Η είδηση της ψηφιακής επιστροφής του Playboy συνοδεύεται από ένα εξώφυλλο με ένα κουνελάκι καθισμένο πάνω σε έναν πύραυλο στραμμένο προς το μέλλον. Δεξιά, το πρώτο τεύχος, από το 1953, με εξώφυλλο τη Μέριλιν Μονρόε | Playboy
Θέματα

Η επιστροφή του Playboy και το βασικό ανδρικό ένστικτο

Σε μια εποχή όπου όλα έχουν αλλάξει ως προς τις αντιλήψεις για τα δύο φύλα και τη σεξουαλικότητα γενικότερα, πώς είναι δυνατόν να εξακολουθεί να λειτουργεί η ίδια συνταγή, με τις ημίγυμνες διασημότητες και τα γυμνά κουνελάκια, ή, έστω, πώς γίνεται κάποιοι να θεωρούν ότι μπορεί να λειτουργήσει;
Protagon Team

Το Playboy επιστρέφει σε ψηφιακή μορφή. Αυτή είναι η είδηση και συνοδεύεται από ένα εξώφυλλο με ένα κουνελάκι να κάθεται με χάρη πάνω σε έναν πύραυλο στραμμένο προς το μέλλον. Ομως, αυτός ο πύραυλος είναι ίσως το μοναδικό που αφορά το μέλλον, γιατί το κουνελάκι είναι το γνωστό κουνελάκι του Playboy (παρά τη φουτουριστική, πλατινένια περιβολή του), όπως έχει αποτυπωθεί στο συλλογικό φαντασιακό εδώ και πολλές δεκαετίες.

Οπότε, το μέλλον αφορά το ψηφιακό πλαίσιο και τη μορφή του ιστορικού περιοδικού (και το γεγονός πως ανεξάρτητοι δημιουργοί περιεχομένου θα μπορούν να χρεώνουν τους αναγνώστες για πρόσβαση σε αποκλειστικό περιεχόμενα, όχι, όμως πορνογραφικό).

Η ουσία του Playboy, λοιπόν, παραμένει η ίδια εδώ και 70 χρόνια (εξαιρουμένων των τριών τελευταίων, που διακόπηκε η έκδοσή του), από τα τέλη του 1953, όταν κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος του περιοδικού, με τη Μέριλιν Μονρόε στο εξώφυλλο, καταλήγοντας, στη χρυσή εποχή του, να πουλάει έως και επτά εκατομμύρια αντίτυπα.

Σήμερα, όμως, σε μια εποχή όπου όλα έχουν αλλάξει, περιλαμβανομένων και των αντιλήψεων όσον αφορά τα δύο φύλα και τη σεξουαλικότητα γενικότερα, πώς είναι δυνατόν να εξακολουθεί να λειτουργεί η ίδια συνταγή ή, έστω, πώς γίνεται κάποιοι να θεωρούν ότι μπορεί να λειτουργήσει;

Το ερώτημα θέτει σε άρθρο του στη La Repubblica ο πολυβραβευμένος ιταλός συγγραφέας Φραντσέσκο Πίκολο, αναγνωρίζοντας εξαρχής ότι οι απαντήσεις είναι πολλές και σύνθετες. Σημειώνει, όμως, πως «όταν τα πράγματα αφορούν τους άνδρες, τα πάντα ανάγονται σε στοιχειώδη ζητήματα: αυτό είναι το μυστικό που το Playboy είχε καταλάβει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον».

Διερωτάται αν οι άνδρες, που έχουν εξελιχθεί και αποδέχονται τον σύγχρονο κόσμο και τις όποιες κυρίαρχες αντιλήψεις, εξακολουθούν να επιθυμούν να γυρίζουν σελίδες για να βλέπουν γυμνές ή ημίγυμνες γυναίκες, γλουτούς και στήθη. Και, λαμβάνοντας υπόψη την επιστροφή του Playboy, γράφει πως η απάντηση είναι «ναι».

«Οι νέοι κανόνες συχνά χρησιμεύουν για την απόκρυψη των βασικών, ακόμη και των πιο ποταπών επιθυμιών. Ομως, γιατί θα έπρεπε κάποιος να μην έχει ποταπές επιθυμίες; Οποιοσδήποτε μπορεί να εκπαιδευτεί ούτως ώστε να είναι καλύτερος πολίτης, αλλά στο αμυδρό φως του δωματίου του κανείς δεν πρέπει να είναι όπως θέλουν οι άλλοι» γράφει ο Πίκολο. Οπότε, με γνώμονα τα δεδομένα, «κάθε προσπάθεια όσον αφορά τους άνδρες, κάθε εξελικτική μάχη, πρέπει πάντα και σε κάθε περίπτωση να σχετίζεται με αυτή τη στοιχειώδη ωμότητα».

Ωστόσο, το Playboy δεν βασιζόταν μόνο σε αυτό. Ο Φραντσέσκο Πίκολο αναφέρει στο κείμενό του ότι ως έφηβος πέρασε πάμπολλες ώρες στο υπόγειο του πατρικού του ξεφυλλίζοντας τα δεμένα σε τόμους τεύχη που αγόραζε ανελλιπώς ο πατέρας του. Χάζευε τις φωτογραφίες των διάσημων ηθοποιών και των τραγουδιστριών, οι οποίες ήταν μετρημένα αποκαλυπτικές –δεν γδύνονταν πλήρως–, όπως χάζευε, φυσικά, και τα άσημα κουνελάκια του μήνα, που τα έβγαζαν όλα.

«Οι διασημότητες, όμως, ήταν πολύ πιο συναρπαστικές ακριβώς γι’ αυτό: επειδή ήταν διασημότητες. Τις είχες δει πολλές φορές ντυμένες και αυτή τη φορά τις έβλεπες γυμνές. Αυτό ήταν το σημαντικό, τουλάχιστον όσον αφορά εμένα. Αντιθέτως, τα κουνελάκια, που δεν τα είχες δει ποτέ στη ζωή σου, τα χάζευες όμορφα και πολύ γυμνά, αλλά δεν είχε πολύ νόημα: κατάγονταν από το Ορεγκον και τη Μοντάνα, δεν θα τα έβλεπες ποτέ ξανά» εξηγεί στο άρθρο του.

Ως έφηβος, ο Φραντσέσκο Πίκολο πέρασε πάμπολλες ώρες στο υπόγειο του πατρικού του ξεφυλλίζοντας τα τεύχη του Playboy που αγόραζε ανελλιπώς ο πατέρας του (Shutterstock)

Επιπλέον, το Playboy, ακόμη και στην ιταλική εκδοχή του, περιείχε σύντομες ιστορίες κορυφαίων συγγραφέων, μεγάλες και συναρπαστικές συνεντεύξεις, άρθρα δημοσιογράφων εγνωσμένου κύρους. «Αυτός ο συνδυασμός ήταν καταπληκτικός. Μπορούσες να δεις την Ιβα Τσανίκι (ΣτΜ: πασίγνωστη ιταλίδα τραγουδίστρια, η οποία ερμήνευσε στα ιταλικά και επιτυχίες του Μίκη Θεοδωράκη) ημίγυμνη και αμέσως μετά να διαβάσεις μια ιστορία του Αλμπέρτο Μοράβια. Και αυτό καθιστούσε τα πάντα πιο ευσυνείδητα, πιο έγκυρα. Τότε, ακόμη και η Ιβα Τσανίκι ήταν κάτι παραπάνω. Βασικά, ήταν απτή απόδειξη ότι ακόμη και οι διανοούμενοι ήταν ζωώδεις, όπως όλοι οι άλλοι. Προσπαθούσαν μόνο να εξηγήσουν με πολλές λεπτομερείς προτάσεις γιατί όλα αυτά είχαν κάποιο νόημα –αν και δεν γνωρίζουμε αν όλα αυτά είχαν κάποιο νόημα– και αν είχαν κάποιο νόημα, ήταν σχεδόν σίγουρα κάποιο άλλο», γράφει ο ιταλός συγγραφέας.

Παραδέχεται, όμως, (διερωτώμενος, συγχρόνως, αν μπορεί ακόμα να λέγεται κάτι τέτοιο) πως «εκείνες οι ιστορίες και εκείνες οι συνεντεύξεις ήταν πραγματικά πολύ όμορφες, και συνδυάζονταν με την ομορφιά των σωμάτων», τόσο πολύ που κάποια στιγμή ο Φραντσέσκο Πίκολο σταμάτησε να κρύβεται στο υπόγειο του πατρικού του και άρχισε να επιδεικνύει σε όλους το πώς κατάφερνε να συνδυάζει «την επιθυμία με την καλλιέργεια». «Μου προσέδιδε έναν εκλεπτυσμένο αέρα να διαβάζω δημοσίως το Playboy – κάτι που δεν ισχύει σήμερα» σημειώνει.

Αλλά το Playboy, ο μύθος του, το έπος του Χιου Χέφνερ και ο κόσμος που δημιούργησε γύρω του, παρότι άντεξαν επί δεκαετίες, παρήκμασαν «σε συμφωνία με την αλλαγή των εθίμων και των κανόνων, με την πολυπλοκότητα του σεξ στην κοινωνική ζωή του παρόντος, με την έλευση του Διαδικτύου, που στέρησε από τις γυμνές δημοσιεύσεις την ισχύ τους».

Τώρα, όμως, επιστρέφει. «Θα έχει κάποιο νόημα; Θα έχει διάρκεια; Σημαίνει κάτι;» διερωτάται ο Πίκολο, υποστηρίζοντας πως η ισχύς αυτής της επιστροφής «έγκειται στην απόλυτη αντίθεσή της με ό,τι καθιερώνει και αφηγείται η κοινωνία: ενώ το νόημα αυτής της επιθυμίας αποκαλύπτεται και τίθεται στο περιθώριο, από την άλλη επιστρέφει στην πιο στοιχειώδη και φανταχτερή μορφή του. Στις Ηνωμένες Πολιτείες ένα περιοδικό, σύμβολο όλων όσων έχουν παρέλθει και θεωρούνται αδιανόητα σήμερα, επιστρέφει στον τόπο όπου κερδίζεται ή επιβάλλεται (το οποίο είναι σχεδόν το ίδιο, αλλά δεν είναι το ίδιο) η επανάσταση των ηθών. Πως είναι δυνατόν;» συνεχίζει να διερωτάται ο συγγραφέας.

Σημειώνει πως η απάντηση θα μπορούσε να σχετίζεται καταρχάς με το γεγονός πως δεν είναι οι άνδρες αυτοί που αλλάζουν τα πράγματα, ούτε καν οι άνδρες των νεότερων γενεών, αλλά και με το ότι μέσα σε κάθε άνδρα «εξακολουθούν να υπάρχουν ίχνη μιας στοιχειώδους επιθυμίας που επιβιώνει, ανεξάρτητα από το αν μας αρέσει αυτό ή όχι». Απόδειξη αποτελεί το εξώφυλλο που ανακοινώνει την επιστροφή του Playboy: το ψηφιακό περιβάλλον, ο πύραυλος, το κουνελάκι με τη φουτουριστική πλατινένια περιβολή, όλα αυτά παραπέμπουν στο μέλλον, αλλά η ουσία εξακολουθεί να έγκειται στα γυμνά σώματα, στους γλουτούς και στα στήθη ή «στους κώλους και στα βυζιά», όπως γράφει ο Πίκολο.

«Ολα αυτά έρχονται σε ξεκάθαρη αντίθεση με όλα όσα μάθαμε και μαθαίνουμε» σημειώνει, ολοκληρώνοντας την ανάλυσή του. «Και ενδέχεται ακριβώς εκεί να βρίσκει το νόημά του το Playboy: στην αντίθεσή του με την κυρίαρχη σκέψη. Το Playboy φαίνεται να βρίσκεται πραγματικά σε αντίθεση με τον κόσμο. Ποιος ξέρει πού κατευθύνεται αυτός ο πύραυλος, αν όντως κατευθύνεται προς το μέλλον. Δεν φαίνεται κάτι τέτοιο. Αλλά καθήκον μας είναι να υποδεχόμαστε τις αντιφάσεις, να τις κατανοούμε και να διερωτόμαστε τι σημαίνουν. Να μην τις καταδικάζουμε πριν καν τις αντιληφθούμε. Εν ολίγοις, αν το Playboy επιστρέφει, σημαίνει ότι εκείνος ο άνδρας εξακολουθεί να υπάρχει. Βρίσκεται εδώ κοντά. Πολύ κοντά. Πιθανότατα είμαι εγώ».