Υπήρξε η κατεξοχήν πολιτική δολοφονία του περασμένου αιώνα αλλά και μήτρα, γενικά μιλώντας, όλων των θεωριών συνωμοσίας. Ο προμελετημένος φόνος του Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι πριν από εξήντα χρόνια, στις 22 Νοεμβρίου του 1963 στο Ντάλας του Τέξας, δεν αποτέλεσε απλά μια δολοφονία ενός επιφανούς πολιτικού ηγέτη.
Oπως γράφει ο Μάρκο Τσικάλα του ilvenerdi, του ένθετου εβδομαδιαίου περιοδικού της ιταλικής La Repubblica, η εξόντωση του JFK πυροδότησε μια διεργασία η οποία κατέστησε σταδιακά, καταρχάς τις ΗΠΑ, αλλά και τις υπόλοιπες δυτικές δημοκρατίες, καχύποπτες προς τις διάφορες εξουσίες και τους θεσμούς και προς το όποιο κατεστημένο.
Τότε άρχισε να διαφαίνεται σταδιακά, το πλαίσιο αυτού που σήμερα αποκαλείται «Deep State», βαθύ κράτος ή «κράτος εν κράτει», όπου τον πρώτο λόγο έχουν διάφορες «σκοτεινές ολιγαρχίες, λόμπι, μαφίες, συν οι μυστικές υπηρεσίες», όπως συνοψίζει ο ιταλός δημοσιογράφος. Σύμφωνα με αυτή τη γραμμή ο 35ος πρόεδρος των ΗΠΑ υπήρξε τρόπον τινά συνεργός μιας συνωμοσίας θύμα της οποίας έπεσε και ο ίδιος.
Κάποιοι έφτασαν στο σημείο να υποστηρίξουν πως ο Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι δολοφονήθηκε, επειδή επρόκειτο να αποκαλύψει συγκλονιστικές αλήθειες για τα UFO ενώ θύμα μιας «ναζιστικής συνωμοσίας» δήλωνε πως είχε πέσει και ο Τζακ Ρούμπι, ο άνθρωπος που δύο ημέρες μετά τη δολοφονία του JFK, δολοφόνησε τον «κομμουνιστή» Λι Χάρβεϊ Οσβαλντ, τον κύριο ύποπτο στα χέρια της αστυνομίας του Ντάλας για τη δολοφονία του Κένεντι.
Στη δολοφονία του JFK, στους μύθους και τις θεωρίες που την εξακολουθούν να την περιβάλλουν, αφιέρωσε ένα μακροσκελές κεφάλαιο στο βιβλίο του «Ο Κόσμος Ανάποδα» («Il Mondo Sotto Sopra», 2019), ο ιταλός Μάσιμο Πολίντορο, εξωτερικός ερευνητής, σήμερα, στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, και συνιδρυτής, το 1989, της CICAP, μιας ιταλικής MKO αποστολή της οποίας είναι ο έλεγχος των διάφορων ψευδοεπιστημών και των όποιων θεωριών συνωμοσίας.
Με αφορμή την 60η επέτειο της δολοφονίας του JFK ο ιταλός ειδικός, συνομιλώντας με τον ομοεθνή του δημοσιογράφο, επιδίωξε να ρίξει φως σε μερικά από τα πιο επίμαχα από τα πολλά, ακόμη, «σκοτεινά» σημεία της υπόθεσης.
Οσον αφορά τους πυροβολισμούς που έριξε ο Οσβαλντ, διαπιστώθηκε πως ήταν τρεις, ένας έπεσε στο κενό, δύο βρήκαν στόχο. Ομως κάποιοι από τους μάρτυρες του τραγικού συμβάντος υποστήριξαν πως άκουσαν περισσότερους, το οποίο θα υποδείκνυε ότι υπήρχε και δεύτερος σκοπευτής.
«H Dealey Plaza (όπου δολοφονήθηκε ο Κένεντι, ΣτΜ) είναι ένας μεγάλος κοίλος χώρος, όπου η ηχώ αντανακλάται εύκολα και μπορεί καταστήσει δύσκολο τον εντοπισμό της προέλευσης των ήχων. Το φαινόμενο της ηχούς μπορεί να εξηγήσει επίσης γιατί κάποιοι είπαν ότι άκουσαν δύο πυροβολισμούς, άλλοι τρεις-τέσσερις, ακόμη και επτά», είπε ο Μάσιμο Πολίντορο.
Σχετικά με το ότι το όπλο του εγκλήματος, ένα τυφέκιο Mannlicher-Carcano ιταλικής κατασκευής, ήταν σύμφωνα με κάποιους ένα «παλιοσίδερο», ακατάλληλο για μια τόσο δύσκολη αποστολή, εξήγησε πως «όποιος το χαρακτηρίζει “παλιοσίδερο” επιδιώκει να υποτιμήσει την αποτελεσματικότητά του. Βαλλιστικές δοκιμές είχαν αποδείξει, όχι μόνον ότι ήταν πολύ ακριβές, αλλά και πως μία σφαίρα του μπορούσε να διαπεράσει έως και έξι ανθρώπινα σώματα».
Εχει υποστηριχθεί επίσης ότι ο Λι Χάρβεϊ Οσβαλντ δεν ήταν ιδιαίτερα ικανός σκοπευτής, ωστόσο η αλήθεια είναι πως μόλις τρεις εβδομάδες μετά την έναρξη της εκπαίδευσης του στους Πεζοναύτες των ΗΠΑ είχε διακριθεί ως «εξαιρετικά καλός σκοπευτής» ενώ και έπειτα από μία τριετία, στο πλαίσιο μιας νέας δοκιμασίας, είχε χαρακτηριστεί ως «επίλεκτος». «Θα έλεγα πως, σε σύγκριση με άλλους πεζοναύτες με παρόμοια εκπαίδευση, ο Οσβαλντ ήταν ένας καλός σκοπευτής, πάνω από, έως και πολύ, από το μέσο όρο», είχε αναφέρει σχετικά ένας εκπαιδευτής του. «Οπότε κάθε άλλο παρά ένας σκοπευτής της Κυριακής», σημείωσε ο Μάσιμο Πολίντορο από την πλευρά του.
Σχετικά με το ότι ο Οσβαλντ δεν θα μπορούσε να πλήξει ένα στόχο σε κίνηση μέσα σε λιγότερο από δύο δευτερόλεπτα, ο ιταλός ειδικός θύμισε πως στην προσπάθεια τους να συνθέσουν το παζλ της δολοφονίας οι αρχές βασίστηκαν κυρίως στο φιλμ διάρκειας 26 δευτερολέπτων του ερασιτέχνη κινηματογραφιστή Εϊμπραχαμ Ζαπρούντερ.
«Με την κινηματογραφική του μηχανή οχτώ χιλιοστών ο Ζαπρούντερ είχε τραβήξει την αυτοκινητοπομπή στην πλατεία, καταγράφοντας ακούσια τους πυροβολισμούς του Οσβαλντ. Επειδή το φιλμ δεν έχει ήχο, επί καιρό δεν ήταν εύκολο να διαπιστωθεί πότε έπεσε ο πρώτος πυροβολισμός. Για αυτό θεωρήθηκε πως ο πρώτος πυροβολισμός ήταν ο δεύτερος, δηλαδή εκείνος που έπληξε τον Κένεντι και τον κυβερνήτη (του Τέξας) Τζον Κόναλι. Επειδή μεταξύ αυτού του πυροβολισμού και του επόμενου, που τίναξε το κεφάλι του προέδρου στον αέρα μεσολάβησαν λίγο παραπάνω από πέντε δευτερόλεπτα, υποστηρίχθηκε πως ήταν αδύνατο μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα να ρίχτηκαν τρεις πυροβολισμοί, γεμίζοντας ξανά το τουφέκι με το χέρι. Στην πραγματικότητα, παρότι και το παραπάνω ενδεχόμενο θα ήταν δυνατό, στη συνέχεια επιβεβαιώθηκε πως η πρώτη σφαίρα, που κατέληξε στο κενό, έπεσε τουλάχιστον τέσσερα δευτερόλεπτα πριν από την επόμενη […] Οπότε οι πυροβολισμοί ήταν τρεις μέσα σε περίπου εννιά δευτερόλεπτα».
Οσον αφορά ένα άλλο «σκοτεινό» σημείο ή μάλλον «σκοτεινό» πρωταγωνιστή, της δολοφονίας του JFK, τον αποκαλούμενο «umbrella man», έναν κύριο στην άκρη του δρόμου ο οποίος κατά το πέρασμα της προεδρικής αυτοκινητοπομπής άνοιξε την ομπρέλα του, παρότι η μέρα ήταν ηλιόλουστη, η κίνησή του αυτή δεν ήταν ένα σήμα προς τον Οσβαλντ να αρχίσει να πυροβολεί, όπως είχε υποστηριχθεί.
«Στη συνέχεια διαπιστώθηκε πως αυτός ο άνδρας ήταν ο Λιούις Στίβεν Γουίτ, ένας πρώην ασφαλιστής, o οποίος εξήγησε πως με εκείνη την κίνησή του ήθελε να στρέψει την προσοχή σε ένα θέμα που θα μπορούσε να φέρει σε δύσκολη θέση τον πρόεδρο. Πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο πατέρας του Κένεντι, Τζόζεφ Κένεντι, ήταν πρέσβης των ΗΠΑ στη Βρετανία. Η ομπρέλα του Γουίτ θα έπρεπε να συμβολίζει τις συντηρητικές πολιτικές του τότε βρετανού πρωθυπουργού Νέβιλ Τσάμπερλεν, ο οποίος ήταν γνωστός για το ότι έφερε πάντα επάνω του μια ομπρέλα. Καθώς ο Κένεντι ήταν Δημοκρατικός, η ιδέα του Γουίτ ήταν να του θυμίσει πως ο πατέρας του, αντιθέτως, υποστήριζε έναν συντηρητικό. Φυσικά μπορεί να αμφιβάλλει κανείς ότι εάν ο Κένεντι δεν σκοτωνόταν και πρόσεχε τον άνδρα με την ομπρέλα θα προέβαινε σε αυτόν τον περίπλοκο συλλογισμό», σημείωσε ο Μάσιμο Πολίντορο.