(Διαβάστε ελεύθερα, το ανάγνωσμα δεν περιέχει spoilers)
Και την πρώτη και τη δεύτερη σεζόν, τις είδα μέσα σε τρία βράδια. Πώς λέει μια διαφήμιση για πατατάκια ότι δεν μπορείς να φας μόνο ένα; Κάπως έτσι έβαζα να δω ένα ακόμα επεισόδιο. Eτσι κι αλλιώς, ήταν κι αυτά μικρά και ευκολοφάγωτα.
Δεν είναι όμως για κάθε ώρα της ημέρας. Το binge watching της σειράς «Emily in Paris» δεν μπορείς να το κάνεις αν το μυαλό σου βρίσκεται σε κατάσταση κανονικής λειτουργίας. Πρέπει να έχει πέσει σε «airplane mode», όπως το κινητό. Να λειτουργεί και να μη λειτουργεί κιόλας. Να είναι κάπου στο ενδιάμεσο, σ’ ένα στάδιο που δεν μπορεί να επεξεργαστεί πλήρως αυτό που παρακολουθεί και αδυνατεί να κάνει όλες τις συνδέσεις.
Μια Αμερικανίδα στο Παρίσι, με γκαρνταρόμπα που θα τη ζήλευε και η Κάρι Μπράντσο, της οποίας η επιρροή είναι εμφανής στον χαρακτήρα, αλλά μόνο σαν επιδερμική πινελιά. Ο Ντάρεν Σταρ, που βρίσκεται πίσω και από τις δύο σειρές, δεν κατάφερε να περάσει το καλό DNA του «Sex & the City» στο νέο του πρότζεκτ. Ισως, βέβαια, να το έκανε και επίτηδες.
Η Πατρίτσια Φιλντ, πάλι, ενδυματολόγος και των δύο σειρών επίσης, έκανε εξαιρετική δουλειά. Ο,τι φοράει αυτή η Εμιλι, είναι όλα ένα κι ένα. Και στη δεύτερη σεζόν, φοράει και έλληνα σχεδιαστή. Στην ντουλάπα της έχουν τρυπώσει μερικές υπέροχες δημιουργίες του Βασίλη Ζούλια και μια χαρά τη νιώθεις που βλέπεις ρούχο απ’ τον τόπο σου, να τα λέμε όλα.
Το ενδυματολογικό κομμάτι σκίζει γενικά. Ολοι ντύνονται τέλεια και η πρωταγωνίστρια ακόμα πιο τέλεια. Κι αν ξεπεράσεις το γεγονός ότι αλλάζει τρεις φορές την ημέρα ρούχα, και τους εύλογους προβληματισμούς που προκύπτουν, όπως πώς τα χωράει όλα στο μικροσκοπικό παριζιάνικο διαμέρισμά της, τότε θα αφεθείς να τη χαζεύεις να περπατάει στη λεωφόρο Saint-Germain και στην πλατεία Place de L’Estrapade. Και μια χαρά θα χάψεις τη σύμβαση ότι αυτή και οι φίλοι της ζουν τη ζωή τους μέσα σε ένα φανταστικό στυλιστικό περιτύλιγμα, λες και βγήκαν άπαντες από τις σελίδες της «Vogue».
Γενικώς, θα χάψεις πολλές συμβάσεις, ασύμβατες με τη λογική, σ’ αυτή τη σειρά. Η δουλειά όλων βαίνει πάντα καλώς, οι αναποδιές ξεπερνιούνται, η διασκέδαση είναι δεδομένη και οι έρωτες αψεγάδιαστοι. Η Εμιλι ζει και εργάζεται στο Παρίσι χωρίς να μιλά γαλλικά και όταν περπατά στη βροχή, το μαλλί της δεν χαλάει. Αλλά είπαμε, αν είσαι σε «airplane mode», το καταπίνεις αμάσητο το ασύμβατο και σ’ αρέσει. Αυτό, βέβαια, θα το ξέρεις μόνο εσύ, όπως συμβαίνει με όλες τις ένοχες απολαύσεις.
Με κάτι τέτοιες σειρές, συνειδητοποιείς ότι το Netflix έχει πάει την αποχαύνωση σε άλλο επίπεδο. Εχει πάρει τη σαπουνόπερα που όλοι ξέρουμε και την έχει εξελίξει σε κάτι πιο σύγχρονο. Σε μια μετα-σαπουνόπερα, της οποίας ο στόχος δεν είναι οι ίντριγκες και τα πάθη, όπως στα «Ατίθασα Νιάτα», αλλά το «easy living», δηλαδή μια ζωή που ρέει εύκολα και δεν σε κουράζει. Γιατί; Γιατί αυτό έχει ανάγκη ο μέσος τηλεθεατής της πλατφόρμας. Μια γλυκιά αποχαύνωση θέλει, που θα τον μεταφέρει στη χώρα των ονείρων του. Σε μια ουτοπία όπου όλα κυλούν ανεμπόδιστα, χωρίς κούραση, δράματα και χωρίς πολλές θυσίες.
«Η σειρά είναι η φαντασίωση ενός μπούμερ για τη ζωή μιας νωχελικής millennial», διάβασα σ’ ένα άρθρο και συμφωνώ απόλυτα. Αυτό ακριβώς είναι. Μια απολαυστική ανοησία που προέκυψε μέσα από τα φαντασιακά ιδεώδη μιας γενιάς, η οποία θα ήθελε η ζωή της να μη μοιάζει με ζωή, αλλά περισσότερο με την πλασματική αντανάκλαση της ζωής στο Instagram. Καταπληκτικό;
Ο Ντάρεν Σταρ έδωσε μια αριστοτεχνικά φτιαγμένη χαζοχαρούμενη σειρά, αντλώντας υλικό μέσα από τις συνήθειες, τη συμπεριφορά, τις αναζητήσεις και το ασυνείδητό μας. Και φυσικά, ήξερε τι έκανε.
ΥΓ. Ακόμα και το γεγονός ότι δεν υπάρχει ίχνος πανδημίας μέσα στη σειρά, είναι παράλογο, αλλά τόσο ανακουφιστικό συνάμα.