Η παραπάνω φωτογραφία από τη γερμανική Βουλή, το Ράιχσταγκ, δείχνει τον Αδόλφο Χίτλερ να κηρύσσει τον πόλεμο στις ΗΠΑ, στις 11 Δεκεμβρίου 1941, και τη διάλεξε ο ιστορικός Στιβ Τζόουνς για να την αναλύσει και να υποστηρίξει ότι η στιγμή είναι μοιραία για τη Γερμανία επειδή ακριβώς τότε το ναζιστικό καθεστώς «έχασε τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο».
Ηδη από το 1938, με τη «σύνδεση» («Anschluss») πρώτα της Αυστρίας και κατόπιν της τσεχοσλοβακικής Σουδητίας στο ναζιστικό κρατικό άρμα, η Γερμανία είχε ξεδιπλώσει πάνω στον χάρτη της Ευρώπης τη γεωπολιτική στρατηγική της διακηρύσσοντας το δόγμα «Lebensraum», δηλαδή την υποτιθέμενη ανάγκη της να επεκταθεί στον «ζωτικό χώρο» που την περιβάλλει.
Την 1η Σεπτεμβρίου του 1939 τα εθνικοφυλετικά προσχήματα που χρησιμοποιήθηκαν στην περίπτωση των Αυστριακών και των γερμανικής καταγωγής Σουδητών κατέπεσαν, όταν ο Χίτλερ εξαπέλυσε τον «αστραπιαίο πόλεμο» («Βlitzkrieg») κατά της Πολωνίας κατόπιν στημένης από τα Ες Ες προβοκάτσιας στα σύνορα. Δύο ημέρες αργότερα η Μεγάλη Βρετανία κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία. Ηταν οι πρώτες ημέρες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο αρθρογράφος διατείνεται μέσω του ιστοτόπου Medium ότι οι λανθασμένες εκτιμήσεις του γερμανού δικτάτορα ήταν πολλές κατά διάρκεια του Β΄ΠΠ, ιδίως για την εν τω βάθει σημασία των διαφόρων στρατιωτικών επιχειρήσεων που ακολούθησαν, ωστόσο καμιά τους δεν ήταν τόσο καταστροφική για το κράτος του σαν τη συγκεκριμένη, την κήρηξη του πολέμου στους Αμερικανούς.
Ηταν χειρότερη και από την επιλογή του να επιτεθεί στη Σοβιετική Ενωση, έξι μήνες νωρίτερα, ήταν χειρότερη και από τη λανθασμένη ανάγνωση της Απόβασης στη Νορμανδία, τον Ιούνιο του 1944 – στη δεύτερη περίπτωση ο Χίτλερ «έπεισε τον εαυτό του ότι η συμμαχική επιχείρηση δεν ήταν η πραγματική επίθεσή τους στην κατεχόμενη Ευρώπη».
Η εισβολή της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας στη σοσιαλιστική Σοβιετική Ενωση, σε μία φιλική προς αυτήν δύναμη μέχρι τότε, ξεκίνησε θριαμβευτικά αν και καθυστερημένα. Αυτήν την καθυστέρηση (που σταδιακώς μετατράπηκε σε βάλτωμα και, τέλος, στον εφιάλτη του Ανατολικού Μετώπου) ο Χίτλερ την ημέρα που κήρυξε τον πόλεμο στις ΗΠΑ την είχε ήδη πληρώσει ακριβά: με τη μη προγραμματισμένη εισβολή στην Ελλάδα, που έγινε αναγκαστικά, λόγω της πανωλεθρίας των Ιταλών στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο, και με το σταμάτημα της προέλασης των γερμανικών στρατευμάτων έξω από τη Μόσχα. Με την απόφασή του να πολεμήσει και τους Αμερικανούς, λοιπόν, περνούσε μόνος του τη θηλιά στον λαιμό του.
Η γερμανική κήρυξη πολέμου στις ΗΠΑ έγινε έπειτα από την ιαπωνική αιφνίδια επίθεση στο Περλ Χάρμπορ της Χαβάης και έπειτα από την αμερικανική κήρυξη πολέμου στην Ιαπωνία. Οι ΗΠΑ του Φράνκλιν Ρούσβελτ, λέει ο Τζόουνς, επιθυμούσαν να τελειώσουν με τους Γερμανούς πρώτα και κατόπιν να ασχοληθούν με τους Ιάπωνες, αλλά η ζωή έφερε τα πράγματα αλλιώς.
Το τριμερές σύμφωνο του Αξονα, του 1940, υποχρέωνε τους τρεις συμμάχους (Γερμανία, Ιταλία και Ιαπωνία) να προστρέχουν σε αλληλοβοήθεια σε περίπτωση εις βάρος τους επίθεσης από κάποια άλλη χώρα. Ομως οι ΗΠΑ δεν είχαν επιτεθεί. Αντιθέτως, η Ιαπωνία είχε επιτεθεί στις ΗΠΑ. Ετσι, «από τεχνική άποψη», όπως λέει ο Τζόουνς, η Γερμανία δεν είχε καμία υποχρέωση να βοηθήσει τους Ιάπωνες.
Την ημέρα που τα έβαλε με την Αμερική, ο Χίτλερ, ως συνήθως, είχε ρωτήσει μονάχα τον καθρέφτη του και κανέναν άλλον. Στο Ράιχσταγκ, κηρύσσοντας τον πόλεμο στις ΗΠΑ, είπε ότι το αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό είχε παραβιάσει την ουδετερότητα, πυροβολώντας κατά γερμανικών πλοίων αρκετές φορές καθ’ όλη τη διιάρκεια του 1941. Ο Τζόουνς δεν αρνείται ότι ο Χίτλερ είπε την αλήθεια τότε, αφού «ο Ρούσβελτ έκανε ό,τι μπορούσε για να πολεμήσει τη Γερμανία, χωρίς να της κηρύξει τον πόλεμο».
Η φωτογραφία αυτή τα λέει όλα, επισημαίνει ο Τζόουνς: «Τη βλέπεις και νιώθεις την κατάρρευση της ναζιστικής Γερμανίας. Ο Χίτλερ, που στέκεται στο κέντρο, κλίνει προς τα μικρόφωνα καθώς μιλάει. Φαίνεται λεπτός ύστερα από δύο χρόνια πολέμου. Το σακάκι του είναι σφιχτό. Δεν είναι ο χαρούμενος Χίτλερ που είχε καταλάβει τη Γαλλία το 1940. Ακόμα και από μεγάλη απόσταση, το πρόσωπό του φαίνεται κούφιο».
Από τον μεγεθυντικό φακό του Τζόουνς δεν ξέφυγε ο Χέρμαν Γκέρινγκ, «καθήμενος επί του θρόνου του παντεπόπτου», ούτε οι αποτυχίες της γερμανικής Πολεμικής Αεροπορίας, της Λουφτβάφε (Luftwaffe), στην οποία ο ίδιος ήταν επικεφαλής – αποτυχίες καθοριστικές, τόσο στη Μάχη της Αγγλίας όσο και στο Ανατολικό Μέτωπο. Ο Τζόουνς σχολίασε και τον αληθινό παντεπόπτη του κράτους, τον ναζιστικό αετό, που «μόνο ο κατάλληλος φωτισμός τον κάνει να δείχνει ότι ανέρχεται, ενώ στην πραγματικότητα είχε αρχίσει να πέφτει»…