| ΙΝΤΙΜΕΝΕWS/Wiki/CreativeProtagon
Θέματα

Η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα μέσα από τις ξεναγήσεις της

Ηταν η γοητεία της αφοσίωσης; Η σαγήνη της αφομοιωμένης γνώσης; Η αγάπη της για το ίδιο το αντικείμενο, που γινόταν «κολλητική»; Οσοι είχαν την τύχη να παρακολουθήσουν ξεναγήσεις της δύσκολα θα έβλεπαν με άλλο μάτι την ίδια την τέχνη που φιλοξενούσε η Εθνική Πινακοθήκη, αν δεν είχαν γίνει μάρτυρες των αφηγήσεών της. Μια άλλη Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα
Παύλος Ηλ. Αγιαννίδης

Αν κάτι, πολύτιμο, μας αφήνει κληρονομιά η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, πέρα από την πολυετή δουλειά πάνω στο όραμα της Εθνικής Πινακοθήκης, είναι η γοητεία των ξεναγήσεών της.

Κάποτε έλεγαν, όσοι είχαν την τύχη να παρακολουθήσουν ξεναγήσεις της, ότι δύσκολα θα έβλεπαν με άλλο μάτι την ίδια την τέχνη που φιλοξενούσε η Εθνική Πινακοθήκη, αν δεν είχαν γίνει μάρτυρες των αφηγήσεών της.

Κάποιοι, πάλι, αποκτούσαν «αγαπημένα έργα», κυρίως της ελληνικής τέχνης, όταν κατάφερναν να τα δουν, εξαρχής, μέσα από τα μάτια της.

Ήταν η γοητεία της αφοσίωσης; Ήταν η σαγήνη της αφομοιωμένης γνώσης; Ήταν η αγάπη της για το ίδιο το αντικείμενο, που γινόταν «κολλητική»; Ό,τι και να ήταν, το σίγουρο είναι ότι είχε τη μεταδοτικότητα καλού δασκάλου και την επιδραστικότητα μύστη της τέχνης.

Οι ξεναγήσεις της, λοιπόν, που έγιναν και διαδικτυακές στα χρόνια της κοινωνικής δικτύωσης, θα είναι η κληρονομιά της. Το κεράκι που θα μπορεί, εφεξής, να φωτίζει την τέχνη που στέγασε το πρώτο τη τάξει, εθνικό εν τέλει, ίδρυμα τέχνης στην Ελλάδα.

Θυμάμαι όταν, με αφορμή το άνοιγμα της «νέας» Εθνικής Πινακοθήκης, με την επέκτασή της, με ξεναγούσε με έναν τρόπο στα έργα που η ίδια θα πρότεινε, για αρχή, στην πρώτη μας επίσκεψη πόσο κατάφερνε εκείνο, το θαυμαστό, που είχαν και οι ζωντανές και κάποτε οι διαδικτυακές ξεναγήσεις της.

Στεκόμενη, τότε, στα έργα του Θεόδωρου Βρυζάκη, «Η Έξοδος του Μεσολογγίου» του 1853 και «Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι» του 1861, έφευγε από την κλασική, ακαδημαϊκή παρουσίαση, και περνούσε τα όρια της συγκίνησης: «Για μένα είναι δύο εικονίσματα», μού έλεγε. «Έχουν διαπλάσει την πατριωτική συνείδηση των Ελλήνων. Σηματοδοτούν σημαντικά γεγονότα και αφορούν τον φιλελληνισμό».

Και πάλι δεν έμενε μόνον εκεί. Προχωρούσε στον άνθρωπο πίσω από την τέχνη. Στην ανθρώπινη ιστορία: «Ο Βρυζάκης, ορφανό του Αγώνα, που είδε τον πατέρα του απαγχονισμένο από τους Τούρκους, βρέθηκε με τον αδελφό του στο Ορφανοτροφείο του Καποδίστρια, στην Αίγινα». Στο έργο του για τον Λόρδο Βύρωνα, ο οποίος έμεινε 100 μέρες στο πολιορκημένο Μεσολόγγι και το έκανε γνωστό, τότε, ανά την υφήλιο με την πένα του, «το σπαθί ήταν για έναν σταρ της εποχής, όπως ο Βύρωνας, η μεγάλη καταξίωση». Πέρα από την πένα.

Μάρτιος 2021. Ξεναγώντας την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου και άλλους διακεκριμένους καλεσμένους –όπως ο εικονιζόμενος δεξιά κύπριος πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης– στην τελετή εγκαινίων της «νέας» Εθνικής Πινακοθήκης (Pool/ Τζάμαρος Παναγιώτης)

Σε λίγες λέξεις δυο ανθρώπινες ιστορίες, έστω και κατ’ εκτίμηση. Του Βρυζάκη και του Βύρωνα.

Πίσω από την «Προσωπογραφία της Κλεμάνς Σερπιέρη» του Νικηφόρου Λύτρα (1869), μπορούσε να φωτίσει με την αφήγησή της η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα μια «ματωμένη» ιστορία. Που ξεκινούσε από τη σύζυγο του ιταλικής καταγωγής Τζοβάνι Μπατίστα (ή Ιωάννη Βαπτιστή) Σερπιέρη. Ιδιοκτήτη των μεταλλείων Λαυρίου και συνέταιρο του Ανδρέα Συγγρού, που ήρθε στην Ελλάδα το 1863 και υπέβαλε αίτηση καμίνευσης των «σκωριών» του Λαυρίου. Ιδρύοντας το 1864 την μεταλλευτική-μεταλλουργική εταιρεία της Λαυρεωτικής με έδρα τη Μασσαλία, την «Roux et CO».

Στην οικογένεια της Κλεμάνς Σερπιέρη, μου εξηγούσε στην γοητευτική της νοερή «ξενάγηση», ανήκε η τράπεζα Roux Fraissinet, που εμπλέκεται στην ίδρυση των «ματωμένων», όπως χαρακτηρίστηκαν μετά, μεταλλείων του Λαυρίου.

Μεγάλη της αγάπη ο Γκρέκο, έναν πίνακα του οποίου (την «Ταφή του Χριστού») κατάφερε να προσκτήσει η Εθνική Πινακοθήκη, ύστερα από την πανεθνική πρόσκλησή της για έρανο αγοράς του έργου.

Τα έργα του τής έδιναν αφορμή να μιλήσει για το «θάνατο και τα Πάθη στο έργο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου», είτε ζωντανά είτε διαδικτυακά:

«Η πρώτη και μοναδική μαρτυρία που έχουμε για τη ζωγραφική του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, λίγο πριν αφήσει τον γενέθλιο Χάνδακα για τη Βενετία, τέλη Δεκεμβρίου του 1566, αναφέρεται σε μια εικόνα με θέμα το θείον πάθος, ζωγραφισμένη σε χρυσό κάμπο.

» Ίσως επρόκειτο για μια Σταύρωση. Ήταν μια εικόνα που εκτιμήθηκε πολύ ακριβά, γεγονός που υποδηλώνει πως ο Δομήνικος σε ηλικία 25 χρόνων ήταν ήδη ένας καταξιωμένος ζωγράφος της Κρητικής Σχολής. Ποια μορφή είχαν οι εικόνες που ζωγράφιζε ο νεαρός Δομήνικος και που μπορούσαν να φτάσουν τιμές αντάξιες ενός έργου του Τιτσιάνο;

» Γνωρίζαμε βέβαια την εικόνα με τον Άγιο Λουκά του Μουσείου Μπενάκη, αλλά η “Κοίμηση της Θεοτόκου”, που ανακαλύφτηκε το 1983 στην ομώνυμη εκκλησία της Ερμούπολης της Σύρου, μας δίνει μια εύγλωττη απάντηση.

» Το θέμα της Κοίμησης της Θεοτόκου ήταν ιδιαίτερα αγαπητό στην περίοδο των Παλαιολόγων και συνήθως ζωγραφιζόταν στον δυτικό τοίχο του ναού. Ο Θεοτοκόπουλος ακολουθεί ανάλογα πρότυπα αλλά τα εμπλουτίζει με δυτικά στοιχεία, ενώ σφραγίζει τη σκηνή με το δικό του ύφος.

» Το σεπτό σκήνωμα της νεαρής Παρθένου είναι ξαπλωμένο σε μια πολυτελή κλίνη με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος. Οι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος περιβάλλουν το ιερό λείψανο στις δυο άκρες της κλίνης.

» Ο Χριστός απεικονίζεται στο κέντρο της σύνθεσης, καθώς σκύβει για να παραλάβει την ψυχή της μητέρας του με τη μορφή σπαργανωμένου βρέφους. Απόστολοι και μαθητές συνωθούνται δεξιά και αριστερά, εκφράζοντας τη θλίψη τους με συγκρατημένες χειρονομίες και εκφράσεις.

» Η σύνθεση σχηματίζει μια πυραμίδα με κορυφή την Παναγία, που εικονίζεται ως εστεμμένη βασίλισσα των ουρανών, ένθρονη πάνω σε χρυσή νεφέλη εν μέσω χορού αγγέλων και χερουβείμ. Η παράδοση της αγίας ζώνης στον Απόστολο Θωμά από τη Θεοτόκο είναι στοιχείο που ανήκει στη δυτική εικονογραφική παράδοση, όπως και η ημισέληνος όπου στηρίζει τα πόδια της, η οποία συμβολίζει την άμωμη σύλληψη».

Κάπως έτσι σε τραβούσε σε ένα «συναρπαστικό ταξίδι». Όρος που είχε η ίδια χρησιμοποιήσει για την πολυετή περιπέτεια της Εθνικής Πινακοθήκης, και ως κτίριο και ως συλλογή τέχνης.

Δεν έμενε στις τεχνοτροπίες. Ούτε στα τεχνικά και χρονολογικά στοιχεία. Ερμήνευε την εικόνα, με πάθος και δίχως φόβο. Έμπαινε στο σημαίνον και το σημαινόμενό της.

Κρατούσε την άκρη του μίτου και σε εισήγε σε ένα λαβύρινθο σαγήνης. Σαν αυτόν που, συχνά, σε βάζει κάθε ανθρώπινη ιστορία. Σαν μία τροβαδούρος, εκείνη, της ελληνικής τέχνης. Που την εξήγησε. Και την ύμνησε.

Και στο κέντρο όλων, ο Άνθρωπος. Είτε ο δημιουργός, είτε ο εικονιζόμενος. Ακόμη κι αν ήταν Θεάνθρωπος, είχε τα κλειδιά για την κατανόησή του η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα σαν σε μπρελόκ, κρεμασμένο δίπλα στην καρδιά της.

Δεν νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί που να πιστεύουν ότι δεν αγαπούσε, βαθιά, αυτό που έκανε. Αυτό είναι ακόμη ένα στοιχείο που μπορούμε να κρατήσουμε από κείνη.

«Η Ταφή του Χριστού» του Γκρέκο, το οποίο αγοράστηκε με εθνικό έρανο, ύστερα από κάλεσμα της Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα

Για την περίφημη «Ταφή του Χριστού» (π. 1568-70) του Θεοτοκόπουλου, κατάφερνε στην αφήγησή της να εστιάσει στις λεπτομέρειες και σε όλα εκείνα που έκρυβαν αυτές:

«Η σκηνή της Ταφής αναπτύσσεται μπροστά στο σκοτεινό στόμιο ενός σπηλαίου που ανοίγεται στην πλαγιά ενός χαμηλού λόφου. Δυο ανδρικές μορφές με ρωμαλέο σώμα ανακρατούν το ιερό σκήνωμα του Χριστού και ετοιμάζονται να το εναποθέσουν σε μια μαρμάρινη σαρκοφάγο τοποθετημένη πλάγια για να τονιστεί η τρίτη διάσταση του χώρου.

» Η αριστερή μορφή, που έχει ταυτιστεί με τον Νικόδημο, επαναλαμβάνει μια στάση γνωστή από τον Τιντορέτο, έναν βενετό ζωγράφο που ο Γκρέκο θαύμαζε απεριόριστα. Τη στάση αυτή θα την συναντήσουμε αργότερα σε πολλά έργα του καλλιτέχνη.

» Το κεφάλι της ανδρικής μορφής δεξιά, που υποβαστάζει το σώμα του Χριστού, παραπέμπει στον Λαοκόωντα. Αργότερα, ο Γκρέκο έμελλε να αντλήσει έμπνευση από το ξακουστό ελληνιστικό σύνταγμα στον μοναδικό πίνακά του με μυθολογικό θέμα. Το αρχαίο έργο ήταν πολύ γνωστό από χαρακτικά και σίγουρα του ήταν οικείο».

Να πώς η αρχαιότητα, τα σύμβολα και ο Τιντορέτο κατόρθωναν να παρεισφρήσουν σε μια αφήγηση για ένα σημαντικό έργο του Γκρέκο, μέσα από τα μάτια της Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα.

Κάπως έτσι την άκουσαν, κάποιοι τυχεροί, να περιγράφει την… τόση θάλασσα στην ελληνική ζωγραφική, όταν μιλούσε στα εγκαίνια της έκθεσης «Παρά θιν’ αλός» στο Ίδρυμα Θεοχαράκη, τον Απρίλιο του 2017:

«Μεσόγειος, θάλασσα γλυκιά, θάλασσα μάνα για τους λαούς που είχαν την τύχη και την ευλογία να γεννηθούνε στα παράλιά της. Θάλασσα που ενώνει, θάλασσα που πλουτίζει, θάλασσα που φωτίζει.

» Κάτω από την αιώνια λαμπάδα του ήλιου της δίνουν καρπούς οι πιο ευλογημένες ρίζες: η ελιά, η λεμονιά, η πορτοκαλιά, η άμπελος. Τα πιο μυριστικά φυτά: δάφνη και μύρτος, ρίγανη και φασκόμηλο, βασιλικός και δίκταμος, λεβάντα, διοσμαρίνι και θυμάρι.

» Όλη η χλωρίδα που χάρισε στην ποίησή μας τη μοσχοβολιά της: από την Σαπφώ ως τον Κάλβο, τον Σολωμό, τον Σικελιανό και τον Ελύτη…

» Πώς ήταν δυνατόν να μην εμπνεύσει τους Έλληνες καλλιτέχνες το συναρπαστικό θέμα και θέαμα της θάλασσας; Θάλασσα και θαλασσινά θέματα κυριαρχούν στην τέχνη που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα από το 3000 π.Χ., από τις νωπογραφίες της Θήρας και της Μινωικής Κρήτης ως τις αγγειογραφίες με τριήρεις, ιστιοφόρα ή θαλασσινούς θεούς και ήρωες.

» Η θαλασσογραφία επιβιώνει στη λαϊκή τέχνη στη διάρκεια της μακράς τουρκικής δουλείας για να ξαναγεννηθεί με την αναγέννηση του ελληνικού κράτους μετά τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας.

» Ο πρωταγωνιστικός ρόλος των ελλήνων ναυτικών στον Αγώνα, οι τολμηρές επιχειρήσεις στην θάλασσα, οι ναυμαχίες θα προσπορίσουν πλούσια θέματα στην ιστορική ζωγραφική της Σχολής του Μονάχου. Νικηφόρος Λύτρας, Νικόλαος Γύζης, Κωνσταντίνος Βολανάκης ύμνησαν τα πάθη και τα κατορθώματα των Ελλήνων στη θάλασσα».

Γι’ αυτό σάς λέω, αν κάτι θα κρατήσουμε –και για το μέλλον– από την Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα είναι η γοητεία των αφηγήσεών της. Ο προσηλυτισμός τόσων και τόσων στη μαγεία και τα μυστήρια και τα μυστικά της ελληνικής τέχνης. Της τέχνης μας. Πιστέψτε με, μάρτυρες είναι… στρατιές γοητευμένων ακροατών της.