Παρά τα 74 χρόνια της (γεννήθηκε στις 22 Μαρτίου 1949), η Φανί Αρντάν εξακολουθεί να κάνει αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα από οτιδήποτε άλλο: να υποδύεται ρόλους. Σε τρεις ταινίες για το 2022, με τις δύο από αυτές, τη γαλλοβελγική παραγωγή «Couleurs de l’Ιncendie» του γάλλου Κλοβίς Κορνιγιάκ και την ιταλική «Amusia», την πρώτη ταινία του ιταλού Μαρεσκότι Ρούσπολι, να προβάλλονται αυτές τις ημέρες στο Bifest, το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Μπάρι. Εφέτος διοργανώνεται, για 29η φορά, στην πρωτεύουσα της Απουλίας, στη νότια Ιταλία.
Συνομιλώντας με τον Βαλέριο Καπέλι της Corriere della Sera για τη νέα ιταλική ταινία της, η Φανί Αρντάν ανέφερε πως υποδύεται τη μητέρα μιας κοπέλας που πάσχει από αμουσία (μερική ή ολική ανικανότητα στη διάκριση των στοιχείων του μουσικού λόγου) και ερωτεύεται κάποιον ο οποίος, αντιθέτως, προσπαθεί να νικήσει τη μοναξιά καταφεύγοντας στη μουσική.
Εξήγησε ότι αυτό που την προσέλκυσε περισσότερο στην υπόθεση ήταν «ο τρόπος με τον οποίο γίνεται λόγος για φυσικά πράγματα, για το πώς ερωτεύεσαι, με τρόπο ποιητικό και μυστήριο, ποτέ μπανάλ. Ολες οι ιστορίες έχουν εξιστορηθεί από τον Ομηρο και μετά, αλλά αυτός ο νεαρός σκηνοθέτης αφηγείται με αναπάντεχο τρόπο τη συνάντηση μεταξύ δυο νέων ανθρώπων».
Παραδέχτηκε επίσης ότι αγνοούσε την ύπαρξη της συγκεκριμένης διαταραχής. «Αναγνωρίστηκε πριν από μια εικοσαετία, ε; Εγώ πραγματικά νόμιζα ότι την επινόησε ο Μαρεσκότι (ο σκηνοθέτης της ταινίας). Στην εποχή των αρχαίων ελλήνων δεν υπήρχε. Ισως να υπάρχει πλέον επειδή ζούμε σε έναν κόσμο με πολύ θόρυβο. Εγώ άρχισα ξανά να παίζω Μπαχ στο πιάνο. Από μικρή άκουγα τους παππούδες μου να παίζουν με έναν φίλο τους. Αν αρχίσεις νωρίς, είναι πιο εύκολο να εισέλθεις στην κλασική μουσική. Αλλά για να την αγαπήσεις δεν πρέπει να είσαι ειδικός» είπε.
Ερωτηθείσα αν υπέφερε ποτέ από κατάθλιψη, όπως ο χαρακτήρας που υποδύεται στην «Amusia», η κορυφαία και πολυβραβευμένη γαλλίδα ηθοποιός απάντησε αρνητικά, αποκάλυψε όμως ότι «βρέθηκα σε απόγνωση και επιθυμούσα να πεθάνω, αλλά ποτέ δεν έπαθα κατάθλιψη. Είμαι πολύ ενεργητική. Το να νιώθεις μεγάλο πόνο δεν σημαίνει ότι έχεις κατάθλιψη. Κατάθλιψη παθαίνεις όταν δεν έχεις διάθεση για τίποτα. Στον πόλεμο δεν υπάρχει κατάθλιψη, αλλά αγώνας για επιβίωση».
Ωστόσο, ο ιταλός συνομιλητής της δεν μπόρεσε να μην τη ρωτήσει πότε επιθυμεί να πεθάνει. Γελώντας, η Φανί Αρντάν τού απάντησε αμέσως: «Το σκέφτομαι συχνά, αλλά δεν θα σας πω πότε. Πολλές φορές είπα στον εαυτό μου “αρκετά, φεύγω”. Αλλά η ζωή είναι πιο δυνατή και σε κερδίζει ξανά».
Εγκαταλείποντας την κατάθλιψη και επιστρέφοντας στον κινηματογράφο, μιλώντας για τα Οσκαρ ειδικότερα, η καταξιωμένη ηθοποιός σημείωσε καταρχάς πως δεν παρακολούθησε καν την τελετή απονομής γιατί «απεχθάνομαι την Αμερική (…) Την Αμερική με την ψευδοελευθερία, τον καθωσπρεπισμό και την κυριαρχία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, για τα οποία δεν υπάρχει πλέον δικαιοσύνη και δημοκρατία».
Γνώριζε, όμως, ότι η Κέιτ Μπλάνσετ ήταν υποψήφια για το Οσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου (για την ερμηνεία της στο «Tar») και την υποστήριζε. Αλλά δεν την ενόχλησε που τελικά βραβεύθηκε η Μισέλ Γεό (για την ερμηνεία της στο «Εverything Everywhere All at Once»). «Η νικήτρια, η οποία δεν είναι πλέον νεότατη, είπε πως κανένας δεν πρέπει να σκέφτεται ότι η καλύτερη στιγμή του έχει παρέλθει. Συμφωνώ, κανένας δεν γνωρίζει τι είναι η ζωή και τι μας επιφυλάσσει» σημείωσε.
Σχολίασε επίσης την αναπάντεχη εμφάνιση της Lady Gaga: «Το ότι πήγε άβαφη και φορώντας ένα τζιν είναι θετικό, έρχεται σε αντίθεση με τις συμβάσεις της κοινωνίας, δεν την ένοιαζαν οι επικρίσεις. Η ζωή είναι πιο σημαντική από την κατάταξη σε μια κατηγορία». Αλλά παραδέχτηκε πως «εγώ δεν θα το έκανα ποτέ. Λατρεύω την ιδέα της μεταμφίεσης. Μου αρέσουν τα μασκαρέματα. Δεν θα μπορούσα ποτέ να πως “πάρτε με όπως είμαι”, θα ήμουν υποκρίτρια. Ισως οφείλεται στην υπερηφάνεια» σημείωσε, καταλήγοντας στη συνέχεια να επιβεβαιώνει, όπως η ίδια έχει δηλώσει, πως δεν αγαπά το σώμα της.
«Ναι, ούτε καν όταν ήμουν νέα… τα μεγάλα χείλη, το γωνιώδες πρόσωπο… Επρεπε να φτιάξω τον εαυτό μου, πάλεψα με την ασχήμια. Και σε αυτή τη φάση της ζωής μου, όσο περισσότερο κρύβομαι πίσω από μια ψεύτικη ηλικία τόσο πιο πολύ δυσκολεύομαι να γεράσω. Οταν είμαι στενοχωρημένη χαίρομαι που είμαι άσχημη. Ετσι εμβαθύνεις ακόμη περισσότερο, εισέρχεσαι στην τρύπα. Στη ζωή δεν πρέπει ποτέ κανείς να παραπονιέται ότι γερνάει (…) Στα δεκαπέντε μου κατάλαβα ότι στη ζωή υπάρχει αρχή, εξέλιξη και τέλος. Το να θέλω να κρύψω τον χρόνο μού φαίνεται δειλό».