Βέλγος αγρότης ξεσπαθώνει στις Βρυξέλλες. Πριν από λίγες ημέρες η ΕΕ ακύρωσε τα σχέδια της για τα φυτοφάρμακα υπό τις ασφυκτικές πιέσεις των αγροτών | CreativeProtagon / Reuter
Θέματα

Η εξέγερση των ευρωπαίων αγροτών, τελευταίο καρφί στο φέρετρο της παγκοσμιοποίησης

Σύμφωνα με τη σουηδή ειδικό Ελίζαμπετ Μπρο, το γεγονός ότι η παγκοσμιοποίηση είναι ετοιμόρροπη δεν είναι απαραίτητα κακό, αντιθέτως «σημαίνει ότι έχουμε μια απροσδόκητη ευκαιρία να δημιουργήσουμε μια νέα και καλύτερη εκδοχή της», όπως υποστηρίζει
Protagon Team

Οι αγρότες της Γερμανίας και της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πολωνίας, ολόκληρης σχεδόν της Ευρώπης, διαμαρτύρονται για πολιτικές που κρίνουν ότι τους ζημιώνουν. Συγχρόνως, όμως, διαμαρτύρονται για τη λήψη αποφάσεων από απόμακρους φορείς αλλά και για τις εισαγωγές γεωργικών προϊόντων από μακρινές χώρες.

«Οι αγρότες έχουν τραβήξει την προσοχή επειδή κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει μια παρέλαση τρακτέρ. Και εκφράζουν μια ευρύτερη απογοήτευση με την παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Πράγματι, η παγκοσμιοποίηση καταρρέει», γράφει σε εκτενή ανάλυσή της στους Times η Ελίζαμπετ Μπρο, ανώτερη συνεργάτρια της δεξαμενής σκέψης Atlantic Council και συγγραφέας του βιβλίου «Αντίο Παγκοσμιοποίηση: Η επιστροφή ενός διαιρεμένου κόσμου» που μόλις κυκλοφόρησε. Σύμφωνα, όμως, με τη (σουηδή) ειδικό από τις ΗΠΑ το ότι η παγκοσμιοποίηση είναι ετοιμόρροπη δεν είναι απαραίτητα κακό, αντιθέτως «σημαίνει ότι έχουμε μια απροσδόκητη ευκαιρία να δημιουργήσουμε μια νέα και καλύτερη εκδοχή της», όπως υποστηρίζει.

Τα παράπονα και τα αιτήματα των αγροτών της Ευρώπης δεν είναι κοινά, στο σύνολό τους, αλλά όλοι διαμαρτύρονται για τις φθηνές εισαγωγές γεωργικών προϊόντων από χώρες εκτός της ΕΕ. «Το ελεύθερο εμπόριο κατέστησε πράγματι δυνατή τη φθηνή εισαγωγή τροφίμων (…) Ομως, τις τελευταίες τρεισήμισι δεκαετίες, η παγκοσμιοποίηση υπερτροφοδότησε την κυκλοφορία αγαθών και υπηρεσιών σε όλο τον κόσμο – και προκάλεσε κυκλοφοριακή συμφόρηση στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες τις τελευταίες εβδομάδες», γράφει η Ελίζαμπεθ Μπρο, αναφερόμενη στην «εισβολή» των τρακτέρ σε αρκετές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Ανατρέχοντας στο παρελθόν, θυμίζει ότι στα τέλη της δεκαετίας του 1980, μερικές χώρες στη Λατινική Αμερική και την Ασία άρχισαν να ανοίγουν τις οικονομίες τους, με τις δυτικές επιχειρήσεις να εκστασιάζονται από τις ευκαιρίες που άρχισαν να προκύπτουν. Στην Κίνα, ο Ντενγκ Χσιάο Πινγκ είχε ήδη ξεκινήσει τα «καπιταλιστικά πειράματα», έχοντας αντιληφθεί ότι «δεν έχει σημασία εάν μια γάτα είναι μαύρη ή άσπρη, αρκεί να πιάνει ποντίκια», όπως του άρεσε να επαναλαμβάνει.

Στη συνέχεια, το 1990 και το 1991, Ανατολικογερμανοί, Πολωνοί, Εσθονοί, Λετονοί, Λιθουανοί, Ούγγροι και άλλοι λαοί πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα απελευθερώθηκαν από τα κομμουνιστικά καθεστώτα που είχαν κακοδιαχειριστεί τις οικονομίες τους. Και πάλι, οι δυτικές εταιρείες είδαν να ανοίγονται νέες αγορές.

«Ηταν συναρπαστικό, αλλά και χαοτικό», σημειώνει η Μπρο, αναφέροντας ενδεικτικά ότι η γνωστή σουηδική εταιρεία λευκών οικιακών συσκευών Electrolux, εξαγοράζοντας την κρατική εταιρεία ψυγείων Lehel της Ουγγαρίας, κατέληξε να κατέχει επίσης έναν ζωολογικό κήπο! Τελικά, όμως, βρήκε έναν νέο ιδιοκτήτη για τον ζωολογικό κήπο και μετέτρεψε τη Lehel από μια εταιρεία που κατασκεύαζε 600.000 ψυγεία τον χρόνο, σε μια που κατασκεύαζε 6 εκατ. ψυγεία, ηλεκτρικές σκούπες και ψυγειοκαταψύκτες.

Με τη Volkswagen να έχει κάνει ήδη την αρχή, κάποια στιγμή πάσης φύσεως εταιρείες άρχισαν να στρέφονται προς την Κίνα, η οποία ήταν μεν διαφορετική από τη Δύση, όπως κάθε νέα αγορά είναι διαφορετική, αλλά τα κέρδη των εταιρειών από την επιχειρηματική τους δραστηριότητα εκεί ήταν τεράστια. Οπως και σε άλλες χώρες οι οποίες είχαν μόλις ανοίξει τις αγορές τους, οι Κινέζοι καταναλωτές ήταν ενθουσιασμένοι με το ότι επρόκειτο να αρχίζουν να αγοράζουν τα ίδια προϊόντα που οι δυτικοί καταναλωτές είχαν στη διάθεσή τους εδώ και χρόνια. Οι εργαζόμενοι σε αυτές τις χώρες ήταν επίσης ελκυστικοί, κυρίως επειδή ήταν φθηνότεροι από τους δυτικούς.

Σημαντικά στην ανάπτυξη της παγκοσμιοποίησης συνέβαλε και η βιομηχανία της ναυτιλίας, μεταφέροντας αγαθά αποτελεσματικά και, κυρίως, φθηνά, τόσο που οι εταιρείες μπορούσαν να κατασκευάζουν κάπου, να συναρμολογούν αλλού και και να μεταφέρουν αγαθά στους πελάτες με χαμηλότερο κόστος, σε σχέση με πριν που τα εργοστάσιά τους βρίσκονταν πιο κοντά σε αυτούς τους καταναλωτές. Σε μια βρετανική υποδηματοποιία, για παράδειγμα, συνέφερε περισσότερο να κατασκευάζει τα παπούτσια της στην Κίνα και μετά να τα μεταφέρει στη Βρετανία παρά να κατασκευάζει εκεί.

«Αυτή ήταν η ομορφιά της παγκοσμιοποίησης: οικονομίες κλίμακας και χώρες με δυνατά σημεία. Ολοι επωφελήθηκαν. Οι καταναλωτές μπορούσαν ξαφνικά να αντέχουν οικονομικά κάθε είδους φανταχτερά αγαθά και gadgets, αρχίζοντας με τους υπολογιστές τη δεκαετία του 1990. Οσοι γεννήθηκαν μετά το 2000 θα δυσκολευτούν να συλλάβουν πόσο απρόσιτα ήταν τα κινητά τηλέφωνα για πολλούς. Φανταστείτε πώς θα ήταν ο σημερινός κόσμος, εάν μόνο οι πλούσιοι είχαν πρόσβαση σε smartphones», συνοψίζει η ειδικός στην παγκοσμιοποίηση.

Αν και χώρες όπως η Πολωνία και τα κράτη της Βαλτικής κατέστησαν γρήγορα λειτουργικές οικονομίες της αγοράς και φιλελεύθερες δημοκρατίες, αλλού προέκυψαν διάφορα ζητήματα. Στην Κίνα, για παράδειγμα, πονοκέφαλο στις δυτικές επιχειρήσεις κατά την πρώτη φάση της παγκοσμιοποίησης προκαλούσε η απώλεια της πνευματικής ιδιοκτησίας τους. «Εάν μια εταιρεία ήθελε να επενδύσει και να κατασκευάσει ένα εργοστάσιο στην Κίνα, έπρεπε συχνά να δημιουργήσει μια κοινοπραξία και ο κινέζος εταίρος είχε στη συνέχεια πρόσβαση στην τεχνολογία», εξήγησε ο αμερικανός πρώην διπλωμάτης Γουίλιαμ Μουρ που σήμερα ζει στο Πεκίνο. «Ο φόβος ήταν ότι με τον καιρό οι Κινέζοι θα αντέγραφαν την τεχνολογία, στη συνέχεια θα κατασκεύαζαν τη δική τους εκδοχή του προϊόντος και θα άρχιζαν να εξάγουν στις ΗΠΑ», πρόσθεσε.

Ο γύρος της παγκοσμιοποίησης που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1980 δεν ήταν ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο, καθώς το διασυνοριακό εμπόριο ήταν έντονο πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ενώ λίγο πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Βρετανία εισήγε, μεταξύ άλλων, το 70% των τυροκομικών προϊόντων και της ζάχαρης που κατανάλωνε, σχεδόν το 80% των φρούτων και περίπου το 70% των μαγειρικών λιπών και των δημητριακών.

«Ομως η παγκοσμιοποίηση μετά τον Ψυχρό Πόλεμο ήταν η πιο ολοκληρωμένη προσπάθεια, με την εμπλοκή χωρών που δεν ήταν μόνο γεωγραφικά απομακρυσμένες αλλά και πολύ διαφορετικές. Καθώς η δεκαετία του 1990 έδινε τη σειρά στη δεκαετία του 2000, οι εμπορικοί δεσμοί είχαν αποτέλεσμα. Ολο και περισσότερο φορούσαμε τα ίδια ρούχα, καταναλώναμε τα ίδια φαγητά και ποτά, χρησιμοποιούσαμε τα ίδια gadgets, κάναμε την ίδια δουλειά. Πράγματι, χρησιμοποιήσαμε ακόμη και τα ίδια χρήματα: οι δυτικού τύπου χρηματοπιστωτικές αγορές είχαν εδραιωθεί τόσο επιτυχώς σε όλο τον κόσμο που τα χρήματα έρεαν απρόσκοπτα πέρα από τα σύνορα» συνοψίζει η Ελίζαμπετ Μπρο.

Χάρη στην παγκοσμιοποίηση οι βρετανοί καταναλωτές μπορούν να αγοράζουν από τα μανάβικα των μεγάλων αλυσίδων σούπερ μάρκετ ένα πορτοκάλι έναντι 30 λεπτών, παρότι προέρχεται από τη Νότια Αφρική, ενώ οι μπανάνες που εισάγονται στη Βρετανία από τη Λατινική Αμερική δεν είναι μόνο φθηνές, αλλά κοστίζουν όσο κόστιζαν πριν από τρεις δεκαετίες. Χάρη στην παγκοσμιοποίηση επίσης ένα iΡhone κοστίζει περί τα 1.000 ευρώ.

Ομως, παρότι από τα προϊόντα που κατασκευάζονταν φθηνά στο εξωτερικό, επωφελούνταν και όλοι όσοι έχασαν τις δουλειές τους από το κλείσιμο εργοστασίων και τη μεταφορά τους στο εξωτερικό, σύντομα οι παγκοσμιοποίηση άρχισε να έχει και πολέμιους. «Τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης είναι γενικά και αραιά διασκορπισμένα, ενώ το κόστος είναι συγκεκριμένο και έντονα αισθητό», ανέφερε σχετικά ο Τζον Σπέλαρ, βουλευτής του Εργατικού Κόμματος της Βρετανίας από εκλογική περιφέρεια των Μίντλαντς που μαραζώνει από την έξοδο της μεταποίησης από τη χώρα.

Επιτυχία της παγκοσμιοποίησης ήταν και ο αγωγός φυσικού αερίου Nord Stream ο οποίος κατασκευάστηκε για τη μεταφορά φθηνού φυσικού αερίου από τη Ρωσία στη Γερμανία και από εκεί στην υπόλοιπη Ευρώπη, με τους υποστηρικτές του έργου να κάνουν λόγο, τότε, για ένα πρωτοβουλία ειρήνης και τους επικριτές του να χαρακτηρίζονται αρνητικά ως ρωσοφοβικοί.

Αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης, όμως, ήταν και η αμερικανική και στη συνέχεια σε μεγάλο βαθμό παγκόσμια κρίση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων που προηγήθηκε –συμβάλλοντας σε αυτήν– της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007-2008.

Το απόγειο της παγκοσμιοποίησης ήταν σύμφωνα με την Ελίζαμπετ Μπρο οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου το 2008, με το σύνθημα «Ενας Κόσμος, Ενα Ονειρο». Αλλά έως τα μέσα της δεκαετίας του 2010 ορισμένες δυτικές εταιρείες αισθάνονταν ήδη πως η Κίνα καθίστατο σταδιακά λιγότερο φιλόξενη σε σχέση με το παρελθόν και, καθώς οι κινεζικές εταιρείες κάλυπταν σταδιακά την απόσταση που τις χώριζε από τις δυτικές, η απώλεια της πνευματικής ιδιοκτησίας κατέστη σοβαρό ζήτημα.

Στη Δύση, οι ψηφοφόροι που αισθάνονταν παραμελημένοι άρχισαν να κατηγορούν για τα όποια προβλήματά τους τους πολιτικές ηγέτες και διάφορες απρόσιτες ελίτ και ο πρώτος που εκμεταλλεύτηκε με απόλυτη επιτυχία αυτήν τη δυσαρέσκεια ήταν ο Ντόναλντ Τραμπ, αρχίζοντας να βάλλει και ο ίδιος κατά της παγκοσμιοποίησης, επιβάλλοντας δασμούς, για παράδειγμα, σε συμμάχους των ΗΠΑ και κηρύσσοντας τον πόλεμο στην κινεζική Huwaui, «το σύμβολο της προσέγγισης της Κίνας στο παγκοσμιοποιημένο επιχειρείν», όπως γράφει η συνεργάτιδα του Atlantic Council.

Τα τελευταία δύο χρόνια η οικονομία χωρίς σύνορα δέχτηκε αρκετά «θανατηφόρα» πλήγματα, καθώς η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είχε ως αποτέλεσμα, μεταξύ πολλών άλλων, την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία και τη φυγή δυτικών εταιρειών από τη χώρα ενώ, συγχρόνως, ο Σι Τζινπίνγκ άρχισε να καθίσταται ολοένα πιο αυταρχικός, με δυτικές εταιρείες να έχουν δεχτεί επιδρομές από τις κινεζικές αρχές και άλλες να έχουν τιμωρηθεί, επειδή ενέργειες των κυβερνήσεων των χωρών τους δυσαρέστησαν τον κινέζο πρόεδρο.

«Ο Τραμπ έχει να καταλογίσει κάτι στους περισσότερους ανθρώπους, για να μην αναφέρουμε τις χώρες, αλλά ίσως επειδή δεν τον νοιάζει τι πιστεύουν οι ελίτ για αυτόν, ήταν ο πρώτος δυτικός ηγέτης που τόλμησε να διατυπώσει –ή, μάλλον, να διακηρύξει– αυτό που πολλοί σκέφτονταν: η παγκοσμιοποίηση λειτουργούσε καλά για κάποιους και πολύ λιγότερο για άλλους και η Κίνα δεν έπαιζε σύμφωνα με τους κανόνες», αναφέρει η Ελίζαμπετ Μπρο.

Οσον αφορά την Κίνα και τη Ρωσία, «ίσως ποτέ να μην είχαν σκοπό να γίνουν σαν τη Δύση. Ελεύθερες αγορές, ναι, αλλά όχι φιλελεύθερες δημοκρατίες. Οι σημερινοί κίνδυνοι είναι τέτοιοι που οι ασφαλιστές που παρέχουν ασφάλιση πολιτικού κινδύνου (η οποία καλύπτει τα πάντα, από την απαλλοτρίωση μέχρι τον πόλεμο) έχουν ουσιαστικά σταματήσει να συντάσσουν νέα συμβόλαια στην Κίνα. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι δυτικοί κατασκευαστές προσπαθούν δυναμικά να μετεγκατασταθούν ή να προμηθεύονται από χώρες που είναι σύμμαχοι (fiendshoring)», σημειώνει.

Τώρα η παγκοσμιοποίηση υποχωρεί με ταχείς ρυθμούς καθώς οι δυνάμεις του λαϊκισμού, στην απελευθέρωση των οποίων συνέβαλε η ίδια η παγκοσμιοποίηση, προελαύνουν, με μπροστάρηδες, στην παρούσα φάση, τους αγρότες της Ευρώπης. Η Ελίζαμπεθ Μπρο σημειώνει ενδεικτικά πως πέρυσι το Κίνημα Αγρότη-Πολίτη (BBB), που δημιουργήθηκε εν μέσω διαμαρτυριών, κατέπληξε την Ολλανδία, καθώς έγινε το μεγαλύτερο κόμμα στην Ανω Βουλή. Και πριν από λίγες ημέρες η ΕΕ ακύρωσε τα σχέδια της για τα φυτοφάρμακα υπό τις ασφυκτικές πιέσεις των αγροτών.

Σχετικά με το μέλλον η Ελίζαμπετ Μπρο προβλέπει πως για τις επόμενες δύο δεκαετίες, τα κράτη θα αναγκαστούν ενδεχομένως να συναλλάσσονται περισσότερο με φίλους, καθώς οι επιχειρήσεις δεν έχουν, πλέον, την πολυτέλεια, να παρακάμπτουν τις όποιες διαφωνίες και διαμάχες μεταξύ των κρατών. Κάπως έτσι οι δυτικοί κατασκευαστές έχουν ήδη αρχίσει να στρέφονται από την Κίνα στην Ινδία, το οποίο αποτελεί μια αναπάντεχη ευκαιρία για τη χώρα που οι περισσότεροι από αυτούς απέρριπαν τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 υπέρ της κινεζικής αποτελεσματικότητας.

«Πράγματι, οι δυτικές κυβερνήσεις θα χρειαστεί να επεκτείνουν τους δεσμούς με την Ινδία και άλλες χώρες που δεν είναι εντελώς σαν εμάς αλλά ούτε και εχθρικές. Χρειαζόμαστε εταίρους όπως η Ινδία στο άτυπο δυτικό εμπορικό μπλοκ που σχηματίζεται τώρα, επειδή η Κίνα στρατολογεί πολλές από τις ίδιες χώρες για το δικό της αναδυόμενο μπλοκ. Ωστόσο, οι δυτικές κυβερνήσεις δεν μπορούν πλέον να θεωρούν δεδομένη τη συγκατάθεση των ψηφοφόρων: τυχόν νέες πρωτοβουλίες θα πρέπει να εξηγούνται σωστά», σημειώνει η Ελίζαμπετ Μπρο.

Ολοκληρώνοντας την ανάλυσή της αναφέρει επίσης πως τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στην παρούσα φάση η παγκοσμιοποίηση αποτελούν μια ευκαιρία για «για τη Δύση να προσελκύσει πίσω μέρος των επιχειρήσεων που έχασε στην Κίνα και για τους πολιτικούς να ανακτήσουν μέρος της εμπιστοσύνης που έχασαν».

«Σχεδόν τυχαία έχουμε άλλη μια ευκαιρία για πραγματική παγκοσμιοποίηση. Σε λίγες δεκαετίες, όταν η Ρωσία θα έχει (ελπίζουμε) συνέλθει, ο Σι θα έχει αποσυρθεί και η Δύση θα χει συνειδητοποιήσει ότι δεν θέλουν όλες οι χώρες να γίνουν σαν εμάς, ο κόσμος μπορεί να επιχειρήσει την Παγκοσμιοποίηση 2.0. Θα πρέπει να επικεντρωθεί στην κλιματική αλλαγή και σε μια ρεαλιστική άποψη για το τι μπορούν να περιμένουν οι χώρες η μια από την άλλη. Οι δυτικές κυβερνήσεις πρέπει επίσης να εξετάσουν τι μπορούν να περιμένουν από τους ψηφοφόρους, περιλαμβανομένων των αγροτών.

»Αυτή τη φορά δεν μπορούμε να εξαρτώμαστε από αγαθά ή υπηρεσίες από άλλες χώρες. Θυμηθείτε τις κινεζικές μάσκες κατά τη διάρκεια της πανδημίας, για να μην αναφέρουμε το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Κανείς δεν ήθελε η Ρωσία να καταστεί επιθετική και η Κίνα ανταγωνιστική, η πνευματική ιδιοκτησία να εξαφανίζεται και οι πολίτες να εξεγείρονται. Ομως, λαμβάνοντας υπόψη πόσα πήγαν στραβά με την παγκοσμιοποίηση, είναι καλό ότι θα έχουμε ακόμη μία ευκαιρία. Ισως ακόμη και να μπορέσουμε να διορθώσουμε και τη γεωργία», καταλήγει.