Πλέον, ο Σι Τζινπίνγκ αναγνωρίζει ουσιαστικά ως φυσικό συνομιλητή του μόνο την Ουάσινγκτον. Η Ευρώπη απλώς... υποχρεούται να διατηρεί μια σχέση με την Κίνα | CreativeProtagon
Θέματα

Η κραταιά Χώρα του Δράκου και η «μικρή» ΕΕ

Αναλύοντας τις «στείρες» συνομιλίες που είχαν Μακρόν και Φον ντερ Λάιεν με τον Σι Τζινπίνγκ στην Κίνα, ο Κλάουντιο Τίτο της La Repubblica σημειώνει πως οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν έλαβαν «καμία εγγύηση για παρέμβαση του Πεκίνου στον σύμμαχό του στο Κρεμλίνο», την ίδια στιγμή που η ΕΕ «δεν μπορεί χωρίς το Πεκίνο», κάτι που, προφανώς, αποκαλύπτει την αδυναμία της
Protagon Team

Για δύο δυσάρεστα συμπεράσματα κάνει λόγο σε ανάλυσή του ο Κλάουντιο Τίτο της La Repubblica, σχολιάζοντας την επίσκεψη του Εμανουέλ Μακρόν και της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην Κίνα. «Πρόκειται για δύο διαπιστώσεις που καταδεικνύουν για άλλη μια φορά πόσο μικρή είναι η Ευρώπη μπροστά στις παγκόσμιες προκλήσεις. Ειδικά εάν τις αντιμετωπίζει δίχως να ρίχνει όλο το βάρος της ΕΕ στο τραπέζι» γράφει ο ιταλός αρθρογράφος.

Το πρώτο συμπέρασμα αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πριν από λίγο περισσότερο από έναν χρόνο, ο ίδιος ο γάλλος πρόεδρος είχε αποπειραθεί να κάνει τον Βλαντίμιρ Πούτιν να αλλάξει γνώμη και να μη διατάξει την εισβολή των στρατευμάτων του στην Ουκρανία. «Ο Μακρόν θεωρούσε ότι θα μπορούσε να πετύχει μόνος τους να μεταπείσει τον ρώσο “ομόλογό του” και να αποτρέψει, έτσι, τον πόλεμο κατά του Κιέβου, παίρνοντας τα εύσημα για αυτό. Αντιθέτως, οι συνομιλίες αποδείχτηκαν στείρες. Αποκάλυψαν την ευρωπαϊκή αδυναμία και την ευθραυστότητα μιας χώρας, της Γαλλίας, η οποία πολύ συχνά επικαλείται την πυρηνική ισχύ της, ξεχνώντας ότι δεν είναι πια η δύναμη που ήταν κάποτε. Ούτε στρατιωτικά ούτε οικονομικά» συνοψίζει ο Κλάουντιο Τίτο.

Σε γενικές γραμμές, ως στείρες μπορούν να χαρακτηριστούν και οι σχετικές συνομιλίες που είχαν οι Μακρόν και Φον ντερ Λάιεν με τον Σι Τζινπίνγκ. Γιατί οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν έλαβαν «καμία εγγύηση για παρέμβαση του Πεκίνου στον σύμμαχό του στο Κρεμλίνο, καμία συγκεκριμένη διαβεβαίωση για το ενδεχόμενο επαφής με τον ουκρανό πρόεδρο, καμία ρεαλιστική υπόθεση για μια διαμεσολάβηση ικανή πραγματικά να οδηγήσει σε εκεχειρία ή κατάπαυση του πυρός».

Σχετικά με τη συμμετοχή της προέδρου της Κομισιόν στις συνομιλίες με τον κινέζο πρόεδρο, ο ιταλός δημοσιογράφος σημειώνει πως μετέβη στο Πεκίνο για να αποτρέψει ένα τυχόν υπερβολικό (για την υπόλοιπη ΕΕ και τη Δύση γενικότερα) γαλλικό άνοιγμα προς το Πεκίνο. «Η Φον ντερ Λάιεν ενήργησε ωσάν “χωροφύλακας”, ελέγχοντας τις κινήσεις του Ελιζέ για λογαριασμό των ΗΠΑ» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Τίτο.

Εξηγεί πως, παρά την πρόσφατη τηλεφωνική συνομιλία που είχαν ο Εμανουέλ Μακρόν και ο Τζο Μπάιντεν πριν από λίγες ημέρες, «ο Λευκός Οίκος δεν είχε καμιά εμπιστοσύνη στις γαλλικές προθέσεις, ή μάλλον γνώριζε πολύ καλύτερα ότι οποιαδήποτε απόπειρα θα ήταν αποτυχημένη σε αυτό το στάδιο. Γιατί το Πεκίνο δεν έχει καμία διάθεση να τερματίσει τον πόλεμο τώρα, και επειδή η Μόσχα δεν έχει καμία διάθεση να αφήσει τον Σι να χειριστεί τις υποθέσεις της […] Ο κίνδυνος ήταν να εκτεθεί η συμμαχία που υποστηρίζει την Ουκρανία, σε σημείο που να καταστεί λιγότερο ισχυρή. Αποστολή της Φον ντερ Λάιεν ήταν ακριβώς η αποτροπή αυτού του κινδύνου».

Το δεύτερο συμπέρασμα (που είναι απλώς «η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος») αφορά τη (μεγάλη ακόμα) εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης από την Κίνα, η οποία είχε ξεχαστεί λόγω του πολέμου που μαίνεται στην Ουκρανία. Η Ευρώπη δεν επιθυμεί, ή μάλλον δεν μπορεί, να κόψει τις οικονομικές και εμπορικές γέφυρες με το Κρεμλίνο.

Ο Κλάουντιο Τίτο αναφέρει ενδεικτικά ότι στο περιθώριο μιας διπλωματικής αποστολής που σχεδιάστηκε με στόχο (ή τουλάχιστον έτσι διαφημίστηκε) να πειστεί το Πεκίνο να διαμεσολαβήσει μεταξύ του Βλαντίμιρ Πούτιν και του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, υπεγράφη και μια συμφωνία για την πώληση 160 αεροσκαφών της Airbus στην Κίνα.

«Με λίγα λόγια, η Γηραιά Ηπειρος δεν μπορεί χωρίς το Πεκίνο. Και μόνο μια αναφορά στην ποσότητα των “σπάνιων γαιών” που εισάγονται από την Κίνα αρκεί για να γίνει κατανοητό ότι η Κίνα εξακολουθεί να βρίσκεται πολύ “κοντά” στην Ευρώπη. Η οποία υποχρεούται να διατηρεί μια σχέση. Το κόψιμο των δεσμών θα σήμαινε τον περιορισμό της ευημερίας των Ευρωπαίων. Αυτό, προφανώς, αποτελεί αδυναμία. Εάν συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι το 50% της ανάπτυξης που θα καταγραφεί το 2023 θα καθοριστεί από την Κίνα και την Ινδία, το τελικό αποτέλεσμα καθίσταται συντριπτικό», καταλήγει ο δημοσιογράφος της La Repubblica.

Δεν πρέπει, λοιπόν, να προκαλεί εντύπωση ότι ο Σι Τζινπίνγκ αισθάνεται πανίσχυρος, «ένας εκ των ηγετών του κόσμου, αν όχι ο “κατεξοχήν” ηγέτης». Πλέον, το Πεκίνο ως φυσικό συνομιλητή του, ουσιαστικά αναγνωρίζει μόνο την Ουάσινγκτον. Και το κάνει διακηρύσσοντας ρητά τη βούληση να κυριαρχήσει σε ολόκληρη την Ανατολή, σίγουρα στην Ταϊβάν και σε ολόκληρο τον Ινδο-Ειρηνικό, από όπου διέρχεται περίπου το 70% του παγκόσμιου εμπορίου.

Οσον αφορά το μέλλον των σχέσεων ΕΕ-Κίνας, η εξέλιξη που θα πρέπει πάση θυσία να αποφευχθεί είναι «η αποδοχή μιας κατάστασης που μακροπρόθεσμα θα μπορούσε να καταστεί ηγεμονία. Οι σχέσεις με το Πεκίνο πρέπει να διατηρηθούν, αλλά χωρίς να νομιμοποιούνται οι αξιώσεις του. Το έκαναν ο Μακρόν και η Φον ντερ Λάιεν αυτό;», διερωτάται ο Κλάουντιο Τίτο, ολοκληρώνοντας την ανάλυσή του.