«Δεν θα μιλούσα για ελευθερία της έκφρασης σε κίνδυνο. Τα καμένα αντίτυπα του Κορανίου είναι κάτι άλλο: μορφές υβριδικού πολέμου», υποστηρίζει η Ελίζαμπεθ Οσμπρινκ. Για τις θεμελιώδεις αξίες του σουηδικού πολιτισμού, η σουηδή (κόρη μεταναστών) συγγραφέας και δημοσιογράφος έγραψε ένα ολόκληρο βιβλίο, το «Made in Sweden: 25 ideas that created a country», που έγινε αμέσως μπεστ σέλερ.
«Μεταξύ αυτών των αξιών συγκαταλέγεται και η ελευθερία της έκφρασης. Αλλά το Κοράνι δεν έχει καμία σχέση», επανέλαβε, συνομιλώντας με την Ιρένε Σοάβε της Corriere della Sera για τα αλλεπάλληλα περιστατικά καύσης του ιερού βιβλίου του Ισλάμ στη Σουηδία και στη Δανία, που προκάλεσαν οργισμένες αντιδράσεις σε μουσουλμανικές χώρες και αύξησαν την ανησυχία για την ασφάλεια στο εσωτερικό αμφότερων των σκανδιναβικών κρατών, αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις τους να αρχίσουν να διερωτώνται εάν πρέπει να επανεξετάσουν τις φιλελεύθερες νομοθεσίες τους όσον αφορά την ελευθερία του λόγου.
Σημειώνοντας η ιταλίδα δημοσιογράφος ότι «η απαγόρευση της καύσης του Κορανίου θα καθιστούσε τη Σουηδία πιο ασφαλή, αλλά θα περιόριζε αυτήν την ελευθερία», η σουηδή συγγραφέας ανέφερε πως στην προκειμένη περίπτωση το ζήτημα δεν είναι αυτό. «Το πλαίσιο είναι ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Η Ρωσία έχει έναν στόχο: να διασπάσει το μέτωπο της Βαλτικής, να κρατήσει τη Σουηδία εκτός του ΝΑΤΟ, επιδεινώνοντας περαιτέρω τις σχέσεις της με την Τουρκία. Υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτοί οι προβοκάτορες που καίνε αντίτυπα του Κορανίου εδώ και ένα χρόνο εργάζονται υπέρ των ρωσικών συμφερόντων, επιδιώκοντας να δημιουργήσουν χάος. Αν εμπλακούμε σε μια πολιτιστική μάχη, ευνοούμε αυτούς που θέλουν να μας αποσταθεροποιήσουν», είπε.
Οσον αφορά την εμπλοκή της Ρωσίας, η Ελίζαμπεθ Οσμπρινκ ανέφερε ότι «η σουηδική κυβέρνηση το αναγνώρισε ρητά αυτό. Επομένως, είναι φυσιολογικό να επιδιώκεται η διαχείριση αυτών των προκλητικών ενεργειών. Ο κόσμος το καταλαβαίνει αυτό».
Σημείωσε επίσης πως νόμος για την ελευθεροτυπία πρώτη φορά στον κόσμο θεσπίστηκε στη Σουηδία το 1776, ενώ αμέσως μετά το ίδιο συνέβη και στη Δανία. «Αμφότερα τα έθνη ήταν ιδιαίτερα εγγράμματα και το ίδιο πνεύμα ανεξάρτητης κρίσης εμψύχωσε, για παράδειγμα, τον προτεσταντισμό: η άρνηση της πεποίθησης ότι μεταξύ του ανθρώπου και του Λόγου μεσολαβεί ένας άλλος άνθρωπος. Αυτές οι αρχές είναι ιερές για εμάς», τόνισε.
Σχετικά με την επικείμενη ένταξη της Σουηδίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία, αναγνώρισε πως μεταξύ των αρχών που εκτιμούν περισσότερο οι Σουηδοί συγκαταλέγεται και η ουδετερότητα. «Αλλά πολλοί Σουηδοί έχουν αποδεχτεί τη στροφή προς το ΝΑΤΟ. Οταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, υπήρχαν ουρές στα ΑΤΜ, τα καταστήματα ξέμεναν από σκηνές, σόμπες και υπνόσακους. Φοβηθήκαμε. Αυτοί οι άνθρωποι κατάλαβαν την ανάγκη να ενταχθούμε στο ΝΑΤΟ. Αλλοι αισθάνονταν κάτι σαν πένθος καθώς τερματιζόταν η ουδετερότητα, ωσάν να χάσαμε κάτι σημαντικό. Επρόκειτο όμως για ένα υποκριτικό πένθος. Συνεργαζόμαστε με το ΝΑΤΟ από το τέλος του (Β’ Παγκόσμιου) Πολέμου», είπε.
Για τη νέα δεξιά κυβέρνηση της Σουηδίας που σχηματίστηκε με την υποστήριξη της εθνικιστικής Ακροδεξιάς και το ενδεχόμενο κατάρρευσης της σοσιαλδημοκρατίας, έναν από τους πυλώνες του σύγχρονου σουηδικού πολιτισμού, η 58χρονη συγγραφέας ανέφερε καταρχάς πως «η νέα κυβέρνηση είναι ήδη αντιδημοτική. Εάν ψηφίζαμε σήμερα, οι Σοσιαλδημοκράτες θα κέρδιζαν. Μισώ αυτή την κυβέρνηση, αλλά τι κάνουμε με τους εθνικιστές; Τους αποκλείουμε διαρκώς καθιστώντας τους μάρτυρες; Καλύτερα να δοκιμαστούν στην πράξη», πρόσθεσε.
Σημείωσε επίσης ότι η Ακροδεξιά σε αυτήν την περίπτωση δεν εμπλέκεται άμεσα στα περιστατικά καύσης αντιτύπων του Κορανίου. Θύμισε, όμως, πως οι πρώτοι που το έκαναν στη Σουηδία προέρχονταν όλοι από χώρους προσκείμενους στους Σουηδούς Δημοκράτες, οι οποίοι είναι «φίλοι της Ρωσίας» (και δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα στο κοινοβούλιο της Σουηδίας).
«Ας πούμε πως όταν σε μια από τις χώρες μας ψηφίζονται τέτοιοι άνθρωποι, στη Μόσχα γιορτάζουν», είπε, αναφέροντας με νόημα πως κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, πέρα από την Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η ψηφοφορία για την επικύρωση της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ αναβλήθηκε (εκ νέου) επίσης στην Ουγγαρία του «φιλορώσου» Βίκτορ Ορμπαν.