Σοβιετική αφίσα για τα πέντε χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης | Wikipedia commons
Θέματα

Οκτωβριανή Επανάσταση: ήταν μια καταστροφή αλλά ακόμη γοητεύει. Πώς εξηγείται;

Η βαθύτερη κατανόηση της έλξης που άσκησε και ασκεί ο κομμουνισμός έχει να κάνει με την ανάλυση της ανθρώπινης φύσης, υποστηρίζει ο αμερικανός πολιτικός αναλυτής Πολ Μπέρμαν. Ηταν μια ιδεολογία που κήρυττε την ισότητα και τη δικαιοσύνη ή ένας δεσποτικός μυστικισμός που οδήγησε σε αδιανόητες αγριότητες;
Protagon Team

Τα 100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση είναι η επέτειος ενός παραλογισμού και των συνεπειών του. Ετσι ξεκινάει την ανάλυσή του για την κληρονομιά της επανάστασης, ο πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας Πολ Μπέρμαν, με άρθρο του που δημοσιεύει η ιταλική εφημερίδα Il Sole 24 Ore. Ο Μπέρμαν επιχειρεί να εξηγήσει την έλξη που άσκησε ο κομμουνισμός σε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού του πλανήτη σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, ακόμα και σήμερα. Τη γοητεία μιας επανάστασης (25 Οκτωβρίου με το παλαιό, 7 Νοεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) που θα οδηγούσε σε μία πιο δίκαιη κοινωνία, τον θρίαμβο μιας τοπικής εξέγερσης που έγινε παγκόσμιος και την εκτροπή στην αγριότητα.

Η επικράτηση των μπολσεβίκων και η άνοδός τους στην εξουσία ήταν ένα τυχαίο γεγονός, αλλά ερμηνεύθηκε σαν πεπρωμένο. Αυτά που συνέβησαν δεν τα προέβλεψε κανείς, αλλά η αίγλη του καθεστώτος βασίστηκε στην πεποίθηση ότι η επανάσταση ήταν το αποτέλεσμα των επιστημονικών προβλέψεων του Καρλ Μαρξ. Ο παραλογισμός αυτών των αντιφάσεων συνέθετε επί δεκαετίες τον «μπολσεβικικό μυστικισμό». Και ακόμα μεγαλύτερος παραλογισμός ήταν η γοητεία που άσκησε. Ιδού λοιπόν, λέει ο Πολ Μπέρμαν, ένας ακόμα παραλογισμός.

Η πτώση του τσαρικού καθεστώτος ήταν κάτι που σχεδόν όλοι προέβλεπαν – εκτός ίσως από τον ίδιο τον τσάρο και τους ανθρώπους του. Αλλά κανείς δεν είχε προβλέψει ότι μία σχετικά μικρή ομάδα της επαναστατικής Αριστεράς θα μπορούσε να ανατρέψει τα δημοκρατικά κόμματα που ανέλαβαν την εξουσία και να επιβάλει ένα δεσποτικό καθεστώς. Ακόμα και το καλοκαίρι το 1917 ο Λένιν -όπως και οι σύντροφοί του-  δεν ήταν καθόλου βέβαιος ότι θα μπορούσε να καταλάβει την εξουσία. Αλλά οι εποχές ήταν ταραγμένες, οι δρόμοι ακόμα βοούσαν, η αναταραχή δεν είχε τελειώσει και ο Λένιν αποφάσισε να κάνει το μεγάλο βήμα, έπεισε τους υπόλοιπους και πέτυχε. Χωρίς αυτόν είναι βέβαιο ότι τίποτε από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί.

Οι μπολσεβίκοι όμως επέβαλαν εξαρχής μια «επιστημονική» ερμηνεία σύμφωνα με την οποία η άνοδός τους στην εξουσία συνέβη χάρη στην άνοδο της δύναμης του βιομηχανικού προλεταριάτου (παρότι αυτό ήταν φαινόμενο της Δυτικής Ευρώπης και όχι της τσαρικής Ρωσίας) και στην ιστορική του αποστολή: να εκδιώξει την καπιταλιστική άρχουσα τάξη και να προχωρήσει προς το μέλλον. Ετσι, κατά την ανάλυση των μπολσεβίκων, η Επανάσταση του Οκτώβρη ήταν ένα δισυπόστατο φαινόμενο, όπως αναφέρει ο Μπέρμαν,: ήταν η έκφραση των ασταμάτητων και ανίκητων ιστορικών δυνάμεων, όπως τις είχε αναλύσει ο ίδιος ο Μαρξ μισό αιώνα πριν και , παράλληλα, το έργο ενός μοναχικού γίγαντα που έδωσε ζωή σε αυτές τις δυνάμεις. Αυτό που συνέβη ήταν αναπόφευκτο,  αλλά είχε την ανάγκη ενός «οδηγού». Η επανάσταση ήταν στην πραγματικότητα ένα πραξικόπημα, αλλά προσποιούνταν ότι ήταν κοινωνική εξέγερση. Και η κοινωνία που προέκυψε παρουσίαζε αυτό το διπλό χαρακτηριστικό: η κομμουνιστική κοινωνία ήταν μια δημοκρατία, αλλά επειδή ήταν πιο δημοκρατία από τις άλλες, είχε πάρει τη μορφή δικτατορίας. Ηταν κυβέρνηση των πολλών, κάτι που έκανε υποχρεωτική την ύπαρξη ενός επικεφαλής που διοικούσε διά πυρός και σιδήρου. Την ίδια αμφισημία παρουσίαζαν οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν. Η κομμουνιστική κοινωνία ήταν η πιο ευγενική, η πιο γενναιόδωρη και η πιο ανθρωπιστική που γνώρισε ο κόσμος, αλλά εξολόθρευσε ολόκληρες κοινωνικές τάξεις. Μια κοινωνία που λάτρευε με θρησκευτική πίστη τους εργάτες, αλλά επέβαλε καθεστώς μαζικής σκλαβιάς.

Ο μπολσεβικισμός, σύμφωνα με την προσέγγιση του Μπέρμαν, δεν ήταν απλώς μια ιδεολογία αλλά μυστικισμός: ο μυστικισμός της μετουσίωσης. Το μυστήριο ενός «κάτι» που επρόκειτο να μεταμορφωθεί σε «κάτι άλλο». Μια επανάσταση τυχαία και τοπική που επρόκειτο να μετατραπεί σε κίνημα ασταμάτητο σε παγκόσμιο επίπεδο. Το απρόβλεπτο γεγονός, που μετουσιώθηκε σε πραγματοποίηση μιας επιστημονικής πρόβλεψης – εκείνης του Μαρξ. Οι πολλοί που θα γινόντουσαν ένα. Το άλμα προς το μέλλον, που τελικά εγκαθίδρυσε ένα φαραωνικό μοντέλο εργασίας.

Παντού, σε όλες τις βιομηχανικές χώρες, το πρώτο και πιο μόνιμο αποτέλεσμα της δράσης των Κομμουνιστικών Κομμάτων ήταν ο διχασμός της εργατικής τάξης

Ο μπολσεβικισμός ήταν μια κοινωνική επιστήμη, η οποία μέσω των μηχανισμών μιας ακατανόητης θεωρίας, που ονόμαζαν «διαλεκτικό υλισμό», μετατράπηκε σε μυστικισμό. Το να γίνει λοιπόν κανείς κομμουνιστής ήταν δελεαστικό για πολλούς και αντίθετους μεταξύ τους λόγους. Ηταν η έλξη που ασκούσε η δημοκρατία, αλλά και εκείνη που αφορούσε τη λατρεία του αρχηγού. Εκείνη της επανάστασης αλλά και εκείνη της υπακοής. Της γενναιοδωρίας, αλλά και της σκληρότητας. Ο μπολσεβικισμός ήταν η λατρεία τη λογικής, αλλά παράλληλα ήταν μία τρέλα. Για ένα μεγάλο μέρος του εικοστού αιώνα η ισχύς αυτής της έλξης κυριάρχησε στον κόσμο. Μέσα σε τριάντα χρόνια ο κομμουνισμός μπορούσε να υπολογίζει στην πίστη ή στην υπακοή του ενός τρίτου του παγκόσμιου πληθυσμού. Και είχαν δίκιο οι ηγέτες του να θεωρούν εαυτούς κοντά σε έναν παγκόσμιο θρίαμβο. Ούτε το Ισλάμ του 7ου και του 8ου αιώνα είχε καταγράψει τέτοια επιτυχία.

Πάρα πολλοί άνθρωποι που κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα εντάχθηκαν και υπηρέτησαν αυτή την ιδεολογία δεν θα συμφωνούσαν με αυτή την αντίφαση, λέει ο Μπέρμαν. Για εκείνους η γοητεία του κομμουνισμού δεν είχε τίποτε το διφορούμενο. Πολλοί θα έσπευδαν να υποστηρίξουν ότι όσοι εντάχθηκαν στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα το έκαναν κυρίως για λόγους αλληλεγγύης προς τους εργάτες. Αλλά πόσο αληθές είναι κάτι τέτοιο, διερωτάται ο αμερικανός διανοούμενος; Οι μπολσεβίκοι, με το που κατέκτησαν την εξουσία, έσπευσαν να εξολοθρεύσουν τους σοσιαλδημοκράτες μενσεβίκους, όπως και όλους τους θεσμούς και τις οργανώσεις της εργατικής τάξης. Και την ίδια λογική ακολούθησαν τα Κομμουνιστικά Κόμματα σε όλο τον κόσμο. Παντού, σε όλες τις βιομηχανικές χώρες, το πρώτο και πιο μόνιμο αποτέλεσμα της δράσης των Κομμουνιστικών Κομμάτων ήταν ο διχασμός της εργατικής τάξης. Οπου υπήρχε ένα ισχυρό Εργατικό ή Σοσιαλιστικό Κόμμα ή ένα δυνατό συνδικάτο, οι κομμουνιστές το διέλυαν για να δημιουργήσουν ένα δικό τους. Η τακτική αυτή αντί να ενισχύσει, αποδυνάμωσε το εργατικό κίνημα με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Γερμανία της δεκαετίας του 1930. Και όμως πολλοί εξακολούθησαν και εξακολουθούν να θεωρούν τον κομμουνισμό ως μια δύναμη ικανή να ισχυροποιήσει την εργατική τάξη.

Σε άλλες περιοχές της Γης άλλοι πάλι εξηγούσαν την έλξη του κομμουνισμού διαφορετικά. Η ένταξη στις γραμμές των κομμουνιστικών κινημάτων αναλύεται εκεί με βάση χαρακτηριστικά όχι προλεταριακά, αλλά εθνικά και αντιαποικιακά. Στον Τρίτο Κόσμο ήταν η επιθυμία της απελευθέρωσης από τον ζυγό των μεγάλων δυτικών αυτοκρατοριών που έστρεψε πολλούς στον κομμουνισμό, ο οποίος με βάση αυτή την ανάγνωση ήταν μια δύναμη εκσυγχρονισμού, που είχε στόχο να βγάλει τις χώρες αυτές από την πολιτιστική υπανάπτυξη και από τα δεσμά μιας παρωχημένης οικονομίας.

Ποιο ήταν το αποτέλεσμα στην Ανατολική Ασία, εκεί που δόθηκαν οι πιο μακροχρόνιοι και σκληροί αγώνες; Στην Κορέα και στο Βιετνάμ το αποτέλεσμα ήταν να εκδιωχθούν οι εθνικιστικές κυβερνήσεις που είχαν τη στήριξη των ΗΠΑ και των συμμάχων τους. Στην Κορέα, στα τέλη της δεκαετίας του ’40 το επίπεδο ζωής ήταν σε επίπεδα ανάλογα με εκείνα της Αφρικής και στο βόρειο τμήμα της χερσονήσου παρέμεινε ως σήμερα σε επίπεδα τρομακτικά χαμηλά. Η Νότια Κορέα αντίθετα απέδειξε πώς μία εξαιρετικά φτωχή χώρα μπορεί να ξεφύγει από τη υπανάπτυξη και να πετύχει όχι μόνο αξιομνημόνευτα επίπεδα πλούτου αλλά και ένα δημοκρατικό σύστημα. Τι ίδιο περίπου διδάσκει και το παράδειγμα του Βιετνάμ. Οι κομμουνιστές του Βορρά, αφού πρώτα εκδίωξαν τους αποικιοκράτες Γάλλους, κατέσφαξαν την μη κομμουνιστική Αριστερά, εξόρισαν το 10%-15% του πληθυσμού και προκάλεσαν έναν λιμό. Δύο δεκαετίες αργότερα θριάμβευσαν και στο νότιο τμήμα εκδιώκοντας τους Αμερικανούς. Εκδίωξαν 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους στον Νότο όπου εγκαθίδρυσαν τεράστια στρατόπεδα εργασίας και εφάρμοσαν μια καταστροφική οικονομική πολιτική. Είναι αλήθεια ότι στη συνέχεια διόρθωσαν την οικονομική πολιτική τους, αλλά με ποιο αποτέλεσμα; Εισήγαγαν τον καπιταλισμό των αγορών, όπως και στη Νότια Κορέα, χωρίς όμως τον δυναμισμό του νοτιοκορεατικού και, κυρίως, χωρίς δημοκρατία.

Ποια είναι τελικά η κληρονομιά της Οκτωβριανής Επανάστασης; Το γνωρίζουν όλοι πλέον: ήταν μια καταστροφή. Αλλά η γοητεία της πώς εξηγείται; Ιδού η ερώτηση που θα τίθεται ακόμα για πολλούς αιώνες. Και η απάντηση θα αφορά την έρευνα της ανθρώπινης φύσης, καταλήγει ο Μπέρμαν.