαίνουν σε μειονοτικά. Αυτό συμβαίνει επειδή (στα χάλια που έχει…) το ελληνικό κράτος αναγκάζεται να κλείνει δημόσια σχολεία λόγω έλλειψης παιδιών σε όλη τη χώρα. Αντιθέτως οι Μουσουλμάνοι δεν έχουν έλλειψη παιδιών.
Γλέντια και τατουάζ
Οι νέοι της μειονότητας έχουν, πια, δυτικοποιηθεί. Χαρακτηριστικό είναι αυτό που εξομολογήθηκε μουφτής στο protagon: «Τα γλέντια που κάνουν για τους γάμους τους είναι δυτικού τύπου, σαν των Χριστιανών, σε κέντρα με χορούς και τραγούδια. Αυτό ήταν αδιανόητο πριν από λίγα χρόνια, όταν το πολύ-πολύ να έσφαζαν ένα αρνί για να γιορτάσουν το γάμο τους μαζί με λίγους συγγενείς». Το ντύσιμό τους, το στιλ τους, οι συνήθειές τους, οι εκφράσεις τους, οι κινήσεις τους δεν διαφέρουν από αυτές των χριστιανών συμμαθητών ή συμφοιτητών τους. Τα κορίτσια είναι μοντέρνα ντυμένα, κάποιες φορούν τη μαντίλα κάποιες όχι, όλα με τα τελευταίας τεχνολογίας κινητά, περιποιημένα και καλοντυμένα. Έχουν ξεφύγει από «τη μοίρα» να πρέπει να παντρευτούν μόλις κλείσουν τα 18. Σπουδάζουν, ψάχνουν δουλειές, ενδιαφέρονται για τατουάζ, κάνουν παρέα με Χριστιανούς, ωστόσο ακόμη οι μεικτοί γάμοι αποτελούν ταμπού. «Ο πατέρας μου θα με σκοτώσει αν μάθει ότι βγαίνω με Χριστιανό», εξομολογήθηκε Μουσουλμάνα σε κόρη φίλης. Πού θα πάει, θα περάσει κι αυτό. Όπως, κάποτε, ήταν ταμπού οι γάμοι ανάμεσα σε τουρκογενείς και Πομάκους, παρόλο που είναι του ίδιου θρησκεύματος. Έσπασε, όμως, με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλοί τέτοιοι γάμοι.
Στα χωριά, η κατάσταση είναι διαφορετική, όπως όμως συμβαίνει (σκεφτείτε τι επικρατούσε πριν από 20-25 χρόνια) και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οι γυναίκες μεγάλης ηλικίας είναι πιο παραδοσιακές, οι κοινωνίες περίκλειστες, τα ήθη πιο αυστηρά, ο κόσμος πιο συντηρητικός.
Περί Σαρίας
Ο μουφτής είναι ο διορισμένος από το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων υπάλληλος, προκειμένου να ασκεί στην περιφέρειά του τα θρησκευτικά καθήκοντα που απορρέουν από τον Ιερό Μουσουλμανικό Νόμο καθώς και «δικαιοδοσία μεταξύ μουσουλμάνων ελλήνων πολιτών επί γάμων, διαζυγίων, διατροφών, επιτροπειών, κηδεμονιών, χειραφεσίας ανηλίκων, ισλαμικών διαθηκών και της εξ’ αδιαθέτου διαδοχής, εφόσον οι σχέσεις αυτές διέπονται από τον Ιερό Μουσουλμανικό Νόμο». Ετσι περιγράφει ο νόμος 1920/1991 τα καθήκοντα του Μουφτή κι εννοεί ότι ο μουφτής έχει το ρόλο και του «δικαστή», εφαρμόζοντας τη Σαρία, κατά την κρίση του. Η Σαρία είναι μια άγνωστη, γενικώς, έννοια στην υπόλοιπη Ελλάδα. Για τους φανατικούς Μουσουλμάνους σημαίνει την πίστη τους, το Ισλάμ, ενώ προκειμένου περί εφαρμογής του Δικαίου, στην Ελλάδα η Σαρία εφαρμόζεται για κληρονομικά και οικογενειακά ζητήματα, με θύματα τις γυναίκες και τα παιδιά. Η Ελλάδα είναι η μόνη μη μουσουλμανική και η μόνη ευρωπαϊκή χώρα στην οποία εφαρμόζεται η Σαρία, κατάλοιπο της Συνθήκης της Λωζάνης. Πριν από μια εβδομάδα κατατέθηκε σχέδιο νόμου από το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων με το οποίοι μπαίνει ένα πλαίσιο στη Σαρία: καθίσταται σαφώς ως προαιρετική για τους Μουσουλμάνους και η προσφυγή στην επίλυση των διαφορών μέσω του μουφτή θα γίνεται μόνο εφόσον συμφωνούν όλοι οι διάδικοι, ενώ μπαίνουν και δικονομικοί κανόνες.
Θα είχε ενδιαφέρον, ίσως, να ρωτούσε κάποιος τον κ. Ερντογάν τι άποψη έχει για τη Σαρία στην Ελλάδα. Είναι υπέρ ή είναι εναντίον; Πρέπει να μπουν κανόνες; Δεν είναι πολύ περίεργο το γεγονός ότι ενώ αναφέρθηκε σε όλα τα ανοιχτά -κατά τη γνώμη του- ζητήματα με την Ελλάδα και τη μειονότητα, δεν ανέφερε το παραμικρό για τη Σαρία;
Οι γνώστες πιστεύουν ότι η Σαρία τον φέρνει σε πολύ δύσκολη θέση. Από τη στιγμή που εφαρμόζεται η Σαρία στην Ελλάδα, το κράτος θα διορίζει τους μουφτήδες. Αυτό η Τουρκία επιθυμεί διακαώς να καταργηθεί και οι μουφτήδες να εκλέγονται από ένα εκλεκτορικό σώμα της δικής της επιλογής και επιρροής. Για να συμβεί αυτό, όμως, θα πρέπει να συμφωνήσει στην κατάργηση της Σαρίας. Ως Μουσουλμάνος, όμως, δεν μπορεί να συμφωνήσει σε αυτό, καθώς η Σαρία είναι ο Ιερός Μουσουλμανικός νόμος και σε καμιά περίπτωση δεν τον συμφέρει να συναινέσει στην κατάργηση της ισχύος του για τους μουσουλμάνους πολίτες στην Ελλάδα.
Αλήθεια, η μειονότητα τι άποψη έχει για τη Σαρία; Κάποιοι ισχυρίζονται ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό τους είναι υπέρ, καθώς πρόκειται για την πίστη τους, έναν από τους συνδετικούς τους κρίκους, την παράδοσή τους. Ορισμένοι τάσσονται ευθέως υπέρ της κατάργησής της, παρόλο που κάτι τέτοιο τους διαφοροποιεί από τα άλλα μέλη της μειονότητας. Από την άλλη πλευρά, πολλοί παραδέχονται χαμηλόφωνα ότι ενώ επιθυμούν τη διατήρησή της οι ίδιοι δεν πρόκειται να προσφύγουν στο μουφτή, αλλά στους συμβολαιογράφους και στα πολιτικά δικαστήρια. Το σίγουρο είναι ότι εδώ δεν χωρεί ανευθυνότητα, συνθηματολογία και ανέξοδη ή φτηνή πολιτική.
Το σίγουρο, επίσης, είναι ότι οι Μουσουλμάνοι της Θράκης έχουν αντιληφθεί πολύ καλά ότι επί δεκαετίες αποτέλεσαν τα πιόνια για να παιχτούν παιχνίδια σε βάρος τους. Γι’ αυτό και η πρόσφατη επίσκεψη του προέδρου Ερντογάν στην Κομοτηνή, παρά την κινητοποίηση και τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τον προσεταιρισμό της, δεν συγκίνησε καθόλου τη μειονότητα.
Αυτό που κρατώ, πάντως, ως κατακλείδα, είναι τα λόγια μιας Μουσουλμάνας η οποία πριν από 30 χρόνια έφυγε από το χωριό της για να τελειώσει το Γυμνάσιο στην Κωνσταντινούπολη και να σπουδάσει στην Προύσα Ισλαμική Θεολογία. Ήταν η πρώτη κοπέλα του χωριού της η οποία σπούδασε. «Και στην Τουρκία είμαι ξένη, είμαι “το άλλο”, είμαι “το επικίνδυνο”, αλλά και στην Ελλάδα είμαι. Πρέπει να το ζήσεις για να καταλάβεις τι σημαίνει να είσαι μέλος της μειονότητας…»