Το ερώτημα που προκύπτει δεν είναι νέο: Πόσο επικίνδυνα είναι τα ενεργειακά ποτά, αλλά και η καφεΐνη γενικότερα για τους ανθρώπους; Τα παιδιά, ειδικά στην εφηβική ηλικία, καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες από αυτά τα ποτά και το φαινόμενο, φυσικά, δεν περιορίζεται στις ΗΠΑ.
Εάν κάποιος δεν είναι συνηθισμένος στην καφεΐνη, συνήθως αντιλαμβάνεται αμέσως τον αντίκτυπο που έχει η κατανάλωση ενεργειακών ποτών. Οι αισθήσεις οξύνονται και οι καρδιακοί παλμοί ανεβαίνουν. Οσο υψηλότερη η περιεκτικότητα σε καφεΐνη, τόσο πιο έντονα είναι και τα συμπτώματα. Το συγκεκριμένο, η Panera’s Charged Lemonade, περιέχει υψηλότερη ποσότητα από ό,τι τα περισσότερα ενεργειακά ποτά και έχει κατηγορηθεί δύο φορές στο παρελθόν για θανάτους καταναλωτών. Εκείνοι είχαν πράγματι καρδιακά προβλήματα, ο τρίτος όμως, όχι. Η εταιρεία αρνήθηκε ότι ευθύνεται για τον θάνατό του, όμως πρόσθεσε μια προειδοποίηση στη συσκευασία και μείωσε την περιεκτικότητά του σε καφεΐνη.
Η καφεΐνη θεωρείται γενικώς ευεργετική, και είναι, καθώς οξύνει τα αντανακλαστικά, βελτιώνει την αποδοτικότητα και μπορεί να έχει θετικές συνέπειες στη διάθεσή μας. Σε ποιο σημείο, όμως, η κατανάλωσή της αρχίζει να γίνεται επιβλαβής; Δεν είναι μια απάντηση που μπορεί να δοθεί εύκολα και με απόλυτη ακρίβεια.
Η υπερκατανάλωση καφεΐνης οδηγεί σε αϋπνίες, νευρικότητα και αύξηση των καρδιακών παλμών. Τα συμπτώματα αυτά δεν σκοτώνουν απαραίτητα, αλλά μπορούν να το κάνουν. Οι υψηλές δόσεις καφεΐνης, περισσότερα από 1.000 ml την ημέρα, μπορούν να οδηγήσουν σε καφεϊνισμό, μια κατάσταση εθισμού. Οι άνθρωποι μπορούν να «πάθουν σπασμούς και απειλητικές για τη ζωή ανωμαλίες του καρδιακού παλμού. Κάποιοι μπορούν να πεθάνουν από αυτό», εξηγεί στο Atlantic ο Ντέιβιντ Τζούουρλινγκ, καθηγητής Τοξικολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο.
Είναι δύσκολη η πρόσληψη τόσο υψηλής ποσότητας καφεΐνης από τα ενεργειακά ποτά ή τον καφέ μόνο, αλλά υπάρχουν πάρα πολλά προϊόντα, όπως χάπια, που την περιέχουν σε πολύ υψηλή δόση, και τα παίρνουν συνήθως φοιτητές κατά τη διάρκεια της εξεταστικής περιόδου. Η καφεΐνη βρίσκεται επίσης σε καραμέλες, κύβους που προστίθενται σε έναν κανονικό καφέ ή και στα ηλεκτρονικά τσιγάρα. Εάν τέτοιου είδους προϊόντα καταναλωθούν πολύ γρήγορα, μπορούν να οδηγήσουν σε τοξική αντίδραση.
Σε όλες τις αγωγές εναντίον της Panera, το βασικό επιχείρημα είναι το εξής: αν η εταιρεία είχε προειδοποιήσει επαρκέστερα τους πελάτες για την περιεκτικότητα σε καφεΐνη του ποτού, ίσως κανείς δεν θα είχε πάθει κακό. Ομως, στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε την καφεΐνη με αριθμητικούς όρους, όπως κάνουμε με τις θερμίδες και το αλκοόλ. Η πρόσληψη καφεΐνης είναι γενικά κάτι που δεν μετριέται αλλά βιώνεται.
Ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) έχει δώσει ως συνιστώμενο ημερήσιο όριο καφεΐνης 400 mg. Αυτό ισοδυναμεί με περίπου τέσσερα ή πέντε φλιτζάνια καφέ. «Βάσει της σχετικής επιστήμης και των διαθέσιμων πληροφοριών, η καθημερινή κατανάλωση δεν εγείρει ανησυχίες για την υγεία των περισσότερων ενηλίκων, εκτός από εγκύους ή θηλάζουσες, ή άτομα που έχουν αμφιβολίες σχετικά με την κατάσταση της υγείας τους ή τα φάρμακα που παίρνουν», είπε εκπρόσωπος του οργανισμού. Ο FDA, ωστόσο, δεν απαιτεί από τις εταιρείες τροφίμων να σημειώνουν την περιεκτικότητα σε καφεΐνη, αν και ορισμένες περιλαμβάνουν αυτές τις πληροφορίες οικειοθελώς.
Οι αριθμοί είναι χρήσιμοι μέχρις ενός σημείου. Η σύσταση του FDA είναι μια «πρόχειρη οδηγία» που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καθολικό πρότυπο, επειδή «δεν είναι ασφαλής για όλους», επισημαίνουν οι ειδικοί στο Atlantic. Για ένα άτομο, 237 χιλιοστόγραμμα θα μπορούσαν να το οδηγήσουν στο νοσοκομείο. Για ένα άλλο, θα ήταν απλώς η πρωινή τους δόση καφέ. Η επίδραση μιας δεδομένης δόσης καφεΐνης «διαφέρει εξαιρετικά από άτομο σε άτομο με βάση το ιστορικό χρήσης και επίσης τη γενετική του», είπε ο Τζούουρλινγκ.
Αν και οι άνθρωποι γενικά δεν γνωρίζουν τις ποσότητες καφεΐνης που καταναλώνουν, τείνουν να αναπτύσσουν μια καλή αίσθηση του πόση μπορούν να αντέξουν. Αλλά, συνήθως, αυτή η γνώση περιορίζεται στο προϊόν που καταναλώνουν. Οταν δοκιμάζει κανείς ένα νέο προϊόν καφεΐνης, το αποτέλεσμα είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Μέρος του προβλήματος είναι ότι η ποσότητα καφεΐνης στα προϊόντα ποικίλλει δραματικά, ακόμη και μεταξύ ποτών που μπορεί να φαίνονται παρόμοια: Ενας καφές αμερικάνο από τα McDonald’s περιέχει 71 mg καφεΐνης, αλλά ο ίδιος καφές στα Starbucks περιέχει 150 mg. Η καφεΐνη στα δημοφιλή ενεργειακά ποτά κυμαίνεται από 75 mg έως 316 mg.
Ποτέ έως τώρα δεν χρειάστηκε να μας απασχολήσει σοβαρά το θέμα της καφεΐνης, κυρίως επειδή πωλούνταν και καταναλωνόταν σε ποσότητες που δεν απαιτούσαν τόση σκέψη. Τα ενεργειακά ποτά είναι φαινόμενο των τελευταίων ετών και οι νέες γενιές είναι οι πρώτες που μεγάλωσαν με τόση καφεΐνη προσβάσιμη για κατανάλωση.
Το γεγονός ότι τα ενεργειακά ποτά είναι δημοφιλή στα παιδιά, τα οποία είναι πιο ευαίσθητα στις επιδράσεις της καφεΐνης, εγείρει επιπλέον ανησυχίες. Αυτά τα ποτά περιέχουν τεράστιες ποσότητες ζάχαρης για να καλύψουν την πικρή γεύση της καφεΐνης, κάνοντάς τα ακόμη πιο ελκυστικά. Πέρυσι, ένα παιδί φέρεται να υπέστη καρδιακή ανακοπή αφού ήπιε ένα ενεργειακό ποτό, κάτι που ώθησε τον γερουσιαστή Τσακ Σούμερ να καλέσει τον FDA να διερευνήσει το ζήτημα.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η καφεΐνη μπορεί να έχει ευεργετικές ιδιότητες. Βελτιώνει τη γνωστική απόδοση, επιταχύνει τον χρόνο αντίδρασης και ενισχύει τη λογική σκέψη, ενώ μπορεί ακόμη και να μειώσει τον κίνδυνο για εμφάνιση της νόσου του Πάρκινσον, σακχαρώδους διαβήτη, ηπατικής νόσου και καρκίνου.
Αλλά για μια ουσία τόσο πανταχού παρούσα που ονομάζεται «το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο φάρμακο στον κόσμο», η αντίληψή μας για το πώς να μεγιστοποιήσουμε τα οφέλη της είναι στην καλύτερη περίπτωση ελλιπής. Ακόμη και οι πιο έμπειροι πότες καφέ μερικές φορές ξαφνιάζονται από τις συνέπειες της καφεΐνης στον οργανισμό τους. Καθώς διατίθενται νέα προϊόντα με μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε καφεΐνη, τα περιστατικά υπερκατανάλωσης πιθανώς θα αυξηθούν. Και η έρευνα για το «πόση καφεΐνη είναι ασφαλές να καταναλώνουμε» θα πρέπει να εντατικοποιηθεί.