Είναι η κορυφαία (και, μάλλον, ανεπανάληπτη) επιτυχία ελληνικού συλλόγου στο ποδόσφαιρο. Ενα Euro 2004, 33 χρόνια πριν από το Euro 2004. Εξίσου απρόσμενη, απίστευτη και υπέροχη. Μισόν αιώνα μετά, το «Επος του Γουέμπλεϊ» εξακολουθεί να συγκινεί όσους το έζησαν, και να μοιάζει με μύθο – αποκύημα κάποιας αχαλίνωτης φαντασίας για τους μεταγενέστερους.
«Η Ελλάδα πέτυχε τον μεγαλύτερο θρίαμβο στην αθλητική της ιστορία, ο οποίος μπορεί να συγκριθεί μόνο με το παγκόσμιο ρεκόρ του Χρήστου Παπανικολάου (στο επί κοντώ)», έγραφε η Equipe το πρωί της 29ης Απριλίου 1971, την επομένη της πρόκρισης του Παναθηναϊκού στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών – του σημερινού Τσάμπιονς Λιγκ. Ηταν, σχεδόν, αδιανόητο: στις 2 Ιουνίου -σαν σήμερα- εκείνης της χρονιάς, μια άγνωστη στην Ευρώπη ομάδα με το δύσκολο όνομα «Panathinaikos» (που πολλοί ξένοι σπορτκάστερς ανέφεραν ως «Athens» για ευκολία) θα αντιμετώπιζε στο παλιό «Γουέμπλεϊ» το ποδοσφαιρικό μοντέλο της εποχής (Αγιαξ), με έπαθλο τη «Μεγάλη Κούπα». Ημιεπαγγελματίες παίκτες (κάποιοι έκαναν και δεύτερη δουλειά για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην) θα όρθωναν το ανάστημά τους απέναντι στον Κρόιφ, τον Νέεσκενς, τον Κάιζερ, τον Κρολ, τον Χάαν, τον φαν Ντάικ, τον Μιούρεν…
Στο κατάμεστο λονδρέζικο στάδιο ο Παναθηναϊκός παρατάχθηκε αποκλειστικά με έλληνες ποδοσφαιριστές. Τάκης Οικονομόπουλος, Γιάννης Τομαράς, Γιώργος Βλάχος, Κώστας Ελευθεράκης, Αριστείδης Καμάρας, Φραγκίσκος Σούρπης, Χάρης Γραμμός, Τότης Φυλακούρης, Αντώνης Αντωνιάδης, Μίμης Δομάζος, Ανθιμος Καψής. Μάλιστα, ήταν βέροι Αθηναίοι, εκτός από τρεις: τον Ξανθιώτη Αντώνη Αντωνιάδη, τον Μυτιληνιό Χάρη Γραμμό, και τον Κερκυραίο Γιώργο Βλάχο. Αναπληρωματικοί ήταν ο Βασίλης Κωνσταντίνου, ο Βίκτωρ Μητρόπουλος, ο Κώστας Αθανασόπουλος, ο Μήτσος Δημητρίου και ο Δημήτρης Καλλιγέρης.
Ο Αγιαξ του Ρίνους Μίχελς, πρωταθλητής Ευρώπης και τις δύο επόμενες χρονιές (1972, 1973), ήταν αδύνατο να χάσει. Αλλά, όπως συχνά τονίζει ο «στρατηγός» Μίμης Δομάζος, «όταν μπαίναμε στο «Γουέμπλεϊ», σκεφτόμασταν ότι, εκεί που είχαμε φτάσει, ήταν σαν να είχαμε, ήδη, κατακτήσει το Κύπελλο. Γιατί μία ελληνική ομάδα που δεν την ήξερε κανείς, βρέθηκε να παίζει σε έναν τέτοιο τελικό. Εκείνη την εποχή δεν γνώριζαν τίποτα για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Και σήμερα, αν πας στο γήπεδο αυτό, θα δεις τη σημαία του Παναθηναϊκού. Μας έλειψε και η τύχη σε εκείνον τον αγώνα. Ο Αντωνιάδης έχασε δύο μεγάλες ευκαιρίες στο 1-0, ενώ στο δεύτερο γκολ των Ολλανδών η μπάλα χτύπησε στο πόδι του Καψή και ξεγέλασε τον Οικονομόπουλο».
Για να αντιληφθούμε τον άθλο του Παναθηναϊκού στις πραγματικές του διαστάσεις, θα πρέπει να έχουμε μια εικόνα της δυναμικής του ελληνικού ποδοσφαίρου εκείνα τα χρόνια. Οταν, λοιπόν, το «Τριφύλλι» κληρώθηκε να αντιμετωπίσει την πρωταθλήτρια Αγγλίας, Εβερτον, στον προημιτελικό, οι ομάδες μας που είχαν παίξει στα Κύπελλα Ευρώπης μετρούσαν μόλις πέντε νίκες (και 36 ήττες) σε 43 εκτός έδρας αγώνες τους. Μεταξύ άλλων, η ΑΕΚ είχε χάσει από τη Μονακό με 7-2, ο Ολυμπιακός από την πολωνική Γκόρνικ με 5-0, ο Ηρακλής από τη Βοϊβοντίνα με 9-1, και ο Αρης από την ουγγρική Ουΐπεστ με το ίδιο σκορ. Οσο για την Εθνική μας (του Δομάζου, του Παπαϊωάννου, του Σιδέρη, του Κούδα, του Σαράφη, του Δέδε…), είχε αποκλειστεί από τη Ρουμανία, στον δρόμο για το Μουντιάλ του 1970.
Στις 9 Μαρτίου 1971 ο Παναθηναϊκός φαινόταν να μην έχει την παραμικρή τύχη, πηγαίνοντας στο «Γκούντισον Παρκ» για να αντιμετωπίσει την Εβερτον (που μέχρι τότε είχε τον ίδιο αριθμό τίτλων με τη Λίβερπουλ, τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την Αρσεναλ) στον προημιτελικό. Ηταν η πρώτη φορά σε εκείνη τη μεγαλειώδη πορεία προς το «Γουέμπλεϊ», που το αγαπημένο σλόγκαν του Φέρεντς Πούσκας -«11 αυτοί, 11 κι εμείς»- επιβεβαιώθηκε στην πράξη. Εγκαινιάζοντας μια νέα στολή (λευκές φανέλες, πράσινα σορτσάκια, πράσινες κάλτσες), η ελληνική ομάδα απέσπασε ισοπαλία (1-1) με γκολ του Αντωνιάδη. Που φορούσε το «9», πέτυχε το ένατο τέρμα του στα Κύπελλα Ευρώπης, εννέα λεπτά πριν από τη λήξη του αγώνα, στις 9 Μαρτίου, ακριβώς στις 9 το βράδυ! «Ο Παναθηναϊκός πέτυχε τη μεγαλύτερη έκπληξη στα χρονικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών», μετέδωσε το BBC, ενώ το France Football έγραψε: «Ολη η Ευρώπη, πλέον, έμαθε τους Ελληνες και το ποδόσφαιρό τους».
Στις 24 Μαρτίου η Εβερτον ήρθε για τη ρεβάνς… με τη μύτη ψηλά. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του άγγλου προπονητή, Χάρι Κάτερικ: «Η ομάδα μου θα νικήσει εύκολα. Το ισόπαλο αποτέλεσμα του Λίβερπουλ, απλώς, με αναγκάζει να χρησιμοποιήσω και στην Αθήνα την πρώτη μας ομάδα, ενώ είχα σκοπό να παρατάξω τους αναπληρωματικούς». Οι οπαδοί της «Θύρας 13» είχαν άλλη γνώμη: «Εβερτον, γιου γουίλ ντάι», έγραφε σε θλιβερά Αγγλικά το πανό που είχαν κρεμάσει. Το τελικό 0-0 έστειλε το «Τριφύλλι» στις τέσσερις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης, και την Εβερτον, που ήταν φαβορί για την Κούπα του 1971, σπίτι της. Οι Αγγλοι έπεσαν σε ακόμη μεγαλύτερη… κατάθλιψη, όταν η Daily Mail δημοσίευσε μια φωτογραφία που είχε τραβηχτεί την προηγούμενη του αγώνα. Εδειχνε τις φανέλες, τα σορτσάκια και τις κάλτσες που ο ιστορικός φροντιστής του συλλόγου, Μήτσος Μπακούρος, είχε κρεμάσει στον αγωνιστικό χώρο της Λεωφόρου για να στεγνώσουν.
Τέτοιες εποχές ζούσε, εκείνα τα χρόνια, το ελληνικό ποδόσφαιρο. Φτωχικές, δύσκολες, αλλά αγνές. Τόσο ρομαντικές, ώστε ο τότε γενικός αρχηγός και μετέπειτα πρόεδρος του Ολυμπιακού, Νίκος Γουλανδρής, πήγε και βρήκε τους παίκτες του Παναθηναϊκού στην πίστα (μπουζούκια) όπου γιόρταζαν την πρόκριση, και τους πρόσφερε ένα σεβαστό ποσό, ως μπόνους για την επιτυχία τους, λέγοντάς τους: «Ημουν κι εγώ στο ματς. Δείξατε στους Εγγλέζους, τι θα πει ελληνικό ποδόσφαιρο». Οι ποδοσφαιριστές τον ευχαρίστησαν, όμως δεν δέχτηκαν τις επιταγές του. «Παρότι ήμασταν φτωχόπαιδα, δεν θέλαμε να μας κατηγορήσει κανείς για χρηματισμό, σε περίπτωση που «στράβωνε» κάποιο ματς με τον Ολυμπιακό», έχει εξηγήσει ο Δομάζος. Ετσι, αρκέστηκαν στο επίσημο πριμ των 90.000 δραχμών.
Ο Γουλανδρής, πάντως, ήταν παρών και στο «Γουέμπλεϊ», φορώντας πράσινο κασκόλ! Σε μια Ελλάδα εντελώς διαφορετική από τη σημερινή, όλοι οι έλληνες φίλαθλοι ήταν στο πλευρό του Παναθηναϊκού, σε κάθε του βήμα σ’ αυτήν την πορεία. Οπαδοί του Ολυμπιακού και της ΑΕΚ ξεχύνονταν στους δρόμους έπειτα από κάθε του θρίαμβο, κρατώντας πλακάτ με συνθήματα, ενώ και οι παίκτες των μεγάλων του αντιπάλων πήγαιναν στο γήπεδο της Λεωφόρου για να συγχαρούν τους συναδέλφους τους.
«Ενας στον Κάρασι επάνω, Κάρασι το σούουουτ… θαυμάσια η επέμβασις του Κωνσταντίνου». Οι παίκτες του Παναθηναϊκού δεν μπορούσαν, βεβαίως, να ακούσουν τις παροτρύνσεις του Γιάννη Διακογιάννη στην τηλεοπτική μετάδοση της ρεβάνς με τον Ερυθρό Αστέρα, όμως έκαναν ακριβώς ό,τι έπρεπε για να ανατρέψουν τη βαριά ήττα τους (4-1) στο Βελιγράδι. Στις 28 Απριλίου 1971 νίκησαν τους σούπερ ταλαντούχους Γιουγκοσλάβους 3-0, με δύο γκολ του Αντωνιάδη και ένα του Καμάρα, κι άφησαν έκπληκτη όλη την Ευρώπη για άλλη μια φορά. «Είχαμε δώσει όρκο πρόκρισης στο δωμάτιο του Δομάζου – μας είχαν πεισμώσει κάτι φέιγ-βολάν που έγραφαν: Τελικός Κυπέλλου Πρωταθλητριών: Ερυθρός Αστέρας – Αγιαξ», θυμάται ο Ελευθεράκης.
Στο ιντερνετικό κανάλι της UEFA θα βρείτε ένα βίντεο-αφιέρωμα στο «Επος του Γουέμπλεϊ», με τον Δομάζο να αφηγείται τις αλησμόνητες στιγμές που έζησε με τους συμπαίκτες του. Και δεν πρέπει να χάσετε το σχετικό, εξαιρετικό ντοκιμαντέρ που ετοίμασε η ΠΑΕ ΠΑΟ, με στιγμιότυπα από τους αγώνες, ανέκδοτες ιστορίες, διηγήσεις των πρωταγωνιστών και δημοσιεύματα της εποχής, το οποίο θα μεταδοθεί απόψε (Τετάρτη) στις 20:00 από την ΕΡΤ3 (θα υπάρχει και στην πλατφόρμα του ΕΡΤFLIX). Ακόμη κι όσοι δεν είναι φίλαθλοι, θα θυμηθούν, ή θα γνωρίσουν, μια ελληνική κοινωνία που σήμερα μοιάζει τόσο μακρινή, όσο και ο άθλος του Παναθηναϊκού.